Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κομεντί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κομεντί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

29 Αυγούστου 2013

(2012) Υψηλή μαγειρική

Πρωτότυπος τίτλος: Les saveurs du palais
Αγγλικός τίτλος: Haute cuisine


Η υπόθεση
Η Hortense Laborie (Catherine Frot) από το Périgord, θα κληθεί μια μέρα ν' αναλάβει τη θέση της μαγείρισσας ενός σημαντικού πολιτικού στελέχους, χωρίς όμως να γνωρίζει περιττές λεπτομέριες, όπως για παράδειγμα το πού θα εργάζεται ή για ποιόν θα πρέπει να μαγειρεύει. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της, θα πληροφορηθεί ότι η νέα της δουλειά αφορά την ετοιμασία των προσωπικών γευμάτων του Προέδρου της Δημοκρατίας (Jean d'Ormesson) κι ότι θα εργάζεται εντός του Μεγάρου των Ηλυσίων. Κατά την άφιξή της εκεί, αντί να την ενημερώσουν για τις διατροφικές συνήθειες του Προέδρου, όλοι της αναλύουν τα διάφορα πρωτόκολλα που θα πρέπει ν' ακολουθεί σε καθημερινή βάση. Η Hortense, για δυο συνεχή έτη, θα εργαστεί ως η προσωπική σεφ του Γάλλου Προέδρου, υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες, οι οποίες όσο περνά ο καιρός, θα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο.

Η κριτική
Η "Υψηλή μαγειρική" είναι μια γαστρονομική κι ευχάριστη ταινία, που αποτελεί την αληθινή ιστορία της, επί δυο χρόνια, προσωπικής μαγείρισσας του Γάλλου Προέδρου της Δημοκρατίας, Danièle Delpeuc.
Η ταινία, κινείται σε δυο χρονικά επίπεδα. Στο πρώτο, συναντάμε την Hortense κάπου στην Ανταρκτική να μαγειρεύει για τα μέλη μιας ερευνητικής βάσης, σε μια καντίνα, μετά την εμπειρία της στο Προεδρικό Μέγαρο και καλούμαστε να δούμε τις τελευταίες μέρες της στο μέρος αυτό. Στο δεύτερο, μας γυρίζει τέσσερα χρόνια πίσω, όταν ξεκίνησε να εργάζεται στο Μέγαρο των Ηλυσίων και παρακολουθούμε εν συντομία τα δυο έτη όπου υπηρέτησε ως μαγείρισσα του Γάλλου Πρόεδρου.
Η ιστορία της Hortense, θα ξεκινήσει ν' αναπτύσσεται όταν ένα Αυστραλιανό τηλεοπτικό συνεργείο επισκεφτεί την βάση, για τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ κι απορήσει με την παρουσία μιας γυναίκας σ' ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον, την οποία μάλιστα, οι άντρες, αποκαλούν "Πρόεδρο". Εξηγώντας λοιπόν, στη δημοσιογράφο τον λόγο που έλαβε η Hortense το παρατσούκλι της, θ' αρχίσει η ταυτόχρονη εξέλιξη της κεντρικής ιστορίας, που δείχνει μια μαγείρισσα μ' ένα πανδοχείο, από την επαρχία, να εισέρχεται στο Προεδρικό Μέγαρο και ν' αναλαμβάνει την πιο περιζήτητη θέση μάγειρα. Ακόμα κι αυτή, όταν της ανακοινώνουν τα καθήκοντά της, εκπλήσσεται και την βλέπουμε να βρίσκεται σε μια εξαιρετικά αμήχανη θέση, καθώς όπως λέει κι η ίδια, δεν ξέρει να φτιάχνει γκουρμέ πιάτα, αλλά μαγειρεύει παραδοσιακά, όπως της έμαθαν η γιαγιά κι η μητέρα της. Όμως, ακριβώς αυτός είναι κι ο λόγος που την θέση δεν ανέλαβε άλλος μάγειρας, αλλά εκείνη.
Το γεγονός ότι ο τρόπος που μαγειρεύει, βασίζεται στα παραδοσιακά γαλλικά υλικά που ανέδειξαν την εθνική κουζίνα σε μια διεθνώς αναγνωρισμένη κουζίνα υψηλής μαγειρικής σε συνδυασμό με το πάντρεμα των γεύσεων που έχουν τα φαγητά της, το οποίο δεν αποσκοπεί σε κάποια πρωτοτυπία, αλλά στην εξιδανικευμένη εναρμόνιση της γεύσης των πιάτων της, είναι κι ο λόγος που επελέχθη από τον ίδιο τον Πρόεδρο. Όπως μαθαίνουμε στην πορεία από μια εξομολόγηση του Προέδρου στην Hortense, η μαγειρική ήταν πάντοτε το πάθος του κι ο τρόπος που αντιμετωπίζει το φαγητό εκείνη του φέρνει στο μυαλό τις μέρες που ήτανε παιδί.
Δείχνοντας λοιπόν, μια σαφή ανάγκη επιστροφής στις ρίζες της γαλλικής κουζίνας, στον θεατή προβάλλονται εικόνες από μια κουζίνα πιο εκλεπτυσμένη, όχι όμως εφάμιλλη αυτής των ακριβών εστιατορίων που δεν σου ανοίγουν ούτε στο ελάχιστο την όρεξη. Τα πιάτα της Hortense, μοιάζουν πολύ μ' αυτά ενός προσεγμένου σπιτικού γιορτινού γεύματος, που σε κάνουν να θες να δοκιμάσεις απ' όλα.
Η αγάπη για το φαγητό είναι διάχυτη σ' όλη την ταινία. Αυτός είναι, για την πρωταγωνίστρια, ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνεί με τους άλλους ανθρώπους, αλλά δυστυχώς για 'κείνη, ο Πρόεδρος, αν και δείχνει όλη την καλή διάθεση να μιλάει μαζί της ώρες ατελείωτες, σπάνια απαντά, λόγω των υπολοίπων υποχρεώσεών του, στα γευστικά της μηνύματα. Έτσι, η μαγείρισσα, έχει μονίμως μια αβεβαιότητα και ένα κλίμα ζήλιας, από τους μάγειρες της κεντρικής κουζίνας, ν' αντιμετωπίσει. Όταν λοιπόν, κάποια στιγμή, ο προσωπικός γιατρός του Προέδρου της επιβάλλει μεγαλύτερη τυπικότητα και μηδενική δυνατότητα δημιουργίας κι ο λογιστής του Μεγάρου περικοπές, που επηρεάζουν την ποιότητα των φαγητών της, παραιτείται. Και ποιό είναι άλλωστε το νόημα να παραμείνεις σε μια δημιουργική δουλειά που σου στερεί τον προσωπικό σου τρόπο έκφρασης;
Η "Υψηλή κουζίνα" είναι μια πολύ όμορφη, γαστρονομική ταινία. Προτείνεται στους λάτρεις του γαλλικού σινεμά, αλλά και σ' όσους θέλουν με μια ανάλαφρη ταινία, να περάσουν ευχάριστα κάποιες ώρες και να δουν εκ των έσω τα μυστικά μιας από τις μεγαλύτερες διεθνείς κουζίνες.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Γαλλική βιογραφική κομεντί του 2012, βασισμένη στην ιστορία της Danièle Mazet-Delpeuch, σε σενάριο των Etienne Comar και Christian Vincent και σκηνοθεσία του Christian Vincent, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Catherine Frot, Arthur Dupont και Jean d'Ormesson.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Απριλίου 2013

(2013) Ξέχασέ το!

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Admission


Η υπόθεση
H Portia (Tina Fey) εργάζεται στο πανεπιστήμιο του Princeton, στο τμήμα που εξετάζει τις αιτήσεις όσων επιθυμούν να εισαχθούν στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο. Τα πάντα γύρω της βρίσκονται υπό απόλυτο έλεγχό κι η ζωή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί γραφική. Κάποια στιγμή όμως, θα συναντήσει τον John (Paul Rudd), έναν παλιό συμφοιτητή της, ο οποίος αγαπά τα ταξίδια, ζει απρόβλεπτα την κάθε στιγμή και μετά τον θάνατο της καλύτερής του φίλης, έχει αναλάβει την κηδεμονία του γιου της. Όταν βέβαια ο John βάλει στην Portia την υποψία ότι ένας συμμαθητής του θετού γιου του, ο Jeremiah (Nat Wolff), μπορεί να είναι το παιδί που είχε φέρει στην ζωή στα φοιτητικά της χρόνια και που στην συνέχεια έδωσε για υιοθεσία, τότε το καλά κρυμμένο μητρικό της ένστικτο ξυπνά, η ζωή της αναστατώνεται και κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι της για να βοηθήσει τον Jeremiah να γίνει δεκτός στο Princeton.

Η κριτική
Το "Ξέχασέ το!" είναι ακόμα μια από τις πολλές αμερικάνικες παραγωγές που ανεξάρτητα από το παγκόσμιο κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι, συνεχίζουν και βλέπουν το φως της κινηματογραφικής αίθουσας, καθώς καταφέρνουν να τονώσουν την ψυχολογία του κοινού τους, το οποίο αποτελείται συνήθως από γυναίκες, αφήνοντάς μια γλυκιά κι αισιόδοξη αίσθηση για την ζωή.
Την ιστορία απαρτίζουν η ανεξάρτητη κι απόλυτα συγκροτημένη σύγχρονη γυναίκα, Portia, η οποία βέβαια έχει καταλήξει να υιοθετήσει την συγκεκριμένη στάση απέναντι στην ζωή λόγω διαφόρων τραυματικών εμπειριών που έχει υποστεί σε νεαρότερη ηλικία, κι ο ανοιχτός σε νέα ερεθίσματα John, ο οποίος θ' αποτελέσει την αφορμή για την ριζική αλλαγή του τρόπου που αντιμετωπίζει κάποιες καταστάσεις η πρωταγωνίστρια.
Σε δεύτερο επίπεδο, πρωταρχικής όμως σημασίας, θίγεται το ζήτημα της μητρότητας, που ολοένα και περισσότερες γυναίκες καριέρας, αποποιούνται, έχοντας πείσει τους εαυτούς τους ότι είναι ακατάλληλες για να αναλάβουν τον συγκεκριμένο ρόλο. Από την μια στιγμή στην άλλη λοιπόν, η Portia βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν γιο που ποτέ της δεν πίστευε ότι θα μπορούσε ν' αναθρέψει σωστά, αλλά που καταλήγει ν' αγαπήσει με το πέρασμα του χρόνου, κάτι που την ωθεί να λειτουργήσει πρώτα ως μητέρα κι έπειτα ως χειραφετημένη γυναίκα καριέρας.
Παράλληλα δε, δίνεται έμφαση και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα πανεπιστήμια τους υποψήφιους σπουδαστές τους. Δεδομένου ότι τα μεγαλύτερα ιδρύματα λειτουργούν με βάση την καθαρή λογική, χρησιμοποιώντας ως μπούσουλα για την επιλογή τους, μια λίστα χαρακτηριστικών κι αφήνοντας στην άκρη το κατά πόσο τα βιογραφικά που εξετάζουν αντικατοπτρίζουν την δίψα για μάθηση των υποψηφίων, τα κρυφά τους ταλέντα ή την επιθυμία τους να φοιτήσουν αποκλειστικά στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο, γίνεται μια νύξη στην αδικία που υφίστανται κάποια από τα παιδιά που έχουν ικανότητες πολύ ανώτερες απ' όσες χωράει ένα έντυπο.  
Σεναριακά, λίγο ή πολύ, η εξέλιξη της ιστορίας είναι προβλέψιμη κι η σκηνοθεσία της είναι ανάλογη μιας ανάλαφρης αμερικάνικης κομεντί. Στους ηθοποιούς της επίσης δεν δίνεται η ευκαιρία να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους, καθώς οι ρόλοι τους έχουν ελάχιστες απαιτήσεις, στις οποίες, όπως είναι φυσικό, ανταπεξέρχονται κάτι περισσότερο από καλά.
Με δυο λόγια λοιπόν, αν αυτό που ζητάτε είναι μια ταινία που θα σας χαλαρώσει και θα σας διασκεδάσει, χωρίς να ξεφεύγει από τα χολιγουντιανά κλισέ, τότε το "Ξέχασέ το!" αποτελεί την ιδανική πρόταση για μια ευχάριστη έξοδο.


Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κομεντί του 2013, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Jean Hanff Korelitz, σε σενάριο της Karen Croner και σκηνοθεσία του Paul Weitz, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Tina Fey, Paul Rudd, Nat Wolff, Travaris Spears, Lily Tomlin, Gloria Reuben και Michael Sheen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

23 Ιανουαρίου 2013

(2012) Παίζοντας με την αγάπη

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Playing for keeps


Η υπόθεση
Ο George Dryer (Gerard Butler) είναι ένας πρώην αστέρας του ποδοσφαίρου. Σήμερα, όμως, τον βρίσκουμε χωρισμένο κι απένταρο να προσπαθεί να διεκδικήσει μια θέση στην καρδιά του γιου του, Lewis (Noah Lomax) κι ίσως και της πρώην γυναίκας του, Stacie (Jessica Biel), η οποία είναι έτοιμη να ξαναπαντρευτεί. Κατά την προσπάθειά του να δεθεί με τον γιο του, καταλήγει να πάρει την θέση του προπονητή της παιδικής ομάδας ποδοσφαίρου και με την ομορφιά του δεν αργεί να κλέψει τις καρδιές όλων των μαμάδων. Θα καταφέρει όμως ο George να βρει τον τρόπο να (ξανα)κερδίσει ό,τι στερήθηκε πριν από καιρό;

Η κριτική
Ο γοητευτικός Gerard Butler πρωταγωνιστεί σε μια αναμενόμενη ρομαντική κομεντί με κεντρικό θέμα την αληθινή και παντοτινή αγάπη, την αξία της οικογένειας και τις παρεξηγήσεις που μπορεί να φέρει στον οποιονδήποτε η φήμη κι η ομορφιά.
Στην αρχή της ταινίας, γίνεται μια αναδρομή στο παρελθόν του πρωταγωνιστή, όπου τον παρακολουθούμε ν' αποθεώνεται από τους οπαδούς σημαντικών ομάδων του ποδοσφαίρου κι έπειτα περνάμε στο σήμερα για να τον βρούμε χρεωμένο κι άσημο να προσπαθεί να βάλει την ζωή του σε μια σειρά. Μην περιμένετε βέβαια, στην συνέχεια ν' αναλυθούν οι λόγοι που ένας super star κατέληξε να χρωστά στους πάντες και να βρίσκεται μόνος σ' ένα σπίτι, χωρίς φίλους και χωρίς οικογένεια. Η ταινία επικεντρώνεται στις προσπάθειες του πρωταγωνιστή να βρει ένα νόημα στην ζωή του.
Ο George λοιπόν, έχοντας μάθει να ζει χωρίς υποχρεώσεις, όπως είναι αναμενόμενο για έναν πρώην star, συνεχώς απογοητεύει τον γιο του, καθώς ποτέ δεν είναι συνεπής στα ραντεβού τους ή βρίσκεται σωματικά μαζί του και νοητικά κάπου αλλού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως, είναι ότι σχεδόν πάντα ο πατέρας του μικρού Lewis ήταν απών κι έτσι ο George τώρα θα πρέπει ν' αποδείξει ότι μπορεί να βρεθεί σ' ένα μέρος, να παραμείνει εκεί και να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του γιου του.
Βέβαια, όταν ένας άνθρωπος έχει μάθει να ζει σαν παιδί, δεν γίνεται από την μια μέρα στην άλλη να ξυπνήσει και ν' αλλάξει τον τρόπο ζωής του. Σταδιακά όμως, ο George, κάνει μικρά βήματα προς την πλευρά του μικρού Lewis, κερδίζοντας την συμπάθεια και την εμπιστοσύνη τόσο του μικρού, όσο και της μητέρας του. Έτσι, η θέση του προπονητή στην τοπική παιδική ομάδα, ίσως να είναι η ευκαιρία του να κερδίσει και πάλι την χαμένη του οικογένεια. Αυτό που δεν έχει υπολογίσει βέβαια, είναι ότι με μια εξέχουσα θέση στην τοπική κοινωνία, με τα παιδιά να τον περιτριγυρίζουν και με την ομορφιά του, οι νεαρές μαμάδες θα ξετρελαθούν μαζί του, θα τον πολιορκήσουν και θα τον αποσπάσουν απ' τον στόχο του.
Στους ρόλους των γοητευτικών κυριών λοιπόν, που θ' απλώσουν τα δίκτυα τους και θα σαγηνέψουν τον νεαρό George, συναντάμε και τις πανέμορφες Catherine Zeta-Jones και Uma Thurman, οι οποίες στην προσπάθειά τους να τον βοηθήσουν θα περιπλέξουν τα πράγματα, δημιουργώντας διάφορες παρεξηγήσεις, αλλά δίνοντάς του παράλληλα και την ευκαιρία ν' αποδείξει τί είναι αυτό που πραγματικά χρειάζεται.
Με άλλα λόγια, δεν μιλάμε για μια ταινία ερμηνειών, ούτε για μια ιστορία που συγκλονίζει, αλλά για ένα έργο με χαλαρή κι ευχάριστη δομή, που παρουσιάζει έναν άντρα από το απόλυτο είδωλο να περνά στο τίποτα, να προσπαθεί να βρει τον εαυτό του και να κερδίσει τους γύρω του μέσα σ' αυτήν την κατάσταση. Σε γενικές γραμμές λοιπόν, πρόκειται για μια αισιόδοξη και καλογυρισμένη ταινία, που προτείνεται σε όσους θέλουν να διασκεδάσουν λίγο κατά την έξοδό τους. Άλλωστε, εκτός του πρωταγωνιστή και του ρομάντζου που θα προσελκύσει το γυναικείο φύλο, η αναφορά στο ποδόσφαιρο, αλλά κι η παρέλαση των διάσημων κυριών, αποτελούν έναν πολύ καλό λόγο να την προτιμήσει και το αντρικό κοινό.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κομεντί του 2012, σε σενάριο του Robbie Fox και σκηνοθεσία του Gabriele Muccino, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Gerard Butler, Noah Lomax, Jessica Biel, Catherine Zeta-Jones, Uma Thurman και Dennis Quaid.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

29 Νοεμβρίου 2012

(2011) Επιστροφή στον έρωτα

Πρωτότυπος τίτλος: La délicatesse
Αγγλικός τίτλος: Delicacy


Η υπόθεση
Η Nathalie (Audrey Tautou) κι ο François (Pio Marmaï) είναι ένα νεαρό ζευγάρι, που ζει την μαγεία του έρωτα στο έπακρο. Οι δυο νέοι δεν θ' αργήσουν να ενωθούν με τα δεσμά του γάμου κι όταν πια η Nathalie βρίσκει μόνιμη δουλειά, όλα μοιάζουν ιδανικά. Κάποια μέρα, όμως, η ευτυχία του ζεύγους θα λήξει άδοξα, καθώς ο François θα πεθάνει σ' ένα δυστύχημα. Η Nathalie, για χρόνια, ακολουθεί τη μέθοδο της εργασιοθεραπείας, καταφέρνοντας ν' ανέλθει επαγγελματικά. Μια μέρα, όμως, θ' ανοίξει την πόρτα ένας άσχημος, ψηλός κι άχαρος άντρας, ο Markus (François Damiens), τον οποίο, για έναν ανεξήγητο λόγο, θα σηκωθεί από το γραφείο της και θα φιλήσει με πάθος. Μπορεί ο έρωτας να σου χτυπήσει την πόρτα δυο φορές;

Η κριτική
Η "Επιστροφή στον έρωτα" είναι μια γλυκιά κομεντί, που μιλά για τον έρωτα και την απώλεια και ξανά για τον έρωτα, μ' έναν σχεδόν ονειρικό τρόπο, που θυμίζει πολύ το παραμυθικό στοιχείο της "Amélie". Παράλληλα, όμως θίγει και διάφορες μικρότητες που συναντάμε καθημερινά στους κύκλους μας.
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο, φυσικά, έχει αναλάβει η Audrey Tautou, μια ηθοποιός που έχει αποδείξει την αξία της σε ρόλους που οι χαρακτήρες πατάνε με το ένα πόδι στη γη και με το άλλο είναι έτοιμοι να εκτοξευθούν στα ουράνια. Τον ρόλο του Markus, του άσχημου, πλην καλόκαρδου, άντρα που θα ξανα-φέρει τον έρωτα στην καρδιά της νεαρής χήρας, Nathalie, αναλαμβάνει ο François Damiens, ένας άντρας που σωματικά φέρνει αρκετά στην άχαρη μορφή του κεντρικού ήρωα.
Η Nathalie, προτού ακόμα μείνει χήρα, μοιάζει να είναι το άπιαστο όνειρο κάθε άντρα, αφού η πρόσληψή της στη νέα δουλειά, δεν θα 'λεγε κανείς ότι γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια. Ο διευθυντής της, Charles (Bruno Todeschini), είναι φανερά γοητευμένος από την υπέροχη παρουσία της. Παράλληλα, όμως, μετά τον θάνατο του François, η Nathalie, μετατρέπεται σε γυναικείο πρότυπο, καθώς καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα μια υπέροχη φίλη αλλά και γυναίκα καριέρας. Το μυστικό της, φαίνεται να είναι η ψυχική δύναμη που κρύβει μέσα της, η οποία όπως αποδεικνύεται, είναι μέρος ενός οχυρού που έχει χτίσει, για να προστατευτεί από τον κόσμο. Με αυτόν τον τρόπο, γίνεται ακόμα πιο ποθητή, από το ανδρικό φίλο, ακόμα πιο θαυμαστή, από το γυναικείο και δίνει ακόμα περισσότερες λαβές για κουτσομπολιά στους διάφορους κύκλους της.
Δεν γνωρίζουμε αν ισχύουν πραγματικά όλα όσα ακούγονται για τον έρωτα, δηλαδή ότι είναι τυφλός ή ότι είναι δυνατόν να ερωτευτείς κάποιον με την πρώτη ματιά, πάντως στη συγκεκριμένη ταινία και οι δυο αυτές απόψεις επιβεβαιώνονται όταν, χωρίς να καταλαβαίνει το λόγο, η πρωταγωνίστρια σηκώνεται από την καρέκλα της και διεκδικεί την αγνή ψυχή που κάνει την εμφάνισή της στη ζωή της. Φυσικά, όντας μπερδεμένη και χωρίς να μπορεί να εξηγήσει λογικά τις πράξεις της, ο Markus, είναι αυτός που αναλαμβάνει να διεκδικήσει την αιθέρια αυτή ύπαρξη και ν' αποδείξει στην ίδια, αλλά και σ' όλους τους υπόλοιπους, ότι δεν είναι απλά ένας λεκές στο ρούχο της Nathalie.
Η ταινία, σε γενικές γραμμές, είναι μια όμορφη κι αισιόδοξη κομεντί, με μια υπέροχη μουσική σαν από μουσικό κουτί, που κάνει τον θεατή να περάσει ευχάριστα κατά τη διάρκειά της. Χωρίς να είναι κάτι το θεσπέσιο, προτείνεται σε όσους θεατές αρέσουν τα ρομαντικά, σύγχρονα παραμύθια, αλλά και στους θαυμαστές της Audrey Tautou, καθώς γι' ακόμα μια φορά την βλέπουμε σ' ένα ρόλο που της ταιριάζει γάντι.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Γαλλική κομεντί του 2011, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του David Foenkinos, σε σενάριο του ιδίου και σκηνοθεσία των David Foenkinos και Stéphane Foenkinos, διάρκειας 108 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Audrey Tautou, François Damiens, Bruno Todeschini, Pio Marmaï, Joséphine de Meaux, Mélanie Bernier και Monique Chaumette.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

17 Νοεμβρίου 2012

(2012) Ποτέ δεν είναι αργά

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hope springs


Η υπόθεση
Η Kay (Meryl Streep) κι ο Arnold (Tommy Lee Jones) κλείνουν 31 χρόνια έγγαμου βίου κι η σχέση τους, όπως είναι λογικό, έχει περάσει σε μια ρουτίνα. Αν κι ο Arnold είναι απόλυτα ικανοποιημένος με τη ζωή του, η Kay, έχει την ανάγκη να ξαναζωντανέψει τον, για χρόνια νεκρό, γάμο τους. Έτσι, μέσω ενός βιβλίου που θα βρει στο ράφι ενός βιβλιοπωλείου, η Kay, θ' ανακαλύψει την ύπαρξη του Dr. Feld (Steve Carell) και θα πληρώσει μια βδομάδα εντατικής θεραπείας για 'κείνη και τον Arnold, στην πόλη Great Hope Springs του Maine. Για τον Arnold, όλη αυτή η διαδικασία, που τον υποβάλει η γυναίκα του, μοιάζει μια ανούσια ταλαιπωρία, η οποία φαίνεται να προκαλεί περισσότερα προβλήματα απ' ότι λύσεις, στ' ανύπαρκτα, κατά τη γνώμη του, ζητήματα του γάμου τους.

Η κριτική
Το "Ποτέ δεν είναι αργά" είναι μια ρομαντική κομεντί για ένα ζευγάρι μέσης ηλικίας, του οποίου η σχέση περνά κρίση ταυτότητας. Η γυναίκα, όπως γίνεται συνήθως, είναι αυτή που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στο σύζυγό της και το ζευγάρι θα βρεθεί μπλεγμένο σε διάφορες ανοίκειες καταστάσεις, προσπαθώντας να σώσει ό,τι έχει απομείνει από τον κοινό του βίο.
Όπως είναι αναμενόμενο, η εξέλιξη της ιστορίας είναι λίγο-πολύ προβλέψιμη και το σενάριό της, γνωστό. Φαίνεται, μάλιστα, πως τίποτα δεν μπορεί να διαχωρίσει τη συγκεκριμένη ταινία από τις δεκάδες άλλες, με κοινή θεματολογία, που βγαίνουν κάθε χρόνο και δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα ουσιαστικό στον υποψήφιο θεατή τους, παρά μόνο λίγες στιγμές χαλάρωσης και συγκίνησης.
Μέγα λάθος! Μπορεί η ταινία να μην είναι γεμάτη ανατροπές κι οι ρόλοι που ενσαρκώνουν οι δυο πρωταγωνιστές να μην προσφέρουν μια ευκαιρία ζωής να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους, αλλά το έργο, σίγουρα δεν αποτελεί ένα ακόμα της σειράς. Κι ο λόγος είναι οι καταπληκτικές ερμηνείες της Meryl Streep και του Tommy Lee Jones, που γι' ακόμη μια φορά αποδεικνύουν ότι ένας μεγάλος ηθοποιός δεν έχει ανάγκη από έναν απαιτητικό ρόλο για ν' αποδείξει την αξία του, αλλά ακόμα κι έναν καθημερινό χαρακτήρα, μπορεί να τον αναπαραστήσει τόσο ρεαλιστικά που να σου δίνει την αίσθηση ότι βλέπεις την ιστορία δυο ανθρώπων που δεν απέχουν πολύ από τον διπλανό σου ή ακόμα κι από 'σένα.
Ο Arnold είναι ο καλός σύζυγος, που έχει διεκδικήσει τον προσωπικό του χώρο, που δεν έχει την άνεση να εκφραστεί συναισθηματικά, που πάντα θα βρει κάτι να γκρινιάξει και που ο κυνισμός του, αν κι αποτελεί φαινόμενο πολύ σύνηθες στο αντρικό φύλο, μπορεί να τρελάνει άνθρωπο. Η Kay, πάλι, είναι η καλή σύζυγος και μάνα, που έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να έχει επαφή με την γυναικεία της φύση, που έχει συναισθηματικά κενά, τα οποία αντί να προσπαθήσει να γεμίσει, απλώς περιμένει να ξημερώσει η μέρα που η σχέση της, μ' ένα μαγικό τρόπο, θα ξεκινήσει από την αρχή.
Ωστόσο, κανείς από τους δυο τους δεν είναι αυτό που δείχνει. Ο Arnold αν και κυνικός, ενδιαφέρεται περισσότερο για την γυναίκα του, απ' όσο θέλει να δείχνει κι η Kay, μπορεί να μην έχει ανάγκη από μια επανασύνδεση, αλλά από μια τελεία. Αυτό είναι και τ' όλο νόημα της ταινίας, ότι οι χαρακτήρες που βλέπουμε στις οθόνες μας, είναι άκρως ρεαλιστικοί, αναζητούν τη σεξουαλική τους ταυτότητα και κάνοντας μια ανασκόπηση της ζωής τους, προσπαθούν να βρουν τα λάθη τους και να δουλέψουν πάνω σ' αυτά, άσχετα από το αποτέλεσμα.
Η σεξουαλικότητα των δυο ηρώων, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, επίσης, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θίγεται το συγκεκριμένο θέμα, δεν είναι ο καθαρά αμερικάνικος κι άσεμνος τρόπος που έχουμε συνηθίσει και που σκοπό έχει να τραβήξει περισσότερο κόσμο στις αίθουσες. Αντίθετα, η αναφορά στο ζήτημα, γίνεται μ' έναν γλυκό κι ανθρώπινο τρόπο, όπως θα γινόταν σε μια συνεδρία με τον προσωπικό μας ψυχαναλυτή.
Έχοντας μια καλή σκηνοθεσία, που επικεντρώνεται στην επανάληψη για να κάνει κατανοητή την στασιμότητα της σχέσης, μια συμπαθητική φωτογραφία, μια καλή μουσική επένδυση, ένα αξιοπρεπές σενάριο και καταπληκτικές ερμηνείες, γεμάτες χιούμορ, αμεσότητα και ρεαλισμό, ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει μια ιδιαίτερα προσεγμένη παραγωγή που παροτρύνει τα ζευγάρια να αποδεχτούν και να δουλέψουν οι ίδιοι τα προβλήματά τους.
Νομίζω, δε, ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι η ταινία δεν επικεντρώνεται στην ψυχανάλυση, αλλά στους δυο ήρωες, κάνοντας σαφές, ότι από τους ίδιους εξαρτάται το αν θα επαναλειτουργήσει ή όχι ο γάμος τους.
Αν και προσωπικά, πιστεύω ότι στην περίπτωση που το αντρικό κοινό που ενδιαφέρεται για τη διατήρηση μιας υγιούς σχέσης, ξόδευε λίγο από τον πολύτιμο χρόνο του να παρακολουθήσει το έργο, τα πράγματα σ' αυτή τη ζωή θα λειτουργούσαν πολύ καλύτερα γι' αρκετό κόσμο, η ταινία απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο γυναικείο κοινό μιας ηλικίας άνω των 40, που θα μπορούσε να ταυτιστεί με την πρωταγωνίστρια και να βρει τη λύτρωση, μέσω αυτής.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κομεντί του 2012, σε σενάριο της Vanessa Taylor και σκηνοθεσία του David Frankel, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Meryl Streep, Tommy Lee Jones και Steve Carell.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

27 Οκτωβρίου 2012

(2011) Κι αν ζούσαμε όλοι μαζί;

Πρωτότυπος τίτλος: Et si on vivait tous ensemble?
Αγγλικός τίτλος: And if we all lived together


Η υπόθεση
Ο Claude (Claude Rich), η Jeanne (Jane Fonda), ο Albert (Pierre Richard), η Annie (Geraldine Chaplin) κι ο Jean (Guy Bedos), είναι μια παρέα 75άρηδων που έχουν καταφέρει να παραμείνουν φίλοι για περισσότερο από 40 χρόνια. Όταν τα προβλήματα της ηλικίας αρχίζουν να γίνονται εμφανή κι ο θάνατος αρχίζει να πλησιάζει απειλητικά τις ζωές τους, ο εργένης Claude κι οι, για χρόνια παντρεμένοι, Albert και Jeanne, παίρνουν την απόφαση να μετακομίσουν στο σπίτι της Annie και του Jean, επιλέγοντας οι ίδιοι τον τρόπο με τον οποίο θα περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους. Μαζί τους, θα μετακομίσει στο σπίτι ένας νεαρός Γερμανός, ο Dirk (Daniel Brühl), ο οποίος στα πλαίσια μιας πανεπιστημιακής έρευνας, μελετά τη ζωή των ηλικιωμένων Ευρωπαίων.

Η κριτική
Το "Κι αν ζούσαμε όλοι μαζί;" αποτελεί μια κατ' εξοχήν γλυκιά γαλλική δραματική κωμωδία για τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Ο Stéphane Robelin, συγγραφέας και σκηνοθέτης της, έχει επιλέξει να γυρίσει μια ταινία για μια ηλικιακή ομάδα που, φαινομενικά μόνο, η ζωή των μελών της δεν έχει κανένα ενδιαφέρον. Πρακτικά, όπως θα δούμε, η ζωή ποτέ δεν χάνει το ενδιαφέρον της, σε όποια ηλικία κι αν βρισκόμαστε.
Σε μια εποχή που οι θεσμοί κι οι αξίες περνάνε κρίση και καταρρέουν, ακριβώς όπως γίνεται και με την παγκόσμια οικονομία, μια παρέα διεθνών star, που έχουνε μπει πια για τα καλά στην τρίτη ηλικία, θα μας παρουσιάσει την ζωή με ένα διαφορετικό βλέμμα, που όπως θα δούμε δεν διαφέρει ιδιαίτερα από αυτό ενός νεαρού ατόμου ή ενός μεσήλικα.
Έχοντας αποκτήσει κι οι πέντε τους οικογένειες, στα 75 τους θα συνειδητοποιήσουν ότι για τα παιδιά τους δεν αποτελούν πλέον "οικογένεια", παρά μόνο ένα πρόβλημα, που πρέπει να σταλεί σε γηροκομείο ή πρέπει να απαρνηθεί τ' αγαπημένα του πρόσωπα για να μην κινδυνεύει. Ακόμα, μπορεί απλά οι γονείς να έχουν παραμεγαλώσει για να τους επισκεπτόμαστε.
Αποδεχόμενοι λοιπόν την φυσική κατάσταση στην οποία βρίσκονται, κάποια στιγμή, οι πέντε φίλοι, θα ενώσουν τα πράγματα και τις συνήθειές τους και θα δημιουργήσουν μια κοινότητα, ανάλογη ενός γηροκομείου, με τη μόνη διαφορά ότι αντί για νοσοκόμες θα έχουν ο ένας τον άλλο κι αντί για καινούργιους φίλους, θα πρέπει να καταφέρουν να διατηρήσουν τους παλιούς. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι με δική τους απόφαση θα δημιουργηθεί μια καινούργια οικογένεια, πιο ανθεκτική από τις βιολογικές τους.
Οι διάφορες συνήθειες, αλλά και τα διάφορα προβλήματα του καθενός, θ' αποτελέσουν την αφορμή για κάποιες όμορφες κωμικο-τραγικές καταστάσεις, που είναι κι αυτές που, κατά κύριο λόγο, κρατάνε το ενδιαφέρον του θεατή. Η κεντρική ιστορία, βέβαια, είναι λίγο-πολύ προβλέψιμη, καθώς από την αρχή μπορούμε να μαντέψουμε το τέλος. Η Jeanne βρίσκεται στα τελευταία στάδια του καρκίνου, ο σύζυγός της, Albert, βρίσκεται στα πρώτα στάδια της άνοιας, ο Claude είναι ένας γηραιός, καρδιακός, σεξομανής εργένης κι η Annie με τον Jean, είναι ένα ζευγάρι που ενώ φαινομενικά τα έχει όλα, ουσιαστικά είναι δυο άνθρωποι μόνοι.
Σημαντικό ρόλο, επίσης, θα δούμε ότι έχει κι η σεξουαλικότητα της τρίτης ηλικίας. Αφορμή για την ενασχόληση με το θέμα, αλλά και τις διάφορες αποκαλύψεις που έπονται, θα είναι η προτροπή της Jeanne στον νεαρό Dirk, να ρωτήσει για το θέμα. Όπως μας λέει κι η Jeanne, οι γέροι δεν είναι άγιοι.
Τα γηρατειά, με λίγα λόγια δεν συνεπάγονται την παραίτηση από τη ζωή. Όσα δικαιώματα έχει ένας νέος άνθρωπος ν' απολαύσει τη ζωή, άλλα τόσα έχουν και τα άτομα προχωρημένης ηλικίας να φύγουν όπως οι ίδιοι επιλέξουν να φύγουν. Κι αφού οι νεαροί της παρέας, αρνούνται να δώσουν μια χείρα βοηθείας, κανείς δεν μπορεί να τους απαγορεύσει να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους.
Σε γενικές γραμμές, οι ερμηνείες είναι συμπαθητικές, με φωτεινές εξαιρέσεις τους Geraldine Chaplin και Pierre Richard και απογοητευτική την συμμετοχή της Jane Fonda, η οποία παίζει τον εαυτό της και δεν δείχνει την παραμικρή διάθεση να τσαλακώσει την εικόνα της και να παραστήσει, πειστικά, την άρρωστη.
Άλλο ένα αρνητικό της ταινίας, είναι επίσης το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα γαλλική για να μπορέσει να θεωρηθεί συμπαθητική η πλειοψηφία των χαρακτήρων, από ένα κοινό εκτός των συνόρων της. Στο έργο, υπάρχει διάχυτη η γαλλική αγένεια κι αμεσότητα που άλλοτε λειτουργεί θετικά κι ανθρώπινα, άλλοτε πάλι ωθεί τον θεατή ν' αδιαφορήσει.
Εν ολίγοις, αν σας αρέσει το γαλλικό σινεμά, το θέμα παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον. Αν σας αρέσει, επίσης, η Geraldine Chaplin, είναι και πάλι μια πολύ όμορφη επιλογή. Αν πάλι, ανήκετε στο σινεφίλ κοινό, είναι μια ενδιαφέρουσα κι ιδιαίτερη ταινία, που αν δεν έχετε κάποια καλύτερη πρόταση, σίγουρα δεν θα σας δυσαρεστήσει.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Γαλλική δραματική κωμωδία του 2011, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Stéphane Robelin, διάρκειας 96 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Geraldine Chaplin, Jane Fonda, Pierre Richard, Guy Bedos, Claude Rich και Daniel Brühl.

Οι σύνδεσμοι

16 Σεπτεμβρίου 2012

(1939) Νινότσκα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Ninotchka


Η υπόθεση
Η ιστορία τοποθετείται στην προπολεμική Γαλλία (πριν την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου), όπου τρεις Ρώσοι πράκτορες έχουν σταλεί να πουλήσουν τα κοσμήματα της Δούκισσας Swana (Ina Claire), μέλους της έκπτωτης τσαρικής οικογενείας, με σκοπό να μαζέψουν λεφτά για το λαό της χώρας τους. Οι τρεις πράκτορες, όμως, έχοντας μαγευτεί από την καπιταλιστική Δύση, δεν ασχολούνται με την πώληση των κοσμημάτων, αλλά με την απόλαυση των αγαθών που δεν μπορούν να έχουν στη χώρα τους, με αποτέλεσμα οι Ρώσοι να στείλουν στη Γαλλία τη Ninotchka (Greta Garbo) για να τους συνετίσει, αλλά και να προχωρήσει τις διαδικασίες της πώλησης. Φτάνοντας στη Γαλλία η Ninotchka θα συναντήσει τον Κόμη Leon (Melvyn Douglas), τον εκπρόσωπο της Δούκισσας Swana, ο οποίος γοητευμένος από την παρουσία της και χωρίς να γνωρίζει, αρχικά, την αληθινή της ταυτότητα, θα την πολιορκήσει και θα καταφέρει να περάσει μαζί της μια νύχτα πάθους. Σιγά-σιγά, η σκληρή Ninotchka θα ερωτευτεί τον Leon κι αυτός, με τη σειρά του, για να την κερδίσει, θα μυηθεί στη ρωσική φιλοσοφία. Θα τα καταφέρουν όμως οι δυο τους να ζήσουν ευτυχισμένοι μαζί;

Η κριτική
Η ταινία αυτή, σε σκηνοθεσία του μαγικού Ernst Lubitsch, αλλά και σε σενάριο του πολυτάλαντου Billy Wilder, αποτελεί ένα από τα διαμάντια του Αμερικανικού κινηματογράφου της περιόδου. Έξυπνη, εύστοχη και χαριτωμένη, η "Ninotchka", θ' αποτελέσει την αρχή της μεγάλης καριέρας του Lubitsch, αλλά και το εισιτήριο του Wilder για την μετέπειτα λαμπρή καριέρα του.
Η Greta Garbo, πρωταγωνιστεί για πρώτη φορά στη ζωή της σε κωμωδία κι η ταινία διαφημίζεται στη χώρα παραγωγής της με τη φράση "Η Greta γελάει!". Η Garbo, στο ρόλο της ψυχρής Ρωσίδας, είναι απόλυτα πειστική. Η Ninotchka παρουσιάζεται ως μια πανέμορφη Ρωσίδα, την οποία δεν έχει απασχολήσει ποτέ η εξωτερική της εμφάνιση, έχει μάθει να εκλογικεύει τα πάντα, ακόμα και τον έρωτα, αλλά στο βάθος παραμένει μια γυναίκα που έχει την ανάγκη να νιώσει τη μαγεία του. Ο τρόπος που έχει πετύχει να δείξει το διχασμό της ηρωίδας είναι, απλά, καταπληκτικός και το γέλιο της φαντάζει τόσο αληθινό.
Ο Melvyn Douglas, επίσης, στο ρόλο του Παριζιάνου γόη, είναι εξίσου φανταστικός. Ο θεατής, κάθε φορά που βρίσκεται επί της οθόνης με τη συμπρωταγωνίστριά του, νιώθει, από το βλέμμα του και μόνο, ότι υπάρχει κάτι πολύ έντονο ανάμεσα στους δυο χαρακτήρες. Ταυτόχρονα, οι Sig Ruman, Felix Bressart και Alexander Granach, δεν θα γινόταν να είναι πιο ταιριαστοί ως παρασυρμένοι Ρώσοι πράκτορες. Έχουν κι οι τρεις τους μια χαρακτηριστική αφέλεια στην έκφραση, που δεν δίνει στο θεατή τη δυνατότητα να τους κατηγορήσει για το παραστράτημά τους. Τέλος, η Ina Claire είναι καταπληκτική στον τρόπο που παρουσιάζει την ερωτευμένη κι εκδικητική Δούκισσα Swana.
Για μια ακόμη φορά, το "άγγιγμα του  Lubitsch" θα κάνει την εμφάνισή του στο κινηματογραφικό του αυτό δημιούργημα. Οι έξυπνοι διάλογοι, τα εύστοχα νοήματα, η τοποθέτηση της υπόθεσης στο Παρίσι, που αποτελούσε, ίσως, το μεγαλύτερο κοσμοπολίτικο κέντρο της Ευρώπης εκείνης της περιόδου, αλλά κι η λεπτή σάτιρα που ασκεί στον ρωσικό κουμμουνισμό και στην μηδαμινή ατομική ελευθερία που αυτός επιβάλει, χωρίς παράλληλα να εξυψώνει, με εμφανή τρόπο, τα αμερικανικά ιδεώδη, συνθέτουν αυτή την αριστουργηματική κωμωδία σκρούμπολ.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κομεντί του 1939, βασισμένη σε διήγημα του Melchior Lengyel, σε σενάριο των Charles Brackett, Billy Wilder και Walter Reisch και σκηνοθεσία του Ernst Lubitsch, διάρκειας 110 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Greta Garbo, Melvyn Douglas, Sig Ruman, Felix Bressart, Alexander Granach, Ina Claire και Bela Lugosi.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

5 Σεπτεμβρίου 2012

(1940) Το μαγαζί της γωνίας

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The shop around the corner
Ελληνικός τίτλος της πρώτης έκδοσης: Ερωτική φωλιά


Η υπόθεση
Στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας, λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, θα μπει στο μαγαζί του κύριου Matuschek (Frank Morgan), μια νεαρή κοπέλα, η Klara Novak (Margaret Sullavan), αναζητώντας απεγνωσμένα δουλειά. Από την πρώτη στιγμή που η δεσποινίς Novak, θα μπει στο μαγαζί, αναπτύσσεται μεταξύ αυτής και του Alfred Kralik (James Stewart), του παλαιότερου και πιο αγαπητού υπάλληλου του κύριου Matuschek, μια ιδιόμορφη σχέση, γεμάτη ένταση, αλλά και μια ευγενή αντιπαλότητα. Δεν αποκλείεται όμως, αυτή η γλυκιά έχθρα, να κρύβει κάτι παραπάνω, καθώς οι δυο αυτοί άνθρωποι, αλληλογραφούν, για αρκετό καιρό, ο καθένας με το άλλο του μισό, χωρίς όμως να το έχουν γνωρίσει ποτέ από κοντά.

Η κριτική
Η ταινία, όντας βασισμένη στο θεατρικό του Miklós László, φέρει ξεκάθαρα το θεατρικό στοιχείο στο σκηνικό διάκοσμο. Αν όχι εξ ολοκλήρου, το μεγαλύτερο μέρος της, είναι γυρισμένο στο "μαγαζί της γωνίας". Ένα μαγαζάκι, που σφύζει από ζωή, ίσως περισσότερο κι από ένα μεσο-αστικό σπίτι της εποχής, φιλοξενεί τους υπαλλήλους, τον ιδιοκτήτη αλλά και τις προσωπικές υποθέσεις του καθενός.
Ο Ernst Lubitsch, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα κοκτέιλ ετερόκλητων χαρακτήρων και καταστάσεων, που μπλέκονται μεταξύ τους και δημιουργούν έτσι μια ενιαία ιστορία με πολλά μικρά παρακλάδια. Γεγονός που κάνει την ιστορία να ρέει μ' έναν εξαιρετικά γρήγορο κι ευχάριστο ρυθμό.
Οι δυο πρωταγωνιστές του Lubitsch, η Margaret Sullavan κι ο James Stewart, φαίνεται να έχουν δουλέψει τόσο ακέραια τους χαρακτήρες τους, αλλά και τη χημεία που έχουν αυτοί οι δυο μεταξύ τους, δημιουργώντας έτσι μια άκρως λειτουργική συνθήκη για να μοιάζουν οι πρωταγωνιστές, αλλά κι η ίδια η σχέση τους, ρεαλιστική.
Η πλαισίωση του πρωταγωνιστικού ζεύγους, φαίνεται να έχει γίνει με απόλυτη προσοχή. Δεν λείπει από την ταινία, ο αυστηρός πλην αγαθός προστάτης, που θα δημιουργήσει εν αγνοία του προβλήματα στο ζεύγος, αλλά και τρεις κωμικοί ρόλοι, που δρουν βοηθητικά στην εξέλιξη της πλοκής.
Η επιλογή του Lubitsch τέλος, να θέσει ως τόπο δράσης, μια πόλη της Ευρώπης κι ως χρόνο, τις παραμονές των Χριστουγέννων, κάνει την ατμόσφαιρα της ταινίας, ιδιαίτερη. Η Ευρώπη, για τους Αμερικανούς, αποτελεί το ρομαντικό όνειρο, που όλοι κάποια στιγμή θα ήθελαν να απολαύσουν και τα Χριστούγεννα, αποτελούν την κατεξοχήν, γιορτή της αγάπης. Ο σκηνοθέτης, εισάγει μ' αυτόν τον τρόπο το θεατή, σε μια κατάσταση ερωτισμού, με μόνη ανάγκη μια ώθηση από την πλοκή, για να νιώσει όλα όσα θέλει να του πει.
Βλέποντας κάποιος την ταινία, πιστεύω καταλαβαίνει το λόγο που έχει χαρακτηριστεί η σκηνοθετική άποψη του Lubitsch, "το άγγιγμα του Lubitsch". Η επιλογή του σεναρίου, των ηθοποιών, των διαλόγων αλλά και ο τρόπος που επιλέγει ν' αναπτύξει την πλοκή, τον κάνουν έναν από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους της κωμωδίας σκρούμπολ.
"Το μαγαζί της γωνίας", είναι μια ταινία παλιά, αλλά ιδιαιτέρως σύγχρονη, αφού χρονικά εντάσσεται σε μια περίοδο πολεμικών αναταραχών, που η οικονομία των κρατών ήταν παρόμοια με την τωρινή. Προσωπικά πιστεύω ότι απευθύνεται κυρίως στο γυναικείο φύλο, όπως κάθε ρομαντική κομεντί, που έχει τη διάθεση να συγκινηθεί, αλλά και να γελάσει με τους έξυπνους διαλόγους της ταινίας.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κομεντί του 1940, βασισμένη σε θεατρικό του Miklós László, σε σενάριο των Samson Raphaelson και Ben Hecht και σκηνοθεσία του Ernst Lubitsch, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους James Stewart, Margaret Sullavan, Frank Morgan, Felix Bressart, William Tracy και Joseph Schildkraut.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Σεπτεμβρίου 2012

(2012) Στη Ρώμη με αγάπη

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: To Rome with love


Η υπόθεση
Τέσσερις διαφορετικές ιστορίες, παρουσιάζονται με φόντο την όμορφη Ρώμη.
Μια Αμερικάνα, η Hayley (Alison Pill), γνωρίζει τον έρωτα της ζωής της, Michelangelo (Flavio Parenti), ενώ βρίσκεται για διακοπές στη Ρώμη. Το επόμενο βήμα, είναι να ταξιδέψουν οι γονείς της Hayley στη Ρώμη, για να γνωριστούν οι δυο οικογένειες. Ο πατέρας της Hayley, Jerry (Woody Allen), ένας συνταξιοδοτημένος σκηνοθέτης όπερας κι η μητέρα της, Phyllis (Judy Davis), μια έμπειρη ψυχολόγος, θα συναντήσουν τον πατέρα του Michelangelo, Giancarlo (Fabio Armiliato), ένα νεκροθάφτη με υπέροχη φωνή και τη μητέρα του, μια Ιταλίδα νοικοκυρά. Ο Jerry, που αρνείται ν' αποδεχτεί τη συνταξιοδότησή του, θα κάνει τα αδύνατα-δυνατά, για να πείσει τον Giancarlo, ν' ανεβάσουν μαζί μια όπερα.
Ένα νιόπαντρο ζευγάρι, έρχεται στην πρωτεύουσα, για να γνωρίσει η νύφη Milly (Alessandra Mastronardi), την οικογένεια του άντρα της Antonio (Alessandro Tiberi). Η Milly κι ο Antonio, επιθυμούν να κερδίσουν τους θείους του Antonio, με σκοπό να τους βοηθήσουν στην απόκτηση μιας καλύτερης ζωής. Από ένα μπλέξιμο, το ζευγάρι χωρίζεται, ο Antonio συστήνει στην οικογένειά του, ως γυναίκα του, την Anna (Penélope Cruz), μια πόρνη πολυτελείας κι η Milly, περιφέρεται στους δρόμους της Ρώμης, γνωρίζοντας πολλούς ενδιαφέροντες αστέρες του σινεμά.
Ο John (Alec Baldwin), ένας πετυχημένος αρχιτέκτονας, μέσης ηλικίας, συναντά τον Jack (Jesse Eisenberg), ένα νεαρό φοιτητή αρχιτεκτονικής, και μέσω αυτού, ξαναζεί τον έρωτά του για τη Monica (Ellen Page).
Τέλος, ο Leopoldo (Roberto Benigni), ένας καθημερινός Ιταλός μεσοαστός, χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον σαν άνθρωπος, μετατρέπεται, εν μια νυκτί, στο απόλυτο είδωλο, χωρίς κι ο ίδιος να μπορεί να καταλάβει το λόγο.

Η κριτική
Ο Woody Allen, ο αστείρευτος αυτός σκηνοθέτης που έχει αντλήσει τόση έμπνευση από την πόλη της Νέας Υόρκης, συνεχίζει το οδοιπορικό του ταξίδι στις πόλεις της Ευρώπης. Αυτή τη φορά στο στόχαστρο έχει βάλει τη Ρώμη και φαίνεται αποφασισμένος ν' αναδείξει τη λάμψη της πόλης αυτής, αλλά και ν' αναβιώσει την Ιταλική κωμωδία των δεκαετιών του '50 με '70. Κι όλα αυτά, δίνοντας παράλληλα και τη δική του πινελιά στην ταινία.
Βασισμένος στο "Δεκαήμερο" του Βοκάκιου και με τη χρήση τεσσάρων ανεξάρτητων ιστοριών, ο Allen, καταφέρνει να συνδυάσει όλα τα στοιχεία που θα μπορούσε να έχει μια σύγχρονη Ιταλική κωμωδία γυρισμένη από τον ίδιο, με εξαιρετική επιτυχία.
Αρχικά, αξίζει ν' αναφέρει κανείς ότι στο "Δεκαήμερο", βασίστηκαν οι Ιταλικές κωμωδίες, ήδη από την αρχή του είδους τους, καθώς οι περισσότερες συνδυάζουν τον Έρωτα (αγάπη) και την Τύχη (πεπρωμένο). Επίσης το χαρακτηριστικό των Ιταλικών κωμωδιών, είναι το γεγονός ότι βρίσκονται ενδιάμεσα στο νεορεαλισμό του Ιταλικού κινηματογράφου και της φαρσικής κι ηθογραφικής κωμωδίας του εγχώριου θεάτρου, καθιστώντας το είδος αυτό, ιδιαίτερο, θα έλεγε κανείς.
Οι ταινίες του Woody Allen, από την άλλη, βρίθουν από σατιρικά σχόλια (κυρίως προς τον ίδιο του τον εαυτό και τη θρησκεία), από πανέξυπνα λογοπαίγνια κι από την έντονη παρουσία ενός φροϊδικού ψυχολογικού μοτίβου, κάνοντας τις ταινίες του να μοιάζουν περισσότερο με "κομεντί", παρά με "κωμωδίες" συνολικά.
Ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης καταφέρνει να συνδυάζει επιτυχώς, όλα αυτά τα στοιχεία σ' ένα ενιαίο σύνολο, είναι προσδίδοντας στην κάθε ιστορία ένα από τα χαρακτηριστικά αυτά. Για παράδειγμα, στην ιστορία του μαθητευόμενου αρχιτέκτονα, είναι σα να βλέπει κανείς απόσπασμα, από τις κλασικές ταινίες του Woody, ή αντίστοιχα, η ιστορία των δυο νεόνυμφων, είναι καθαρή Ιταλική κωμωδία. Στην ιστορία όμως που πρωταγωνιστεί ο ίδιος ο Allen, συνδυάζεται η Ιταλική φάρσα, με το σατιρικό στοιχείο των δικών του ταινιών. Ενώ τέλος, η ιστορία του Roberto Benigni, αποτελεί μια σύγχρονη σάτιρα για τα Μ.Μ.Ε., αναδεικνύοντας τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η σημερινή κοινωνία τα διάφορα είδωλα, που της πλασάρουν.
Επίσης, από μια άλλη οπτική ο σκηνοθέτης, μας παρουσιάζει με εξαίρετη τεχνική, το απραγματοποίητο όνειρο που τελικά πραγματοποιείται. Η κάθε ιστορία, παρουσιάζει και κάτι διαφορετικό, κάτι που λίγο ή πολύ όλοι θέλουμε να βιώσουμε. Μας δείχνει το όνειρο της δόξας και της φήμης, το όνειρο της απόκτησης εμπειριών, το όνειρο της αιώνιας ζωής και το όνειρο της αναβίωσης ορισμένων κομματιών της ζωής μας... αλλά το ερώτημα είναι: "Μετά την εκπλήρωση, τι;"
Στη συγκεκριμένη ταινία, επειδή είναι και πολυπρόσωπη, δε θ' ασχοληθώ με κάθε ηθοποιό ξεχωριστά. Πιστεύω ότι ο Allen, έχει κάνει τις σωστότερες επιλογές για τον κάθε ρόλο και θεωρώ ότι με αυτή του την ταινία, καταφέρνει να δείξει στο κοινό, γι' ακόμα μια φορά, πόσο ικανός σκηνοθέτης είναι. Την ταινία του αυτή, πραγματικά νομίζω πως την αφιερώνει "Στη Ρώμη, με αγάπη" και γι' αυτό το λόγο, θα την πρότεινα σε όσους αρέσουν οι Ιταλικές κωμωδίες, αλλά κι οι κλασικές ταινίες του Woody Allen.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικανικο-Ιταλική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Woody Allen, διάρκειας 112 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Woody Allen, Judy Davis, Fabio Armiliato, Penélope Cruz, Alessandro Tiberi, Alessandra Mastronardi, Roberto Benigni, Alec Baldwin, Jesse Eisenberg και Ellen Page.

Οι σύνδεσμοι

15 Αυγούστου 2012

(2011) Μεσοτοιχίες

Πρωτότυπος τίτλος: Medianeras
Αγγλικός τίτλος: Sidewalls
 

Η υπόθεση
Η ταινία, παρουσιάζει τις ζωές δυο Αργεντίνων, μιας γυναίκας κι ενός άντρα, έως τη στιγμή που τα δυο αυτά πρόσωπα θα γνωριστούν. H Mariana (Pilar López de Ayala) κι ο Martín (Javier Drolas), είναι δυο νεαροί γείτονες, που κατοικούν στο Buenos Aires, μια σύγχρονη μεγαλούπολη, δεν έχουν συναντηθεί ποτέ και ζει ο καθένας την καθημερινότητά του, ανάμεσα σε εκατομμύρια κόσμου, ουσιαστικά μόνος του. Η ψυχοσύνθεση των ηρώων, μοιάζει τόσο οικεία, που δεν αποκλείεται να τους έχουμε συναντήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας.

Η κριτική
Προσωπικά, η ταινία μου κέντρισε το ενδιαφέρον, γιατί αποτελεί ουσιαστικά, ένα love story, το οποίο ο σκηνοθέτης του, έχει επιλέξει να παρουσιάσει πολύ διαφορετικά απ' ό,τι έχουμε συνηθίσει μέχρι στιγμής. Συνήθως, αυτού του τύπου οι ταινίες, ξεκινάνε μετά τη γνωριμία των δυο ηρώων, ακολουθεί κάποια αλληλουχία γεγονότων, στην οποία αναπτύσσεται η ψυχοσύνθεσή τους, ο θεατής πείθεται ότι οι δύο ήρωες είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο και στο τέλος, συνήθως, τους (ξανα)βρίσκουμε μαζί.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι πολύ διαφορετική και πολύ πιο ρεαλιστική. Ο Gustavo Taretto (σεναριογράφος/σκηνοθέτης), έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, ως μεμονωμένες προσωπικότητες. Είναι δύο άτομα διάφορα το ένα απ' το άλλο, άτομα που έχουν ο καθένας το δικό του παρελθόν, τις δικές του φοβίες, τις δικές του προσδοκίες, άτομα καθημερινά, που συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον πλατωνικά και συνεπώς ουσιαστικά.
Παρόλα αυτά όμως, καθώς είναι ρεαλιστική η ταινία, ο θεατής δεν μπορεί να είναι σίγουρος, αν οι δυο χαρακτήρες θα καταλήξουν μαζί, κυρίως γιατί τα δυο πρόσωπα, μέχρι τέλους, παραμένουν άγνωστα μεταξύ τους.
Η αλήθεια είναι ότι η πλοκή της ταινίας εκτυλίσσεται εξαιρετικά αργά. Μπορεί να αφορά ένα love story, αλλά αν έπρεπε να την κατατάξω σε κάποιο είδος, νομίζω της ταιριάζει καλύτερα ο χαρακτηρισμός "κοινωνική", παρά κάποιος άλλος. Αυτό δε σημαίνει βέβαια, ότι της λείπουν διάφορα χαριτωμένα περιστατικά που συναντάμε στις ρομαντικές κομεντί. Προσωπικά δεν θα την πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ Ευρωπαϊκό ή Λατινοαμερικάνικο κινηματογράφο, γιατί θα του φαινόταν πολύ αραιή κι ανούσια ταινία. Αντιθέτως, θα την σύστηνα ανεπιφύλακτα σε κάποιον που θέλει να δει κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο, τονίζοντάς του όμως, ότι η ταινία που πρόκειται να δει, απαιτεί τη συμμετοχή/αμέριστη προσοχή του, για να μπορέσει να την απολαύσει.
Σημείωση: Ο τίτλος (η μεσοτοιχία) κι η αφίσα (το πλήθος κόσμου) της ταινίας, αποτελούν το κεντρικό θέμα της ταινίας, γύρω από το οποίο αναπτύσσεται η υπόθεση. Τα επαγγέλματα επίσης των δυο πρωταγωνιστών, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τα κοινωνικά προβλήματα της σημερινής κοινωνίας. Οι αρχιτέκτονες, έχουν οικοδομήσει τις απρόσωπες κοινωνίες κι οι web designers έχουν οικοδομήσει την απρόσωπη καθημερινότητά μας.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2011, Αργεντίνικης παραγωγής, κοινωνική με αρκετά στοιχεία ανάλαφρης κομεντί, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Gustavo Taretto, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Javier Drolas και Pilar López de Ayala.

Οι σύνδεσμοι

14 Αυγούστου 2012

(2008) Οι γυναίκες των ονείρων μου

Πρωτότυπος τίτλος: Mes stars et moi
Αγγλικός τίτλος: My stars


Η υπόθεση
Κεντρικό άξονα της ταινίας, αποτελεί ο θαυμασμός που τρέφει ένας Γάλλος, για τρεις κινηματογραφικούς αστέρες. Ο Robert (Kad Merad), ένας κοινός θνητός, είναι φανατικός θαυμαστής των Solange Duvivier (Catherine Deneuve), Isabelle Séréna (Emmanuelle Béart) και Violette Duval (Mélanie Bernier). Ο Robert, έχει πετύχει να προσληφθεί ως καθαριστής του ατζέντη των τριών star και μέσω της δουλειάς του, καταφέρνει να συλλέξει όλες τις πληροφορίες που αφορούν τις γυναίκες των ονείρων του και ν' ανακατευτεί στις ζωές τους. Από μια παρέμβασή του, ξεκινάνε τα γυρίσματα της ταινίας των ονείρων του, όπου πρωταγωνιστούν οι τρεις star και καταφέρνει μέχρι και να τις γνωρίσει μια-μια... Ενώ όλα όσα φαίνεται να επιθυμούσε ο Robert οδεύουν στην πλήρωσή τους, ξαφνικά τα πάντα καταρρέουν, ο Robert βρίσκεται αντιμέτωπος με την πραγματική ζωή και τα αντικείμενα του θαυμασμού του, καλούνται να δώσουν τη λύση.

Η κριτική
Η ταινία αποτελεί ένα αρκετά ευχάριστο δείγμα, γαλλικής κωμωδίας. Ως ταινία, βέβαια, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι κάτι το εξαιρετικό, είναι όμως αρκετά ανάλαφρη και πρόσχαρη και προσωπικά θα την πρότεινα σε κάποιον που του αρέσει το Γαλλικό σινεμά ή έχει κάποια αδυναμία σε μια από της πρωταγωνίστριες.
Η αλήθεια είναι ότι οι Catherine Deneuve, Emmanuelle Béart και Mélanie Bernier, θα μπορούσαν κάλλιστα να εμφανίζονται με τα πραγματικά τους ονόματα, αφού οι ρόλοι τους, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Η Catherine Deneuve, είναι όντως το πρόσωπο που πάνω της μπορείς να βασίσεις μια ολόκληρη παραγωγή, ξέροντας ότι ο κόσμος θα πάει να τη δει, μόνο και μόνο γιατί παίζει αυτή η μεγάλη star.
Η Emmanuelle Béart είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του Γαλλικού σινεμά, που όμως, πάντα θα έρχεται δεύτερη σε σχέση με την Deneuve, καθώς η δεύτερη, μεγαλύτερη σε ηλικία, έχει καταφέρει να χτίσει μια καριέρα που δύσκολα την ξεπερνά κάποιος νεώτερος.
Τέλος, η Mélanie Bernier, είναι η μικρότερη σε ηλικία κι αυτή που, αν και δεν είναι παντελώς άγνωστη στο γαλλόφωνο κοινό, τώρα ξεκινά να χτίζει την καριέρα της.
Οι τρεις αυτές γενιές αστέρων, έρχονται να συναντηθούν σε μια ταινία, που στόχος της είναι να δείξει την ανθρώπινη πλευρά των κινηματογραφικών αστέρων, τον αποπροσανατολισμό και την τύφλωση που μπορεί να φέρει σ' έναν άνθρωπο ο θαυμασμός για κάποιο πρόσωπο, άγνωστο ουσιαστικά στον ίδιο και το τι μπορεί να κατορθώσει κάποιος όταν έχει τους σωστούς στόχους και κίνητρα για να το κάνει. Κι όλα τα παραπάνω, παρουσιάζονται μέσα από μια σειρά γεγονότων που τα χαρακτηρίζει ανάλαφρο χιούμορ και καταστάσεις που δύσκολα φαντάζεται κανείς να συμβαίνουν στην καθημερινότητά του.
Σημείωση: Μια χαριτωμένα αστεία πινελιά της ταινίας, αποτελεί ο γάτος του Robert, ο οποίος αντανακλά την ψυχοσύνθεση του ήρωά μας.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Γαλλική κομεντί του 2008, σε σενάριο και σκηνοθεσία της Laetitia Colombani, διάρκειας 88 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Kad Merad, Catherine Deneuve, Emmanuelle Béart και Mélanie Bernier.

Οι σύνδεσμοι