Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βρετανικός κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βρετανικός κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

27 Μαρτίου 2013

(2013) Stoker

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Stoker


Η υπόθεση
Μετά τον θάνατο του πατέρα της India (Mia Wasikowska), την ήρεμη ζωή της ίδιας και της μητέρας της, Evelyn (Nicole Kidman), θα ταράξει ο ξαφνικός ερχομός του άγνωστου αδελφού του αποθανόντα. Χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τον θείο Charles (Matthew Goode), η Evelyn ανοίγει πρόσχαρα τις πόρτες του σπιτιού της για να υποδεχτεί το άγνωστο μέλος της οικογενείας. Η India όμως καταλαβαίνει ότι ο γοητευτικός αυτός άνδρας πίσω από το ευγενικό του χαμόγελο κρύβει πολλά κι επικίνδυνα μυστικά.

Η κριτική
Ο εκπληκτικός Chan-wook Park, ο δημιουργός του σκληρού, αλλά αριστουργηματικού "Oldboy", πραγματοποιεί την επιστροφή του στο κινηματογραφικό στερέωμα μ' ένα μεγάλου μήκους, αγγλόφωνο αυτή τη φορά θρίλερ, το οποίο καταφέρνει να ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα έργα της κατηγορίας του.
Έχοντας κατ' αρχάς ένα αρκετά καλογραμμένο σενάριο, το οποίο επιτρέπει στον σκηνοθέτη του να ξεδιπλώσει το αστείρευτο ταλέντο του κι ένα επιτελείο ηθοποιών που δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό, ο Chan-wook Park κατορθώνει γι' ακόμα μια φορά να μεγαλουργήσει. Με την ιδιαίτερη σκηνοθεσία του και τις εκπληκτικές ερμηνείες που την συνοδεύουν, δεν αργεί να κερδίσει τις εντυπώσεις και το ενδιαφέρον του θεατή του, ο οποίος κουρασμένος πια από την συνεχή ανακύκλωση των κοινότυπων θρίλερ, επιζητά το διαφορετικό.
Κάνοντας χρήση εναλλασσόμενων εικόνων, που συμπληρώνουν η μια την άλλη μ' αξιοζήλευτο τρόπο, καθώς στοχεύουν στην αφύπνιση των αισθήσεων και τοιουτοτρόπως στην δημιουργία μιας άκρως ερωτικής και φοβικής ατμόσφαιρας, στην οποία αναπτύσσεται σχεδόν συνοδευτικά η ιστορία, ο Νοτιοκορεάτης δημιουργός δίνει στο έργο του μια παιχνιδιάρικη χροιά, άκρως ενδιαφέρουσα και σαδιστική την ίδια στιγμή. Η ολοκλήρωση των εικόνων αυτών δε, επιτυγχάνεται με την κατάλληλη μουσική επένδυση, η οποία εντείνει το φοβικό συναίσθημα και ταυτόχρονα οδηγεί τις σκηνές αυτές σε κορύφωση, βοηθώντας έτσι στην πληρέστερη κατανόησή τους, αλλά και σε ευρύτερη αποδοχή του έργου του.
Επίσης, η συνεχής παρεμβολή στοιχείων που παραπέμπουν στην παιδική ηλικία κι αναδεικνύουν την αθώα φύση των διαταραγμένων ηρώων του, προσδίδουν στο έργο μια ακόμα μεγαλύτερη δόση διαστροφής, καθώς η βιαιότητα εκλογικεύεται και παρουσιάζεται ως ενστικτώδης αντίδραση, μοιάζοντας ακόμα τρομακτικότερη στον μέσο θεατή. Παράλληλα δε, η χρήση έντονων χρωμάτων που κατά διαστήματα σπάει την γενικότερη χρωματική μονοτονία, κάνει τον θεατή να προσέξει περισσότερο την εικόνα και τον ωθεί να συγκρατήσει αρκετές σκηνές του έργου ως φωτογραφίες.
Με την Nicole Kidman λοιπόν να επιστρέφει, σ' έναν πολύ απαιτητικό δεύτερο γυναικείο ρόλο και τους νεαρούς Mia Wasikowska και Matthew Goode να κερδίζουν γι' ακόμα μια φορά τις εντυπώσεις, ο Chan-wook Park συστήνει ένα αισθητικό κομψοτέχνημα, που θα λατρέψει το κοινό των ψυχολογικών θρίλερ.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ψυχολογικό θρίλερ του 2013, σε σενάριο των Wentworth Miller και Erin Cressida Wilson και σκηνοθεσία του Chan-wook Park, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Mia Wasikowska, Matthew Goode, Nicole Kidman, Jacki Weaver και Alden Ehrenreich.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

13 Μαρτίου 2013

(2012) Σαββατοκύριακο στο Hyde Park

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hyde Park on Hudson


Η υπόθεση
Μετά από ένα απρόσμενο τηλεφώνημα, η Daisy Suckley (Laura Linney), πέμπτη εξαδέλφη του Προέδρου των Η.Π.Α. Franklin D. Roosevelt (Bill Murray), θα βρεθεί στο σπίτι του εξαδέλφου της, με αφορμή μια ιγμορίτιδα. Ανάμεσα στους δυο τους θ' αρχίσει με τον καιρό ν' αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη ερωτική σχέση, κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται κι η πρώτη επίσκεψη του Άγγλου βασιλιά Γεωργίου ΣΤ' (Samuel West) και της βασίλισσας Ελισάβετ Bowes-Lyon (Olivia Colman), όπου θ' αποκατασταθούν οι σχέσεις των δυο κρατών.

Η κριτική
Τ' όνομα του Franklin D. Roosevelt, για την αμερικάνικη ιστορία είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την οικονομική ανάκαμψή της μετά το Κραχ του 1929, αλλά και την συμμετοχή της στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο αξιαγάπητος FDR όμως, στην προσωπική του ζωή είχε αδυναμία στο ωραίο φύλο, πολύ καλή αίσθηση του χιούμορ κι ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, λόγω μιας βαριάς μορφής πολιομυελίτιδας που πέρασε το 1921. Έτσι, μέσα από την αφήγηση της Daisy, γίνεται μια απόπειρα ν' αποτυπωθούν όλα τα παραπάνω σε μια ταινία μιάμισης ώρας.
Χωρίς να μπορεί κανείς να κατατάξει το "Σαββατοκύριακο στο Hyde Park" στα καθαρό-αιμα ιστορικά έργα, αλλά ούτε και στα αμιγώς ρομαντικά δράματα, ο ταλαντούχος Roger Michell δημιουργεί ένα υπέροχο κράμα ρομαντισμού και ιστορίας, στο οποίο απεικονίζεται πεντακάθαρα η εξαίρετη προσωπικότητα του Roosevelt, η προσφορά του στο αμερικάνικο έθνος κι οι όποιες αδυναμίες θα μπορούσε να κρύβει ένας ισχυρός άντρας.
Μέσω της αφήγησης της Daisy, δίνεται στον θεατή το γενικό ιστορικό πλαίσιο της περιόδου στην οποία ανέλαβε την Προεδρία ο Roosevelt, αφήνοντας μονάχα την αποκατάσταση των Αγγλο-Αμερικάνικων σχέσεων ν' αναπαρασταθεί επί της οθόνης. Αξιοπρόσεκτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης για ένα εύλογο χρονικό διάστημα παίζει με τον θεατή του, καθώς αποφεύγει ν' αναφέρει τ' όνομα του άνδρα που προσωπογραφεί κι αρκείται στην απλή αναφορά διαφόρων χαρακτηριστικών του, προσπαθώντας κατ' αυτόν τον τρόπο να κάνει σαφές στο κοινό ότι το συγκεκριμένο πορτραίτο δεν βασίζεται απλώς σ' ένα όνομα, αλλά στον άνθρωπο πίσω απ' αυτό.
Παράλληλα αυτό που τραβά το βλέμμα του θεατή είναι τα εκπληκτικά χρώματα της αμερικάνικης επαρχίας που χρησιμοποιεί ο Michell, τα οποία σε συνδυασμό με το υπόλοιπο καδράρισμα και την έξοχη φωτογραφία, αναπαριστούν την ζωντάνια στον εσωτερικό κόσμο του Αμερικανού Προέδρου. Αντίστοιχα, βλέπουμε ότι οι σκηνές της συναισθηματικής πτώσης της πρωταγωνίστριας, διαδραματίζονται πριν την ανατολή του ηλίου, μεταφέροντας υποσυνείδητα στον θεατή μια ανάλογη ψυχολογική διάθεση.
Τέλος, αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι η πληρότητα με την οποία παρουσιάζονται οι διαφορές ανάμεσα στους Άγγλους και τους Αμερικάνους, αλλά κι ο διακριτικός τρόπος με τον οποίο εξυμνείται παράλληλα με τον Roosevelt κι ο βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ' για τον διαφορετικό τρόπο σκέψης του.
Εν κατακλείδι, το έργο αυτό, στο οποίο αρμόζει περισσότερο ο χαρακτηρισμός του δράματος εποχής, αποτελεί μια αξιόλογη πρόταση τόσο για τους λάτρεις των ιστορικών δραμάτων, όσο και για το κοινό των πιο συγκινητικών ιστοριών, καθώς ερμηνευτικά και σκηνοθετικά το "Σαββατοκύριακο στο Hyde Park" ανταποκρίνεται απόλυτα στις προσδοκίες των υποψήφιων θεατών του.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό δράμα εποχής του 2012, σε σενάριο του Richard Nelson και σκηνοθεσία του Roger Michell, διάρκειας 94 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bill Murray, Laura Linney, Olivia Williams, Elizabeth Marvel, Elizabeth Wilson, Samuel West και Olivia Colman.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

14 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Οι άθλιοι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Les misérables


Η υπόθεση
Στην Γαλλία των αρχών του 19ου αιώνα, ο Γιάννης Αγιάννης (Hugh Jackman) καταδικάζεται για την κλοπή ενός καρβελιού ψωμί. Όταν ελευθερώνεται με αναστολή, επειδή κανένας δεν του δίνει την ευκαιρία να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, σκίζει τα χαρτιά του, διαγράφοντας τον εγκληματία Γιάννη Αγιάννη και καταφέρνει ν' ανέλθει κοινωνικά, φτάνοντας μετά από χρόνια να κατακτήσει το αξίωμα του δημάρχου. Έχοντας την ανάγκη να βοηθά όσους τον χρειάζονται, ο Γιάννης Αγιάννης θα γνωρίσει την Φαντίν (Anne Hathaway), μια γυναίκα που αναγκάζεται να καταφύγει στην πορνεία για να μπορέσει να ζήσει την κόρη της, Κοζέτ (Isabelle Allen, Amanda Seyfried) και λίγο πριν ξεψυχήσει, θα της υποσχεθεί να βρει και ν' αναθρέψει την Κοζέτ ως δικό του παιδί, υπόσχεση που πραγματοποιεί. Καταδιωκόμενος όμως από τον αστυνόμο Ιαβέρη (Russell Crowe), ο οποίος αναγνωρίζει στο πρόσωπο του δημάρχου τον κατάδικο 24601, θ' αναγκαστεί να ζήσει σαν κυνηγημένος την υπόλοιπη ζωή του, γνωρίζοντας και βοηθώντας συνεχώς ανθρώπους που τον έχουν ανάγκη.

Η κριτική
"Οι άθλιοι" είναι ένα μυθιστόρημα που συγκαταλέγεται δικαίως στα καλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φέροντας την υπογραφή ενός εξαίρετου συγγραφέα, του Victor Hugo, το κείμενο διέπεται από ρεαλισμό, οικουμενικότητα και διαχρονικότητα, κάτι που έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην παγκόσμια αποδοχή του. Έτσι, το 1978 οι Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg μεταφέρουν επί σκηνής, σε μορφή musical, αυτό το αριστούργημα, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία, γεγονός που κατέστησε την συγκεκριμένη παραγωγή μια από τις δημοφιλέστερες επιλογές για μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά. Ο λόγος που η πραγματοποίηση αυτού του ονείρου άργησε τόσο πολύ, δεν είναι άλλος από την επιθυμία να μεταφερθεί όσο το δυνατόν πιο άρτια κι ορθά στο μεγάλο πανί. Εν έτει 2012 λοιπόν, το όνειρο υλοποιείται και μια κινηματο-θεατρική υπερπαραγωγή γεννιέται.
Οι ήρωες του έργου, όπως όλοι οι άνθρωποι, ταλαντεύονται ανάμεσα στο καλό και το κακό, πάσχουν, βοηθούν, εξαθλιώνονται και διεκδικούν ό,τι καλύτερο μπορούν με τα μέσα που τους δίνονται. Μέσα από μια πολυπρόσωπη ιστορία που εκτυλίσσεται σε μια περίοδο 20 ετών, παρουσιάζεται η συνεχής αποδόμηση της κοινωνίας και με την συνοδεία του Γιάννη Αγιάννη, ο θεατής θα συναναστραφεί διάφορους χαρακτήρες που αγωνίζονται για μια θέση στην ζωή.
Ως πρωταγωνιστή λοιπόν, γνωρίζουμε έναν άντρα που αναγκάζεται κάποια στιγμή στην ζωή του, για να θρέψει τον ανηψιό του, να παρανομήσει, κλέβοντας ένα καρβέλι ψωμί. Ο ήρωάς μας όμως συλλαμβάνεται, καταδικάζεται για την εγκληματική του πράξη και στιγματίζεται εφ' όρου ζωής από αυτήν. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει από αυτόν τον κλοιό που του στερεί την όποια ευκαιρία να ορθοποδήσει, σκίζει τα χαρτιά του, ξεγράφοντας από την ζωή τον λωποδύτη Γιάννη Αγιάννη και ξεκινά μια νέα αρχή, βοηθώντας τους συνανθρώπους του και φτάνοντας στο σημείο να εκλεγεί δήμαρχος. Ποτέ του όμως δεν ξεχνά την καταγωγή του και ποτέ δεν παύει να προσφέρει, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους πιο εξαίρετους αντι-ήρωες όλων των εποχών.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες που γνωρίζουμε σταδιακά κι αναλύονται λιγότερο ή περισσότερο από τους κινηματογραφικούς δημιουργούς, ανταποκρίνονται με την σειρά τους στο ίδιο μοτίβο. Προσεκτικά επιλεγμένοι και κουβαλώντας ο καθένας στις πλάτες του ένα ξεχωριστό φορτίο, μοιάζουν οικείοι στον κινηματογραφικό θεατή, καθώς οι ελπίδες, οι προσπάθειες κι οι φόβοι του καθενός είναι πανομοιότυποι με τους δικούς μας, ωθώντας μας ν' ανασύρουμε απ' την μνήμη μας προσωπικά βιώματα και να μετέχουμε στην κάθε ξεχωριστή ιστορία.
Από σκηνοθετικής απόψεως, ο Tom Hooper έχει κάνει αριστουργηματική δουλειά, κατορθώνοντας ν' αποδώσει εξίσου καλά την λογοτεχνική, αλλά και την θεατρική ατμόσφαιρα, μέσα από μια κινηματογραφική ματιά. Η επιλογή των ηθοποιών που ενσαρκώνουν τους βασικούς, αλλά και τους δευτερεύοντες ρόλους επίσης, μοιάζει να είναι η καταλληλότερη που θα μπορούσε να γίνει, αφού εκτός του Hugh Jackman, ο οποίος έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του, επιδεικνύοντας παράλληλα και τις φωνητικές του ικανότητες, καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας, όλοι οι υπόλοιποι συγκλονίζουν με τις σύντομες ερμηνείες τους, μαγεύοντας και συγκινώντας το κοινό. Τέλος αξίζει ν' αναφέρει κανείς την υπέροχη μουσική προσαρμογή, αλλά και προσθήκη που έχει γίνει στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό εγχείρημα.
Αν κι ομολογώ ότι σπανίως μαγεύομαι από μουσικο-χορευτικά δρώμενα, τόσο στον θεατρικό, όσο και στον κινηματογραφικό χώρο, "Οι άθλιοι" συγκαταλέγονται στα έργα που είναι αδύνατον να τα προσπεράσει κανείς, χαρακτηρίζοντάς τα κάτι λιγότερο από ονειρικά. Όντας δουλεμένοι, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σε όλους τους τομείς, "Οι άθλιοι" του Tom Hooper είναι ένα έργο που θα ξετρελάνει εξίσου τους λάτρεις των musicals, των κλασικών έργων αλλά και των υπερπαραγωγών.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Βρετανικό μουσικο-χορευτικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό των Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Victor Hugo, σε σενάριο των William Nicholson, Alain Boublil, Claude-Michel Schönberg και Herbert Kretzmer και σκηνοθεσία του Tom Hooper, διάρκειας 158 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Hugh Jackman, Anne Hathaway, Russell Crowe, Amanda Seyfried, Eddie Redmayne, Helena Bonham Carter, Sacha Baron Cohen, Samantha Barks, Daniel Huttlestone, Aaron Tveit και Isabelle Allen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

31 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Άννα Καρένινα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Anna Karenina


Η υπόθεση
Η Anna Karenina (Keira Knightley) ζει στην τσαρική Ρωσία των τελών του 19ου αιώνα, μαζί με τον σύζυγό της, πολιτικό Alexei Karenin (Jude Law), και τον γιό τους, Serhoza (Oskar McNamara). Ως σύζυγος ενός επιφανούς προσώπου της ρωσικής καλής κοινωνίας, η Anna, ζει μια θεωρητικά ευτυχισμένη ζωή. Στην πραγματικότητα όμως, η ευτυχία της είναι πλασματική, καθώς η ίδια αισθάνεται να καταπιέζεται από τον περίγυρό της. Όταν στην ζωή της εμφανιστεί ένας γοητευτικός και πλούσιος, νεαρός στρατιωτικός, ο Vronsky (Aaron Taylor-Johnson), θα συνάψει, παράνομα, δεσμό μαζί του, θα μείνει έγκυος στο παιδί του και θα εγκαταλείψει την οικογένειά της για χάρη του. Έχοντας πλέον αποκοπεί από τους κύκλους της και ζώντας μόνη με τις τύψεις και τις φαντασιώσεις της, η Anna Karenina, θα βρει τραγικό θάνατο στις ράγες ενός διερχόμενου τρένου.

Η κριτική
Η "Anna Karenina" του Joe Wright είναι μια διαφορετική και πρωτότυπη προσέγγιση της, λίγο-πολύ, γνωστής ιστορίας της κλασικής, πια, ηρωίδας του  Leo Tolstoy. Το δράμα της Anna Karenina έγκειται στο γεγονός του έρωτά της με έναν νεαρό εύπορο στρατιωτικό, αλλά και στην μοιχεία που διαπράττει μαζί του, γεγονός που την καταδικάζει σε κοινωνική απομόνωση, καθώς κανένας επιφανής δεν θέλει να συναναστρέφεται με μια μιαρή γυναίκα. Κατά μια έννοια, λοιπόν, η μοίρα της ηρωίδας είναι τραγική, καθώς όποιο μονοπάτι κι αν διαλέξει ν' ακολουθήσει, η δυστυχία της είναι δεδομένη.
Ο Wright, έχοντας αποδείξει την αξία του στα ιστορικά δράματα κι έχοντας βρει, παράλληλα, την μούσα του στο πρόσωπο της Keira Knightley, αποπειράται, στην νέα του αυτή ταινία, να πειραματιστεί, εντάσσοντας ολόκληρο το έργο σε μια θεατρική σκηνή. Ίσως ο λόγος που έχει επιλέξει τη συγκεκριμένη συνθήκη, είναι για να μπορέσει να δικαιολογήσει το στιλιζάρισμα των ηθοποιών του. Ίσως πάλι γιατί η ζωή της Anna έχει για 'κείνον μια θεατρικότητα. 'Ισως με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί μια όμορφη ατμόσφαιρα που με πραγματικά σκηνικά μόνο, είναι αδύνατον να υπάρξει ή γιατί έτσι κάνει το έργο του να βρoντο-φωνάξει ότι αυτή την εκδοχή πρέπει να προτιμήσει ο θεατής, αφού διαφέρει κατά πολύ από τις προηγούμενές της.
Με όποιο σκεπτικό κι αν έχει λειτουργήσει ο σκηνοθέτης, νομίζω ότι το έργο αντί να κάνει μια ευχάριστη έκπληξη, περισσότερο παραπέμπει στην υπερβολή και καταλήγει να δώσει ένα απλώς καλό αποτέλεσμα, στην θέση μιας πολλά υποσχόμενης δουλειάς. Σαφώς και μιλάμε για μια υπερπαραγωγή που δεν πρόκειται να δυσαρεστήσει την πλειοψηφία του κοινού που θα την προτιμήσει, όμως προσωπικά η ταινία μου φάνηκε ότι πάσχει, αφού δεν πρόκειται να ξετρελάνει τον μέσο θεατή και ταυτόχρονα πάει να γίνει κάτι που ίσως και να μην θέλει να γίνει.
Και τι εννοώ μ' αυτό: Το έργο δεν εκτυλίσσεται ακριβώς σε κάποια θεατρική σκηνή, αλλά συνεχώς παραπέμπει σ' αυτήν, καθώς στην πλειοψηφία του πλαισιώνεται από κανονικά σκηνικά που αναπαριστούν ρεαλιστικά την εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία. Παρόλα αυτά όμως, συνεχώς μας θυμίζει ότι βρισκόμαστε σε μια σκηνή κι όχι σε κάποιο κινηματογραφικό πλατό. Παράλληλα, χωρίς να παρακολουθούμε κάποιο μιούζικαλ, παρατηρούμε τις κινήσεις των ηθοποιών, ακόμα κι εκτός των διαφόρων χορών, να είναι χορογραφημένες, κάνοντας έτσι κάτι το τόσο αληθινό να μοιάζει ψεύτικο.
Δεν λέω, όλα αυτά δημιουργούν μια ατμόσφαιρα πιο λυρική, όμως για 'μένα αυτό το ντεμί αποπροσανατολίζει. Ή κάνε κάτι πειραγμένο, που δεν απευθύνεται σε άτομα κάποιας ηλικίας, που περιμένουν πώς και πώς κάτι κλασικό για να πάνε στις κινηματογραφικές αίθουσες ή κάνε κάτι ρεαλιστικό που είναι για όλους, γιατί μ' αυτή σου την επιλογή σκηνοθέτα μου, ούτε στον ηλικιωμένο μπορεί να πει κανείς να μην πάει, ούτε και σε κάποιον που προτιμά τους μοντερνισμούς το προτείνεις με ευκολία.
Στα θετικά της συγκεκριμένης εκδοχής της μυθικής ηρωίδας του Tolstoy, βέβαια, είναι το γεγονός ότι έχει αναλυθεί περισσότερο η δευτερεύουσα ιστορία του Levin (Domhnall Gleeson) και της Kitty (Alicia Vikander), η οποία και συμπληρώνει, κατά μια έννοια, την κεντρική πλοκή. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται ο Wright το πέρασμα από το πλατό στην θεατρική σκηνή, κι από την σκηνή στο πλατό είναι αξιολάτρευτος. Τέλος η παρεμβολή σκηνών στις οποίες βλέπουμε τις ρόδες του τρένου να κινούνται πάνω στις ράγες, είναι εξίσου εκπληκτική, καθώς όλοι γνωρίζουμε τον τραγικό θάνατο που πρόκειται να βρει η πρωταγωνίστρια κι οδηγούμαστε σταδιακά σ' αυτόν.
Όσον αφορά τους ηθοποιούς τώρα, η Keira Knightley, χωρίς να είναι κακή, δεν κάνει κάτι το διαφορετικό, αλλά αντίθετα την βλέπουμε να επαναλαμβάνει προηγούμενες ερμηνείες της. Ο συμπρωταγωνιστής της, Aaron Taylor-Johnson, είναι εξίσου συμπαθής, χωρίς να κάνει την έκπληξη. Αυτός που κλέβει την παράσταση είναι ο υπέρ-λαμπρος Jude Law, ο οποίος έχει εμβαθύνει τόσο πολύ στον ρόλο του που μαγεύει τον θεατή. Όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί είναι αντάξιοι μιας υπερπαραγωγής.
Εν κατακλείδι, η "Anna Karenina" είναι μια ολίγον πειραγμένη ταινία εποχής, που προτείνεται σε όσους θαυμάζουν τον Jude Law, σε όσους γνωρίζουν το έργο του Joe Wright και προτίθενται να δουν κάτι διαφορετικό από αυτόν, αλλά και σε όσους ενδιαφέρει μια ιδιαίτερη εκδοχή ενός κλασικού έργου.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό δράμα εποχής του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Leo Tolstoy, σε σενάριο του Tom Stoppard και σκηνοθεσία του Joe Wright, διάρκειας 129 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Keira Knightley, Aaron Taylor-Johnson, Jude Law, Domhnall Gleeson, Alicia Vikander, Kelly Macdonald και Emily Watson.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

26 Δεκεμβρίου 2012

(1984) Χριστουγεννιάτικα κάλαντα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: A Christmas carol


Η ιστορία
Ο Ebenezer Scrooge (George C. Scott) είναι ένας πλούσιος, αλλά σκληρός άνθρωπος, που ζει κατά την βικτωριανή εποχή και θεωρεί τα Χριστούγεννα μια ανούσια γιορτή μέσα στον χρόνο. Θεωρώντας σημαντικό μόνο το οικονομικό όφελος, αδιαφορεί για τους ανθρώπους γύρω του, ακόμα και για τα συγγενικά του πρόσωπα. Όλα όμως θ' αλλάξουν μια παραμονή Χριστουγέννων, όταν το φάντασμα του νεκρού συνεταίρου του, Jacob Marley (Frank Finlay), αλλά και τα πνεύματα του παρελθόντος (Angela Pleasence), του παρόντος (Edward Woodward) και του μέλλοντος (Michael Carter), τον επισκεφθούν, κάνοντάς τον ν' αναθεωρήσει τον τρόπο ζωής του.

Η κριτική
Η "Χριστουγεννιάτικη ιστορία" του Charles Dickens αποτελεί, ίσως, την πιο κλασική χριστουγεννιάτικη ιστορία και γι' αυτόν το λόγο, έχουν υπάρξει άπειρες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εκδοχές αυτής. Μια από τις αγαπημένες μου μεταφορές, λοιπόν, της ιστορίας του Dickens, και παράλληλα μια ταινία που βλέπω κάθε χρόνο ανήμερα των Χριστουγέννων, είναι η τηλεοπτική εκδοχή του 1984, με πρωταγωνιστή τον George C. Scott.
Η ιστορία, σαν πλοκή, είναι μαγική, καθώς συστήνει στο κοινό το απόλυτο θαύμα των Χριστουγέννων, που δεν είναι άλλο από την ελεύθερη επιλογή μιας δεύτερης ευκαιρίας στη ζωή. Ως κεντρικό ήρωα γνωρίζουμε έναν τραπεζίτη, που λόγω των άσχημων βιωμάτων του, έχει χάσει την ικανότητα να συναισθάνεται τους συνανθρώπους του και θεωρεί ότι το νόημα της ύπαρξης περιορίζεται στην δουλειά και το κέρδος. Ο ίδιος αυτός άνθρωπος, θεωρεί την φτώχεια ένα μέσο ξεκαθαρίσματος του επίγειου πληθυσμού και την ευτυχία των ανθρώπων κάτι περιττό.
Την παραμονή, λοιπόν, των Χριστουγέννων, ο πρώην συνέταιρός του, που τώρα είναι νεκρός, θα του κάνει το μεγαλύτερο δώρο της ζωής του, καθώς με την, ως φάντασμα, επίσκεψη του ιδίου, αλλά και των πνευμάτων που θα θυμίσουν στον Scrooge το παρελθόν και θα του δείξουν το παρόν και το μέλλον, θα του δώσει την ευκαιρία ν' αλλάξει την τραγικότητα της ζωής του. Με αυτόν τον τρόπο, ο Charles Dickens, υπενθυμίζει στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ότι ποτέ δεν είναι αργά ν' αναθεωρήσει κάποιες λανθασμένες επιλογές του, που λειτουργούν σε βάρος του ιδίου αλλά και των γύρω του.
Σαν επί της οθόνης μεταφορά, λοιπόν, θυμάμαι ότι αυτό που μου είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον ως παιδί, ήταν το φάντασμα του Jacob Marley, που κατά έναν περίεργο τρόπο με φόβιζε πάρα πολύ, αλλά κι η εκπληκτική αναπαράσταση του πνεύματος του παρόντος που μου έφερνε στο μυαλό κάτι από Αϊ-Βασίλη κι αρχαιο-ελληνικό θεό. Μεγαλώνοντας, αυτό που με τραβούσε όλο και περισσότερο στην συγκεκριμένη εκδοχή, ήταν η προσπάθεια ν' αναπαρασταθεί πειστικά η εποχή, οι ερμηνείες των ηθοποιών και το γεγονός ότι ήταν μια δραματική κι ελπιδοφόρα ταινία. Νομίζω, δε, ότι όταν συνειδητοποίησα ότι η αίσθηση που μου έδινε το πνεύμα του παρόντος, ως Άγιος Βασίλης, δεν ήταν λανθασμένη, τότε ήταν που την λάτρεψα και την καθιέρωσα ως ετήσια χριστουγεννιάτικη προβολή.
Το καταπληκτικό με την συγκεκριμένη ιστορία, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι δίνεται στον Scrooge η επιλογή ν' αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα κι ενεργεί, αλλά ταυτόχρονα, όπως ο μυθιστοριογράφος δείχνει στον ήρωά του τις διάφορες δυσάρεστες πλευρές της ζωής, που αρνείται από μόνος του να δει, με τον ίδιο τρόπο, βάζει και τον αναγνώστη σε ανάλογη θέση, δείχνοντάς του τους λόγους που ο πρωταγωνιστής συμπεριφέρεται μιμούμενος την άσχημη συμπεριφορά του πατέρα του.
Από πλευράς μου, η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί μια υπέροχη χριστουγεννιάτικη πρόταση για όλη την οικογένεια. Παρόλα αυτά, υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές κι υπέροχες εκδοχές της συγκεκριμένης ιστορίας, που όποια κι αν θελήσετε ή τύχει να δείτε, σίγουρα θα την απολαύσετε εξίσου.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Βρετανική οικογενειακή ταινία του 1984, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Charles Dickens, σε σενάριο του Roger O. Hirson και σκηνοθεσία του Clive Donner, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους George C. Scott, Frank Finlay, Angela Pleasence, Edward Woodward, Michael Carter, David Warner, Anthony Walters, Susannah York, Roger Rees και Caroline Langrishe.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

15 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Παπαδόπουλος & ΣΙΑ

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Papadopoulos & sons


Η υπόθεση
Ο Χάρης Παπαδόπουλος (Stephen Dillane) τα έχει όλα. Κατοικεί σε μια έπαυλη, η επιχείρησή του είναι μια από τις μεγαλύτερες της Βρετανικής χερσονήσου και βρίσκεται στα πρόθυρα ενός ακόμα πιο κερδοφόρου ανοίγματος. Η παγκόσμια ύφεση, όμως, δεν αργεί να πλήξει την ήρεμη ζωή του, καθώς λόγω ενός υπέρογκου δανείου η τράπεζα δεσμεύει οτιδήποτε βρίσκεται στην κατοχή του, αφήνοντας τον ίδιο και την οικογένειά του στους πέντε δρόμους. Η μόνη του επιλογή τώρα, είναι να στραφεί στον αδελφό του, Σπύρο (Γιώργο Χωραφά), και να επαναλειτουργήσει μαζί του την, για χρόνια κλειστή, fish & chips επιχείρησή τους, με την ονομασία "Τα τρία αδέλφια". Αναγκασμένος απ' τα σαλόνια να βρεθεί, έστω και προσωρινά, πίσω στ' αλώνια, ο Χάρης θα επαναπροσδιορίσει την έννοια της επιτυχίας, αλλά και της ευτυχίας.

Η κριτική
Το "Παπαδόπουλος & ΣΙΑ" είναι μια ταινία για την Ελλάδα της κρίσης, που δεν διαδραματίζεται, μεν, στην χώρα μας, αλλά χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη τους Έλληνες, για να μιλήσει για την σημερινή παγκόσμια ύφεση με επίκεντρο την Ελλάδα, μέσω μιας ευχάριστης κι ιδιαίτερα εύστοχης κωμωδίας, χωρίς να κουράζει ψυχολογικά τον ήδη κουρασμένο, από τα δικά του προβλήματα, θεατή.
Η ταινία, βασίζεται στο γνωστό πρότυπο του Έλληνα μετανάστη, ο οποίος ξεκινώντας από χαμηλά, ως σερβιτόρος, μεγαλοπιάνεται, κάνει καριέρα και καταφέρνει να γίνει ένας από τους σημαντικότερους επιχειρηματίες της Ευρώπης. Η απληστία του ανθρώπου, όμως, που επιζητά την κοινωνικο-οικονομική καταξίωση σε βάρος της ικανοποίησης που προσφέρει η ενασχόληση μ' αυτό που πραγματικά τον γεμίζει, έστω κι αν τα κέρδη που του αποφέρει αυτό είναι λίγα, λειτουργεί σε βάρος του, αφού μια μέρα αναγκάζεται να γυρίσει πίσω στις ρίζες του, να ξανασυστηθεί στον εαυτό του και ν' αρχίσει πάλι απ' την αρχή, τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα θα πάρει να συμφωνηθεί η επαναγορά του χρέους του.
Με λίγα λόγια, ο Χάρης, κάλλιστα θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια ολόκληρη χώρα που φοβάται να τα τινάξει όλα στον αέρα, να πει στις τράπεζες να τα βρούνε μόνες τους και να ξεκινήσει να παράγει πάλι αυτά που ξέρει καλύτερα απ' τον οποιονδήποτε πώς να παράγει. Κι όπως κι η Ελλάδα, έτσι κι ο Χάρης χρησιμοποιεί ως πρόσχημα το ευ ζην των παιδιών του, τα οποία δεν πρέπει να ζήσουν την ζωή που έζησε εκείνος μέχρι να γίνει μεγάλος και τρανός... όμως, για μισό λεπτό... γιατί τα παιδιά του μοιάζουν να το διασκεδάζουν, όταν για πρώτη φορά στη ζωή τους ξεκινάνε οι ετοιμασίες για το άνοιγμα των "Τριών αδελφιών";
Ο Σπύρος, πάλι, ίσως θυμίζει το αθάνατο ελληνικό πνεύμα, που πίνει, τρώει, χορεύει, γλεντάει, σπαταλάει, αλλά ζει. Όταν λοιπόν, ένα ολόκληρο έθνος χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του θα στραφεί σ' αυτό το πρόσωπο, για να του θυμίσει τον λόγο της ύπαρξής του και να το βοηθήσει να σωθεί ξανά.
Με μια πρώτη ματιά, η ταινία, θυμίζει αρκετά την πετυχημένη ταινία "Γάμος αλά Ελληνικά", εστιάζοντας όμως περισσότερο στην ελληνική νοοτροπία κι όχι τόσο στα έθιμά μας ή στον τρόπο που λειτουργεί μια ελληνική κοινότητα στο εξωτερικό. Άλλωστε στην Μεγάλη Βρετανία δεν υπάρχει τόση ανάγκη να διατηρηθούν άθικτες οι παραδόσεις της πατρίδας. Έτσι, ως κεντρικούς πρωταγωνιστές έχουμε ουσιαστικά μια οικογένεια με πατέρα έναν αγγλοποιημένο Έλληνα και παιδιά τρία Αγγλάκια, στα οποία ρέει αίμα ελληνικό.
Αν και πιστεύω ότι στο εξωτερικό θα έχει αρκετά μεγάλη επιτυχία, γιατί ο τρόπος που μιλάει για την παγκόσμια ύφεση είναι πολύ απλός, κατανοητός και λογικός, νομίζω ότι στον Έλληνα της σημερινής εποχής δεν αποκλείεται να φανεί άλλη μια ελπιδοφόρα ταινία που προσπαθεί να του αφυπνίσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε εθνικά την έννοια της ζωής και που όλοι γύρω μας, τον έχουν κάνει να μοιάζει με τον λόγο που βρισκόμαστε σήμερα σ' αυτήν την κατάσταση. Ε, λοιπόν, νομίζω ότι ισχύει το αντίθετο κι η ταινία το δείχνει με μεγάλη ειλικρίνεια.
Έχοντας μια εξαιρετική φωτογραφία, νοσταλγικά ελληνικά τραγούδια κι εξαιρετικές ερμηνείες, νομίζω ότι η ταινία είναι μια ιδανική πρόταση για τον οποιονδήποτε θέλει να περάσει ευχάριστα κάτι λιγότερο από δυο ώρες ή για όσους χρειάζονται μια αναπτέρωση του ηθικού τους. Γιατί όπως και να το κάνεις, μόνο ο θάνατος κι οι φόροι είναι αδύνατον ν' αποφευχθούν σ' αυτή τη ζωή... εκτός κι αν είσαι Έλληνας... τότε είναι μόνο ο θάνατος.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Μάρκου Μάρκου, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Stephen Dillane, Γιώργο Χωραφά, Georgia Groome, Frank Dillane, Thomas Underhill, Selina Cadell, Ed Stoppard, Cosima Shaw, George Savvides και Cesare Taurasi.

Οι σύνδεσμοι

(2012) Το μερίδιο των αγγέλων

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The angels' share


Η υπόθεση
Ο Robbie (Paul Brannigan) είναι ένας νεαρός Σκωτσέζος, ο οποίος κατάγεται από μια οικογένεια εγκληματιών και του είναι αδύνατον να ξεμπλέξει από τον κόσμο αυτό. Όταν, υπό την επήρρεια ναρκωτικών, ξυλοκοπήσει άγρια έναν νεαρό φοιτητή, θα του επιβληθεί, χαρισματικά, ποινή 300 ωρών κοινωφελούς εργασίας, μιας και, σε λιγότερο από 10 μέρες, πρόκειται να γίνει πατέρας. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του μέρας έκτισης της ποινής του, η κοπέλα του, Leonie (Siobhan Reilly), θα γεννήσει τον γιό του κι ο οδηγός του φορτηγού που μεταφέρει τους εγκληματίες, Harry (John Henshaw), θ' αναλάβει να τον πάει στο νοσοκομείο. Εκεί ο Harry, βλέποντας τον κόσμο στον οποίο ζει ο νεαρός, θα θελήσει να τον βοηθήσει και σταδιακά θ' ανακαλύψει ότι ο Robbie έχει την ικανότητα ενός έμπειρου δοκιμαστή whisky. Ίσως αυτή να είναι κι η ευκαιρία του νεαρού Robbie να αφήσει πίσω του, μια για πάντα, τη ζωή του μκρο-κακοποιού και να ξεκινήσει απ' την αρχή.

Η κριτική
"Το μερίδιο των αγγέλων" είναι μια δραματική κωμωδία, που βασίζεται στην ζωή κάποιων Σκωτσέζων του υποκόσμου και παρουσιάζει την δική τους οπτική πάνω στην εγκληματικότητα και την κοινωνία γενικότερα, με έναν πολύ ανάλαφρο, διασκεδαστικό και ρεαλιστικό τρόπο.
Ως κεντρικό ήρωα, γνωρίζουμε τον Robbie, ένα παιδί που φέρει στο πρόσωπο μια ουλή, που του στερεί κάθε πιθανότητα να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, με μια φυσιολογική δουλειά, που θα τον βοηθήσει ν' αφήσει πίσω του το κατεστραμμένο παρελθόν του, το οποίο ορίζει το παρόν και πιθανώς και το μέλλον του.
Ευτυχώς, βέβαια, για τον Robbie, στην ζωή του θα βρεθεί κάποια στιγμή η Leonie, μια κοπέλα που παραβλέπει το περιτύλιγμα αυτού του νεαρού και θέλει να δημιουργήσει, μαζί του, μια οικογένεια. Αν κι ο πατέρας της, δεν θεωρεί το παλικάρι, το κατάλληλο πρόσωπο για την κόρη του και κάνει τα πάντα για να τους χωρίσει, η εμπιστοσύνη που δείχνει στο πρόσωπο του Robbie η Leonie, αλλά κι η ευθύνη ενός μωρού, του δίνουν την θέληση να διεκδικήσει κάτι καλύτερο στην ζωή του.
Για συνοδοιπόρους στο ταξίδι του προς ένα καλύτερο αύριο, θ' αποκτήσει κι άλλους απόβλητους της κοινωνίας. Ένας χαζούλης αλκοολικός, ένας βάνδαλος και μια κλεπτομανής, αποτελούν την παρέα του νεαρού Robbie και με οδηγό έναν λάτρη του whisky, θα μυηθούν στον κόσμο του πιο διάσημου προϊόντος της Σκωτίας. Όταν ο Robbie ανακαλύψει το έμφυτο ταλέντο της όσφρησης και της γεύσης του, όλοι οι μικρο-εγκληματίες θα ξεκινήσουν για μια περιπέτεια που θα τους ξελασπώσει οικονομικά κι επαγγελματικά. Στόχος, λοιπόν, είναι να κλέψουν το τελευταίο βαρέλι ενός από τα αρτιότερα whisky που έχουν παραχθεί στην ιστορία και να το πουλήσουν στην μαύρη αγορά.
Μέσα από αυτή την κωμικο-τραγική προσπάθεια να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους, θα οργανώσουν το πιο απλό, αλλά ταυτόχρονα πανέξυπνο, σχέδιο που θα τους δώσει πρόσβαση στην τοποθεσία που φυλάσσεται το βαρέλι. Με την παρουσία τους εκεί, θ' αποκαλύψουν στον θεατή την υποκρισία ενός νόμιμου κυκλώματος που δεν έχει αναστολές να ξεγελάσει τους υποψήφιους αγοραστές ή ενός κόσμου, ο οποίος είναι πρόθυμος να ξοδέψει ένα σκασμό λεφτά για ένα προϊόν, την αξία του οποίου είναι ανίκανος να εκτιμήσει.
Η ταινία, στο σύνολό της, είναι ιδιαίτερα απλή, ειλικρινής κι αρκετά πρωτότυπη. Η ιστορία της, αν κι αρχικά μοιάζει αδιάφορη, καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, παρουσιάζοντας την καθημερινότητα ενός ξοφλημένου ανθρώπου με ξεχωριστά χαρίσματα. Ακριβώς με τον ίδιο, φυσικό τρόπο, είναι προσανατολισμένη κι η σκηνοθεσία, η μουσική που χρησιμοποιείται, αλλά κι οι ερμηνείες των ηθοποιών, τα οποία συνθέτουν ένα δράμα με αρκετά κωμικά στοιχεία, που ωθεί τον θεατή ν' αναλογιστεί τι είναι παράβαση, τι νομιμότητα, τι εξαπάτηση και ποιά η διαφορά τους.
Εφόσον κυρίαρχο θέμα της, είναι το whisky, θα έλεγα ότι αποτελεί μια ιδιαίτερα καλή επιλογή για όλους τους λάτρεις του σκωτσέζικου αυτού ποτού, καθώς μέσα από την μύηση των πρωταγωνιστών θα σας ξυπνήσει γεύσεις και αρώματα των πιο ακριβών προϊόντων του είδους. Έπειτα, προτείνεται σε όλους όσους ψάχνουν για μια διαφορετική ταινία, που φέρει κάποιο μήνυμα, αλλά που δεν θα κουράσει ο τρόπος με τον οποίο το μεταδίδει.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανική κωμωδία του 2012, σε σενάριο του Paul Laverty και σκηνοθεσία του Ken Loach, διάρκειας 101 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Paul Brannigan, Siobhan Reilly, John Henshaw, John Henshaw, Gary Maitland και asmin Riggins.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

13 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Marley

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Marley


Η υπόθεση
Ο Bob Marley ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα της διεθνούς μουσικής σκηνής και παράλληλα ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα του περασμένου αιώνα. Το όνομά του, έχει ταυτιστεί με την reggae, την μαριχουάνα, την Jamaica και την ειρήνη, όμως όλα όσα τον χαρακτηρίζουν, δεν περιορίζονται μόνο σ' αυτά.

Η κριτική
Η επιτυχία ενός βιογραφικού ντοκιμαντέρ δεν εξαρτάται μόνο από το κατά πόσο θ' αρέσει στους θαυμαστές του προσώπου στ' οποίο αφορά, αλλά κυρίως από το κατά πόσο θα καταφέρει να δώσει ένα ολοκληρωμένο πορτραίτο της προσωπικότητάς του, δίνοντας την ευκαιρία στον οποιονδήποτε να έρθει σ' επαφή μ' αυτό και ν' αναγνωρίσει την αξία του. Το "Marley" σίγουρα ανήκει λοιπόν, σ' αυτήν την κατηγορία, καθώς μέσα από ένα οδοιπορικό στον κόσμο του μουσικού, ο θεατής έρχεται σ' επαφή με πολλά στοιχεία που συνθέτουν την εξέχουσα προσωπικότητα του διεθνώς αναγνωρισμένου Τζαμαϊκανού.
Ο Bob Marley, δεν ήταν απλώς μια περσόνα της διεθνούς μουσικής σκηνής που έκανε επιτυχία στην εποχή της ή που απλώς θεωρείται ο βασιλιάς της reggae και συνδέεται αποκλειστικά μ' αυτό το μουσικό είδος. Ο Marley έχει καταφέρει να γίνει ένα σύμβολο, που 30 χρόνια μετά το θάνατό του, συνεχίζει να μιλά μέσω των στίχων του, και να γίνεται ολοένα και πιο σύγχρονος και δημοφιλής στις νεώτερες γενειές.
Ένας μιγάς από την Jamaica, λοιπόν, ένας νεαρός του περιθωρίου, καθώς δεν αναγνωρίστηκε ποτέ ως λευκός από τους λευκούς ή μαύρος απ' τους μαύρους, με τεράστια αγάπη για την μουσική, κατάφερε να συνδέσει το επώνυμο Marley, που παρέπεμπε μέχρι εκείνη την εποχή στην Jamaica, σε μια κατασκευαστική εταιρεία, με το δικό του πρόσωπο. Όπως αναφέρεται στην ταινία, η απόρριψή του από τους συγγενείς του πατέρα του, τον ώθησε να γράψει το "Corner stone" κι όπως λέει η ετεροθαλής αδελφή του, οι στίχοι του τραγουδιού αυτού μοιάζουν προφητικοί, καθώς όντως, σήμερα, ένας είναι ο Marley και σίγουρα δεν σχετίζεται με την κατασκευαστική εταιρεία. Ίσως, σ' αυτό το γεγονός να βασίζεται κι η επιλογή του επιθέτου μονάχα, του μεγάλου καλλιτέχνη, ως τίτλος του ντοκιμαντέρ.
Το ντοκιμαντέρ ξεκινά εισάγοντας τον θεατή στην κοινωνικο-πολιτική κατάσταση της Jamaica των παιδικών χρόνων του Marley. Ύστερα, αναφέρεται στα πρώτα βήματα του νεαρού καλλιτέχνη στον μουσικό χώρο, στην σχέση του με το κίνημα του ρασταφαριανισμού, το οποίο όπως αναφέρει κι ο ίδιος, σε απόσπασμα συνέντευξής του, είναι η ταυτότητά του. Έπειτα συνεχίζει με την γνωριμία και τον γάμο του με την Rita Marley κι ακολουθεί μια γραμμική πορεία της αναπτυσσόμενης καριέρας του.
Το σημαντικότερο στοιχείο του ντοκιμαντέρ, όμως, είναι ότι δεν προβάλλει τον star, αλλά τον θνητό Bob Marley. Μέσα από μια ποικιλία συνεντεύξεων από τη γυναίκα, τις ερωμένες, του φίλους, τους συνεργάτες, τους συγγενείς, τα παιδιά του ή όσους είχαν την τύχη να γνωρίσουν τον Marley, προβάλλεται η ικανότητα του ανθρώπου αυτού να συναναστραφεί τον οποιονδήποτε συνάνθρωπό του και να προσφέρει στον καθένα, κάτι εντελώς διαφορετικό κι αναγκαίο. Κι ίσως να είναι αυτή του η ανάγκη για προσφορά στην κοινωνία και στον καθένα προσωπικά, που σε συνδυασμό με το μουσικό του ταλέντο, τον ώθησαν στο να γίνει διάσημος.
Ο τρόπος με τον οποίο είναι γυρισμένο το έργο, επίσης, διατηρεί τον χαρακτήρα του μεγάλου μουσικού, αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο τον κόσμο του ανθρώπου που απέκτησε μια ντουζίνα παιδιά, που ζούσε ελεύθερα με τους δικούς του κανόνες, που σχετίστηκε με την πολιτική στην προσπάθειά του να προσφέρει στην κοινωνία και που έκανε την Jamaica γνωστή σε όλη την υφήλιο. Ακόμα, με την επιλογή των καταπράσινων εικόνων που προβάλλει, χωρίς λόγια, αφήνει τον θεατή να κατανοήσει τον λόγο που το μεγάλο αστέρι, ποτέ δεν απαρνήθηκε την πατρίδα του και που, παρά τα όσα αντιμετώπισε εκεί, πάντα αγαπούσε την Αφρική και θεωρούσε ολόκληρη την ήπειρο γενέτειρά του.
Έχοντας καταφέρει ν' αποδώσει το κλίμα της εποχής που έλαμψε ο Bob Marley, το μεγαλείο της προσωπικότητάς του και το λόγο που ακόμα και σήμερα τα τραγούδια του συνεχίζουν ν' ακούγονται και να περνάνε στις επόμενες γενιές, η ταινία, προτείνεται στους λάτρεις του σπουδαίου μουσικού, αλλά και σε όσους ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τον λόγο που το όνομά του δεν έσβησε με τον θάνατό του.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικανικο-βρετανικό βιογραφικό ντοκιμαντέρ του 2012, σε σκηνοθεσία του Kevin Macdonald, διάρκειας 144 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bob Marley, Ziggy Marley, Jimmy Cliff, Rita Marley, Cedella Marley, Lee "Scratch" Perry και Cindy Breakspeare.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

15 Νοεμβρίου 2012

(2012) Οδηγός ιδεολογίας για διεστραμμένους

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The pervert's guide to ideology


Η υπόθεση
Ο Σλοβένος διαλεκτικός-υλιστής φιλόσοφος, Slavoj Žižek, αποπειράται να δώσει στο κινηματογραφικό κοινό έναν ορισμό για την έννοια της ιδεολογίας, ξεκινώντας από τον τρόπο δημιουργίας της και φτάνοντας να εξηγεί τις επιδράσεις αυτής στην κοινωνική δομή.

Η κριτική
Ο "Οδηγός ιδεολογίας για διεστραμμένους" είναι ένα έργο ντοκιμαντερίστικου χαρακτήρα, που δεν μοιάζει πολύ με τα ντοκιμαντέρ που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε. Περισσότερο, δίνει την αίσθηση ενός φιλοσοφικού κειμένου, το οποίο αντί να τυπωθεί, προβάλλεται στις αίθουσες.
Έχοντας μια διάρκεια που ξεπερνά τις δυο ώρες, κι ένα θέμα αρκετά ευρύ, που δυστυχώς είναι αδύνατον να καλυφθεί επαρκώς από τον οποιονδήποτε ειδικό, η νέα ταινία της Sophie Fiennes, αποτελεί απλώς μια προσπάθεια, μέσω διαφόρων παραδειγμάτων από κινηματογραφικά αποσπάσματα ή πραγματικά ντοκουμέντα, να δοθεί μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για την δομή της σημερινής κοινωνίας, τις ανάγκες της και τον τρόπο εξέλιξής της.
Για να μπορέσει κάποιος να φτάσει στον πυρήνα της ιδεολογίας και του τρόπου που λειτουργεί αυτή, θα πρέπει να διασπάσει το άτομο, να κατανοήσει πλήρως τις ανάγκες και τις προσδοκίες του, αλλά συγχρόνως να μην παραμελήσει το γεγονός ότι όλοι, είμαστε προϊόντα ενός κοινωνικού συνόλου, οπότε δρούμε κι αντιδρούμε μαζικά, βάσει των ερεθισμάτων που έχουμε λάβει από τη γέννησή μας και κανείς δεν λειτουργεί αυτόνομα.
Επίσης, σημαντικό στοιχείο, είναι ότι δεν υπάρχει μια και μοναδική ιδεολογία που διέπει το παγκόσμιο κοινωνικό σύνολο, αλλά μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι έχουν υπάρξει πολλές και σημαντικές ιδεολογικές απόψεις, που έχουν ασκήσει τεράστια επιρροή στην παγκόσμια ιστορία και σε διαφόρους κοινωνικούς, πολιτικούς ή οικονομικούς παράγοντες.
Με άλλα λόγια, το δίωρο ντοκιμαντέρ που πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ο ευφυής μονόλογος του Žižek, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα χαοτικό σύνολο από διάφορα ιδεολογικά παραδείγματα, με σκοπό να γίνει πιο σαφής στον θεατή, ο ρόλος του ανθρώπου στην κοινωνία του σήμερα, του αύριο και του χτες.
Προσωπικά, δεν μπορώ να κρίνω το κατά πόσο καταφέρνει να προβληματίσει ή να πείσει τον σύγχρονο θεατή που θα επιλέξει να το παρακολουθήσει. Νομίζω θα πρέπει ν' αναφέρω ότι εμένα δεν κατάφερε να με προβληματίσει στο ελάχιστο, για τον εξής απλούστατο λόγο, ότι ένιωσα να βλέπω την γυμνή αλήθεια της σύγχρονης πραγματικότητας, όπως η ίδια αντιλαμβάνομαι, στο κινηματογραφικό πανί.
Δεδομένου λοιπόν αυτού, έχω την αίσθηση ότι το κινηματογραφικό αυτό δοκίμιο, δεν έχει την διάθεση να εκβιάσει τις σκέψεις του κοινού, αλλά στοχεύει περισσότερο στον προβληματισμό του. Πιστεύω, επίσης, ότι ανάλογα με τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του καθενός από 'σας, άλλα πράγματα έχει να πει στον καθένα. Σε κάποιους θα φανεί πολύπλοκο κι ανούσιο, σε κάποιους άλλους μπορεί να φανεί ιδιοφυές κι ιδιαίτερα εύστοχο. Για 'μενα αποτελεί μια εκδοχή της πραγματικότητας, δοσμένη όσο το δυνατόν πιο κατανοητά στο σινεφίλ κοινό.
Σημείωση: Ένα δείγμα των καταστάσεων στις οποίες στέκεται για κάποια ώρα το φιλμ είναι ο ναζισμός, η Ε.Σ.Σ.Δ., οι ειρηνικές επεμβάσεις των Αμερικανών στρατιωτικών, ο χριστιανισμός, ο αθεϊσμός, τα γεγονότα βανδαλισμών στην Αγγλία του 2011, οι δολοφονίες του ίδιου έτους στην Νορβηγία, οι διάφορες χρήσεις της 9ης Συμφωνίας του Beethoven, ο καταναλωτισμός και πολλά άλλα, εξίσου ασύνδετα θέματα.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό ντοκιμαντέρ του 2012, σε σενάριο του Slavoj Žižek και σκηνοθεσία της Sophie Fiennes, διάρκειας 134 λεπτών, με πρωταγωνιστή τον Slavoj Žižek και διάφορα οπτικο-ακουστικά αποσπάσματα.

Οι σύνδεσμοι

(2006) Κινηματογραφικός οδηγός για διεστραμμένους

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The pervert's guide to cinema
Εναλλακτικός ελληνικός τίτλος: Ο κινηματογράφος του Slavoj Žižek


Η υπόθεση
Ο Σλοβένος διαλεκτικός-υλιστής φιλόσοφος, Slavoj Žižek, αποπειράται να εξηγήσει στον κινηματογραφικό θεατή, την ουσία της κινηματογραφικής τέχνης και την προσφορά της στον άνθρωπο, μέσω της φροϋδικής θεωρίας και διαφόρων παραδειγμάτων από το διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα.

Η κριτική
Ο "Κινηματογραφικός οδηγός για διεστραμμένους" θα μπορούσαμε να πούμε ότι κρύβει στον τίτλο του, ήδη, ολόκληρο το νόημα της ύπαρξής του. Αν αναρωτηθούμε τον λόγο για τον οποίο έχει μπει στον τίτλο η λέξη "διεστραμμένος", τότε με μεγάλη ευκολία συσχετίζουμε την κινηματογραφική τέχνη με την ψυχολογία κι αντιστρόφως.
Το σινεμά και το θέατρο, οι δυο αυτές αναπαραστατικές τέχνες, αποτελούν μια πλασματική πλευρά του πραγματικού κόσμου, την οποία ο κινηματογραφικός θεατής έχει την δυνατότητα να παρακολουθήσει σαν να κοιτά μέσα από μια χαραμάδα. Έχει με άλλα λόγια την δυνατότητα να παρακολουθήσει από μια καθαρά ηδονοβλεπτική σκοπιά, κρατώντας όμως μια απόσταση ασφαλείας, ένα κομμάτι της πραγματικότητας.
Ξεκινώντας το έργο, ο θεατής έχει την αίσθηση ότι μέσω διαφόρων γνωστών κινηματογραφικών παραδειγμάτων, θα του αποκαλυφθεί ο κόσμος της φροϋδικής θεωρίας της ψυχολογίας. Λίγο μετά συνειδητοποιεί ότι θα πρέπει να έχει τις απαραίτητες γνώσεις επί του θέματος, για να μπορέσει να κατανοήσει το εγχείρημα, και κάπου στην μέση περίπου της ταινίας, είναι πλέον σαφές, ότι γίνεται μάρτυρας ενός διαλογικού μονολόγου, ανάμεσα στην ψυχολογία και το σινεμά.
Αναρωτώμενος, λοιπόν, αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα, ο Žižek, έχοντας ως επίκεντρο τον τρόπο που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του, προσπαθεί να εξηγήσει τον σκοπό που εξυπηρετεί η παρακολούθηση ενός κινηματογραφικού έργου και για κάποιον γνώστη των βασικών ψυχολογικών εννοιών το καταφέρνει.
Το ατόπημα, όμως, στο οποίο πέφτει άθελά του ο Σλοβένος φιλόσοφος, είναι ότι δεν προσπαθεί να εξηγήσει στο σύνολό της την κινηματογραφική τέχνη, παρά στέκεται στην επεξήγηση συγκεκριμένων ταινιών, από μεγάλους μάστορές της, εξηγώντας κυρίως τη δική τους προσφορά στην τέχνη και την επίδρασή τους στην ανθρώπινη ψυχή. Όντας, βέβαια, πρακτικά αδύνατον να καταφέρει να καταπιαστεί μέσα σε δυο ώρες, με όλο το κινηματογραφικό σύνολο, καταφέρνει να ασχοληθεί με τα περισσότερα κλασικά παραδείγματα που θα μπορούσαν ν' αναλυθούν.
Πατώντας στο "Εγώ", το "Υπερεγώ" και το "Αυτό (Εκείνο)", την "λίμπιντο", το "οιδιπόδειο σύμπλεγμα", την έννοια της επιθυμίας και την ανάγκη της φαντασίωσης στην πραγματικότητά μας, και με παραδείγματα των Hitchcock, Lynch, Tarkovsky, Kieslowski, Bergman, Chaplin, κ.α., ο Slavoj Žižek, παρουσιάζει ένα αξιόλογο εγχείρημα, που απευθύνεται στους φανατικούς κινηματογραφόβιους θεατές, που έχουν παράλληλα βασικές γνώσεις για την θεωρία που έχει αναπτύξει ο Sigmund Freud πάνω στην ανθρώπινη ψυχολογία.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό ντοκιμαντέρ του 2006, σε σενάριο του Slavoj Žižek και σκηνοθεσία της Sophie Fiennes, διάρκειας 150 λεπτών, με πρωταγωνιστή τον Slavoj Žižek και διάφορα οπτικο-ακουστικά αποσπάσματα.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

7 Νοεμβρίου 2012

(2012) Επτά ψυχοπαθείς

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Seven psychopaths


Η υπόθεση
Ο Marty (Colin Farrell) είναι ένας Ιρλανδός συγγραφέας που προσπαθεί να ολοκληρώσει το σενάριο της καινούργιας του ταινίας, "Επτά ψυχοπαθείς". Μέχρι στιγμής έχει βρει μόνο, τους δυο από τους επτά πρωταγωνιστές του. Βέβαια, με τη βοήθεια του καλύτερού του φίλου, Billy (Sam Rockwell), και του συνεργάτη του, Hans (Christopher Walken), δεν θ' αργήσει να βρει και τους υπόλοιπους, καθώς οι δυο τους θα τον μπλέξουν σε μια τρελή κατάσταση με πολλά δείγματα ψυχοπαθούς συμπεριφοράς. Ο Hans κι ο Billy βγάζουν τα προς το ζην από μια επιχείρηση "δανεισμού" σκυλιών που έχουν στήσει. Κάποια μέρα, όμως, απαγάγοντας τον σκύλο του Charlie (Woody Harrelson), ενός μαφιόζου που είναι συναισθηματικά εξαρτημένος απ' τον σκύλο του, Bonny, τα πράγματα θα μπερδευτούν κι ο Marty θα βρεθεί κυνηγημένος να προσπαθεί να επιβιώσει και να ολοκληρώσει την ιστορία του.

Η κριτική
Οι "Επτά ψυχοπαθείς", χωρίς να συγκαταλέγεται στις ταινίες που αφήνουν άφωνο τον θεατή, αλλά ούτε και σ' αυτές που κάνουν το κοινό να γελά ασταμάτητα, είναι ομολογουμένως, μια ευφυέστατη μαύρη κωμωδία, μ' ένα ιδιαίτερα μακάβριο χιούμορ, που τις περισσότερες φορές είναι αρκετά εύστοχο.
Οι τίτλοι της ταινίας θα πέσουν με τη συνοδεία ενός καθαρόαιμου αμερικάνικου μουσικού κομματιού κι η πρώτη εικόνα θα είναι η γνώριμη επιγραφή του Hollywood, που έχουμε δει και ξαναδεί στις διάφορες ταινίες. Η κάμερα θα μας συστήσει δυο τύπους που στέκονται απέναντί της και συζητούν για διάφορα φρικιαστικά εγκλήματα, όπως μιλάνε άλλοι γι' αυτοκίνητα ή αθλητισμό, ενώ ταυτόχρονα περιμένουν να εμφανιστεί η κοπέλα που πρόκειται να δολοφονήσουν. Όσο η κουβέντα βρίσκεται σε εξέλιξη, τους πλησιάζει, από πίσω ένας τύπος με κόκκινη κουκούλα, τους τινάζει τα μυαλά στον αέρα και πετά στα σώματά τους από ένα καρό τραπουλόχαρτο με τη φιγούρα του Βαλέ. Αυτός είναι κι ο πρώτος ψυχοπαθής.
Κάπως έτσι, απλά και καθημερινά, θα κάνουν την εμφάνισή τους όλοι οι πρωταγωνιστές της ταινίας. Ο Marty, για παράδειγμα, θα μας παρουσιαστεί ως ένας αλκοολικός Ιρλανδός συγγραφέας που προσπαθεί να γράψει μια ταινία με πρωταγωνιστές επτά ψυχοπαθείς, η οποία όμως, θα μιλά γι' αγάπη κι ειρήνη και δεν θα περιέχει, ει δυνατόν και καθόλου, βία. Ο Hans από την άλλη, είναι ένας καλοκάγαθος κι ακραία ψύχραιμος χαρακτήρας κι ο Charlie, αποτελεί την επιτομή της ψυχοπάθειας, έχοντας διάφορες εμμονές, με το σκύλο ή το όπλο του, που δεν φαντάζεται ποτέ κανείς ότι θα μπορούσε να έχει ένας μαφιόζος.
Λίγο-πολύ, όλοι οι ψυχοπαθείς της ταινίας, είτε είναι φανταστικοί, είτε υπαρκτοί, ανεξαιρέτως, είναι τρελοί, με μια έντονη δόση καθημερινότητας. Κι ίσως αυτό να είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα στο χιούμορ της. Ο θεατής αιφνιδιάζεται και γελά από την λιτότητα με την οποία αντιμετωπίζονται κάποιες καταστάσεις.
Από πλευράς σεναρίου τώρα, η αλήθεια είναι πώς η ταινία αφοπλίζει. Έχοντας ως πρωταγωνιστή ένα σεναριογράφο που θέλει να φτιάξει μια ταινία, με τον ίδιο τίτλο της ταινίας που ο θεατής ήδη παρακολουθεί, έχοντας ως κεντρικό θέμα επτά ψυχοπαθείς που συμμετέχουν σε μια ταινία που προβάλει την αγάπη και την ειρήνη και γελά με τις άκυρες καταστάσεις ή συμπεριφορές των πρωταγωνιστών, η ταινία δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτυχημένη.
Ωστόσο, το γεγονός ότι μπλέκει επτά ψυχοπαθείς, με μαύρη κωμωδία, δράμα, όπλα, δράση, φιλοσοφία και θρησκεία, δημιουργεί μια πολύπλοκη κατάσταση και δεν δίνει στον θεατή την δυνατότητα να σχηματίσει μια συγκεκριμένη ψυχολογία, παρά τον περνά από την δράση στην συναισθηματική φόρτιση κι από 'κει στο γέλιο, σε ελάχιστο χρόνο.
Ως προς τις ερμηνείες τώρα, όλοι οι ηθοποιοί που συμμετέχουν έχουν συμβάλλει με εξαιρετικό τρόπο στη σωστή παρουσίαση των χαρακτήρων, κανείς τους όμως δεν κάνει την έκπληξη. Όλοι τους είναι απολαυστικοί, αλλά ως εκεί. Η φωτογραφία κι η μουσική επένδυση αρκετά προσεγμένες, επίσης.
Εν κατακλείδι, αν σας αρέσουν οι μαύρες κωμωδίες με μια γερή δόση black humor, αλλά και με μια δραματική ατμόσφαιρα, προτιμήστε την. Αν πάλι, θέλετε κάτι περισσότερο κωμικό και τρελό, να ξέρετε ότι θα σας φανεί μια μέτρια ταινία, όχι όμως ότι θα 'χετε χάσει και τον χρόνο σας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Βρετανική μαύρη κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Martin McDonagh, διάρκειας 110 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Colin Farrell, Sam Rockwell, Christopher Walken,
Woody Harrelson, Tom Waits, Long Nguyen, Linda Bright Clay, Abbie Cornish και Olga Kurylenko.


Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

(2012) The dinosaur project

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The dinosaur project


Η υπόθεση
Μετά τις διάφορες τηλεοπτικές αναφορές στο μυθικό αφρικανικό τέρας "Mokele mbembe", μια ομάδα πεπειραμένων εξερευνητών του Βρετανικού Συλλόγου Κρυπτοζωολογίας θα ξεκινήσει ένα ταξίδι με σκοπό να επιβεβαιώσει την ύπαρξη αυτού του πλάσματος, αλλά και τη φύση του. Η ομάδα, όμως, εξαφανίζεται μέσα στη ζούγκλα του Κονγκό και τρεις βδομάδες μετά, θα κάνει την εμφάνισή του ένα σακίδιο με κινηματογραφικό υλικό που ξεπερνά τις 100 ώρες, μέσα στο οποίο περιέχονται ντοκουμέντα για την ύπαρξη δεινοσαύρων.

Η κριτική
Το "The dinosaur project" ανήκει στις ταινίες found footage, κι αποτελεί ένα από τα χειρότερα δείγματα του είδους. Προσωπικά, δεν μου αρέσει που δεν μου αρέσει αυτή η κατηγορία ταινιών, αν από τις πρώτες ταινίες που τύχαινε να παρακολουθήσω, ήταν η συγκεκριμένη, πιθανότατα να μην επιχειρούσα ποτέ να ξαναδώ κάτι αντίστοιχο.
Ας πάρω τα πράγματα από την αρχή. Η ταινία θα ξεκινήσει προβάλλοντας ένα μήνυμα στο οποίο ο θεατής πληροφορείται ότι το 80λετπο αποτέλεσμα της ταινίας είναι μια συρραφή από το υλικό υψηλής ευκρίνειας που κινηματογράφησε η ομάδα, το οποίο ξεπερνά τις 100 ώρες. Και λέω εγώ με το φτωχό μυαλό μου: Το έργο που είδα, το πολύ να καλύπτει 72 ώρες. Ας πούμε λοιπόν, ότι τα μέλη της ομάδας κινηματογραφούσαν τα πάντα, με πολλές κάμερες. Νομίζω ότι αν από μια περιπέτεια 72 ωρών, προέκυψαν 100 ώρες αμοντάριστου υλικού και το αποτέλεσμα που μπορεί να παρουσιαστεί και να καλύψει επαρκώς και τις 72 ώρες, ανάγεται στα 80 λεπτά, δεν θέλει και πολύ μυαλό να καταλάβει κανείς για τι υπέρτατη αρλούμπα μιλάμε. Η υπερβολή σ' όλο της το μεγαλείο.
Αξίζει εδώ ν' αναφέρω ότι το "Mokele mbembe" είναι ένα υπαρκτό μυθικό πλάσμα της Αφρικανικής ηπείρου. Όταν λέω, βέβαια, υπαρκτό, δεν εννοώ ότι το έχω δει με τα μάτια μου, αλλά όπως υπάρχει το τέρας του Loch Ness στη Σκωτία ή ο Bigfoot στην Αμερική, έτσι υπάρχουν φήμες και για ένα τέρας στο Κονγκό με τ' όνομα "Mokele mbembe". Θα μου πείτε τώρα, για ποιό λόγο επέλεξαν το συγκεκριμένο που είναι σχετικά άγνωστο κι όχι κάποιο από τα δυο πιο γνωστά. Μα φυσικά γιατί, στην Αφρική, δεν θα τους κράξει πολύς κόσμος αν ανακαλύψουν έναν ολόκληρο ζωολογικό κήπο, γεμάτο από διάφορα είδη δεινοσαύρων, μιας κι είναι γνωστό ότι μεγάλες εκτάσεις της δεν έχουν ποτέ εξερευνηθεί.
Οπότε, λίγο να βάλεις το αρχικό μήνυμα που σ' ενημερώνει ότι το, αψεγάδιαστα μονταρισμένο, 80λπετο υλικό που θα παρακολουθήσεις είναι πραγματικό. Λίγο να βάλεις την υπερβολή του, που σ' εκνευρίζει το ότι σε θεωρούν τόσο ανεγκέφαλο και περιμένουν τη συγκατάθεσή σου, έστω και για 80 λεπτά, ότι αυτό που παρακολουθείς έχει κάποιες ρεαλιστικές βάσεις. Άλλο λίγο, οι αντιπαθητικοί χαρακτήρες, που από τις συστάσεις και μόνο, χαίρεσαι που ξέρεις ότι οι μισοί από αυτούς θα πεθάνουν, και για το τέλος το καλύτερο, η εικόνα της κάμερας.
Η εικόνα της κάμερας, η οποία έχει μερικά black screens, που άμα ήταν από μονταρισμένο υλικό 100 ωρών θα είχαν αφαιρεθεί. Η ίδια εικόνα που κουνάει πολύ και καταγράφει ό,τι να 'ναι. Κι αυτή η εικόνα που προέρχεται από τις διασωθείσες κάμερες, που ενώ κατά την πρόσκρουση του ελικοπτέρου, ψήθηκαν όλες οι ηλεκτρονικές συσκευές που θα επέτρεπαν την επικοινωνία, περιέργως όλες οι κάμερες σώθηκαν.
Με λίγα λόγια λοιπόν... Άσε μας πουλάκι μου, που δεν έχεις πώς να σκοτώσεις το χρόνο σου, γυρνάς ό,τι σου κατέβει στην κεφάλα και περιμένεις ο άλλος να ξοδέψει τον χρόνο του να το παρακολουθήσει. Ταινία να γυρνούσα μ' ένα ζόμπι καλύπτοντας μια διαδρομή του τραμ από την αφετηρία ως τον τερματικό σταθμό, περισσότερο ενδιαφέρον θα 'χε... άσε που θα 'χε και μια πρωτοτυπία!

Βαθμολογία: 0/5

Τα σχετικά
Βρετανική περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας του 2012, βασισμένη σε ιστορία των Sid Bennett και Tom Pridham, σε σενάριο των Sid Bennett και Jay Basu και σκηνοθεσία του Sid Bennett, διάρκειας 83 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Matt Kane, Richard Dillane, Peter Brooke, Abena Ayivor, Stephen Jennings και Natasha Loring.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

6 Νοεμβρίου 2012

(2012) Skyfall

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Skyfall


Η υπόθεση
Ο James Bond (Daniel Craig) βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, όπου καταδιώκει έναν άντρα, ο οποίος έχει κλέψει τον σκληρό δίσκο που περιέχονται όλα τα στοιχεία για τις ταυτότητες των μυστικών πρακτόρων που έχουν εισχωρήσει σε τρομοκρατικές οργανώσεις ανά τον πλανήτη. Η καταδίωξη λήγει άδοξα, καθώς η M (Judi Dench) δίνει εντολή στην συνάδελφο του Bond, Eve (Naomie Harris), να ρίξει στον στόχο, ακόμα κι αν δεν έχει καθαρό πεδίο βολής. Η σφαίρα πετυχαίνει τον Bond και τρεις μήνες μετά, ο δίσκος έχει κάνει φτερά κι ο πράκτορας 007 θεωρείται νεκρός. Ο Bond θα επιστρέψει στη βάση του, όταν η είδηση για βομβιστική επίθεση στα κεντρικά γραφεία της MI6 θα κάνει το γύρο του κόσμου και θα καταλάβει ότι η υπηρεσία χρειάζεται τη βοήθειά του. Αποτυγχάνοντας σε όλα τα τεστ, θα κριθεί κατάλληλος να επιστρέψει στην ενεργό δράση, να βρει τους τρομοκράτες που απειλούν τις μυστικές υπηρεσίες και να τους αφανίσει.

Η κριτική
Το "Skyfall" είναι μια υπερπαραγωγή υψηλών προδιαγραφών, καθώς το τραγούδι των τίτλων έχει αναλάβει η βασίλισσα της βρετανικής μουσικής σκηνής, Adele, στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθεται ο Sam Mendes και στον ρόλο του κακού θα συναντήσουμε τον Javier Bardem, που κάνει επίδειξη των ικανοτήτων του, γι' ακόμη μια φορά.
Δεν ξέρω αν μπορούμε να μιλήσουμε ανοιχτά για την καλύτερη ταινία Bond που έχει ποτέ γυριστεί, σίγουρα όμως μπορούμε να την θεωρήσουμε την καλύτερη της τριλογίας με πρωταγωνιστή τον Daniel Craig και μια από τις καλύτερες εκ των εικοσιτριών ταινιών που εμφανίζεται ο θρυλικός πράκτορας.
Εδώ βέβαια, θα χρειαστεί να επιστήσω την προσοχή σας. Το γεγονός ότι από πολλούς, ακούγονται εγκωμιαστικά σχόλια για τη συγκεκριμένη ταινία, δεν συνεπάγεται αυτόματα και την επιστροφή της στις παλιές καλές εποχές, που οι ταινίες Bond ήταν γεμάτες gadgets, αυτοκίνητα και γυναίκες. Αντίθετα, μιλάμε για έναν Bond σύγχρονο που, επιτέλους, πείθει εξίσου το νεώτερο και το πιστό κοινό του θρυλικού πράκτορα και που αναλαμβάνει να διαιωνίσει το είδωλο αυτό, οδεύοντας τώρα προς τα 100 χρόνια επιτυχημένης παρουσίας του στον κινηματογραφικό χώρο.
Απόλυτα προσαρμοσμένος στις ανάγκες της σημερινής εποχής, ο Bond εδώ, επιλέγει τον δύσκολο δρόμο της αναδρομής. Αντί των gadgets λοιπόν, τα οποία πλέον αποτελούν κομμάτι της σύγχρονης κοινωνίας και πολύ δύσκολα εκπλήσσουν, ο Bond θα επιστρέψει στις ρίζες του και στους παλιούς, καλούς, πατροπαράδοτους τρόπους που φέρνουν στο μυαλό μια άλλη εποχή, στην οποία οι ηθικές αξίες ήταν εμφανείς και στέρεες. Η επανεμφάνιση, δε, της θρυλικής Aston Martin DB5 αναπληρώνει την όποια απώλεια σύγχρονων μοντέλων αυτοκινήτων.
Βέβαια, η επιλογή της επιστροφής στα παλιά, αφήνει ένα μεγάλο περιθώριο για συγκρίσεις, από τις οποίες ο Craig θα μπορούσε να βγει ηττημένος. Όμως για πρώτη φορά, ο Daniel και ο James συνυπάρχουν τόσο αρμονικά, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για συγκρίσεις. Προσωπικά ο Daniel Craig, μέχρι στιγμής δεν είχε καταφέρει να με πείσει ως James Bond και δεν ξέρω αν μπορούμε να μιλάμε, πλέον, για έναν καλύτερο πράκτορα από τον Sean Connery, σίγουρα όμως μιλάμε για έναν χαρακτήρα που έρχεται σε σύγκρουση με τις σκιές τις ΜΙ6 (όταν δείτε την ταινία θα καταλάβετε πού αναφέρομαι) και βγαίνει, επιτέλους, αλώβητος από τη σημαντικότερη όλων των σκιών, αυτή του Connery.
Η ανάγκη της κοινωνίας να επιστρέψει σ' ένα παρελθόν καλύτερο απ' το παρόν και να ξεκινήσει από την αρχή, υπάρχει διάχυτη σ' όλη τη διάρκεια της ταινίας, ακόμα και στον τίτλο της. Το "Skyfall", θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμα κι ως φόρος τιμής στην παρουσία της Judi Dench στον ρόλο της M, καθώς σταδιακά, θα τη δούμε να μετατρέπεται στο επίμαχο πρόσωπο της ταινίας. Από τις αρχές του έργου κιόλας, θα δούμε το πρόσωπό της να έχει αντικαταστήσει το πρόσωπο της βασίλισσας Ελισάβετ κι ένα μήνυμα θα κάνει την εμφάνισή του που θα την παροτρύνει να σκεφτεί τις αμαρτίες της.
Παράλληλα, ο Q (Ben Whishaw) κι η Δεσποινίς Moneypenny επιστρέφουν μετά από δυο ταινίες κι οι διάλογοι, εκτός από την σπιρτάδα τους, που προκαλεί ένα ελαφρύ μειδίαμα στον θεατή, περνάνε σε άλλο επίπεδο, ωθώντας το κοινό να γελάσει με την ψυχή του, κάποιες στιγμές. Κορυφαία, είναι η παρουσία του Javier Bardem σε ρόλο κακού, ο οποίος σίγουρα είναι ο καλύτερος υποχθόνιος αντίπαλος και των εικοσιτριών ταινιών Bond.
Η σκηνοθετική άποψη του Sam Mendes κι η φωτογραφία της συγκεκριμένης ταινίας, είναι καταπληκτικές, έχοντας επιτύχει να βρουν τη χρυσή τομή της σύγχρονης τεχνολογίας γραφικών και των παλιών καλών, λόγω της απλότητάς τους, εφέ.
Με δυο λόγια, συστήνεται ανεπιφύλακτα, στους λάτρεις της περιπέτειας δράσης, του James Bond, του Daniel Craig και του Javier Bardem, σημειώνοντας και τονίζοντας στους παλιούς θεατές, ότι μιλάμε για έναν σύγχρονο Bond κι όχι για μια φτηνή κόπια του Sean Connery.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Βρετανική περιπέτεια κατασκοπείας του 2012, βασισμένη στους χαρακτήρες του Ian Fleming, σε σενάριο των Neal Purvis, Robert Wade και John Logan και σκηνοθεσία του Sam Mendes, διάρκειας 143 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Daniel Craig, Judi Dench, Javier Bardem, Naomie Harris, Ralph Fiennes, Bérénice Marlohe, Ben Whishaw και Albert Finney.

Οι σύνδεσμοι
Imdb