9 Ιανουαρίου 2013

(1974) Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The Texas chain saw massacre


Η υπόθεση
Στις 18 Αυγούστου του 1973, δυο αδέλφια φτάνουν στο Texas, μαζί με τρεις φίλους τους, για να διαπιστώσουν αν ο τάφος του παππού τους συγκαταλέγεται σ' αυτούς που έχουν βεβηλωθεί από άγνωστους, μέχρι στιγμής, τυμβωρύχους. Κατά την παραμονή τους εκεί, θα συναντήσουν έναν ψυχοπαθή νεαρό και στη συνέχεια ένας-ένας θα γνωρίσουν τον σχιζοφρενή δολοφόνο με το πριόνι. Θα καταφέρει έστω κι ένας απ' τους πέντε τους να επιβιώσει της σφαγής;

Η κριτική
"Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι" ανήκει στην κατηγορία των κλασικών ταινιών τρόμου, που κάθε φανατικός θεατής του συγκεκριμένου είδους οφείλει να έχει δει. Ο Tobe Hooper, χρησιμοποιώντας σαν βάση την ιστορία ενός πραγματικού δολοφόνου, του Ed Gein, δημιούργησε μια πλασματική ιστορία για το σενάριο της ταινίας του, που επρόκειτο να γίνει θρύλος στις επόμενες γενιές.
Από την αρχή της η ταινία, δημιουργεί μια υποβλητική ατμόσφαιρα που τραβά το βλέμμα του θεατή σαν μαγνήτης. Πρώτα απ' όλα, η φωνή του αφηγητή ξεκινά να εισάγει τον θεατή σε μια, φαινομενικά, πραγματική ιστορία. Έπειτα, ακολουθεί μια σκηνή όπου ο φακός φωτογραφίζει αποσπασματικά τα αποσυντεθειμένα σώματα και σιγά-σιγά θ' αρχίσουμε παράλληλα με την εικόνα ν' ακούμε μια ραδιοφωνική εκπομπή που θα συμπληρώσει την εισαγωγή που άφησε λειψή ο αφηγητής.
Η συνέχεια της ταινίας είναι λίγο πολύ γνωστή, η παρέα θα περάσει από το παλαιό σφαγείο, θα μαζέψει έναν τρελό που κάνει autostop κι όταν αυτός δώσει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του, θα βγει εκτός ελέγχου, θα τραυματίσει τον ανάπηρο Franklin (Paul A. Partain), θα φοβήσει τους πέντε ήρωες και θα βρεθεί εκτός πλάνου για ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης ταινίας. Όμως, η μικρή του εμφάνιση αρκεί για να σπείρει τον τρόμο στο κοινό της εποχής και να προϊδεάσει τον θεατή για έναν ακόμη πιο τρομερό χαρακτήρα, αλλά και για την αποκάλυψη μιας αφάνταστα αρρωστημένης κατάστασης.
Φυσικά, για τον τωρινό θεατή, δεν τίθεται καν σαν ζητούμενο η πρόκληση φόβου. Αντίθετα, όπως και στις ταινίες του Hitchcock, αυτό που κρατάει τον θεατή καθηλωμένο είναι η εκπληκτική, και καλλιτεχνικά δοσμένη, φοβική κατάσταση στην οποία έχει φροντίσει ο σκηνοθέτης να τον θέσει. Η αλήθεια είναι ότι αρκετές από τις σκηνές που παρουσιάζονται, για ένα μάτι που έχει μάθει στα σημερινά εφέ και στις ακραίες προσπάθειες ν' αποδοθεί ρεαλιστικά μια σκηνή, φαντάζουν ψεύτικες. Όμως, οι εξαίρετες ερμηνείες των άγνωστων πρωταγωνιστών, αλλά κι η σκηνοθετική γραμμή που ακολουθείται, κάνουν το φιλμ να ξεχωρίσει από αυτά της σειράς.
Στην ταινία, μπλέκονται δολοφονίες, ζόμπι, τυμβωρυχία και κανιβαλισμός, με έναν εξαίρετο τρόπο που δεν οδηγεί στην υπερβολή. Εκτός όμως, όλων αυτών, αξίζει να προσέξει κανείς την ύπαρξη του σαλού, που εδώ παρουσιάζεται ως μεθυσμένος, ο οποίος εκφράζει την αλήθεια που κανείς δεν ξεστομίζει και που παραπέμπει λίγο σε σαιξπηρικό ήρωα.
Με άλλα λόγια, αν σας αρέσουν οι καλές ταινίες τρόμου κι η συγκεκριμένη έχει ξεφύγει της προσοχής σας, προτείνεται ανεπιφύλακτα, καθώς αποτελεί μια από τις αρτιότερες ταινίες του είδους της.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ταινία τρόμου του 1974, σε σενάριο των Kim Henkel και Tobe Hooper και σκηνοθεσία του Tobe Hooper, διάρκειας 83 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Paul A. Partain, Marilyn Burns, Allen Danziger, Teri McMinn, William Vail, Gunnar Hansen, Edwin Neal, Jim Siedow και John Dugan.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes

8 Ιανουαρίου 2013

(2011) Breath of the Gods: A journey to the origins of modern yoga

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Breath of the Gods: A journey to the origins of modern yoga


Η υπόθεση
Ο Jan Schmidt-Garre ταξιδεύει στην Ινδία και συναντά τους ανθρώπους που μαθήτευσαν κοντά στον πατέρα της μοντέρνας yoga, τον Tirumalai Krishnamacharya. Παρακολουθώντας τον τρόπο που διδάσκουν και συνομιλώντας μαζί τους, αποπειράται να δημιουργήσει ένα ντοκιμαντέρ που ερευνά τις ρίζες της σύγχρονης yoga, μέσα στους αιώνες, αλλά και την συμβολή του Krishnamacharya  στην εισαγωγή της, ως είδος εκγύμνασης, στον δυτικό κόσμο.

Η κριτική
Το "Breath of the Gods: A journey to the origins of modern yoga" είναι ένα ντοκιμαντέρ που απευθύνεται σ' ένα πολύ συγκεκριμένο μέρος του κινηματογραφικού κοινού κι αυτό όχι με ιδιαίτερη επιτυχία. Καθώς η yoga έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο φαινόμενο τις τελευταίες δεκαετίες και παράλληλα με την πάροδο του χρόνου, παρατηρούμε πως ο αριθμός των ανθρώπων που την επιλέγουν ως μέσο εκγύμναστης αυξάνεται συνεχώς, τί θα μπορούσε να είναι καλύτερο από το να δημιουργήσει κάποιος ένα ντοκιμαντέρ που ερευνά την προέλευση αυτής της ανατολίτικης μόδας;
Ο Jan Schmidt-Garre, έχοντας λοιπόν κατά νου, ότι ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο θα παρελαύνουν κάποιοι από τους μεγαλύτερους, εν ζωή και μη, δασκάλους της yoga, θα τραβήξει την προσοχή του κόσμου που είτε ασχολείται μ' αυτό το είδος εκγύμνασης, είτε έχει την επιθυμία να ερευνήσει, αν όχι να κατανοήσει, τους λόγους της μαζικής της εξάπλωσης στον δυτικό κόσμο, δίνει πνοή σε μια, αν μη τί άλλο εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιδέα, θεωρώντας πιθανώς πως η ιδέα και μόνο αρκεί για ν' αποτελέσει το έργο του εμπορική επιτυχία. Βέβαια, για όσους έχουν ήδη μπει στη διαδικασία να ψάξουν από μόνοι τους την φιλοσοφία πίσω από την κινησιολογία, νομίζω πως η συγκεκριμένη ταινία δεν έχει να τους διδάξει κάτι περισσότερο απ' όσα ήδη έχουν μάθει. Αντίστοιχα βέβαια, όσοι κάνουν πρακτική κι επιλέξουν να έρθουν για πρώτη φορά σ' επαφή με την θεωρία της yoga μέσω αυτού του ντοκιμαντέρ πιστεύω ότι δεν θα πάρουν μαζί τους κάτι το ουσιαστικό που θα τους βοηθήσει να εξελιχθούν. Παράλληλα επίσης, όσοι επιλέξουν την συγκεκριμένη ταινία ως μέσο γνωριμίας με την έννοια της yoga γενικά, θεωρώ ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι μ' ένα ντοκιμαντέρ ιδιαίτερα δυσνόητο, ίσως κι αδιάφορο.
Βέβαια, επειδή προσωπικά ανήκω στην κατηγορία του κοινού που δεν ήρθε για πρώτη φορά σ' επαφή με την yoga και τη φιλοσοφία της, οφείλω να παραδεχτώ ότι σε προσωπικό επίπεδο, βρήκα την ταινία ιδιαίτερα απολαυστική. Τονίζω βέβαια ότι είχα την τύχη να έχω διδαχτεί για κάποιο χρονικό διάστημα ένα από τα είδη yoga που διδάσκονται κι ότι ανήκω στην κατηγορία των θεατών που έχουν λατρέψει αυτή την πρακτική. Το ζήτημα όμως είναι ότι ως έργο μου φάνηκε απολαυστικό γιατί συνεχώς ανέτρεχα σε προσωπικά μου βιώματα κι όχι γιατί έπαιρνα πράγματα από την ίδια την ταινία.
Το κακό με την συγκεκριμένη προσέγγιση, είναι ότι εστιάζει περισσότερο στην παρουσίαση ευφάνταστων εικόνων ευλυγισίας και δεν στέκεται τόσο στην φιλοσοφία της yoga καθεαυτής. Με άλλα λόγια, τα όσα πήρα από τα δυο μου πρώτα μαθήματα καθαρής πρακτικής, κι όχι θεωρίας, της yoga, το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ δεν κατάφερε να μου τα περάσει στη μιάμιση ώρα που διαρκεί. Έτσι, ένας κοινός θεατής, θα γίνει, απλώς, μάρτυρας ενός ανθρώπου που μπορεί και περιστρέφει το σώμα του σαν δαιμονισμένος κι ένας έμπειρος/μαθητής-της-yoga θεατής, δεν θα φύγει πλήρης μετά την θέασή της.
Εν ολίγοις, αν οι προσδοκίες σας είναι να κατανοήσετε τι εστί yoga μέσω μιας ταινίας, δεν πιστεύω πως η συγκεκριμένη αποτελεί την καταλληλότερη επιλογή, ούτε ότι έχει την δυνατότητα ν' απαντήσει στα ερωτήματά σας, παρά μόνο επιφανειακά. Αν πάλι, ασχολείστε με αυτό το υπέροχο κράμα φιλοσοφίας και κινησιολογίας, που αναζωογονεί σώμα και πνεύμα, θα σας πρότεινα να την δείτε μόνο και μόνο γιατί έχει κάποια ντοκουμέντα του Krishnamacharya, του Krishna Pattabhi Jois, κ.α. που σε κάνουν να θαυμάσεις την άρτια τεχνική και την ταχύτητα εκτέλεσης διαφόρων vinyāsas κι āsanas.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Γερμανικό ντοκιμαντέρ του 2011, σε σκηνοθεσία του Jan Schmidt-Garre, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jan Schmidt-Garre, Tirumalai Krishnamacharya, Krishna Pattabhi Jois, Bellur Krishnamachar Sundararaja Iyengar και Sri T. K. Sribhashyam.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Επιχείρηση: Argo

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Argo


Η υπόθεση
Στις 4 Νοεμβρίου του 1979, μια ομάδα επαναστατημένων Ιρανών εισβάλλει στην Αμερικάνικη πρεσβεία της Τεχεράνης και πιάνει ομήρους πάνω από πενήντα Αμερικανούς. Ωστόσο, έξι άτομα καταφέρνουν να δραπετεύσουν και να βρουν καταφύγιο στο σπίτι του Καναδού πρέσβη. 69 μέρες μετά το περιστατικό αυτό, η C.I.A., με την βοήθεια του ειδικού στις φυγαδεύσεις, Tony Mendez (Ben Affleck), θα καταστρώσει ένα απίστευτο σχέδιο σωτηρίας, σύμφωνα με το οποίο οι έξι δραπέτες είναι μέλη του κινηματογραφικού συνεργείου που ερευνά τον τόπο που θα γίνουν τα γυρίσματα μιας ταινίας με το όνομα "Argo". Το παράτολμο αυτό σχέδιο, αποτελεί την μόνη ελπίδα σωτηρίας των ανθρώπων αυτών κι η πιθανότητα να πετύχει η επιχείρηση, εξαρτάται από τον βαθμό που θα πιστέψει η κοινή γνώμη, αλλά κι οι ίδιοι οι δραπέτες, το απίστευτο σενάριο.

Η κριτική
Η "Επιχείρηση: Argo" ανήκει στην κατηγορία των ταινιών δράσης που σε κάνουν να γελάσεις, ν' αγωνιάς για την εξέλιξή της, αλλά και να θαυμάσεις το μεγαλείο της φαντασίας ενός ανθρώπινου μυαλού. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η ιστορία της βασίζεται στα πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στα πλαίσια της Ιρανικής επανάστασης του 1979, συνιστούν μια ταινία που χειρίζεται αριστουργηματικά το στοιχείο της περιπέτειας και που δικαίως έχει διεκδικήσει τόσες υποψηφιότητες.
Η αλήθεια είναι ότι η συγκεκριμένη ταινία, κάλλιστα μπορεί ν' αποτελέσει αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα στο φιλο-αμερικάνικο κοινό, αλλά και σε όσους θα βιαστούν να την κατηγορήσουν για προβολή της "καλής Αμερικής". Όπως επίσης, σίγουρα υπάρχουν ανακρίβειες ιστορικές, καθώς δεν μιλάμε για κάποιο ντοκιμαντέρ, αλλά για μια ταινία που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Παρόλα αυτά, όμως, επειδή στο σύνολό του, αυτό που παρουσιάζει είναι τόσο άρτια δεμένο, δεν θα σταθώ στις όποιες ανακρίβειες.
Το έργο, ξεκινά με διάφορα σκίτσα κι ασπρόμαυρα βίντεο/ντοκουμέντα κι ένας αφηγητής αναλαμβάνει να εισάγει τον θεατή στην υπόθεση. Η επιλογή να μπλεχτούν τα σκίτσα, που μοιάζουν σε απίστευτο βαθμό με αυτά που θα ετοιμαστούν για την ταινία, με τα βίντεο/ντοκουμέντα, προϊδεάζουν τον θεατή για μια εκπληκτική συνέχεια, καθώς ο σκηνοθέτης κάνει σαφές ότι πρόκειται να μπλέξει φαντασία και πραγματικότητα, για να καταφέρει να σώσει τους ήρωές του. Σ' αυτό το εισαγωγικό σημείο, όμως, αξίζει να σταθούμε και γι' ακόμη έναν λόγο. Ο Affleck, στο γρήγορο πέρασμα που κάνει στα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν στην αιχμαλωσία των ανθρώπων που βρίσκονταν στην πρεσβεία, δεν παρουσιάζει την Αμερική ως το θύμα της όλης υπόθεσης, αλλά της αποδίδει τις όποιες ευθύνες έχει για την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο λαός του Ιράν.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της ταινίας, αξιοπρόσεκτη είναι κι η δουλειά που έχει γίνει για ν' αναπαρασταθεί με πιστότητα η εποχή που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα. Δεν είναι μονάχα ο χώρος, τα κοστούμια, τ' αντικείμενα εποχής ή τα ντοκουμέντα, που έχουν φροντίσει να συμπεριλάβουν στην δημιουργία του έργου, αλλά παράλληλα, ακόμα κι ο τρόπος που κινούνται και μιλούν οι ηθοποιοί, παραπέμπει στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Αξίζει όμως, ν' αναφέρω ότι επειδή κινείται αρκετά στον χώρο των κινηματογραφικών παραγωγών, όσοι έχουν προλάβει την συγκεκριμένη δεκαετία, σίγουρα θα νιώσουν ένα αίσθημα νοσταλγίας.
Από υποκριτικής πλευράς, δεν υπάρχει κανένα ψεγάδι. Ακόμα κι ο Ben Affleck, που είναι ο πιο αδύναμος όλων, δίνει μια υπέροχη ερμηνεία, που δεν αφήνει περιθώρια για σχολιασμούς. Σε επίπεδο σκηνοθεσίας, νομίζω ότι είναι όσο αρτιότερη γίνεται, καθώς οι δυο ώρες που διαρκεί κυλάνε αβίαστα και κατά τη διάρκειά της, θα σας κάνει να γελάσετε με την καρδιά σας, αλλά και να βουλιάξετε στο κάθισμά σας, έχοντας πεθάνει από την αγωνία για το αν τελικά θα καταφέρουν να διαφύγουν οι ήρωες ή όχι. Από απόψεως φωτογραφίας, τέλος, είναι εξίσου εκπληκτική.
Έχοντας σαν βάση μια πραγματική ιστορία που ακόμα και σαν σενάριο ταινίας φαντάζει τρελή και μια παραγωγή δουλεμένη μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, ο Ben Affleck αποδεικνύει γι' ακόμα μια φορά πόσο ικανός είναι πίσω από τις κάμερες. Αν σας αρέσουν οι ταινίες που αναφέρονται σε μια παλαιότερη εποχή ή θαυμάζετε τις εύστροφες και καλές περιπέτειες, προτείνεται ανεπιφύλακτα.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια του 2012, βασισμένη σε άρθρο του Joshuah Bearman, σε σενάριο του Chris Terrio και σκηνοθεσία του Ben Affleck, διάρκειας 120 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Ben Affleck, John Goodman, Alan Arkin, Bryan Cranston, Victor Garber, Tate Donovan, Christopher Denham, Clea DuVall, Scoot McNairy, Kerry Bishé και Rory Cochrane.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

7 Ιανουαρίου 2013

(2012) Πίσω από τους λόφους

Πρωτότυπος τίτλος: După dealuri
Αγγλικός τίτλος: Beyond the hills


Η υπόθεση
Η Alina (Cristina Flutur) κι η Voichiţa (Cosmina Stratan) γνωρίζονται από τα παιδικά τους χρόνια στ' ορφανοτροφείο κι έχουν αναπτύξει μια σχέση, σχεδόν, αδελφική. Η Alina, στα 19 της υιοθετήθηκε από μια οικογένεια και πλέον ζει κι εργάζεται μόνιμα στην Γερμανία. Η Voichiţa, από την άλλη, φεύγοντας από τ' ορφανοτροφείο, βρήκε την χαμένη της οικογένεια στο πρόσωπο του Θεού. Κάποια στιγμή, η Alina θα επιστρέψει στην Ρουμανία για να πάρει μαζί της τον μόνο άνθρωπο που αγάπησε πραγματικά στην ζωή της, την Voichiţa. Η Voichiţa, όμως, θεωρεί πια οικογένειά της το μοναστήρι και διστάζει να κάνει μια νέα αρχή με την καρδιακή της φίλη. Μ' αυτόν τον τρόπο, άθελά της, θέτει σε κίνδυνο την ζωή της ήδη άρρωστης Alina, καθώς ο Ηγούμενος (Valeriu Andriuţă) κι οι υπόλοιπες μοναχές, βλέπουν στο πρόσωπο της φιλοξενούμενης τον σατανά.

Η κριτική
Το "Πίσω από τους λόφους" είναι μια δραματική ταινία που επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η θρησκοληψία στις αναπτυσσόμενες, ακόμη, βαλκανικές χώρες. Βασιζόμενος σε δυο βιβλία που πραγματεύονται την πραγματική ιστορία μιας τελετής εξορκισμού έξω από το Βουκουρέστι, η οποία συγκλόνισε την ρουμάνικη κοινωνία, ο Cristian Mungiu, έχει δημιουργήσει μια ταινία που αναδεικνύει τα όρια του ενδιαφέροντος και της αδιαφορίας, αλλά και της πίστης με την τυφλή υποταγή στις γραφές.
Στην ιστορία γνωρίζουμε ως κεντρικά πρόσωπα δυο φίλες, που τρέφουν μεγάλη αγάπη η μια για την άλλη. Παρόλα αυτά, οι δρόμοι που έχουν επιλέξει ν' ακολουθήσουν, διαφέρουν κατά πολύ. Όταν λοιπόν η Alina επισκεφτεί την Voichiţa, με σκοπό να μην την αποχωριστεί ποτέ ξανά, θα δημιουργηθούν πολλά προβλήματα στις ζωές των δυο γυναικών. Αν και κατά τη διάρκεια της ταινίας, δεν μας δίνονται πολλές πληροφορίες για την ζωή της μοναχής Voichiţa, μαθαίνουμε πως η Alina, κατέληξε στ' ορφανοτροφείο μετά από μια δραματική εμπειρία κι ότι κατά τη διάρκεια της ζωής της έχει αναπτύξει τάσεις κακοποίησης του εαυτού της κι αυτοκτονίας. Η κατεστραμμένη της ψυχολογία, σε συνδυασμό με την μετανάστευσή της στην Γερμανία και τον πυρετό, που την οδηγεί σε κρίσεις, κάνουν τους ανθρώπους της μονής να πιστέψουν ότι η Alina είναι δαιμονισμένη.
Βέβαια, εκτός από την φερόμενη ως κεντρική θεματολογία της θρησκείας, οι επισκέψεις της Ηγουμένης (Dana Tapalagă) και της Voichiţa στ' ορφανοτροφείο, η επίσκεψη της γυναίκας που υιοθέτησε την Alina στο μοναστήρι, η παρουσία του πλήρως άβουλου αδελφού της Alina κι η αδιαφορία του θρησκόληπτου γιατρού, που αναλαμβάνει την θεραπεία της Alina κατά την νοσηλεία της στο κρατικό νοσοκομείο, δείχνουν εμφανώς τα σημάδια μιας ετοιμόρροπης κοινωνίας που με την έλλειψη ενδιαφέροντος που δείχνει στους αβοήθητους πολίτες της, τους δίνει ως μόνες διεξόδους την απόσυρση από τα εγκόσμια, ή την τυφλή πίστη στον Θεό, και την μετανάστευση.
Χρησιμοποιώντας λοιπόν, ως βάση, τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί, μέσα σ' αυτό το σύστημα, η ορθόδοξη εκκλησία, ο Mungiu, δημιουργεί μια ταινία 2.30 ωρών, η οποία με αργούς ρυθμούς, ξεδιπλώνει, ουσιαστικά, την ιστορία της Voichiţa, την οποία θα δούμε να περνά, σταδιακά, από την απόλυτη και τυφλή υπακοή στους κανόνες της εκκλησίας, στην αμφιβολία, καθώς η νέα της οικογένεια, βλάπτει την αγαπημένη της Alina. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης ταινίας και παράλληλα η αρμονία που υπάρχει ανάμεσα στους ρυθμούς εξέλιξης της ιστορίας και την απλότητά της, είναι ότι ο σκηνοθέτης της, μόνο στο τέλος παίρνει σαφή θέση απέναντι στα "πιστεύω" της εκκλησίας και κατά τη διάρκεια των 2 ωρών της, παρουσιάζει σε λογικά πλαίσια τον παραλογισμό με τον οποίο δρα ορισμένες φορές αυτή η κοινότητα.
Έχοντας λοιπόν, ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, που μπορεί να συναντήσουμε και στην σημερινή ελληνική κοινωνία, εκπληκτικές ερμηνείες και μια υπέροχη, λιτή, σκηνοθετική γραμμή, η ταινία αποτελεί μια από τις καλύτερες προτάσεις για το σινεφίλ κοινό κι ιδιαίτερα για τους λάτρεις του βαλκανικού κινηματογράφου. Επίσης, για όσους βρίσκουν ενδιαφέρουσα μια ταινία που πραγματεύεται την έννοια της θρησκείας, αλλά και του εξορκισμού, με δραματικό τρόπο, προτείνεται ανεπιφύλακτα, καθώς η διάρκειά της, μόνο κουραστική δεν είναι.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ρουμάνικο δράμα του 2012, βασιζόμενο σε βιβλία της Tatiana Niculescu, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Cristian Mungiu, διάρκειας 150 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Cosmina Stratan, Cristina Flutur, Valeriu Andriuţă και Dana Tapalagă.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

31 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Ανάμεσα σε δυο κόσμους

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Upside down


Η υπόθεση
Σε κάποιο άλλο σύμπαν, υπάρχουν δυο δίδυμοι πλανήτες, που περιστρέφονται μαζί γύρω από τον ήλιο, όμως ο καθένας έχει την δική του βαρύτητα και τους δικούς του φυσικούς νόμους που κάνουν αδύνατη τη συνύπαρξη των κατοίκων τους. Όπως και στον δικό μας πλανήτη, έτσι κι εδώ, οι πολίτες των δυο αυτών κόσμων χωρίζονται στους εύπορους επάνω και στους άπορους κάτω. Δυο νέοι όμως, ο Adam (Jim Sturgess) κι η Eden (Kirsten Dunst), που κατοικούν ο ένας στον επάνω κι ο άλλος στον κάτω κόσμο, θα ερωτευτούν και στην προσπάθειά τους να είναι μαζί, ίσως καταφέρουν ν' ανατρέψουν τους νόμους της φύσης.

Η κριτική
Το "Ανάμεσα σε δυο κόσμους", με δυο λόγια, είναι ένα γλυκανάλατο ρομάντζο επιστημονικής φαντασίας που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μόνο και μόνο, γιατί μπορεί να είναι η πρώτη μιας σειράς ταινιών ανάλογης θεματολογίας. Η αλήθεια είναι ότι η συγκεκριμένη ταινία είναι πλούσια σε οπτικά εφέ, που είναι και το μόνο πράγμα που αξίζει στο σύνολό της, υστερεί όμως, σε όλα τα υπόλοιπα. Βέβαια, ποτέ δεν αποκλείεται, άλλοι δημιουργοί να εμπνευστούν από τη συγκεκριμένη ιδέα και να αποπειραθούν με τη σειρά τους να γυρίσουν κάτι αρτιότερο.
Η ταινία παρουσιάζει, μ' έναν διαφορετικό τρόπο, την χιλιοειπωμένη ιστορία ενός φτωχού, πλην έξυπνου, ταλαντούχου και πολλά υποσχόμενου νέου και μιας ευκατάστατης κοπέλας. Εφόσον βέβαια, τη σήμερον ημέρα, οι κοινωνικές δομές έχουν αλλάξει και δεν είναι πλέον απαγορευμένη η σύζευξη δυο ανθρώπων από διαφορετικές τάξεις, στο παιχνίδι, θα μπουν οι νόμοι της φυσικής, τους οποίους είναι αδύνατον να τους προσπεράσει κανείς με ευκολία, αλλά η ταινία προσπαθεί να αποδείξει ότι στον βωμό του έρωτα τα πάντα είναι εφικτά.
Η προβληματική της συγκεκριμένης ταινίας, όμως, είναι ότι προσπαθεί να γίνει αρεστή στο ευρύ κοινό, πράγμα αδύνατον, καταστρέφοντας, έτσι, και τις λίγες πιθανότητες που μπορεί να είχε να πιάσει, έστω, κάποιους από τους κινηματογραφικούς θεατές. Και τι εννοώ μ' αυτό: Μια ταινία επιστημονικής φαντασίας, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους λάτρεις της επιστημονικής φαντασίας, δηλαδή στο αντρικό κοινό. Ένα γλυκανάλατο ρομάντζο, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο γυναικείο φύλο κι όσο πιο γλυκανάλατο είναι τόσο μειώνεται και το ηλικιακό όριο της πλειοψηφίας του κοινού που θα την προτιμήσει. Όταν λοιπόν, ένας σκηνοθέτης αποφασίζει να γυρίσει μια ταινία επιστημονικής φαντασίας με κεντρικό θέμα μια άκρως γλυκανάλατη ρομαντική ιστορία, αντί μιας συνοδευτικής ιστορίας αγάπης, είναι αυτονόητο ότι το αποτέλεσμα είναι καταδικασμένο ν' αποτύχει παταγωδώς, μειώνοντας κατά πολύ το κοινό στ' οποίο απευθύνεται.
Ωστόσο για τους φανατικούς θαυμαστές της επιστημονικής φαντασίας η ταινία δεν παύει να είναι ενδιαφέρουσα, καθώς ο νεαρός πρωταγωνιστής, προκειμένου να βρει τρόπο να συνυπάρξει με την αγαπημένη του, κάνει τ' αδύνατα-δυνατά και αποδεικνύεται ιδιαίτερα πολυμήχανος. Το πρωταγωνιστικό δίδυμο της ταινίας, επίσης, είναι οι πολλά υποσχόμενοι Kirsten Dunst και Jim Sturgess, οι οποίοι για το είδος της ταινίας, αποδεικνύονται κάτι παραπάνω από ικανοποιητικοί.
Έχοντας στην θέση του συγγραφέα και σκηνοθέτη τον, σχετικά νέο, Juan Diego Solanas, θα έλεγα ότι τα οπτικά εφέ υπερκαλύπτουν την σκηνοθετική και σεναριακή απειρία του δημιουργού της. Από πλευράς φωτογραφίας, επίσης, έχει αρκετό ενδιαφέρον, καθώς υπάρχει πλήρης αντίθεση στην απεικόνιση των δυο κόσμων κι η μουσική της επένδυση είναι αδιάφορη.
Εν ολίγοις, η ταινία προτείνεται κυρίως σε νεαρά άτομα που προτιμούν τις ιστορίες αγάπης που έχουν τη δυνατότητα να νικήσουν τα πάντα, όπως επίσης και σε όσους έλκονται απ' οτιδήποτε καινούργιο μπορεί να αφορά στην επιστημονική φαντασία. Για τους υπόλοιπους, είναι χαμένος χρόνος. Αλλά επειδή με τέτοιου είδους ταινίες, ποτέ δεν ξέρεις, πιστεύω ότι από το trailer της, μπορεί κάποιος εύκολα να καταλάβει αν υπάρχει περίπτωση να του αρέσει ή όχι.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Καναδικο-Γαλλική ρομαντική ταινία, επιστημονικής φαντασίας, του 2012, σε σενάριο των Santiago Amigorena και Juan Diego Solanas και σκηνοθεσία του Juan Diego Solanas, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Kirsten Dunst και Jim Sturgess.

Οι σύνδεσμοι

(2012) The impossible

Πρωτότυπος τίτλος: Lo imposible
Αγγλικός τίτλος: The impossible


Η υπόθεση
Τον Δεκέμβριο του 2004, η Maria (Naomi Watts), ο σύζυγός της Henry (Ewan McGregor) και τα τρία παιδιά τους, θα ταξιδέψουν στην μαγευτική Ταϊλάνδη, με σκοπό να περάσουν ονειρεμένα τις χριστουγεννιάτικες διακοπές τους. Την επομένη των Χριστουγέννων, όμως, το πανέμορφο τοπίο θ' αντικαταστήσουν εικόνες καταστροφής και θανάτου, μετά το απρόσμενο χτύπημα ενός δεκάμετρου τσουνάμι που προκλήθηκε από έναν σεισμό στον Ινδικό ωκεανό. Μαζί με τα χιλιάδες θύματα της φυσικής καταστροφής, η οικογένεια της Maria και του Henry σκορπά κι οι ήρωές μας ξεκινούν ένα ταξίδι γεμάτο ελπίδες για την επανένωση και την επιβίωσή τους.

Η κριτική
Το "The impossible" ανήκει σ' αυτές τις ταινίες, που βλέποντας κανείς το trailer ή διαβάζοντας την υπόθεσή της, μπορεί, με μεγάλη ευκολία, να κρίνει το κατά πόσο θα του αρέσει ή όχι το περιεχόμενό της. Ο Sergio G. Sánchez, χρησιμοποιώντας, όχι μόνο την καταστροφή που προκάλεσε το τσουνάμι του 2004 στην Ταϊλάνδη, αλλά και την πραγματική ιστορία της οικογένειας Belon, που ήταν μια από τις πάμπολλες οικογένειες τουριστών που επλήγησαν από την φυσική καταστροφή, δημιουργεί ένα δράμα που υμνεί την πίστη και την ελπίδα.
Εφόσον λοιπόν δεν μιλάμε για ένα έργο ντοκιμαντερίστικου χαρακτήρα, αλλά για μια ταινία με πρωταγωνιστές τα πρόσωπα μιας οικογένειας, ο οποιοσδήποτε θα πρέπει να περιμένει μια επιτηδευμένη ταινία που στόχο έχει να συγκινήσει κι όχι να παρουσιάσει και ν' απαριθμήσει τις ζημιές και τα θύματα μιας καταστροφής. Δεδομένου, δε, ότι οι εικόνες που έφτασαν στους τηλεοπτικούς δέκτες ολόκληρου του πλανήτη, κατάφεραν να προκαλέσουν δάκρυα στα μάτια πολλών ανθρώπων, η ανάπτυξη μιας ιστορίας που διαδραματίζεται σ' αυτές τις συνθήκες, αναμένεται να στοχεύει στην ευαισθητοποίηση του κοινού.
Παράλληλα, όμως, ας μην ξεχνάμε ότι πάρα πολλές ταινίες που βασίζονται σε παρόμοιες ιστορίες, δίνουν ένα μέτριο αποτέλεσμα, πολύ απλά γιατί μια συγκινητική ιστορία, από μόνη της, δεν επαρκεί για την δημιουργία ενός συνολικά καλού αποτελέσματος. Παρόλα αυτά, η καταπληκτική σκηνοθεσία του Juan Antonio Bayona, συντελεί τα μέγιστα στην ανάλογη διαχείριση του συναισθήματος του θεατή, κάνοντάς την μια άριστη επιλογή για όποιον την προτιμήσει.
Η ταινία, ξεκινά με την παρουσίαση μιας ενωμένης κι ευτυχισμένης οικογένειας, τα μέλη της οποίας θα ζήσουν χωριστά την απόλυτη καταστροφή. Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται η φωτογραφία, επίσης, εστιάζει στην τεράστια αλλαγή του παραδεισένιου τοπίου σε μια, επί γης, κόλαση κι η χρήση της μουσικής, εντείνει ή ακόμα και προκαλεί τα επιθυμητά συναισθήματα. Την ώρα που θα χτυπήσει η καταστροφή, ο σκηνοθέτης της, φροντίζει να επιβραδύνει την ροή, αναδεικνύοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τα τελευταία δευτερόλεπτα ευτυχίας των ενοίκων του πολυτελούς ξενοδοχείου.
Από την στιγμή που το τσουνάμι χτυπά την πανέμορφη Ταϊλάνδη, ακολουθούν κάποια δευτερόλεπτα απόλυτου κενού, τα οποία όμως θ' αναπληρωθούν, με εξαίρετο τρόπο, στην συνέχεια της ιστορίας. Επίσης, ο Bayona, φροντίζει να βιώσουμε κι εμείς το δράμα της οικογένειας, καθώς δεν παρακολουθούμε παράλληλα την ιστορία του πατέρα και την μητέρας, αλλά πρώτα θ' ακολουθήσουμε την Maria και τον μεγάλο γιό της οικογενείας, τον Lucas (Tom Holland), κι έπειτα θα βρεθούμε να παρακολουθούμε την ιστορία από την πλευρά του πατέρα και των άλλων δυο παιδιών. Επίσης, αξιοπρόσεκτο είναι και το γεγονός ότι η σωτηρία του ενός, μπορεί να πατήσει πάνω στην δυστυχία του άλλου.
Οι καταπληκτικές ερμηνείες της Naomi Watts και του Ewan McGregor, εξυψώνουν την ήδη καλογυρισμένη ιστορία, σε ένα πάρα πολύ καλό κινηματογραφικό αποτέλεσμα. Οι Tom Holland, Samuel Joslin και Oaklee Pendergast, επίσης, είναι απόλυτα πειστικοί στους ρόλους των παιδιών της οικογένειας Belon.
Με άλλα λόγια, αν δεν ανήκετε στην κατηγορία των θεατών που θεωρούν ανούσιο να παρακολουθήσουν μια ταινία που αναβιώνει τα φονικά γεγονότα του 2004, μ' έναν τρόπο που βασίζεται στ' αμερικάνικα πρότυπα, αποτελεί για εσάς μια εξαίρετη επιλογή. Αν πάλι, σας αρέσουν οι ειλικρινείς ταινίες και μισείτε να σας βιάζουν το συναίσθημα, θα σας πρότεινα παρά τις εξαίρετες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της να την αποφύγετε.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ισπανικό δράμα του 2012, βασισμένο σε ιστορία της Maria Belon, σε σενάριο του Sergio G. Sánchez και σκηνοθεσία του Juan Antonio Bayona, διάρκειας 114 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Naomi Watts, Ewan McGregor, Tom Holland, Samuel Joslin, Oaklee Pendergast και Johan Sundberg.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

(2012) Ο άνθρωπος που γελά

Πρωτότυπος τίτλος: L' homme qui rit
Αγγλικός τίτλος: The man who laughs


Η υπόθεση
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, ο Gwynplaine (Marc-André Grondin), ένα αγόρι με παραμορφωμένο πρόσωπο, θα βρεθεί να περιπλανιέται μέσα στην παγωνιά του χειμώνα και θα σώσει, από βέβαιο θάνατο, ένα μωρό που έχει τυφλωθεί από το ψύχος, την Déa (Christa Theret). Στα δυο παιδιά θα δώσει στέγη ένας περιπλανώμενος σαλτιμπάγκος, ο Ursus (Gérard Depardieu), και με τα χρόνια, οι τρεις τους, θα γνωρίσουν τεράστια επιτυχία με τον θίασο του διάσημου "Ανθρώπου που γελά", δηλαδή του Gwynplaine. Ο Gwynplaine κι η Déa, έχοντας φτάσει σε ηλικία γάμου, ερωτεύονται. Όμως τον παραμορφωμένο νεαρό, θα βρουν τιμές κι αξιώματα, που θα του δώσουν την ευκαιρία να μιλήσει ενώπιον του κοινοβουλίου για την ζωή στις λαϊκές τάξεις, αλλά παράλληλα θα του στερήσουν την πραγματική του οικογένεια, τον Ursus και την Déa.

Η κριτική
Η νέα ταινία του Jean-Pierre Améris, αποτελεί την κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Victor Hugo, με πρωταγωνιστή έναν παραμορφωμένο νέο που αποκτά την ευκαιρία να μιλήσει στους ηγέτες για τις συνθήκες διαβίωσης του λαού.
Το λογοτεχνικό κείμενο του Hugo, τοποθετείται στο Λονδίνο του 18ου αιώνα, χωρίς όμως η πρόθεση του συγγραφέα να περιορίζει την κριτική, στον τρόπο άσκησης της εξουσίας στο Βρετανικό βασίλειο και μόνο. Γι' αυτόν τον λόγο, στην συγκεκριμένη κινηματογραφική μεταφορά, η τοποθέτηση του έργου, αφήνει να εννοηθεί μια οικουμενική κριτική στην εξουσία, καθώς, αν προσπεράσει κάποιος τα κοστούμια εποχής, έχει την αίσθηση ότι ο μεγάλος Γάλλος συγγραφέας, αναφέρεται τόσο στην δική του, όσο και στην δική μας εποχή.
Έχοντας λοιπόν, απέναντί του ένα διαχρονικό κι άκρως επίκαιρο λογοτεχνικό έργο, ο Améris, επιχειρεί ν' αποδώσει την εποχή στην οποία αναφέρεται ο Hugo, με μεγάλο ρεαλισμό και βασίζεται αρκετά στην μουσική και την φωτογραφία, της ταινίας του, για να διεγείρει τις αισθήσεις του θεατή, κάνοντάς τον να βιώσει εντονότερα, την δραματική ιστορία του νεαρού Gwynplaine.
Ο πρωταγωνιστής, σε πολύ μικρή ηλικία θ' απαχθεί από το σπίτι του κι από τότε θα φέρει στο πρόσωπό του τα σημάδια της εκδίκησης του βασιλιά. Καταδικασμένος να έχει στην έκφρασή του, χαραγμένο, ένα μόνιμο χαμόγελο, θα ζήσει μια μίζερη, αλλά γεμάτη ζωή, ως μέλος ενός περιφερόμενου θιάσου. Η ιστορία του τερατόμορφου αυτού ανθρώπου, έρχεται σε αντιδιαστολή με την γεμάτη πλούτη κι υποκρισία ζωή που του επιφύλασσε η μοίρα να χάσει. Όταν ο Gwynplaine, αρχίσει να συναναστρέφεται με τους άρχοντες, τότε θ' αποκαλυφθεί η πραγματική ασχήμια της ανθρωπότητας, αλλά κι η ομορφιά του νεαρού άντρα.
Εκτός του Gwynplaine, βέβαια, κι οι υπόλοιποι χαρακτήρες του έργου έχουν συμβολικό ρόλο. Η Déa, όντας τυφλή, αντιλαμβάνεται την ομορφιά του Gwynplaine με τα μάτια της ψυχής, ο Ursus, το όνομα του οποίου στα λατινικά σημαίνει "αρκούδα", έχει για συντροφιά έναν λύκο που ακούει στ' όνομα Homo, δηλαδή "άνθρωπος" κι η δούκισσα Josiane (Emmanuelle Seigner) δεν διστάζει να εκφράσει με λόγια την λατρεία της Αυλής στην ασχήμια του κόσμου.
Ακόμα, αξίζει ν' αναφέρουμε ότι ο χαρακτήρας του Joker, στον Batman, είναι εμπνευσμένος από τον χαρακτήρα του Gwynplaine του Hugo. Στην συγκεκριμένη απόδοση, δε, παρατηρούμε μια εξαίσια ομοιότητα του Joker του Christopher Nolan, με τον Gwynplaine του Jean-Pierre Améris, κάτι που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητο.
Η αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία των ευσήμων, θα έπρεπε να δοθεί στον Victor Hugo, για την καταπληκτική και διαχρονική απεικόνιση της λειτουργίας της κοινωνίας. Όμως, οι συντελεστές του "Ανθρώπου που γελά", έχουν καταφέρει ν' αποδώσουν με μεγάλο ρεαλισμό το λογοτεχνικό κείμενο του σπουδαίου Γάλλου συγγραφέα. Ο Gérard Depardieu, ο Marc-André Grondin, η Christa Theret κι η Emmanuelle Seigner, επίσης, είναι υπέροχοι, αναδεικνύοντας τους χαρακτήρες της ιστορίας, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Με λίγα λόγια, προτείνεται σε όλους όσους ψάχνουν ένα κλασικό και προσεγμένο έργο εποχής, που μπορεί να τους προσφέρει μιάμιση ώρα κινηματογραφικής απόλαυσης, δίνοντάς τους παράλληλα την δυνατότητα να προβληματιστούν.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Γαλλικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Victor Hugo, σε σενάριο των Jean-Pierre Améris και Guillaume Laurant και σκηνοθεσία του Jean-Pierre Améris, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Marc-André Grondin, Gérard Depardieu, Christa Theret και Emmanuelle Seigner.

Οι σύνδεσμοι
Imdb