Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαύρη κωμωδία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαύρη κωμωδία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

19 Απριλίου 2013

(2012) Μπουτίκ για αυτόχειρες

Πρωτότυπος τίτλος: Le magasin des suicides
Αγγλικός τίτλος: The suicide shop


Η υπόθεση
Όταν οι άνθρωποι βουλιάζουν καθημερινά όλο και περισσότερο στον βούρκο της κατάθλιψης και το μόνο πράγμα που μοιάζει λογικό είναι να θέσουν τέλος στην μίζερη ζωή τους, το μαγαζί της οικογένειας Tuvache βρίσκεται εκεί για να τους παρέχει, μέσα από μια πληθώρα προϊόντων, την πιο ταιριαστή μέθοδο αυτοκτονίας. Η ζωή της οικογένειας Tuvache κυλά ήρεμα, ως τη στιγμή που θα γεννηθεί το τρίτο τους παιδί, ο Alan (φωνή: Kacey Mottet Klein), ένα πλάσμα που δεν μπορεί να σταματήσει να είναι χαρούμενο και να χαμογελά. Όμως ο Alan, μεγαλώνοντας θ' αποδειχτεί "καταστροφή" για την οικογένεια, καθώς ξεφεύγει από τον απλό χαρακτηρισμό του "μαύρου προβάτου" και γίνεται άκρως επικίνδυνος, όταν επιχειρεί να κάνει ευτυχισμένους τους ανθρώπους γύρω του.

Η κριτική
Ο πρώτος και πιο περιεκτικός χαρακτηρισμός που θα μπορούσε να δώσει κάποιος στο νέο δημιούργημα του Patrice Leconte, είναι ότι πρόκειται για ένα "ελπιδοφόρο παραμύθι ενηλίκων". Όντας γαλλικό, ανεξάρτητο και καταθλιπτικά κωμικό, δεν θα πρέπει να παραξενέψουν οι συγκρίσεις με το προ τριετίας αριστούργημα του Sylvain Chomet "Ο θαυματοποιός", με το οποίο όμως πρακτικά ουδεμία ουσιαστική σχέση υφίσταται.
Ο διάσημος Παρισινός σκηνοθέτης Patrice Leconte, έχοντας διαβάσει το ιδιόμορφο και πραγματικά ενδιαφέρον βιβλίο του Jean Teulé, μαγεύεται από το θέμα του κι αποφασίζει να το μεταφέρει στο μεγάλο πανί. Θέλοντας όμως ν' αποφύγει να μεταφέρει παράλληλα και μια άκρως καταθλιπτική ατμόσφαιρα, ο μεσήλικας δημιουργός βρίσκει την χρυσή τομή στην αναπαράσταση σε κινούμενο σχέδιο, κάτι που από μόνο του αρκεί για να δημιουργήσει στον θεατή μια πιο ευχάριστη διάθεση.
Έτσι λοιπόν, με την χρήση μουντών χρωμάτων και την μόνιμη απεικόνιση θλιμμένων προσώπων, γίνεται μια πρώτη γνωριμία με τον καταθλιπτικό κι ανούσιο κόσμο των ηρώων μας, στον οποίο το μαγαζί της οικογένειας Tuvache δίνει την αίσθηση μιας όασης μέσα σε μια έρημο απελπισίας. Όσο παράλογη κι αν μοιάζει αρχικά στον θεατή η φυσικότητα με την οποία οι πρωταγωνιστές μας μιλούν για την αυτοκτονία, τόσο αβίαστα καταφέρνουν να συνηθίσουν την παράξενη, τρομακτικά οικεία όμως, κοινωνία του έργου και να νιώσουν κι οι ίδιοι, τρόπον τινά, μέλη αυτής.
Κατ' αρχήν, μετά την πρωτότυπη θεματολογία του έργου, αυτό που τραβά περισσότερο την προσοχή του κοινού είναι ο άκρως καυστικός σχολιασμός που ασκείται στις σημερινές κοινωνίες της αποξένωσης. Οι αυτοκτονίες, που αποτελούν δυστυχώς πολύ συχνό φαινόμενο στον δυτικό κόσμο, παρατηρούμε να τιμωρούνται με πρόστιμο εάν τελεστούν σε δημόσιους χώρους. Το γεγονός αυτό, κάνει το μαγαζί της οικογένειας Tuvache περιζήτητο, καθώς εκεί εκτός από τ' απαραίτητα σύνεργα, ο κάθε πελάτης έχει την ευκαιρία να βρει αυτό που ταιριάζει περισσότερο στον χαρακτήρα του, κάνοντας την τελευταία του αγορά την καλύτερη δυνατή. Βέβαια το γεγονός ότι ο Mishima Tuvache (φωνή: Bernard Alane) συναλλάσσεται με μελλοθάνατους, δεν καταφέρνει να σταθεί εμπόδιο στον "επαγγελματισμό" του, καθώς τα προϊόντα του, όταν το μαγαζί είναι κλειστό, πωλούνται πιο ακριβά απ' ό,τι σε ώρες καταστημάτων.
Κι ενώ η ζωή κυλά δυσάρεστα και φυσιολογικά, η Lucrèce (φωνή: Isabelle Spade) φέρνει στην ζωή το τρίτο παιδί της οικογενείας, το οποίο έχει χαραγμένο στο πρόσωπό του ένα επίφοβο χαμόγελο και μια αλλόκοτη διάθεση για ζωή. Όσο μεγαλώνει όμως ο Alan, τόσο πιο επικίνδυνος μοιάζει να γίνεται για την κακή ψυχική κατάσταση των γύρω του, αφού αρχίζει να επηρεάζει θετικά με τις πράξεις και τις κινήσεις του τα άτομα που συναναστρέφεται. Όταν δε, το παιδί δεν μπορεί πια να κλείνει τα μάτια στην μιζέρια του κόσμου κι αποφασίζει συνειδητά να κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι του για να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους, αρχίζει το πραγματικό πρόβλημα.
Συμπεριλαμβάνοντας δυο χαρακτηριστικές σκηνές "πλατείας", που υποσυνείδητα θα φέρουν στο μυαλό τον σπουδαίο Jacques Tati κι αρκετά τραγούδια που θυμίζουν λίγο Tim Burton, o Leconte, παρουσιάζει μια ταινία με υπέροχη θεματολογία που καταφέρνει να τέρψει το κοινό της, όχι όμως να το ξετρελάνει όπως αναμένεται. Το ατόπημα ίσως να είναι η εμφανής ανάγκη να γίνει ένα έργο περισσότερο εμπορικό και λιγότερο ανεξάρτητο, ίσως όμως να φταίει και το γεγονός ότι σεναριακά, η "Μπουτίκ για αυτόχειρες" ατονεί σε αρκετά σημεία της. Παρόλα αυτά, αν το θέμα σας έλκει το ενδιαφέρον, δεν παύει να είναι μια ευχάριστη πρόταση για την έξοδό σας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Γαλλική μαύρη κωμωδία κινουμένων σχεδίων του 2012, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Jean Teulé, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Patrice Leconte, διάρκειας 79 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Kacey Mottet Klein, Bernard Alane, Isabelle Spade, Isabelle Giami και Laurent Gendron.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

16 Ιανουαρίου 2013

(2012) Django: Ο τιμωρός

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Django unchained


Η υπόθεση
Βρισκόμαστε στο Τέξας του 1858, δυο χρόνια πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος, όπου ο Δόκτωρ King Schultz (Christoph Waltz), ένας Γερμανός κυνηγός επικηρυγμένων, αναζητά κάποιον σκλάβο από την φυτεία Carrucan, ο οποίος να γνωρίζει πώς είναι οπτικά οι αδελφοί Brittle. Αυτόν που ψάχνει, τον βρίσκει στο πρόσωπο του Django (Jamie Foxx), τον οποίο κι αγοράζει με συνοπτικές διαδικασίες. Έπειτα από αυτή τη δουλειά, ο Schultz, θα προσφερθεί να δώσει στον Django την ελευθερία του κι αφού συνεργαστούν μέχρι το τέλος του χειμώνα, θα έρθει η σειρά του Schultz να βοηθήσει τον Django να εντοπίσει, αλλά και ν' αγοράσει την ελευθερία της γυναίκας του, Broomhilda (Kerry Washington). Έτσι οι δυο άντρες αφού ερευνήσουν τα αρχεία πώλησης των σκλάβων, ταξιδεύουν σε μια από τις πιο απάνθρωπες φυτείες, την Candyland, έχοντας καταστρώσει το τέλειο σχέδιο εξαπάτησης του ιδιοκτήτη της, Calvin Candie (Leonardo DiCaprio).

Η κριτική
Το "Django: Ο τιμωρός" είναι η καινούργια μαύρη κωμωδία, σε μορφή western αυτή τη φορά, του εκπληκτικού Quentin Tarantino. Από πολλούς κριτικούς, αυτή η ταινία, θεωρείται ίσως η καλύτερη δουλειά του ιδιαίτερου αυτού σκηνοθέτη. Χωρίς να μπορώ να πω με σιγουριά ότι είναι όντως "η" καλύτερη, καθώς έχει δημιουργήσει αξεπέραστες ταινίες κατά τη διάρκεια της καριέρας του, θα συμφωνήσω με όσους ισχυρίζονται ότι είναι από τις πιο καλογυρισμένες ταινίες ενός λατρεμένου δημιουργού, που σίγουρα θα ξετρελάνει τους φανατικούς θαυμαστές του.
Έχοντας εμπνευστεί από τον "Django: Ο τρομοκράτης του Πάσο-Ντόμπλε", ο Tarantino, δημιουργεί τη δική του εκδοχή αυτού του κλασικού ήρωα, αποδίδοντας παράλληλα κι ένα φόρο τιμής στον χαρακτήρα που πρωτο-ενσάρκωσε ο Franco Nero στο western του Sergio Corbucci, το 1966. Πρέπει να τονιστεί, όμως, ότι δεν μιλάμε για ένα remake μιας κλασικής ταινίας, αλλά για μια άκρως διαφορετική σύλληψη, που τυγχάνει να κάνει αναφορές στην πρωτότυπη ταινία, διακωμωδώντας κατά κύριο λόγο διάφορους αντιπαθείς χαρακτήρες κι αποδίδοντας δικαιοσύνη.
Από την αρχή της, λοιπόν, η ταινία, προϊδεάζει τον θεατή για το αριστούργημα που ακολουθεί, καθώς ξεκινά με το κλασικό τραγούδι "Django" των Luis Bacalov και Rocky Roberts, με τους τίτλους αρχής του Sergio Corbucci και με την παρουσίαση των σκλάβων, αντί του φέρετρου. Μετά από την πανέμορφη αυτή εισαγωγή, η οποία θα θυμίσει στον γνώστη το σημείο αναφοράς, συνεπαίρνοντας όμως κι όποιον δεν είχε την τύχη να παρακολουθήσει ένα από τα ωραιότερα ιταλικά western της δεκαετίας του 1960, θα περάσει αμέσως στο στοιχείο που χαρακτηρίζει τ' αριστουργήματά του, αυτό της μαύρης κωμωδίας.
Έχοντας το χάρισμα να παρουσιάζει ωραιοποιημένη βία, αποδίδοντάς την μάλλον καλλιτεχνικά, παρά ρεαλιστικά και μπλέκοντας ενδιάμεσα το στοιχείο ενός εύθυμου ξαφνιάσματος του θεατή, ο Tarantino, έχει δώσει στον κινηματογράφο κανονικά έργα τέχνης πάνω στην βία και την μαύρη κωμωδία και σ' αυτή του την ταινία, έχοντας σαν πρωταγωνιστή έναν μαύρο σκλάβο που ζητά δικαίωση, ίσως να συστήνει ένα είδος "κατράμικης" κωμωδίας.
Αυτό που κάνει εντύπωση, όμως, και παράλληλα είναι και το στοιχείο που θα σας κάνει να παρακολουθήσετε αυτή την τρίωρη, σχεδόν, παραγωγή του ακούραστα, είναι το γεγονός της αρμονικής εναλλαγής του περιβάλλοντος της ταινίας. Και τι εννοώ μ' αυτό: Κατά την διάρκεια της πρώτης ώρας, ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει μια Ταραντινική εκδοχή ενός western, δηλαδή πολύ πιστολίδι, πολύ γέλιο κι αρκετό αίμα. Αφού όμως, περάσει αυτή η φάση του κυνηγιού επικηρυγμένων κι αφού έχει κερδίσει τον θεατή, ο σκηνοθέτης, αλλάζει το περιβάλλον της ταινίας, μετατρέποντάς το σ' ένα ιστορικό δράμα, το οποίο και καλύπτει τη δεύτερη ώρα της. Τέλος, τα τελευταία 40 λεπτά περίπου, το δράμα, θ' αρχίσει να αποκτά στοιχεία Tarantino, προετοιμάζοντας για ένα άκρως χαρακτηριστικό κλείσιμο του έργου, που θα ξετρελάνει τους πιστούς.
Οι παραπάνω εναλλαγές, λοιπόν, που γίνονται με υπέροχο τρόπο, σε συνδυασμό με την καταπληκτική ματιά του σκηνοθέτη, τις μουσικές επιλογές του και τις εξαίρετες ερμηνείες των Jamie Foxx, Christoph Waltz, Leonardo DiCaprio, Samuel L. Jackson, Kerry Washington και φυσικά την φιλική συμμετοχή του Franco Nero, συνιστούν μια ταινία που πρέπει να δει το κοινό του ιδιόμορφου αυτού Αμερικανού δημιουργού. Αν πάλι, δεν συμπεριλαμβάνετε τον εαυτό σας στους φανατικούς ακολούθους του Tarantino, αλλά είστε θαυμαστές των ηθοποιών που συμμετέχουν κι έχετε σκοπό να την παρακολουθήσετε, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι ο χαρακτήρας του DiCaprio, εμφανίζεται μετά την πρώτη ώρα και να σας προτείνω να οπλιστείτε με υπομονή κατά το τελευταίο μέρος της ταινίας.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο κράμα μαύρης κωμωδίας και spaghetti western, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Quentin Tarantino, διάρκειας 165 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jamie Foxx, Christoph Waltz, Leonardo DiCaprio, Samuel L. Jackson, Kerry Washington και Franco Nero.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Ξενοδοχείο για τέρατα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hotel Transylvania


Η υπόθεση
Βρισκόμαστε στο έτος 1895, όπου το όνειρο του κόμη Δράκουλα (φωνή: Adam Sandler), η δημιουργία ενός κάστρου, στο οποίο τα τέρατα θα είναι απόλυτα ασφαλή από την ανθρώπινη απειλή, γίνεται πραγματικότητα. Τα χρόνια περνούν και φτάνουμε στο 2012, όπου ο κόμης καλωσορίζει όλα τα τέρατα-φίλους, που έρχονται να γιορτάσουν μαζί, όπως κάθε χρόνο, τα γενέθλια της μονάκριβης κόρης του, Mavis (φωνή: Selena Gomez). Η διαφορά φέτος είναι πως η Mavis, κλείνει τα 118 της χρόνια κι ως ενήλικη, πια, έχει το δικαίωμα να επισκεφτεί τον έξω κόσμο. Η πρώτη της έξοδος θα είναι δοκιμαστική κι ο προορισμός της θα είναι ένα κοντινό χωριό ανθρώπων, το οποίο δεν μοιάζει και πολύ ρεαλιστικό. Κατά την επιστροφή της στο σπίτι, θα την ακολουθήσει ένας άνθρωπος, γεγονός που πιθανώς θα δημιουργήσει προβλήματα στην εμπιστοσύνη των τεράτων ως προς την ασφάλεια του ξενοδοχείου. Για να μην διαταραχτεί η ηρεμία των ενοίκων και καταστραφεί το party της Mavis, ο Δράκουλας, θα μεταμφιέσει τον νεαρό άνθρωπο, Jonathan (φωνή: Andy Samberg), σε τέρας, ελπίζοντας πως κανείς δεν θα καταλάβει την αληθινή του φύση.

Η κριτική

Στη δεκαετία του '80, ο Tim Burton, πειραματίστηκε εντάσσοντας το γκροτέσκ στοιχείο σε ταινίες που απευθύνονται σε όλη την οικογένεια. Όταν πια ο σκηνοθέτης καταφέρνει να εδραιωθεί στο κινηματογραφικό στερέωμα κι αποδεικνύει ότι δεν έτυχε, αλλά πέτυχε, η παραγωγή παιδικών ταινιών με πρωταγωνιστές τερατό-μορφα πλάσματα γίνεται της μόδας και πολλοί μιμητές κάνουν την εμφάνισή τους, με επιτυχία μέχρι στιγμής. Ωστόσο, το "Ξενοδοχείο για τέρατα", πολύ λίγη σχέση έχει με το συγκεκριμένο φαινόμενο, καθώς κατά βάση μιλάμε για μια σατιρική μαύρη κωμωδία σε κινούμενο σχέδιο κι όχι τόσο για μια ταινία Burtonιακού ύφους.
Σίγουρα έχει περάσει απ' όλων το μυαλό ότι μια ταινία, βιβλίο ή κόμικ με πρωταγωνιστές όλους τους σούπερ-ήρωες ή πριγκίπισσες θα έκανε θραύση κι ότι όλοι θα τρέχαμε να το παρακολουθήσουμε ή να το αγοράσουμε. Σε πόσους όμως, έχει περάσει από το μυαλό ότι μια σάτιρα με συμπρωταγωνιστές όλα τα διάσημα τέρατα θα μπορούσε να κάνει επιτυχία; Τι θα λέγατε αν σας λέγανε ότι θα βλέπατε τον Δράκουλα, την κόρη του Δράκουλα (φωνή: Selena Gomez), τον Frankenstein (φωνή: Kevin James), ένα λυκάνθρωπο (φωνή: Steve Buscemi), μια μούμια (φωνή: CeeLo Green), τον Αόρατο Άνθρωπο (φωνή: David Spade), τον Quasimodo (φωνή: Jon Lovitz), τα ζόμπι, κ.α., σε ένα μαγεμένο κάστρο, να διασκεδάζουν όλοι μαζί και να τρέμουν τους ανθρώπους; Νομίζω, αν μη τι άλλο, από περιέργεια και μόνο θα θέλατε να το παρακολουθήσετε.
Η ιστορία λοιπόν, ξεκινά όταν ο Δράκουλας αποφασίζει να χτίσει ένα ασφαλές μέρος για την κόρη και τους φίλους του, για να προστατέψει την μοναδική κληρονόμο του από τους κινδύνους της ζωής. Λειτουργώντας σαν ένα(ς) οποιο(σ)δήποτε (πα)τέρας, που θα έκανε τα πάντα να κρατήσει ασφαλή την οικογένειά του, ξεχνά ότι με αυτόν τον τρόπο, εκτός από τους κινδύνους, "προστατεύει" την Mavis κι από τις ευχάριστες εμπειρίες της ζωής. Βέβαια η ιστορία δεν προβάλει το διδακτικό στοιχείο της τόσο, όσο προσπαθεί να δώσει μια οικεία εικόνα, ενός όντος που είναι εντελώς ξένο στους ανθρώπους, καθώς είναι κάτι πολύ διαφορετικό και μοχθηρό, όπως μας έχουνε μάθει οι θρύλοι. Παρουσιάζοντας λοιπόν, κάτι ανοίκειο ως φυσιολογικό, καταφέρνει να αιφνιδιάσει ευχάριστα το κοινό. Το αποκορύφωμα όμως του γέλιου, έρχεται όταν στην ιστορία ανακατεύεται ένας άνθρωπος ο οποίος πληρεί όλες τις φυσιολογικές, για μας, ανθρώπινες λεπτομέρειες, αλλά που αυτή τη φορά δεν κρίνει, αλλά συνεχώς κρίνεται. Ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος, εν τέλει, καταλήγει να παρουσιαστεί ως τέρας είναι απολαυστικός. Αξίζει εδώ ν' αναφέρουμε ότι η νεολαία, που όλοι την θεωρούν κατώτερη, είναι αυτή που τελικά πετυχαίνει να συμβιβάσει τα δυο διαφορετικά είδη.
Μέσω μιας μαύρης κωμωδίας λοιπόν, που σατιρίζει την ανθρώπινη φύση και περνά, υποσυνείδητα, κάποια μηνύματα για την διαφορετικότητα, οι δημιουργοί της συγκεκριμένης ταινίας, έχουν καταφέρει ν' αναδιαμορφώσουν κάποια από τα πιο δημοφιλή τέρατα της ιστορίας, φτιάχνοντας ένα έργο που απευθύνεται στα παιδιά όλων των ηλικιών, αλλά που παράλληλα έχει ένα χιούμορ που θα ξετρελάνει και τους ενήλικες. Προτείνεται ανεπιφύλακτα σε όλα τα μέλη μιας οικογένειας, στους λάτρεις των καλών κινουμένων σχεδίων, αλλά και σε όλους όσους βρίσκουν τις εύστοχες κωμωδίες, ιδιαίτερα ευχάριστες.
Σημείωση: Η μεταγλώττιση είναι αρκετά προσεγμένη, με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο ως κόμη Δράκουλα, ενώ η 3D εκδοχή του, κρίνεται μάλλον περιττή.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο παιδικό του 2012, βασισμένο σε ιστορία των Todd Durham, Dan Hageman και Kevin Hageman, σε σενάριο των Peter Baynham και Robert Smigel και σκηνοθεσία του Genndy Tartakovsky, διάρκειας 91 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Adam Sandler, Andy Samberg, Selena Gomez, Kevin James, Steve Buscemi, Molly Shannon, David Spade, CeeLo Green και Jon Lovitz.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

7 Νοεμβρίου 2012

(2012) Επτά ψυχοπαθείς

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Seven psychopaths


Η υπόθεση
Ο Marty (Colin Farrell) είναι ένας Ιρλανδός συγγραφέας που προσπαθεί να ολοκληρώσει το σενάριο της καινούργιας του ταινίας, "Επτά ψυχοπαθείς". Μέχρι στιγμής έχει βρει μόνο, τους δυο από τους επτά πρωταγωνιστές του. Βέβαια, με τη βοήθεια του καλύτερού του φίλου, Billy (Sam Rockwell), και του συνεργάτη του, Hans (Christopher Walken), δεν θ' αργήσει να βρει και τους υπόλοιπους, καθώς οι δυο τους θα τον μπλέξουν σε μια τρελή κατάσταση με πολλά δείγματα ψυχοπαθούς συμπεριφοράς. Ο Hans κι ο Billy βγάζουν τα προς το ζην από μια επιχείρηση "δανεισμού" σκυλιών που έχουν στήσει. Κάποια μέρα, όμως, απαγάγοντας τον σκύλο του Charlie (Woody Harrelson), ενός μαφιόζου που είναι συναισθηματικά εξαρτημένος απ' τον σκύλο του, Bonny, τα πράγματα θα μπερδευτούν κι ο Marty θα βρεθεί κυνηγημένος να προσπαθεί να επιβιώσει και να ολοκληρώσει την ιστορία του.

Η κριτική
Οι "Επτά ψυχοπαθείς", χωρίς να συγκαταλέγεται στις ταινίες που αφήνουν άφωνο τον θεατή, αλλά ούτε και σ' αυτές που κάνουν το κοινό να γελά ασταμάτητα, είναι ομολογουμένως, μια ευφυέστατη μαύρη κωμωδία, μ' ένα ιδιαίτερα μακάβριο χιούμορ, που τις περισσότερες φορές είναι αρκετά εύστοχο.
Οι τίτλοι της ταινίας θα πέσουν με τη συνοδεία ενός καθαρόαιμου αμερικάνικου μουσικού κομματιού κι η πρώτη εικόνα θα είναι η γνώριμη επιγραφή του Hollywood, που έχουμε δει και ξαναδεί στις διάφορες ταινίες. Η κάμερα θα μας συστήσει δυο τύπους που στέκονται απέναντί της και συζητούν για διάφορα φρικιαστικά εγκλήματα, όπως μιλάνε άλλοι γι' αυτοκίνητα ή αθλητισμό, ενώ ταυτόχρονα περιμένουν να εμφανιστεί η κοπέλα που πρόκειται να δολοφονήσουν. Όσο η κουβέντα βρίσκεται σε εξέλιξη, τους πλησιάζει, από πίσω ένας τύπος με κόκκινη κουκούλα, τους τινάζει τα μυαλά στον αέρα και πετά στα σώματά τους από ένα καρό τραπουλόχαρτο με τη φιγούρα του Βαλέ. Αυτός είναι κι ο πρώτος ψυχοπαθής.
Κάπως έτσι, απλά και καθημερινά, θα κάνουν την εμφάνισή τους όλοι οι πρωταγωνιστές της ταινίας. Ο Marty, για παράδειγμα, θα μας παρουσιαστεί ως ένας αλκοολικός Ιρλανδός συγγραφέας που προσπαθεί να γράψει μια ταινία με πρωταγωνιστές επτά ψυχοπαθείς, η οποία όμως, θα μιλά γι' αγάπη κι ειρήνη και δεν θα περιέχει, ει δυνατόν και καθόλου, βία. Ο Hans από την άλλη, είναι ένας καλοκάγαθος κι ακραία ψύχραιμος χαρακτήρας κι ο Charlie, αποτελεί την επιτομή της ψυχοπάθειας, έχοντας διάφορες εμμονές, με το σκύλο ή το όπλο του, που δεν φαντάζεται ποτέ κανείς ότι θα μπορούσε να έχει ένας μαφιόζος.
Λίγο-πολύ, όλοι οι ψυχοπαθείς της ταινίας, είτε είναι φανταστικοί, είτε υπαρκτοί, ανεξαιρέτως, είναι τρελοί, με μια έντονη δόση καθημερινότητας. Κι ίσως αυτό να είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα στο χιούμορ της. Ο θεατής αιφνιδιάζεται και γελά από την λιτότητα με την οποία αντιμετωπίζονται κάποιες καταστάσεις.
Από πλευράς σεναρίου τώρα, η αλήθεια είναι πώς η ταινία αφοπλίζει. Έχοντας ως πρωταγωνιστή ένα σεναριογράφο που θέλει να φτιάξει μια ταινία, με τον ίδιο τίτλο της ταινίας που ο θεατής ήδη παρακολουθεί, έχοντας ως κεντρικό θέμα επτά ψυχοπαθείς που συμμετέχουν σε μια ταινία που προβάλει την αγάπη και την ειρήνη και γελά με τις άκυρες καταστάσεις ή συμπεριφορές των πρωταγωνιστών, η ταινία δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτυχημένη.
Ωστόσο, το γεγονός ότι μπλέκει επτά ψυχοπαθείς, με μαύρη κωμωδία, δράμα, όπλα, δράση, φιλοσοφία και θρησκεία, δημιουργεί μια πολύπλοκη κατάσταση και δεν δίνει στον θεατή την δυνατότητα να σχηματίσει μια συγκεκριμένη ψυχολογία, παρά τον περνά από την δράση στην συναισθηματική φόρτιση κι από 'κει στο γέλιο, σε ελάχιστο χρόνο.
Ως προς τις ερμηνείες τώρα, όλοι οι ηθοποιοί που συμμετέχουν έχουν συμβάλλει με εξαιρετικό τρόπο στη σωστή παρουσίαση των χαρακτήρων, κανείς τους όμως δεν κάνει την έκπληξη. Όλοι τους είναι απολαυστικοί, αλλά ως εκεί. Η φωτογραφία κι η μουσική επένδυση αρκετά προσεγμένες, επίσης.
Εν κατακλείδι, αν σας αρέσουν οι μαύρες κωμωδίες με μια γερή δόση black humor, αλλά και με μια δραματική ατμόσφαιρα, προτιμήστε την. Αν πάλι, θέλετε κάτι περισσότερο κωμικό και τρελό, να ξέρετε ότι θα σας φανεί μια μέτρια ταινία, όχι όμως ότι θα 'χετε χάσει και τον χρόνο σας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Βρετανική μαύρη κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Martin McDonagh, διάρκειας 110 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Colin Farrell, Sam Rockwell, Christopher Walken,
Woody Harrelson, Tom Waits, Long Nguyen, Linda Bright Clay, Abbie Cornish και Olga Kurylenko.


Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

21 Οκτωβρίου 2012

(2012) Σκότωσέ τους γλυκά

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Killing them softly


Η υπόθεση
Ο Frankie (Scoot McNairy) κι ο Russell (Ben Mendelsohn) είναι δυο τελειωμένοι αλήτες που θα προσληφθούν από τον "Squirrel" (Vincent Curatola) για να ληστέψουν ένα παράνομο παιχνίδι, στημένο από τον Markie Trattman (Ray Liotta). Ο Markie, όμως, είχε σκηνοθετήσει στο παρελθόν μια ληστεία σε κάποιο παιχνίδι του, η οποία για κακή του τύχη αποκαλύφθηκε. Ο Markie έμεινε ατιμώρητος, χαριστικά, λόγω της συμπάθειας που έτρεφαν οι γύρω του για το πρόσωπό του. Όταν η ληστεία, λοιπόν, επαναλαμβάνεται, ο Jackie Cogan (Brad Pitt) προσλαμβάνεται για να εκτελέσει τον Markie, ως παραδειγματισμό και τον πραγματικό ένοχο, ως απόδοση δικαιοσύνης.

Η κριτική
Η ταινία από την στιγμή που ξεκινά δίνει στον θεατή της να καταλάβει ακριβώς τι πρόκειται να παρακολουθήσει στην συνέχεια. Στην εναρκτήρια σκηνή κιόλας ο θεατής παρακολουθεί τον Russell, ένα απόβρασμα της κοινωνίας, να περπατάει σ' ένα έρημο τοπίο. Η μουσική νιώθουμε ότι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταινίας, ενώ η σκηνή διακόπτεται συνεχώς από τους τίτλους. Όσο, δε, βλέπουμε τον Russell να περπατά, ακούμε παράλληλα μια ομιλία του νυν προέδρου των Η.Π.Α., Barack Obama, και τέλος η σκηνή κλείνει με τις δυο αφίσες του McCain και του Obama, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η ιστορία τοποθετείται κάπου κοντά στις αμερικανικές εκλογές του 2008.
Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας, Andrew Dominik, καταφέρνει να εισάγει τον θεατή, άμεσα, στο κεντρικό θέμα της ταινίας του, που δεν είναι άλλο από το έντονο πολιτικό/κοινωνικό μήνυμα, που θα αναδειχτεί σταδιακά μέσα από τις μίζερες ζωές μιας χούφτας αποβρασμάτων της αμερικάνικης επαρχίας. Το θέμα αυτό, επίσης, είναι δοσμένο με μια εκπληκτική σκηνοθετική άποψη πάνω στο μοντάζ, κάνοντας την ταινία να μοιάζει σε ορισμένες στιγμές με κομψοτέχνημα του είδους και με μια μουσική που δένει άριστα με το όλο σύνολο.
Το "Σκότωσέ τους γλυκά" είναι μια αρκετά ιδιαίτερη ταινία. Αρχικά, βλέποντας κάποιος το trailer έχει την αίσθηση ότι θα δει μια ταινία με κεντρικό άξονα την μαφία, το πιστολίδι και στυγνές δολοφονίες. Η αλήθεια είναι ότι όντως η ταινία με μια πρώτη ματιά, αυτά τα θέματα πραγματεύεται. Όμως, δεν είναι μια γρήγορη γκανγκστερική ταινία, όπως αυτές που έχουμε συνηθίσει, καθώς σε δεύτερο, αλλά ουσιαστικότερο επίπεδο, θα την δούμε να βασίζεται περισσότερο στο πολιτικό σύστημα, αλλά και στην ψυχογραφική σκιαγράφηση των πληρωμένων δολοφόνων, έτσι ώστε να γίνει σαφέστερο το μήνυμά της.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η ταινία δεν κινείται αποκλειστικά και σ' έναν καθαρό πολιτικό επίπεδο. Μπορεί να πραγματεύεται το αμερικάνικο όνειρο, αλλά αυτό το κάνει μέσω μιας ομάδας ανθρώπων που αποτελούν το κοινωνικό κατακάθι του αμερικανικού λαού και παράλληλα περιέχει κάποιες σκηνές, κοντινών πλάνων σε slow-motion που απευθύνονται σε όσους αρέσουν οι γκανγκστερικές-splatter ταινίες.
Η υπέροχη αντίθεση, βέβαια, που κάνει την ταινία να ξεχωρίσει και ταυτόχρονα αποτελεί το στοιχείο που είτε θα κάνει τον θεατή να λατρέψει το φιλμ, είτε θα τον κάνει να μετανιώσει τον χρόνο που ξόδεψε, είναι το άμεσο πολιτικό μήνυμα που εκφράζεται εν συντομία κι ευθέως, μαζί με τους ευθείς και "καθαρούς" χαρακτήρες που παρουσιάζονται, έναντι μιας ανούσιας πολυλογίας, για πράγματα τόσο μικρά και πεζά, συγκριτικά με το κεντρικό νόημα, που, όμως, για τους χαρακτήρες, όπως θα δούμε, αποτελούν θέματα υψίστης σημασίας, σημαντικότερης του θανάτου.
Οι εκπληκτικές ερμηνείες τον ηθοποιών, σε συνδυασμό με την μουσική της δεκαετίας '60, τις αμφιέσεις των δεκαετιών '60-'70 και κάποιες απίστευτες λήψεις κάμερας που προβάλλονται σε πολύ αργό slow-motion, μπορούν ν' αφήσουν έναν εξοικειωμένο θεατή άφωνο. Το ζήτημα, βέβαια, είναι οι πολλοί αργοί ρυθμοί της ταινίας, αλλά κι οι ανούσιοι διάλογοί της, που για έναν μέσο όρο θεατών, οι οποίοι προτιμούν καθαρές γκανγκστερικές ταινίες, θ' αποτελέσει απλώς μια ταινία που κάτι θέλει να πει κι εν τέλει το λέει, αλλά κουράζει πολύ μέχρι να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Σε γενικές γραμμές, είναι μια ιδιαίτερα καλή παραγωγή, αλλά προτείνεται μόνο σε όσους μπορούν εύκολα να δουν ταινίες με πρωταγωνιστή τον υπόκοσμο κι έχουν την διάθεση να παρακολουθήσουν μια ταινία που ξεφεύγει από τα στεγανά στερεότυπα των ταινιών του είδους, έχοντας πιο αργούς ρυθμούς από τις περισσότερες κι ένα συμπέρασμα ουσίας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο στο βιβλίο του George V. Higgins, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Andrew Dominik, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Brad Pitt, James Gandolfini, Scoot McNairy, Ben Mendelsohn, Vincent Curatola, Ray Liotta και Richard Jenkins.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

17 Σεπτεμβρίου 2012

(2011) Killer Joe

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Killer Joe


Η υπόθεση
Ο Chris (Emile Hirsch), ένας μικρο-έμπορος ναρκωτικών, βρίσκεται μπλεγμένος, χρωστώντας 6.000 δολάρια στον προμηθευτή του. Μαθαίνοντας ότι η αλκοολική μητέρα του έχει μια ασφάλεια ζωής 50.000 δολαρίων, θα κανονίσει να έρθει σ' επαφή μ' ένα ντετέκτιβ της αστυνομίας του Dallas, ο οποίος εκτελεί χρέη εκτελεστή, για να την δολοφονήσει και να πάρει, έτσι, η αδελφή του, η νόμιμη δικαιούχος, τα χρήματα της ασφάλειας. Μετά τη συνάντησή τους κι αφού ο Chris δεν έχει ρευστό για να πληρώσει προκαταβολικά τον ντετέκτιβ Joe Cooper (Matthew McConaughey) για τη δουλειά, θ' αναγκαστεί να του δώσει ως εγγύηση την ίδια του την αδελφή για να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές του ορέξεις. Η δουλειά κανονίζεται και τώρα το μόνο που μένει είναι να πραγματοποιηθεί η δολοφονία και να πάρει η οικογένεια τα χρήματα.

Η κριτική
Η ταινία, έχοντας ως τόπο δράσης της το Texas και πρωταγωνιστές τους άξεστους, αντι-ήρωες, κατοίκους του, φέρνει στο μυαλό ταινίες των Aδελφών Coen με μια δόση Tarantino. Ανήκει στο είδος των (κατά)μαυρων κωμωδιών, που παρουσιάζουν την επαρχία της Αμερικής με μια ρεαλιστική σαπίλα αξιών και με τους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους της.
Ο σκηνοθέτης της, William Friedkin, έχει καταφέρει ν' αποδώσει στους πρωταγωνιστές του ένα σκοτεινό χαρακτηριστικό, ακόμα κι αν, σε ψυχολογικό επίπεδο, οι ίδιοι δεν φαίνεται να είναι τίποτα περισσότερο από αυτό που δείχνουν. Το στοιχείο αυτό, το πετυχαίνει, σε συνδυασμό με την επιλογή του φωτισμού, με τις διάφορες εξομολογητικές σκηνές, που βάζει τους ήρωές του να συμμετέχουν, αλλά και με τη μιζέρια που φέρει πάνω του κάθε ένας από αυτούς.
Το φιλμ, εμπεριέχει ωμές σκηνές άμεσης, αλλά κυρίως έμμεσης βίας, με αποκορύφωμα τη σκηνή που ο Joe κι η Dottie (Juno Temple), η μικρή αδελφή του Chris, θα μείνουν μόνοι τους στο σπίτι για πρώτη φορά μετά τη συμφωνία των αντρών, να δοθεί η Dottie ως εγγύηση. Με την ίδια σκηνή, όμως, ο σκηνοθέτης, καταφέρνει, επίσης, να δημιουργήσει μια άκρως αισθησιακή ατμόσφαιρα με σκοτεινές πινελιές, που αποσκοπεί στο να δώσει στο θεατή να καταλάβει πόσο πολύ ταιριάζουν αυτοί οι δυο άνθρωποι.
Βασίζεται, παράλληλα, πολύ, στο στοιχείο της τραγ(ελαφ)ικής ειρωνείας και χρησιμοποιεί αρκετά το διακειμενικό στοιχείο, προβάλλοντας στο θεατή, μέσω της τηλεόρασης, διάφορες σκηνές από ταινίες Western, ταινίες του Bruce Lee ή κινούμενα σχέδια. Ένα ακόμα έξυπνο στοιχείο της ταινίας, είναι ότι η μάνα, το θύμα, παρουσιάζεται μόνο ως άψυχο σώμα. Με αυτόν τον τρόπο ο θεατής δεν μπορεί, και να θέλει, να δεθεί συναισθηματικά μαζί της. Για το κοινό, ο θάνατος αυτού του προσώπου, δεν σημαίνει απολύτως τίποτα... ακριβώς ό,τι ισχύει και για τους πρωταγωνιστές.
Η υποκριτική πλαισίωση του "Killer Joe", ακόμα, είναι εξαιρετική. Όλοι οι ηθοποιοί στέκονται επάξια στο ύψος των απαιτήσεων του κάθε ρόλου κι ο Matthew McConaughey, φυσικά, ηγείται όλων και, γι' ακόμα μια φορά, αποδεικνύει πόσο άξιος και ταλαντούχος ηθοποιός είναι.
Η ταινία, συστήνεται στους λάτρεις της αμερικάνικης country μαύρης κωμωδίας, του στυλ των Αδελφών Coen, όπως επίσης, νομίζω δεν θα απογοητεύσει και τους θαυμαστές των πιο splatter μαύρων ταινιών. Δεν αποτελεί βέβαια αριστούργημα, για το είδος της, αλλά είναι δουλεμένη σ' εναν βαθμό που σίγουρα μπορεί να την κατατάξει κανείς στις "καλές ταινίες" αυτού του στυλ.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη μαύρη κωμωδία του 2011, βασισμένη σε θεατρικό έργο του Tracy Letts, σε σενάριο του ιδίου και σκηνοθεσία του William Friedkin, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Matthew McConaughey, Emile Hirsch, Juno Temple, Thomas Haden Church, Gina Gershon.

Οι σύνδεσμοι

9 Σεπτεμβρίου 2012

(2011) Η αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό

Πρωτότυπος τίτλος: Un cuento chino
Αγγλικός τίτλος: Chinese take-away


Η υπόθεση
Ο Roberto (Ricardo Darín), είναι ιδιοκτήτης ενός καταστήματος με είδη κιγκαλερίας. Ζει κι εργάζεται στην πρωτεύουσα της Αργεντινής κι έχει διαμορφώσει την καθημερινότητά του, βάσει ενός πολύ συγκεκριμένου τρόπου ζωής, που δεν αφήνει χώρο σε κάποιο άλλο άτομο να εισέλθει στη ζωή του. Είναι ιδιόρρυθμος, αλλά παράλληλα καλός κι ευγενικός άνθρωπος. Μια μέρα, θα βρεθεί στο δρόμο του ο Jun (Ignacio Huang), ένας Κινέζος που δε μιλάει λέξη ισπανικά, είναι χαμένος στην Αργεντίνικη πρωτεύουσα και ψάχνει το μοναδικό του συγγενή, το θείο του. Ο Roberto, θα νιώσει την υποχρέωση να τον βοηθήσει, κάτι που ενδέχεται ν' αλλάξει τη ζωή του.

Η κριτική
Η ταινία, είναι ένα εύθυμο δράμα ή αλλιώς μια μαύρη κωμωδία. Περιγράφει τη ζωή και τις συνήθειες ενός ανθρώπου, που για τους δικούς του λόγους, έχει επιλέξει να ζει σε μια προσωπική απομόνωση, χωρίς όμως ο ίδιος, να μπορεί να χαρακτηριστεί "αντικοινωνικός". Ο Roberto, διατηρεί την επαφή του με τον κόσμο, μέσω του καταστήματός του, αλλά και μέσω διαφόρων περίεργων ιστοριών που συλλέγει από τις εφημερίδες. Αρνείται όμως, πεισματικά να συμμετάσχει ενεργά σ' αυτόν, μέχρι τη στιγμή που η παρουσία του Jun στη ζωή του, θα τον αναγκάσει να το κάνει.
Το έργο, περιγράφει μ' έναν ιδιαίτερα χαριτωμένο κι εκφραστικά λιτό τρόπο, μια ιστορία, εμπνευσμένη από ένα αληθινό γεγονός, τοποθετημένη σε μια πλασματική Αργεντινή, πλαισιωμένη από χαρακτήρες που φέρουν στοιχεία των καθημερινών ανθρώπων και των μικρόκοσμων που οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει και κατοικούν.
Ο Sebastián Borensztein (σκηνοθέτης/σεναριογράφος), έχει δημιουργήσει μια μαγική ατμόσφαιρα μ' αυτή του την ταινία. Χρησιμοποιεί το χαρακτηριστικό στοιχείο του πύργου της Βαβέλ, που δυο άνθρωποι καταφέρνουν να συνυπάρξουν, να συνεργαστούν, και ν' αλληλοβοηθηθούν, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να καταλάβουν ούτε μια λέξη απ' αυτά που λέει ο άλλος. Επίσης, το ίδιο πετυχημένα, κάνει χρήση του γλυκόπικρου στοιχείου της τύχης, της μοίρας, του πεπρωμένου.
Οι ηθοποιοί που συμμετέχουν στην ταινία, με πρώτο και καλύτερο τον καταπληκτικό Ricardo Darín, δίνουν στους χαρακτήρες την ανθρωπιά και το γήινο στοιχείο που πρέπει να έχουν για να μπορέσουμε να τους αντιληφθούμε ως μέλη της κοινωνίας, αλλά παράλληλα καταφέρνουν και τους επιτρέπουν να διατηρήσουν μια λίγο πιο αέρινη διάσταση, που αρμόζει σε χαρακτήρες παραμυθιού (ο ισπανικός τίτλος μεταφράζεται "Ένα κινέζικο παραμύθι").
Η ταινία, αποτελεί μια εξαιρετικά καλή επιλογή για ονειροπόλους ρεαλιστές. Απευθύνεται σε όλους εσάς που πιστεύετε ότι τα πάντα γίνονται για ένα συγκεκριμένο λόγο, που βρίσκεστε με το ένα πόδι στη γη και με το άλλο στα ουράνια, που ψάχνετε για κάτι αισιόδοξο κι ευχάριστο, να σας φτιάξει τη μέρα.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αργεντίνικη μαύρη κωμωδία, δραματικού χαρακτήρα, του 2011, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Sebastián Borensztein, διάρκειας 93 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Ricardo Darín, Ignacio Huang και Muriel Santa Ana.

Οι σύνδεσμοι

20 Αυγούστου 2012

(2012) Dark shadows

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Dark shadows


Η υπόθεση
Η ιστορία εκτυλίσσεται, τη δεκαετία του '70, σε μια επαρχιακή πόλη της Αμερικής, την ησυχία της οποίας, έρχεται να ταράξει ένας παλιός της κάτοικος, ο Barnabas Collins (Johnny Depp). Το 1760, η οικογένεια Collins, ξεκινά από το Liverpool της Αγγλίας, με σκοπό να χτίσει μια αυτοκρατορία στη Γη της Επαγγελίας. Ο γιος της οικογένειας Collins, Barnabas, διατηρεί δεσμό με μια υπηρέτρια, την Angelique Bouchard (Eva Green), την οποία άθελά του και πληγώνει συναισθηματικά. Την πράξη του αυτή, ο Barnabas, θα την πληρώσει πολύ ακριβά, καθώς η Angelique, αποφασισμένη να πάρει εκδίκηση, σκοτώνει τους γονείς του, τον έρωτα της ζωής του, Josette DuPres (Bella Heathcote) και τον καταδικάζει, σε αιώνιο βίο, ως βρικόλακα. Ο Barnabas, θάβεται ζωντανός έως το 1972, όπου ένα συνεργείο βρίσκει το φέρετρό του και τον ελευθερώνει. Ξυπνώντας, ο Barnabas, επισκέπτεται την οικογένειά του κι εκεί έρχεται αντιμέτωπος με το σημαντικότερο μέρος της εκδίκησης της Angelique. Η Angelique, μετά από 2 αιώνες, έχει καταφέρει να χτίσει τη δική της αυτοκρατορία και να εκτοπίσει την οικογένεια Collins, από το εμπόριο αλιείας. Ο Barnabas, θα προσπαθήσει να βοηθήσει τη νέα του οικογένειά, να ξαναδιεκδικήσει, όλα όσα έχει χάσει, καθώς δεν είναι ένας κοινός βρικόλακας, αλλά ένας βρικόλακας με ηθική κι αξίες, εκ των οποίων η σημαντικότερη, είναι η οικογένεια.

Η κριτική
Η συγκεκριμένη ταινία, έχει την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί να ιδωθεί από δυο οπτικές γωνίες, η πρώτη είναι αυτή της κωμωδίας κι η δεύτερη αυτή της ταινίας του Tim Burton. Η διαφορά των δυο αυτών ποιοτήτων, είναι ότι στη μεν πρώτη, μπορείς να είσαι επιεικής, στη δε δεύτερη, όχι.
Ως κωμωδία, είναι αρκετά πετυχημένη και σίγουρα ποιοτικά κατατάσσεται αρκετά άνω του μετρίου. Η συνύπαρξη του Johnny Depp, της Michelle Pfeiffer και της Helena Bonham Carter σε μια μαύρη κωμωδία, μιλά από μόνη της για το πιθανό αποτέλεσμα. Η επιλογή δε του Johnny Depp, για το ρόλο του ευγενούς βρικόλακα, δε θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστή. Όλοι τους είναι ηθοποιοί που έχουν έμπρακτα αποδείξει, ότι μπορούν να είναι υπέροχοι, σε ό,τι κι αν τους ζητηθεί κι αυτό είναι ένα πολύ δυνατό χαρτί της ταινίας.
Ως ταινία του Tim Burton τώρα, υστερεί αρκετά σε σχέση με παλαιότερές του. Μπορεί η επιλογή του θέματός της, να είναι στοιχείο Tim Burton, όπως κι ο "καλός" βρικόλακας, το ίδιο, αλλά της λείπει ένα από τα σημαντικότερα συστατικά μιας ταινίας του μεγάλου σκηνοθέτη, αυτή του παραμυθιού. Η ταινία, φαίνεται να είναι περισσότερο μια απόπειρα του Burton, να αποδώσει φόρο τιμής σε μια δεκαετία που θα ήθελε να έχει σκηνοθετήσει ταινίες μεγάλου μήκους, όπως επίσης, σίγουρα αποτελεί και φόρο τιμής στην ομώνυμη σειρά, της οποίας, έχει κι επισήμως δηλώσει fan. Εκεί κάπου είναι που θεωρώ ότι έχει χαθεί το παιχνίδι. Η ταινία, δε φέρει την προσωπική σφραγίδα του σκηνοθέτη, παρά επικεντρώνεται στο να μοιάσει σε κάτι άλλο και δυστυχώς αυτό, τουλάχιστον για τους πιστούς ακόλουθούς του, είναι εμφανές. Επίσης, προσωπικά, μου έδωσε και την αίσθηση ότι επαναπαύθηκε, ίσως περισσότερο απ' όσο θα 'πρεπε, στις ικανότητες των star του.
Νομίζω ότι στη συγκεκριμένη ταινία, το αν θα την πρότεινα ή όχι κάπου, είναι περιττό, μιας κι όσοι είστε fan του Tim Burton, δε θα βασιστείτε σίγουρα σε μια κριτική... ξέρω ότι περιμένετε πώς και πώς να βγει μια ταινία στις αίθουσες για να τη δείτε... είμαι κι εγώ μια από 'σας. Παρόλα αυτά, οι μόνοι που δε θα την πρότεινα, είναι άτομα που δεν τους αρέσουν οι μαύρες κωμωδίες και δεν τους αρέσει ο Tim Burton. Θα την πρότεινα σε όλους τους θαυμαστές των ηθοποιών που παίζουν, μιας κι υποκριτικά, όλοι τους είναι άψογοι και στους θαυμαστές του σκηνοθέτη, θα φρόντιζα απλά να αναφέρω ότι δεν είναι μια από τις καλύτερές του.
Σημείωση: Έχει γίνει καταπληκτική δουλειά, στην ταινία, σχετικά με τη δεκαετία αναφοράς της. Αν δεν είχε τόσο καθαρή εικόνα, εμένα θα με έπειθε ότι είναι γυρισμένη εκείνη τη δεκαετία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2012, μαύρη κωμωδία, Αμερικάνικης παραγωγής, βασισμένη στην ομώνυμη σειρά του Dan Curtis, σε διήγημα των John August και Seth Grahame-Smith, σε σενάριο του Seth Grahame-Smith και σκηνοθεσία του Tim Burton, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Johnny Depp, Michelle Pfeiffer, Helena Bonham Carter, Bella Heathcote, Eva Green, Chloë Grace Moretz και Gulliver McGrath.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes