Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2013. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2013. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

4 Απριλίου 2013

(2013) Ξέχασέ το!

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Admission


Η υπόθεση
H Portia (Tina Fey) εργάζεται στο πανεπιστήμιο του Princeton, στο τμήμα που εξετάζει τις αιτήσεις όσων επιθυμούν να εισαχθούν στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο. Τα πάντα γύρω της βρίσκονται υπό απόλυτο έλεγχό κι η ζωή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί γραφική. Κάποια στιγμή όμως, θα συναντήσει τον John (Paul Rudd), έναν παλιό συμφοιτητή της, ο οποίος αγαπά τα ταξίδια, ζει απρόβλεπτα την κάθε στιγμή και μετά τον θάνατο της καλύτερής του φίλης, έχει αναλάβει την κηδεμονία του γιου της. Όταν βέβαια ο John βάλει στην Portia την υποψία ότι ένας συμμαθητής του θετού γιου του, ο Jeremiah (Nat Wolff), μπορεί να είναι το παιδί που είχε φέρει στην ζωή στα φοιτητικά της χρόνια και που στην συνέχεια έδωσε για υιοθεσία, τότε το καλά κρυμμένο μητρικό της ένστικτο ξυπνά, η ζωή της αναστατώνεται και κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι της για να βοηθήσει τον Jeremiah να γίνει δεκτός στο Princeton.

Η κριτική
Το "Ξέχασέ το!" είναι ακόμα μια από τις πολλές αμερικάνικες παραγωγές που ανεξάρτητα από το παγκόσμιο κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι, συνεχίζουν και βλέπουν το φως της κινηματογραφικής αίθουσας, καθώς καταφέρνουν να τονώσουν την ψυχολογία του κοινού τους, το οποίο αποτελείται συνήθως από γυναίκες, αφήνοντάς μια γλυκιά κι αισιόδοξη αίσθηση για την ζωή.
Την ιστορία απαρτίζουν η ανεξάρτητη κι απόλυτα συγκροτημένη σύγχρονη γυναίκα, Portia, η οποία βέβαια έχει καταλήξει να υιοθετήσει την συγκεκριμένη στάση απέναντι στην ζωή λόγω διαφόρων τραυματικών εμπειριών που έχει υποστεί σε νεαρότερη ηλικία, κι ο ανοιχτός σε νέα ερεθίσματα John, ο οποίος θ' αποτελέσει την αφορμή για την ριζική αλλαγή του τρόπου που αντιμετωπίζει κάποιες καταστάσεις η πρωταγωνίστρια.
Σε δεύτερο επίπεδο, πρωταρχικής όμως σημασίας, θίγεται το ζήτημα της μητρότητας, που ολοένα και περισσότερες γυναίκες καριέρας, αποποιούνται, έχοντας πείσει τους εαυτούς τους ότι είναι ακατάλληλες για να αναλάβουν τον συγκεκριμένο ρόλο. Από την μια στιγμή στην άλλη λοιπόν, η Portia βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν γιο που ποτέ της δεν πίστευε ότι θα μπορούσε ν' αναθρέψει σωστά, αλλά που καταλήγει ν' αγαπήσει με το πέρασμα του χρόνου, κάτι που την ωθεί να λειτουργήσει πρώτα ως μητέρα κι έπειτα ως χειραφετημένη γυναίκα καριέρας.
Παράλληλα δε, δίνεται έμφαση και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα πανεπιστήμια τους υποψήφιους σπουδαστές τους. Δεδομένου ότι τα μεγαλύτερα ιδρύματα λειτουργούν με βάση την καθαρή λογική, χρησιμοποιώντας ως μπούσουλα για την επιλογή τους, μια λίστα χαρακτηριστικών κι αφήνοντας στην άκρη το κατά πόσο τα βιογραφικά που εξετάζουν αντικατοπτρίζουν την δίψα για μάθηση των υποψηφίων, τα κρυφά τους ταλέντα ή την επιθυμία τους να φοιτήσουν αποκλειστικά στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο, γίνεται μια νύξη στην αδικία που υφίστανται κάποια από τα παιδιά που έχουν ικανότητες πολύ ανώτερες απ' όσες χωράει ένα έντυπο.  
Σεναριακά, λίγο ή πολύ, η εξέλιξη της ιστορίας είναι προβλέψιμη κι η σκηνοθεσία της είναι ανάλογη μιας ανάλαφρης αμερικάνικης κομεντί. Στους ηθοποιούς της επίσης δεν δίνεται η ευκαιρία να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους, καθώς οι ρόλοι τους έχουν ελάχιστες απαιτήσεις, στις οποίες, όπως είναι φυσικό, ανταπεξέρχονται κάτι περισσότερο από καλά.
Με δυο λόγια λοιπόν, αν αυτό που ζητάτε είναι μια ταινία που θα σας χαλαρώσει και θα σας διασκεδάσει, χωρίς να ξεφεύγει από τα χολιγουντιανά κλισέ, τότε το "Ξέχασέ το!" αποτελεί την ιδανική πρόταση για μια ευχάριστη έξοδο.


Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κομεντί του 2013, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Jean Hanff Korelitz, σε σενάριο της Karen Croner και σκηνοθεσία του Paul Weitz, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Tina Fey, Paul Rudd, Nat Wolff, Travaris Spears, Lily Tomlin, Gloria Reuben και Michael Sheen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

3 Απριλίου 2013

(2013) Τζακ ο κυνηγός γιγάντων

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Jack the giant slayer


Η υπόθεση
Σε παιδική ηλικία ο Jack (Nicholas Hoult) διδάσκεται την ιστορία των θρυλικών γιγάντων, χωρίς όμως να ξέρει με σιγουριά αν όλα αυτά ήταν κάποτε αληθινά. Δέκα χρόνια αργότερα, ένας μοναχός θα δώσει στον Jack, ως αντάλλαγμα για το άλογό του, ένα πουγκί μαγικά φασόλια, τα οποία θα τον προειδοποιήσει να μην τ' αφήσει να βραχούν. Ένα από τα φασόλια αυτά όμως θα γλυστρήσει κάτω από το πάτωμα του σπιτιού του και το ίδιο βράδυ, όταν στο σπίτι του Jack θα βρει καταφύγιο από τη βροχή η νεαρή πριγκίπισσα Isabelle (Eleanor Tomlinson), το φασόλι αυτό θα βραχεί κι η μαγική φασολία θα φυτρώσει, παρασέρνοντας την πριγκίπισσα στην χώρα των γιγάντων. Τώρα ο Jack, μαζί με μια βασιλική συνοδεία θα ξεκινήσει για την μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής του.

Η κριτική
Από τον σκηνοθέτη του "X-men", Bryan Singer, έρχεται μια μαγευτική παραλλαγή της κλασικής ιστορίας του μικρού Jack και της φασολιάς που έδωσε την ευκαιρία στον μικρό μας φίλο να επισκεφτεί τον κόσμο των ανθρωποφάγων γιγάντων και να πλουτίσει απ' τους θησαυρούς τους, γλυτώνοντας τελευταία στιγμή από την καταστροφή τον κόσμο των θνητών, καθώς κόβει την φασολιά πριν προλάβουν να κατέβουν απ' αυτήν τα γιγάντια τέρατα.
Χρησιμοποιώντας λοιπόν τον μύθο κι εμπλουτίζοντας την ιστορία με διάφορα στοιχεία που κάνουν το έργο να κινείται σε πιο μοντέρνους ρυθμούς, ο Αμερικανός δημιουργός, καταφέρνει να συνθέσει μια περιπέτεια που ελάχιστα θυμίζει την κλασική ιστορία του Jack και που απευθύνεται περισσότερο στους λάτρεις των περιπετειών μυθοπλασίας που βασίζονται στον εντυπωσιασμό μέσω καλοφτιαγμένων γραφικών.
Οι κύριες διαφορές που παρατηρούμε εδώ, είναι ότι τον Jack δεν τον γνωρίζουμε ως αγόρι, αλλά ως έναν έφηβο νέο που του δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τα θρυλικά πλάσματα, για τα οποία διάβαζε ιστορίες ως παιδί. Παράλληλα, εκτός από την ηλικιακή διαφορά, στην συγκεκριμένη εκδοχή του παιδικού παραμυθιού, κυρίαρχο ρόλο παίζει και το στοιχείο του απαγορευμένου έρωτα που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δυο νέους διαφορετικών κοινωνικών τάξεων, αλλά κι η διαφθορά του βασιλικού περίγυρου κι αυτών που εποφθαλμιούν την εξουσία. Ταυτόχρονα όμως, το σημαντικότερο στοιχείο είναι η διαφορετική τροπή της ιστορίας, η οποία σπάει την δράση σε δυο μέρη.
Αφενός, όπως είναι αναμενόμενο, στο πρώτο κομμάτι η δράση αναπτύσσεται με βάση τις οδηγίες του παραμυθιού. Έπειτα όμως από το θεωρητικά αίσιο τέλος που θα μπορούσε να έχει λάβει η ιστορία, έπεται κι ένα δεύτερο μέρος, στο οποίο η ροή των γεγονότων είναι πιο γρήγορη, τα γραφικά εντυπωσιακότερα και στο οποίο δίνεται η ευκαιρία στους πρωταγωνιστές ν' αποδείξουν ότι παρά τους κοινωνικούς θεσμούς που καθορίζουν τα όρια της κάθε τάξης, οι δυνατότητές του καθενός, μπορούν να του επιτρέψουν να φτάσει πολύ ψηλότερα απ' ό,τι ορίζουν οι κανόνες.
Ωστόσο, παρά τα διδακτικά στοιχεία που προβάλλει μέσω της δικής του εκδοχής ο Singer, η ταινία δεν παύει να απευθύνεται κυρίως στους φανατικούς των ταινιών φαντασίας, καθώς κατά κύριο λόγο σ' αυτό το κομμάτι δίνεται μεγαλύτερη έμφαση. Όπως κάθε ταινία του είδους επίσης, που σέβεται τον εαυτό της, η χρήση της τεχνολογίας 3D είναι εξαιρετικά προσεγμένη και το αποτέλεσμα μπορεί να χαρακτηριστεί από αξιοπρεπέστατο ως εξαιρετικό. Έτσι, χωρίς να μιλάμε για μια ταινία που κάνει την διαφορά, το σίγουρο είναι ότι οι λάτρεις των ταινιών φαντασίας σίγουρα θα την απολαύσουν.


Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια μυθοπλασίας του 2013, βασισμένη σε ιστορία των Darren Lemke και David Dobkin, σε σενάριο των Darren Lemke, Christopher McQuarrie και Dan Studney και σκηνοθεσία του Bryan Singer, διάρκειας 114 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Nicholas Hoult, Eleanor Tomlinson, Ewan McGregor, Stanley Tucci, Eddie Marsan, Ewen Bremner, Ian McShane και Christopher Fairbank.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

27 Μαρτίου 2013

(2013) Stoker

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Stoker


Η υπόθεση
Μετά τον θάνατο του πατέρα της India (Mia Wasikowska), την ήρεμη ζωή της ίδιας και της μητέρας της, Evelyn (Nicole Kidman), θα ταράξει ο ξαφνικός ερχομός του άγνωστου αδελφού του αποθανόντα. Χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τον θείο Charles (Matthew Goode), η Evelyn ανοίγει πρόσχαρα τις πόρτες του σπιτιού της για να υποδεχτεί το άγνωστο μέλος της οικογενείας. Η India όμως καταλαβαίνει ότι ο γοητευτικός αυτός άνδρας πίσω από το ευγενικό του χαμόγελο κρύβει πολλά κι επικίνδυνα μυστικά.

Η κριτική
Ο εκπληκτικός Chan-wook Park, ο δημιουργός του σκληρού, αλλά αριστουργηματικού "Oldboy", πραγματοποιεί την επιστροφή του στο κινηματογραφικό στερέωμα μ' ένα μεγάλου μήκους, αγγλόφωνο αυτή τη φορά θρίλερ, το οποίο καταφέρνει να ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα έργα της κατηγορίας του.
Έχοντας κατ' αρχάς ένα αρκετά καλογραμμένο σενάριο, το οποίο επιτρέπει στον σκηνοθέτη του να ξεδιπλώσει το αστείρευτο ταλέντο του κι ένα επιτελείο ηθοποιών που δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό, ο Chan-wook Park κατορθώνει γι' ακόμα μια φορά να μεγαλουργήσει. Με την ιδιαίτερη σκηνοθεσία του και τις εκπληκτικές ερμηνείες που την συνοδεύουν, δεν αργεί να κερδίσει τις εντυπώσεις και το ενδιαφέρον του θεατή του, ο οποίος κουρασμένος πια από την συνεχή ανακύκλωση των κοινότυπων θρίλερ, επιζητά το διαφορετικό.
Κάνοντας χρήση εναλλασσόμενων εικόνων, που συμπληρώνουν η μια την άλλη μ' αξιοζήλευτο τρόπο, καθώς στοχεύουν στην αφύπνιση των αισθήσεων και τοιουτοτρόπως στην δημιουργία μιας άκρως ερωτικής και φοβικής ατμόσφαιρας, στην οποία αναπτύσσεται σχεδόν συνοδευτικά η ιστορία, ο Νοτιοκορεάτης δημιουργός δίνει στο έργο του μια παιχνιδιάρικη χροιά, άκρως ενδιαφέρουσα και σαδιστική την ίδια στιγμή. Η ολοκλήρωση των εικόνων αυτών δε, επιτυγχάνεται με την κατάλληλη μουσική επένδυση, η οποία εντείνει το φοβικό συναίσθημα και ταυτόχρονα οδηγεί τις σκηνές αυτές σε κορύφωση, βοηθώντας έτσι στην πληρέστερη κατανόησή τους, αλλά και σε ευρύτερη αποδοχή του έργου του.
Επίσης, η συνεχής παρεμβολή στοιχείων που παραπέμπουν στην παιδική ηλικία κι αναδεικνύουν την αθώα φύση των διαταραγμένων ηρώων του, προσδίδουν στο έργο μια ακόμα μεγαλύτερη δόση διαστροφής, καθώς η βιαιότητα εκλογικεύεται και παρουσιάζεται ως ενστικτώδης αντίδραση, μοιάζοντας ακόμα τρομακτικότερη στον μέσο θεατή. Παράλληλα δε, η χρήση έντονων χρωμάτων που κατά διαστήματα σπάει την γενικότερη χρωματική μονοτονία, κάνει τον θεατή να προσέξει περισσότερο την εικόνα και τον ωθεί να συγκρατήσει αρκετές σκηνές του έργου ως φωτογραφίες.
Με την Nicole Kidman λοιπόν να επιστρέφει, σ' έναν πολύ απαιτητικό δεύτερο γυναικείο ρόλο και τους νεαρούς Mia Wasikowska και Matthew Goode να κερδίζουν γι' ακόμα μια φορά τις εντυπώσεις, ο Chan-wook Park συστήνει ένα αισθητικό κομψοτέχνημα, που θα λατρέψει το κοινό των ψυχολογικών θρίλερ.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ψυχολογικό θρίλερ του 2013, σε σενάριο των Wentworth Miller και Erin Cressida Wilson και σκηνοθεσία του Chan-wook Park, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Mia Wasikowska, Matthew Goode, Nicole Kidman, Jacki Weaver και Alden Ehrenreich.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2013) Welcome to the show: Η μουσική κληρονομιά του Παύλου Σιδηρόπουλου

Πρωτότυπος τίτλος: Welcome to the show: Η μουσική κληρονομιά του Παύλου Σιδηρόπουλου
Αγγλικός τίτλος: Welcome to the show


Η υπόθεση
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα του 1948. Στην δεκαετία του '70 ξεκινά ν' ασχολείται με την μουσική και πιο συγκεκριμένα με τη ροκ σκηνή, κερδίζοντας τις εντυπώσεις ενός ανήσυχου νεανικού κοινού. Η προσπάθειά του να παντρέψει το πατροπαράδοτο με το ροκ κι η εμμονή του να γράφει τραγούδια μ' ελληνικό στίχο, είναι δυο από τα κυριότερα στοιχεία που τον βοήθησαν ν' αναδειχθεί σε είδωλο της ελληνικής ροκ μουσικής και να θεωρείται σήμερα "μύθος" από τη νέα γενιά μουσικών.

Η κριτική
Τ' όνομα του Παύλου Σιδηρόπουλου δεν είναι μονάχα ένα από αυτά που κοσμούν την ιστορία της ελληνικής ροκ μουσικής, αλλά αποδεικνύεται πως έχει κερδίσει δικαιολογημένα τον χαρακτηρισμό του "Πρίγκιπα της ροκ", καθώς συνέβαλε ενεργά στην ανάπτυξη του είδους στην χώρα μας. Η προσφορά του στον ευρύτερο μουσικό και καλλιτεχνικό χώρο όμως, ήταν τόσο σημαντική, που στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, η φήμη του προηγείται του ονόματός του κι ο ίδιος έχει περάσει πια στην σφαίρα του μυθικού, αποτελώντας πηγή έμπνευσης για τους νέους μουσικούς.
Όμως ποιός ήταν στ' αλήθεια ο Παύλος Σιδηρόπουλος; Αυτό είναι κάτι που το "Welcome to the show: Η μουσική κληρονομιά του Παύλου Σιδηρόπουλου" δεν θα σας το απαντήσει, τουλάχιστον όχι άμεσα. Καθώς ο Σιδηρόπουλος, όπως όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες, ήταν πολυεπίπεδος και πολύ μπροστά από την εποχή που έζησε, είναι σχεδόν αδύνατον να μπορέσει, μέσω ανέκδοτων ντοκουμέντων ή μαρτυριών, να δοθεί ένα πλήρες πορτραίτο της προσωπικότητάς του. Το κυριότερο όμως, νόημα δεν έχει να αποπειραθεί κάποιος να ερευνήσει την ζωή ενός καλλιτέχνη, αλλά το έργο του, αφού αυτό αποτέλεσε και συνεχίζει ν' αποτελεί τον τρόπο έκφρασής του.
Έτσι λοιπόν, επιλέγοντας ν' αφήσουν τον Παύλο να μιλήσει ο ίδιος μέσα από τα τραγούδια του, οι δημιουργοί του συγκεκριμένου ντοκιμαντέρ, επικεντρώνονται στην σημασία που είχε το τραγούδι του Παύλου για την εποχή, στην διαφορετικότητα του καλλιτέχνη, που τον οδήγησε να γράψει κάτι αλλιώτικο από τον πολιτικοποιημένο ή αγγλικό στίχο και στην απομυθοποίηση του "μύθου" που έχει δημιουργηθεί γύρω απ' τ' όνομά του, καθώς ο ίδιος ο Σιδηρόπουλος ποτέ δεν θα ενέκρινε κάτι τέτοιο.
Έτσι, με την συμμετοχή πολλών αναγνωρισμένων καλλιτεχνών και δημοσιογράφων, γίνεται μια συντονισμένη παρουσίαση της κληρονομιάς που κατάφερε ν' αφήσει πίσω του ο σπουδαίος καλλιτέχνης, πριν τον προλάβει ο θάνατος, και μέσω αυτής, γίνεται σαφής κι ο λόγος που η εικοσαετής παρουσία του στον μουσικό χώρο αποτελεί ακόμα και σήμερα πηγή έμπνευσης των νεώτερων. Χωρίς έτσι ν' αναλώνεται σε ανούσιες και κουραστικές περιγραφές, προτρέπει τον θεατή να έρθει σ' επαφή, εκ νέου ή για πρώτη φορά, με την μουσική του καλλιτέχνη και να συνδιαλεχτεί απευθείας μαζί του κι όχι μέσω ενός διαμεσολαβητή, ο οποίος ενδεχομένως να του παρουσιάσει έναν διαφορετικό Παύλο Σιδηρόπουλο.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2013, σε σενάριο και σκηνοθεσία των Κώστα Πλιάκου και Αλέξη Πόνσε, διάρκειας 65 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Παύλο Σιδηρόπουλο, Μάκη Μηλάτο, Οδυσσέα Ιωάννου, Απροσάρμοστους, Σπυριδούλα, Γιάννη Αγγελάκα, Παύλο Παυλίδη, Δημήτρη Μητσοτάκη, Σπύρο Γραμμένο, Στάθη Δρογώση, Υπόγεια Ρεύματα, Κώστα Φέρρη, Κωνσταντίνο Τζούμα.

Οι σύνδεσμοι

19 Μαρτίου 2013

(2013) Νεοναζί: Το ολοκαύτωμα της μνήμης

Πρωτότυπος τίτλος: Νεοναζί: Το ολοκαύτωμα της μνήμης
Αγγλικός τίτλος: Neo-Nazi: The holocaust of memory


Η υπόθεση
Κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής, πάνω από 100 ελληνικά χωριά και πόλεις λεηλατήθηκαν από τις ναζιστικές δυνάμεις. Στις εκλογές του Μαΐου του 2012 το κόμμα της Χρυσής Αυγής, όπως αναφέρεται από τα Μ.Μ.Ε., συγκεντρώνει στα Καλάβρυτα και το Δίστομο, περίπου 1000 ψήφους. Μέσα από την προβολή διαφόρων μαρτυριών των επιζώντων των γεγονότων στα Καλάβρυτα, στον Χορτιάτη, στο Auschwitz και στο Δίστομο, πραγματοποιείται στο Ενιαίο Λύκειο Διστόμου ένας διάλογος με κεντρικό θέμα τις τωρινές πολιτικές εξελίξεις. Παράλληλα, ο γιος ενός Υπουργού της Προπαγάνδας της κατοχικής κυβέρνησης και νυν μέλος του κόμματος της Χρυσής Αυγής, δίνει την δική του εκδοχή των γεγονότων.

Η κριτική
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλήσει κανείς για ένα ντοκιμαντέρ που χρησιμοποιεί ως βάση την κτηνωδία που διεπράχθη εις βάρος του ελληνικού λαού, για ν' αναδείξει μέσω αυτής τον παραλογισμό που εκφράζει την σημερινή πολιτική σκηνή, χωρίς να βρεθεί να γενικολογεί σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Άσχετα λοιπόν από το τί είναι, ή τί δεν είναι το κόμμα της Χρυσής Αυγής, αφού το πόρισμα βρίσκεται στην ευχέρεια του καθενός, στην συγκεκριμένη ταινία γίνεται μια προσπάθεια να έρθει σε διάλογο το παρόν με το παρελθόν και το μέλλον.
Μέσα από μια πολύ αξιόλογη απόπειρα, ο εξίσου αξιόλογος δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου, προσπαθεί να ερευνήσει το κατά πόσο τ' αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν στην κοινή γνώμη για την ψηφοφορία του Μαΐου 2012 είναι αληθή ή ψευδή και παράλληλα μέσα σ' ένα ντοκιμαντέρ που διαρκεί μιάμιση ώρα, έχει προσπαθήσει να συλλέξει και να παρουσιάσει στο κοινό το χρονικό των γεγονότων που οδήγησαν στην κυριολεκτική καταστροφή των ζωών των κατοίκων χωριών όπως τα Καλάβρυτα, ο Χορτιάτης ή το Δίστομο, μέσω μαρτυριών επιζησάντων ή άλλων ιστορικών πηγών, με μια περιγραφή που είναι κάτι παραπάνω από πλήρης και περιγραφική.
Κατά μια έννοια και μόνο ο τίτλος "Το ολοκαύτωμα της μνήμης" θα ήταν υπέρ-αρκετός για να προσδιορίσει επακριβώς τον κύριο στόχο αυτού του ντοκιμαντέρ, που δεν είναι άλλος από την ενημέρωση του νέου Έλληνα για το πρόσφατο παρελθόν της χώρας του, το οποίο υπάρχει μόνο ως απλή κι ελλιπής αναφορά στα βιβλία ιστορίας που διδάσκονται στα σχολεία.
Φέρνοντας στην επιφάνεια διάφορα σοβαρά ζητήματα της ελληνικής κοινωνίας, όπως αυτό της παραπληροφόρησης των Μ.Μ.Ε., της ελλιπούς (εσκεμμένης ή μη, αυτό είναι άλλο θέμα) παιδείας, το έργο εστιάζει στην συμπλήρωση του μαθήματος ιστορίας με μια πρόσφατη ιστορική αναδρομή, έτσι ώστε να καταλήξει σ' έναν εμφανή διάλογο, ανάμεσα σε γηραιούς και νέους, αλλά και σ' έναν διαφανή κι όμως υπαρκτό διάλογο ανάμεσα στην Χρυσή Αυγή και τους επιζώντες.
Χωρίς να υπάρχει η ανάγκη να το προτείνω ή όχι, καθώς το κοινό που θα ενδιαφερθεί να το παρακολουθήσει, θ' αποκομίσει σίγουρα κάτι από την προβολή του, θ' αρκεστώ ν' αναφέρω ότι καλό θα ήταν το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ να το παρακολουθήσει η νεολαία, διότι ένα μεγάλο κομμάτι αυτής αγνοεί το παρελθόν της, την στιγμή που καλείται να επιλέξει για το μέλλον της.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2013, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Στέλιου Κούλογλου, διάρκειας 91 λεπτών.

Οι σύνδεσμοι

6 Μαρτίου 2013

(2013) Παρενέργειες

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Side effects


Η υπόθεση
Μετά από τέσσερα χρόνια αναμονής, ο Martin Taylor (Channing Tatum) αποφυλακίζεται και ξανασμίγει με τη γυναίκα του, Emily (Rooney Mara). Η Emily όμως, αντί να πλέει σε πελάγη ευτυχίας, αποπειράται ανεπιτυχώς ν' αυτοκτονήσει, γνωρίζοντας έτσι τον ψυχίατρο Jonathan Banks (Jude Law), με τον οποίο ξεκινά θεραπεία για την καταπολέμηση της κατάθλιψής της. Έπειτα από διάφορες αγωγές, η Emily καταλήγει σ' ένα νέο αντικαταθλιπτικό, το Ablixa, το οποίο μοιάζει να έχει θαυματουργή επίδραση στην διάθεσή της. Οι παρενέργειες όμως δεν θ' αργήσουν να κάνουν την εμφάνισή τους, καθώς η Emily ξεκινά να υπνοβατεί, δολοφονώντας τον άντρα της σε ένα από τα περιστατικά υπνοβασίας. Πού όμως θα πρέπει ν' αποδοθούν οι ευθύνες;

Η κριτική
Σε μια περίοδο όπου τα θρίλερ έχουν αρχίσει να ανακυκλώνονται, αναπαράγοντας συνεχώς τα ίδια και τα ίδια, ο Steven Soderbergh σε συνεργασία με τον Scott Z. Burns, αναλαμβάνουν να δημιουργήσουν μια πρωτότυπη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ταινία του είδους, που θυμίζει σε κάποια σημεία της παλιό και συνεπώς καλό φιλμ νουάρ. Παίζοντας με διάφορες θεματικές, οι δημιουργοί της καταπιάνονται με τον χώρο της ψυχολογίας, και πιο συγκεκριμένα τα συνεχώς αυξανόμενα κρούσματα κατάθλιψης, και στην συνέχεια προσεγγίζουν τον σχετικά "παρθένο", αλλά πολύ αξιόλογο για εξερεύνηση, χώρο των φαρμακοβιομηχανιών.
Ξεκινώντας λοιπόν με μια σκηνή φόνου, μετά την οποία ο θεατής θα γυρίσει τρεις μήνες πίσω για να παρακολουθήσει το χρονικό που οδήγησε σ' αυτή τη στιγμή, ο Soderbergh κάνει μια εξαίρετη αρχή, κερδίζοντας το κινηματογραφικό κοινό από το πρώτο λεπτό. Χωρίς να γίνεται χρήση υπερβολών, η περιέργεια εξάπτεται κι έπειτα ο χρόνος που προσφέρεται στην προβολή των γεγονότων που έλαβαν χώρα στο προαναφερθέν διάστημα, αρκεί για την προβολή των απολύτως απαραίτητων, χωρίς επομένως να προλαβαίνει να κουράσει με εξηγήσεις και να χάσει το βλέμμα του θεατή πριν ξεκινήσει το πραγματικό θρίλερ.
Χρησιμοποιώντας ως αφετηρία την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση, την οποία αποπειράται να παρουσιάσει όσο το δυνατόν ορθότερα, και την κατάθλιψη που εξαπλώνεται σε ολοένα και περισσότερους ανθρώπους του δυτικού κόσμου, πετυχαίνει να στήσει όμορφα τις βάσεις για το πέρασμα στον βρώμικο κόσμο των φαρμακοβιομηχανιών, γλιστρώντας ανεπαίσθητα από το ένα θέμα στο άλλο. Η παρουσίαση των ηρώων και των εξιλαστήριων θυμάτων που σε κάνουν ν' αμφιβάλλεις για τις προθέσεις του καθενός ωστόσο, δεν περιορίζονται μονάχα στον συγκεκριμένο χώρο αλλά αντικατοπτρίζουν όλον τον επιχειρηματικό κόσμο των μεγάλων κερδών και των αρρωστημένων παιχνιδιών συμφέροντος.
Έτσι επομένως έχουμε την συνταγή για ένα φαινομενικά διαφορετικό φιλμ, του οποίου η επιτυχία εξαρτάται, εκτός των άλλων, κι από την ερμηνευτική του πλαισίωση. Οι επιλογές λοιπόν της Rooney Mara και του Jude Law σε πρωταγωνιστικούς ρόλους είναι καίριας σημασίας κι αποδεικνύονται οι καταλληλότερες, καθώς κι οι δυο ανταποκρίνονται έξοχα στις απαιτήσεις των χαρακτήρων που ενσαρκώνουν. Οι Channing Tatum και Catherine Zeta-Jones επίσης, είναι εξίσου ικανοποιητικοί στους δευτερεύοντες ρόλους τους. Παράλληλα η φωτογραφία κι η μουσική επένδυση, αν και δεν κάνουν ιδιαίτερη αίσθηση, συμπληρώνουν αρμονικά το υπόλοιπο σύνολο.
Αν λοιπόν είστε λάτρεις των καλών θρίλερ ή των ταινιών που εστιάζουν στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση, οι "Παρενέργειες" αποτελούν μια αναπάντεχα καλή πρόταση για εσάς, καθώς σκηνοθετικά, ερμηνευτικά και χρονικά αποτελεί μια προσεγμένη παραγωγή που καταφέρνει ν' ανταποκριθεί στις προσδοκίες των θεατών της.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο θρίλερ του 2013, σε σενάριο του Scott Z. Burns και σκηνοθεσία του Steven Soderbergh, διάρκειας 106 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Rooney Mara, Jude Law, Catherine Zeta-Jones και Channing Tatum.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

27 Φεβρουαρίου 2013

(2013) Όμορφα πλάσματα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Beautiful creatures


Η υπόθεση
O Ethan Wate (Alden Ehrenreich) είναι ένας νεαρός έφηβος που ονειρεύεται μια μέρα να καταφέρει να φύγει από την επαρχιακή πόλη όπου μεγάλωσε, το Gatlin, και να γυρίσει τον κόσμο. Ένα πρωί θα κάνει την εμφάνισή της, στην αίθουσα του σχολείου, η γοητευτική Lena Duchannes (Alice Englert), ανηψιά του μυστηριώδη Macon Ravenwood (Jeremy Irons) κι ο Ethan θα νιώσει αμέσως κάτι να τον τραβάει πάνω της σαν μαγνήτης. Στην προσπάθειά του να την προσεγγίσει και να την γνωρίσει, ανακαλύπτει ότι η Lena δεν είναι μια συνηθισμένη έφηβη, αλλά όπως όλη της η οικογένεια, έτσι κι εκείνη έχει υπερφυσικές δυνάμεις. Η ασυνήθιστη φύση της νεαρής κοπέλας, αντί να τρομοκρατήσει τον Ethan, τον ενθουσιάζει κι οι δυο τους ερωτεύονται παράφορα. Ο έρωτας όμως μιας "μάντισσας" κι ενός κοινού θνητού είναι καταραμένος και το πρόβλημα είναι ότι με την κατάρα αυτή να βαραίνει τις πλάτες της Lena, όταν θα κληθεί να υπηρετήσει την αλήθινή της φύση, στα 16α γενέθλια της, είναι σχεδόν απίθανο να κληθεί να υπηρετήσει το Φως αντί του Σκότους.

Η κριτική
Ακολουθώντας την ολοένα αυξανόμενη τάση κινηματογραφικών μεταφορών εφηβικών best seller, με στοιχεία μυθοπλασίας και ρομάντζου, ο Richard LaGravenese αποφασίζει να δώσει κι αυτός το στίγμα του γυρίζοντας την πρώτη ταινία από την δημοφιλή τετραλογία των Kami Garcia και Margaret Stohl, "Τα χρονικά των Κάστερ".
Ξεκινώντας όπως κάθε παρόμοια ταινία του είδους, οι δυο πρωταγωνιστές μοιάζει να είναι μοιραίο να συναντηθούν και να ερωτευτούν. Φυσικά από την ταινία δεν θα μπορούσε να απουσιάζει κι η ύπαρξη μιας ανώτερης δύναμης που καθιστά τον έρωτα των δυο αυτών νέων "απαγορευμένο", καθώς η συνύπαρξή τους μόνο κακές συνέπειες θα μπορούσε να έχει, τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους γύρω τους. Επίσης τα κλασικά μοτίβα του καταπιεσμένου νέου που αποζητά την ευκαιρία ν' αποδράσει από τον μικρόκοσμό του, αλλά και της νεοφερμένης κοπέλας που αντιμετωπίζεται από τους συνομήλικους της ως κάτι το διαβολικό, δίνουν την αίσθηση ενός αναμασήματος, που βέβαια πολύ γρήγορα θα παραμεριστεί, αφού το αποτέλεσμα παρεκκλίνει πολύ από το αναμενόμενο.
Θέτοντας σε θέση ισχύος την γυναίκα κι αφήνοντας την μειονεκτική θέση για τον άντρα-κυνηγό, ο οποίος δεν παύει λόγω της κατωτερότητάς του να διεκδικεί αυτά που θέλει, οι συγγραφείς δημιουργούν μια όμορφη ισορροπία ανάμεσα στο αντρικό και το γυναικείο φύλο, απεικονίζοντας αρκετά ρεαλιστικά την σημερινή κοινωνία.
Παράλληλα βέβαια, μέσα απ' αυτήν την εφηβική ιστορία αγάπης, αρχίζει σταδιακά να ξεπροβάλλει το ηθικό δίλημμα ανάμεσα στο "καλό" και το "κακό", ένα δίλημμα που οι περισσότεροι ερχόμαστε αντιμέτωποι για πρώτη φορά στην εφηβεία μας και που ποτέ δεν σταματά να μας βασανίζει. Πάντα στην ζωή μας θα έρχεται η στιγμή της κρίσης στην οποία θ' αναγκαζόμαστε να παίξουμε τον ρόλο είτε του καλού, είτε του κακού και το αναπόφευκτο αυτής της κατάστασης, εμφανίζεται μέσα από την διαδικασία της Διεκδίκησης που πρόκειται να πραγματοποιηθεί κατά τα 16α γενέθλια της Lena.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο, είναι ότι οι έννοιες της ηθικής που προβάλλονται, δεν περνούν υποσυνείδητα στον θεατή, αλλά πρωτοστατούν στην πλοκή κι ο όρος "αγάπη" ξεπερνά τα τετριμμένα πλαίσια ενός ερωτικού δεσμού, περιγράφοντας κάτι πιο δυνατό, ανιδιοτελές, καθολικό κι αληθινό.
Από πλευράς ερμηνειών, οι συμμετοχές των Jeremy Irons, Emma Thompson, Viola Davis και Margo Martindale, προϊδεάζουν για κάτι ξεχωριστό, όπως επίσης κι οι δυο πρωτοεμφανιζόμενοι πρωταγωνιστές, χωρίς να συγκλονίζουν, ερμηνεύουν τους ρόλους τους μετρημένα και μεστά. Σκηνοθετικά επίσης, η αναπαράσταση της ιστορίας γίνεται πολύ σεμνά και με κάποια χιουμοριστική διάθεση, χωρίς ν' αφήνει έτσι περιθώρια γι' αρνητικές κριτικές. Όπως είναι αναμενόμενο δε, τα σκοτεινά χρώματα κυριαρχούν. Στα μειονεκτήματα βέβαια, ίσως να βρίσκονται τα ελαφρώς ψεύτικα εφέ της, τα οποία όμως χάνονται στο υπόλοιπο σύνολο.
Εν κατακλείδι λοιπόν, τα "Όμορφα πλάσματα" αποτελούν μια ευχάριστη έκπληξη των ταινιών του είδους που θα απολαύσουν οι φανατικοί. Στοχεύοντας, όπως όλες οι ταινίες αυτής της κατηγορίας, κατά κύριο λόγο στο εφηβικό κοινό, προτείνεται πρωτίστως σε άτομα νεαρής ηλικίας κι έπειτα ίσως κι οι λάτρεις των πιο ώριμων ταινιών μυθοπλασίας να την βρουν κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο ρομαντικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο των Kami Garcia και Margaret Stohl, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Richard LaGravenese, διάρκειας 124 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Alice Englert, Alden Ehrenreich, Jeremy Irons, Emma Thompson, Viola Davis, Margo Martindale και Emmy Rossum.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

14 Φεβρουαρίου 2013

(2013) Πολύ σκληρός για να πεθάνει σήμερα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: A good day to die hard


Η υπόθεση
Ο John McClane (Bruce Willis) ταξιδεύει στην Ρωσία για να βρει τον γιο του Jack (Jai Courtney), ο οποίος, όπως δείχνουν τα στοιχεία στον φάκελό του, εμπλέκεται σε διάφορες παράνομες υποθέσεις. Όταν φτάνει στην Μόσχα, ο John ανακαλύπτει ότι ο Jack στην πραγματικότητα είναι πράκτορας της C.I.A. και βρίσκεται εκεί σε μυστική αποστολή. Πατέρας και γιος θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και θα κατευθυνθούν στον εγκαταλελειμμένο πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ, προκειμένου να καταπολεμήσουν το έγκλημα και την τρομοκρατία.

Η κριτική
Η πέμπτη ταινία με πρωταγωνιστή τον Bruce Willis στον ρόλο του πολύ σκληρού John McClane, επιβεβαιώνει τον γενικότερο κανόνα των sequels πετυχημένων ταινιών, που θέλει κάθε συνέχεια να είναι κατώτερη της προηγούμενης, με αποτέλεσμα, μετά από μια ακολουθία ταινιών, ν' αμαυρώνεται κι η φήμη της πρωτότυπης.
Ακολουθώντας την γνωστή συνταγή των προηγούμενων ταινιών, ο Bruce Willis ταξιδεύει αυτή τη φορά στην αιώνια αντίπαλο της Αμερικής, την Ρωσία, αναζητώντας τον γιο του και συμμετέχοντας στις φασαρίες που προκύπτουν, οι οποίες σημειωτέον δεν αργούν και πολύ να κάνουν την εμφάνισή τους. Φυσικά για να μην είναι πολύ προκλητική η επιλογή της χώρας όπου τοποθετείται το έγκλημα, η δράση θα μεταφερθεί και στη γειτονική Ουκρανία, αφού η μυστική αποστολή που βρίσκεται ο Jack αφορά στην πυρηνική καταστροφή του εργοστασίου του Τσερνομπίλ, η οποία είχε συγκλονίσει την διεθνή κοινή γνώμη το 1986.
Με βάση ένα υποτυπώδες σενάριο λοιπόν, το οποίο περιέχει τις αναμενόμενες ανατροπές, το χάος επικρατεί και μόνο ένας έχει την δυνατότητα να το διαχειριστεί. Βέβαια, επειδή αυτός ο ένας έχει αρχίσει και μεγαλώνει, ίσως να έχει έρθει η ώρα να συστηθεί στο κοινό ένας νέος "πολύ σκληρός" που δεν αποκλείεται μελλοντικά ν' αντικαταστήσει τον παλιό. Έτσι, η ιστορία πατέρα και γιου που λαμβάνει χώρα εδώ, έχει τις γλυκανάλατες οικογενειακές της στιγμές, αλλά κατά κύριο λόγο χρησιμεύει στο να πάρει ο Jack κι επίσημα το βάπτισμα του υπέρτατου υπηρέτη του νόμου.
Ο νέος Jai Courtney αποδεικνύεται ιδιαίτερα ικανός στον ρόλο του βοηθού, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Bruce Willis. Η παρουσία του Sebastian Koch επίσης, σε ρόλο κακού, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, χωρίς όμως να καταφέρνει να σώσει ένα καταδικασμένο αποτέλεσμα. Μπορεί από εφέ η ταινία να γίνεται αποδεκτή από τους λάτρεις του είδους, αλλά δυστυχώς το σενάριό της είναι τόσο πρόχειρα δουλεμένο, καθώς επαναλαμβάνει συνεχώς τα ίδια και τα ίδια, όπως την ατάκα του John ότι βρίσκεται εκεί σε διακοπές, κάτι το οποίο στην αρχή είναι αστείο αλλά γρήγορα καταντά κουραστικό.
Με άλλα λόγια αν παρακολουθείτε φανατικά τις ταινίες "Πολύ σκληρός για να πεθάνει", μην περιμένετε να εντυπωσιαστείτε. Δυστυχώς, οι παραγωγοί χρησιμοποιούν απλά το όνομα μιας πετυχημένης ταινίας δράσης, χωρίς να προσπαθούν να εμπλουτίσουν, να εξελίξουν ή να προσαρμόσουν καταλλήλως το νέο τους δημιούργημα.

Βαθμολογία: 1/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ταινία δράσης του 2013, βασισμένη σε χαρακτήρες του Roderick Thorp, σενάριο του Skip Woods και σκηνοθεσία του John Moore, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bruce Willis, Jai Courtney, Sebastian Koch, Yuliya Snigir και Mary Elizabeth Winstead.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2013) Μη μου χαλάς τη μέρα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The last stand


Η υπόθεση
Στο Sommerton της Arizona, ο Ray Owens (Arnold Schwarzenegger) απολαμβάνει την ήσυχη ζωή που του προσφέρει η θέση του σερίφη της μικρής επαρχιακής πόλης. Την ημέρα που βρίσκεται σε άδεια όμως, ο Gabriel Cortez (Eduardo Noriega), ένας Μεξικανός μεγαλέμπορος ναρκωτικών, δραπετεύει από τη φυλακή και κατευθύνεται προς την πόλη του Ray, με σκοπό να διασχίσει τα σύνορα και να επιστρέψει στην χώρα του. Ο Ray ως πιστός υπηρέτης του νόμου όμως, είναι αποφασισμένος να εμποδίσει τον Cortez να διαφύγει μια για πάντα απ' τις αρχές.

Η κριτική
Ο Arnold Schwarzenegger είναι ένα από τα μεγαλύτερα είδωλα των ταινιών δράσης της δεκαετίας του 1980, έχοντας όμως αγγίξει τα 65 χρόνια, είναι αδύνατον να συνεχίσει να ερμηνεύει πειστικά τον χαρακτήρα του αήττητου "εξολοθρευτή". Έτσι οι ρόλοι που προτιμά τα τελευταία χρόνια είναι περισσότερο στα μέτρα ενός συνταξιοδοτημένου υπερ-ήρωα, πράγμα που αν μη τι άλλο, τον θαυμάζεις-δεν τον θαυμάζεις, σε κάνει να τον σεβαστείς.
Επιλέγοντας λοιπόν να ερμηνεύσει έναν σερίφη μιας ήσυχης πόλης στα σύνορα του Mexico, o Schwarzenegger ενσαρκώνει έναν χαρακτήρα πολύ οικείο, καθώς όπως κι εκείνος, ο ήρωας που υποδύεται είχε βιώσει στα νιάτα του την ένταση των μεγάλων πόλεων κι έχει αποσυρθεί κατά μια έννοια με δική του πρωτοβουλία. Έχοντας συμμετάσχει στην ομάδα της δίωξης ναρκωτικών κι έχοντας χάσει πολλούς συνεργάτες, είναι φυσιολογικό να χρειάζεται πλέον μια ηρεμία στην ζωή του, όμως το ένδοξο παρελθόν του, παρόλα τα χρόνια που έχουν περάσει, τον βοηθά ν' αντεπεξέλθει στις απαιτητικές καταστάσεις.
Σε ρόλο κακού τώρα, θα συναντήσουμε τον Eduardo Noriega, ο οποίος εκτός από βαθύπλουτος άρχοντας των ναρκωτικών, αποδεικνύεται και άπιαστος οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων. Έτσι, διαφεύγοντας με μια Corvette ZR1, ο διαβολικός Cortez καταφέρνει να προσπεράσει με τεράστια ευκολία όλα τα μπλόκα των αμερικάνικων αρχών, πλησιάζοντας όλο και περισσότερο στον στόχο του και μοιάζοντας αδύνατον να εγκλωβιστεί και να επανασυλληφθεί, παρόλο που το F.B.I. τον καταδιώκει μανιωδώς.
Αν και για ταινία καταδίωξης, μιλάμε για κάτι αρκετά προβλέψιμο, αξίζει να σταθούμε στο γεγονός της τοποθέτησης της δράσης στη συνοριακή περιοχή των Η.Π.Α., κάτι που θυμίζει κάπως παλαιότερα western, αλλά και στις διάφορες κωμικές σοφίες που ξεστομίζουν οι ήρωες και κάνουν, μαζί με τις σκηνές βίας, την ταινία διασκεδαστική. Άλλωστε, οι ταινίες αυτού του είδους, όταν σέβονται τον θεατή τους παρουσιάζοντάς του κάτι αληθοφανές, αποσκοπούν στην διασκέδαση κι όχι στην ψυχαγωγία.
Αν λοιπόν ανήκετε στο κοινό που εκτιμά τις καλές παραγωγές των περιπετειών δράσης και δεν ψάχνετε για κάτι πρωτότυπο, το "Μη μου χαλάς τη μέρα" αποτελεί μια ικανοποιητική επιλογή.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2013, βασισμένη σε ιστορία του Andrew Knauer, σε σενάριο των Andrew Knauer, Jeffrey Nachmanoff και George Nolfi και σκηνοθεσία του Jee-woon Kim, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Arnold Schwarzenegger, Forest Whitaker, Jaimie Alexander, Eduardo Noriega και Luis Guzmán.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

31 Ιανουαρίου 2013

(2013) Αγάπησα ένα ζόμπι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Warm bodies


Η υπόθεση
Ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει χωριστεί στα δυο, καθώς ένας ιός έχει μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε ζόμπι. Σ' αυτές τις συνθήκες, ο R (Nicholas Hoult), ένας ασυνήθιστος νεκρός, θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί την Julie (Teresa Palmer). Στην προσπάθειά του να την προστατέψει από τους όμοιούς του, θα την κρατήσει κοντά του, περνώντας αρκετό χρόνο μαζί της. Το παράξενο είναι ότι όσο περισσότερο χρόνο συναναστρέφονται οι δυο νέοι, τόσο περισσότερο αυξάνεται η ικανότητά του R να συμπεριφερθεί ανθρώπινα. Μήπως η ειρηνική συνύπαρξη των δυο ειδών αποτελεί το κλειδί στην θεραπεία του ιού;

Η κριτική
Αδιαμφισβήτητα τα τελευταία χρόνια διανύουμε μια περίοδο όπου τα ρομάντζα μεταξύ ανθρώπων και τεράτων έχουν την τιμητική τους, τόσο στον κινηματογραφικό, όσο και στο τηλεοπτικό χώρο. Αλλά πόσες παραλλαγές του ίδιου μοτίβου μπορούν να προκύψουν για να μην κουραστεί ο θεατής να βλέπει συνεχώς τα ίδια και τα ίδια;
Η αλήθεια είναι ότι τα βαμπίρ, κυρίως στον χώρο της τηλεόρασης, έχουν κορεστεί. Έτσι λοιπόν, ως πρωταγωνιστής της συγκεκριμένης παραγωγής μας συστήνεται ένα άλλο τέρας που, το τελευταίο διάστημα, έχει αρχίσει ν' ανακτά την χαμένη του δημοτικότητα, το ζόμπι. Πώς όμως είναι δυνατόν ένα ζόμπι να συμμετάσχει σε μια ιστορία αγάπης; Γιατί το πιο πιθανό, αν σας παρουσίαζαν ένα πτώμα να διεκδικεί μια νεαρή κι όμορφη ξανθιά, αντί να προσπαθεί να την φάει, κι εκείνη με τη σειρά της ν' ανταποκρίνεται, είναι να χαρακτηρίζατε, δικαιολογημένα, το θέαμα "αστείο" ή ακόμα και "γελοίο".
Όμως μια ταινία που δεν είναι ακριβώς ρομαντική, αλλά ούτε και καθαρά κωμική ή αυτο-σατιρική, γίνεται σίγουρα πολύ πιο εύκολα αποδεκτή από το ευρύ κοινό. Έτσι λοιπόν, με άγνωστους ηθοποιούς, ψεύτικα γραφικά, συμπαθητικό μακιγιάζ και το γνωστό μοτίβο της "πεντάμορφης και τους τέρατος", ο Jonathan Levine υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία του "Αγάπησα ένα ζόμπι", μιας ταινίας που αποτελεί κράμα περιπέτειας, ρομάντζου, κωμωδίας κι ελπίδας.
Με την δημιουργία λοιπόν μιας σάτιρας πάνω στην κινηματογραφική σειρά "Λυκόφως", στην κλασική ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και στα B-movies με πρωταγωνιστές σάπια σώματα που προσπαθούν να κατασπαράξουν την ανθρωπότητα, ο Levine κατορθώνει να κάνει μια συμπαθητική κι ειλικρινή ταινία, στην οποία επιδεικνύει τις γνώσεις του στο κινηματογραφικό στερέωμα και ταυτόχρονα διασκεδάζει τον θεατή της.
Αξιοσημείωτο όμως, είναι το γεγονός ότι το στοιχείο της σάτιρας λειτουργεί περισσότερο ως δίχτυ ασφαλείας για την ευκολότερη αποδοχή της ταινίας, καθώς όπως βλέπουμε η χρήση του γίνεται μόνο όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο. Κατά την διάρκεια της ταινίας, θα κάνουν επίσης, την εμφάνισή τους διδακτικά στοιχεία, καθώς προωθούνται οι έννοιες της συνεργασίας, της αγάπης και της ενοποίησης των λαών για την επίτευξη του αδυνάτου, το οποίο δεν είναι άλλο από την θεραπεία της ασθένειας αυτής.
Ακόμα, η πλευρά των ζόμπι χωρίζεται σε δυο υποκατηγορίες, στα απλά ζόμπι και στους κοκαλιάρηδες. Όπως μας ενημερώνει λοιπόν ο πρωταγωνιστής της, τα απλά ζόμπι δεν έχουν χάσει εντελώς τον εαυτό τους, αφού, εν μέρει, μπορούν να ελέγξουν ακόμα κάποιες από τις σκέψεις και τις πράξεις τους και δεν καταβροχθίζουν ασυνείδητα ό,τι βρεθεί στον δρόμο τους. Ο λόγος όμως που δεν αντιστέκονται στην πείνα και τρώνε ανθρώπινα μυαλά, όπως μαθαίνουμε, είναι γιατί οι αναμνήσεις των θυμάτων τους περνάνε σ' εκείνους και τους κάνουν να νιώθουν και πάλι άνθρωποι για λίγο. Με τον καιρό βέβαια, όσο τα ζόμπι υποκύπτουν στην πείνα, αρχίζουν να χάνουν την δυνατότητα επιλογής και μετατρέπονται σε υποχείρια της φύσης τους, δηλαδή σε κοκαλιάρηδες.
Με άλλα λόγια, αν σας αρέσουν τα ρομαντικά, εφηβικά love stories, μπορείτε να παρακολουθήσετε ταινίες με ζόμπι και σας κερδίζουν οι ισορροπημένες σατιρικές απόπειρες, προτιμήστε την για μια ευχάριστη έξοδο.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κωμωδία, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Isaac Marion, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Jonathan Levine, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Nicholas Hoult, Teresa Palmer, Dave Franco, John Malkovich, Analeigh Tipton, Cory Hardrict κι Rob Corddry.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

21 Ιανουαρίου 2013

(2013) Οι διώκτες του εγκλήματος

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Gangster squad


Η υπόθεση
Στο Los Angeles του 1949, o Mickey Cohen (Sean Penn) έχει καταφέρει ν' αποκτήσει τον έλεγχο των πάντων. Ελέγχοντας τον υπόκοσμο κι έχοντας, παράλληλα, εξαγοράσει τις αρχές ολόκληρης της California, δημιουργεί περιουσία μέσω της πορνείας, της εμπορίας ναρκωτικών, των όπλων και άλλων παράνομων συναλλαγών, ενώ ετοιμάζει να επεκτείνει την παράνομη επιχείρησή του σε Νέα Υόρκη και Chicago. Φαινομενικά κανείς δεν μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη στον Cohen, όμως, υπό τις διαταγές του Αρχηγού Parker (Nick Nolte), ο αστυνόμος John O'Mara (Josh Brolin), αρχίζει να στρατολογεί μια ομάδα στρατευμένων εχθρών του εγκλήματος, με την οποία θα προσπαθήσει να συλλάβει τον No1 κακοποιό της εποχής.

Η κριτική
Σ' αυτό το έργο, ο Ruben Fleischer, αποπειράται να σκηνοθετήσει ένα γκανγκστερικό φιλμ, που θ' αναβιώσει τις καλές εποχές του παλιού αμερικάνικου crime film και θα παρουσιάσει γι' ακόμα μια φορά την γνωστή ιστορία των αδιάφθορων αστυνομικών, οι οποίοι θα προσπαθήσουν να επιβάλλουν, μέσω μιας ανεπίσημης ομάδας, την τάξη που έχει για καιρό χαθεί από το μεταπολεμικό Los Angeles.
Βασιζόμενος στο βιβλίο του Paul Lieberman, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, όπως ενημερωνόμαστε και στην αρχή της ταινίας, και πατώντας σε γνωστά μονοπάτια, ο σκηνοθέτης της ξεκινά το έργο του, παρουσιάζοντάς μας το πραγματικό πρόσωπο του ανεπίσημου κυβερνήτη της πόλης, έτσι ώστε να κατανοήσουμε την ανάγκη δημιουργίας μιας επιχείρησης εξυγίανσης, κι έπειτα μας περνά στην παρουσίαση του καλού και δίκαιου αστυνομικού που θα σώσει ολομόναχος μια νεαρή γυναίκα από τους άντρες του Cohen.
Ο O'Mara, όπως θα δούμε, είναι ο ορισμός του πιστού υπηρέτη του νόμου κι ανήκει σ' αυτήν την κατηγορία έντιμων αστυνομικών που δεν μπορούν να εγκαταλείψουν την δουλειά τους γνωρίζοντας ότι δεν έχουν κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι τους για να πατάξουν την διαφθορά και τους υπευθύνους της. Έτσι, παρόλο που έχει υποσχεθεί στην ετοιμόγεννη γυναίκα του μια νέα αρχή κι έχοντας κάθε δικαίωμα να παραιτηθεί των καθηκόντων του, δεν μπορεί παρά να παίξει την ζωή του κορώνα-γράμματα, στήνοντας μια επιχείρηση εξολόθρευσης του μεγαλύτερου κακοποιού.
Με τη βοήθεια λοιπόν της συζύγου του, θα στρατολογήσει την ομάδα του, η οποία δεν καλύπτει μόνο τις απαραίτητες ειδικότητες, αλλά και όλους τους πιθανούς χαρακτήρες που θα μπορούσαν ν' αποτελούν εκφραστές του νόμου. Γι' αρχή λοιπόν, γνωρίζουμε τον Coleman Harris (Anthony Mackie), έναν Αφροαμερικανό αξιωματικό που, σαν τον O'Mara, ανήκει στους έντιμους και καθαρούς αστυνομικούς. Έπειτα, ο O'Mara συναντά τον Conway Keeler (Giovanni Ribisi), έναν οικογενειάρχη που για να διασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για το παιδί του δέχεται να συμμετάσχει ως τεχνικό μέλος και τέλος, στην ομάδα θα πρέπει να στρατολογηθεί ένας άσσος στο σημάδι, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Max Kennard (Robert Patrick). Ο Max βέβαια, με τον ερχομό του θα φέρει στην ομάδα και τον μαθητευόμενό του, Navidad Ramirez (Michael Peña), έναν Λατινοαμερικανό υπηρέτη του νόμου. Το τελευταίο μέλος της ομάδας, ο Jerry Wooters (Ryan Gosling), δεν θα στρατολογηθεί, θα προσφέρει από μόνος του τις υπηρεσίες του κι ως νέος και γοητευτικός δεν διστάζει να φλερτάρει, αλλά και να συνάψει σχέση, με την συνοδό του Cohen, Grace Faraday (Emma Stone).
Με αυτή τους την επιλογή, οι δημιουργοί της, καλύπτουν μια ευρεία γκάμα των χαρακτήρων που θα μπορούσαν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους εκείνη την εποχή, αλλά παράλληλα καταφέρνουν να παρουσιάσουν τις πολλαπλές ιστορίες των ηρώων του. Από την ταινία, λοιπόν, δεν λείπει το χιούμορ, καθώς ο ρόλος των γυναικών βοηθά στην δημιουργία ενός κωμικού και πιο ανάλαφρου κλίματος, το σασπένς, οι οικογενειακές αξίες, οι οποίες παρουσιάζονται με πολλαπλούς τρόπους, οι δεσμοί δασκάλου και μαθητή, αλλά κι ο έρωτας δυο νέων.
Ωστόσο, αυτό που αξίζει περισσότερο στην ταινία, είναι οι εκπληκτικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών της, αλλά κι οι διάφορες ενδιαφέρουσες σκηνοθετικές επιλογές που παρατηρούμε σ' αυτήν κατά διαστήματα. Από 'κει κι έπειτα, όμως, την ιστορία της πάταξης του εγκλήματος την έχουμε ξαναδεί σε αριστουργήματα του είδους, με τα οποία δυστυχώς είναι αδύνατον να τη συγκρίνουμε. Γι' αυτό λοιπόν, αν είστε λάτρεις των ταινιών απόδοσης δικαίου, σίγουρα θα σας ικανοποιήσει, αλλά μην περιμένετε ότι θα σας μείνει αξέχαστη και μην έχετε υψηλές απαιτήσεις λόγω του πολλά υποσχόμενου cast της.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο αστυνομικού του 2013, βασισμένο σε βιβλίο του Paul Lieberman, σε σενάριο του Will Beall και σκηνοθεσία του Ruben Fleischer, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Sean Penn, Josh Brolin, Ryan Gosling, Anthony Mackie, Giovanni Ribisi, Robert Patrick, Michael Peña, Mireille Enos Emma Stone και Nick Nolte.

Οι σύνδεσμοι

10 Ιανουαρίου 2013

(2013) Ο δολοφόνος με το πριόνι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Texas chainsaw 3D


Η υπόθεση
Στις 19 Αυγούστου, ολόκληρη η οικογένεια Sawyer πεθαίνει σε επίθεση που δέχεται από τους κατοίκους της περιοχής. Ένα νεογέννητο μωρό όμως, η Heather (Alexandra Daddario) σώζεται κι υιοθετείται από τo ζεύγος Miller. Πολλά χρόνια αργότερα, η Heather, έχοντας ενηλικιωθεί πια, θα μάθει την πραγματική της ταυτότητα, όταν η βιολογική της γιαγιά πεθαίνει και της αφήνει κληρονομιά το σπίτι της οικογενείας της, μαζί με ό,τι περιέχει αυτό. Έτσι, η Heather, θα ξεκινήσει με την παρέα της για ένα ταξίδι στην γενέτειρά της, το Texas, όπου θ' ανακαλύψει όλη τη φρικτή αλήθεια που της κρατούσαν κρυφή οι θετοί γονείς της. Το κακό όμως είναι ότι η Heather, θα μάθει ποιά στ' αλήθεια είναι, αφού έχει ελευθερωθεί απ' το υπόγειο του σπιτιού της ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι, ο οποίος δεν πέθανε ποτέ.

Η κριτική
"Ο δολοφόνος με το πριόνι" κάνει σαφή τον στόχο του να γίνει το καλύτερο sequel της πρωτότυπης ταινίας του 1974 και νομίζω ότι η προσπάθειά του είναι αρκετά επιτυχημένη. Χωρίς να μιλάμε για μια αριστουργηματική ταινία τρόμου, όπως είναι "Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι", παρά για μια σημερινή ταινία του είδους, η εκδοχή του John Luessenhop θα έλεγε κανείς ότι είναι πολύ καλά μελετημένη.
Το κυριότερο στοιχείο που την κάνει να ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες ταινίες που έχουν ως κεντρικό πρωταγωνιστή τον Leatherface, είναι το γεγονός ότι δεν αποτελεί ακριβώς ούτε συνέχεια της πρώτης, αλλά ούτε remake αυτής. Και τι εννοώ μ' αυτό: Φυσικά, κατά την έναρξη του συγκεκριμένου φιλμ, ο θεατής καταλαβαίνει ότι αυτό που παρακολουθεί έπεται του πρωτότυπου φιλμ. Όμως, αν κάποιος έχει παρακολουθήσει την ταινία του 1974, θα παρατηρήσει ότι υπάρχουν εκπληκτικές ομοιότητες, τόσο στην ιστορία, όσο και στην εικόνα της, με την αρχική.
Ως κεντρικός άξονας δηλαδή, χρησιμοποιείται ένα πρόσωπο που έχει άμεση σχέση με την αρρωστημένη οικογένεια του σχιζοφρενούς δολοφόνου, αλλά είναι "άγραφος χάρτης", καθώς δεν γνωρίζει τίποτα περί δολοφονιών ή ό,τι άλλο. Η Heather λοιπόν, θα δούμε ότι εργάζεται στο τμήμα συσκευασμένων κρεάτων ενός super market και στον ελεύθερο χρόνο της δημιουργεί πίνακες από κοκαλάκια ζώων. Παρόλα αυτά, όμως, η σχιζοφρένεια δεν χτυπά την δική της πόρτα, όπως μπορεί να υποπτευθούμε, αλλά αποτελεί κι η ίδια ένα από τα θύματα του μανιακού δολοφόνου. Επίσης, ο ρόλος της, έχει στοιχεία από τον Nubbins Sawyer (Edwin Neal), την Sally (Marilyn Burns) αλλά και τον Drayton Sawyer.
Όπως θα δούμε, όμως, η παρέα εδώ είναι τετραμελής και το πέμπτο μέλος της, θα γίνει ο νεαρός που θα κάνει autostop. Έχοντας λοιπόν κατά νου ότι ένα καλλιτεχνικό θρίλερ δεν θα τραβήξει τα βλέμματα του σημερινού κοινού, η χρήση εικόνων splatter είναι διάχυτη κατά τη διάρκεια της ταινίας, όπως επίσης και τα ημίγυμνα καλλίγραμμα σώματα, τόσο των αντρών, όσο και των γυναικών, που κάνουν την εμφάνισή τους.
Φυσικά, σε μια εποχή που τα βαμπίρ και τα ζόμπι έχουνε γίνει της μόδας, δεν αναμένεται να τρομοκρατήσει η εικόνα ενός νεκροζώντανου παππού που πίνει ανθρώπινο αίμα, όπως επίσης δεν υπάρχει και κανένα απολύτως νόημα να γίνει αναφορά στο στοιχείο του κανιβαλισμού. Παρόλα αυτά, ο δεσμός των αρρωστημένων οικογενειακών δεσμών, προβάλλεται με άλλους τρόπους, πιο κατανοητούς από ένα σύγχρονο κοινό.
Αξιοπρόσεκτο όμως, είναι και το γεγονός ότι η ταινία δεν εστιάζει μόνο στα εγκλήματα του δολοφόνου με το πριόνι, αλλά και σ' αυτά που διέπραξε η κοινωνία, απέναντι στην οικογένεια Sawyer. Και φυσικά, η αναφορά στο όνομα του Hooper, του πρώτου σκηνοθέτη του "Σχιζοφενούς δολοφόνου με το πριόνι", δεν θα μπορούσε να έχει γίνει με ομορφότερο τρόπο, από αυτόν του εκφραστή της λογικής σκέψης και της επιβολής της τάξης. Επίσης, την γιαγιά Verna, θα δούμε να ενσαρκώνει η Marilyn Burns, ένα πρόσωπο που φέρει έντονα τον ρόλο του θύματος, απενοχοποιώντας κατ' αυτόν τον τρόπο τον θύτη.
Με δυο λόγια, μιλάμε για μια καλογυρισμένη, σύγχρονη ταινία τρόμου που ξεφεύγει από τα πλαίσια των μέτριων ταινιών του σήμερα, χωρίς όμως να πλησιάζει την αίγλη της πρώτης. Αν, λοιπόν, σας αρέσουν αυτού του είδους οι ταινίες, προτείνεται. Αν πάλι είστε λάτρεις της κλασικής ταινίας να ξέρετε ότι θα δείτε κάτι που απευθύνεται αρκετά στο σύγχρονο νεανικό κοινό, οπότε χαμηλώστε τις προσδοκίες σας, αν έχετε σκοπό να την παρακολουθήσετε.
Σημείωση: Όσον αφορά την τρισδιάστατη εκδοχή της, εκτός από ελάχιστες σκηνές που γίνεται υπέροχη χρήση του 3D, δεν μπορώ να πω ότι θα πρέπει να προτιμηθεί.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ταινία τρόμου του 2013, βασισμένη σε χαρακτήρες των Kim Henkel και Tobe Hooper και σε ιστορίων των Stephen Susco, Adam Marcus και Debra Sullivan, σε σενάριο των Adam Marcus, Debra Sullivan και Kirsten Elms και σκηνοθεσία του John Luessenhop, διάρκειας 92 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Alexandra Daddario, Trey Songz, Scott Eastwood, Tania Raymonde, Shaun Sipos, Dan Yeager, Thom Barry, Paul Rae, Keram Malicki-Sánchez, Richard Riehle, James MacDonald, Gunnar Hansen, Marilyn Burns, John Dugan, Allen Danziger, Paul A. Partain, William Vail, Teri McMinn και Edwin Neal.

Οι σύνδεσμοι
Imdb