31 Αυγούστου 2012

(2012) Επικίνδυνο πάθος

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Bel ami


Η υπόθεση
Η υπόθεση του έργου, διαδραματίζεται στο Παρίσι του 1890. Ένας νεαρός, πρώην στρατιώτης, ο Georges Duroy (Robert Pattinson), καταφθάνει στην Πόλη του Φωτός, με την προσδοκία να ξεφύγει από τη φτωχή και μίζερη ζωή του κι ο μοναδικός τρόπος να το πετύχει αυτό, είναι μέσω των συζύγων διαφόρων ισχυρών και κοινωνικά καταξιωμένων ανδρών. Ο Georges, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τη νεανική του γοητεία, για ν' ανέλθει κοινωνικά και να εισέλθει στην ανώτατη κοινωνική τάξη.

Η κριτική
Τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο συχνά, συναντάμε ταινίες, βασισμένες σε κλασικά μυθιστορήματα, με αρκετές από αυτές, να έχουν σημειώσει τεράστια επιτυχία. Το μυστικό της επιτυχίας των ταινιών αυτών, μιας και το κοινό πολύ πιο δύσκολα θα ταυτιστεί με έναν ήρωα εκτός της εποχής του, βρίσκεται στην επεξεργασία της λεπτομέρειας. Όσο πιο λεπτομερώς δουλεμένη είναι μια ταινία εποχής (από την όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερη αναπαράσταση της εποχής ως τις αληθοφανείς αντιδράσεις των ηθοποιών στους δευτερεύοντες ρόλους), τόσο μεγαλύτερη απήχηση θα έχει.
Το "Επικίνδυνο πάθος", αποτελεί μια πολύ καλή προσπάθεια δυο άπειρων, για ένα τέτοιο εγχείρημα, σκηνοθετών, με την απουσία πολλών μικρών λαθών, αλλά και με την παράλληλα "επικίνδυνη" επιλογή, ενός πρωταγωνιστή, στον οποίο δε λειτουργεί ο συγκεκριμένος ρόλος.
Η σκηνική πλαισίωση της ταινίας, με μια πρώτη ματιά, μοιάζει άψογα δουλεμένη, όπως ταυτόχρονα κι η υποκριτική πλαισίωση του πρωταγωνιστή. Οι Uma Thurman, Christina Ricci και Kristin Scott Thomas, υποστηρίζουν τόσο καλά τους ρόλους τους, που κάνουν τον Robert Pattinson, να μοιάζει ακόμα πιο ακατάλληλος για το ρόλο. Για να προλάβω όμως, όλους εσάς τους θαυμαστές του Pattinson, αυτό που γράφω παραπάνω, σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπεί σε μείωση του ταλέντου ή των ικανοτήτων του νεαρού ηθοποιού.
Ο Pattinson, δυστυχώς, είναι ένας από τους ηθοποιούς που έκαναν πολύ γρήγορα καριέρα, μέσα από το sequel του "Λυκόφωτος" κι αναμενόμενο ήταν να ταυτιστεί με το ρόλο του (Edward Cullen) σ' αυτό. Αυτό που οφείλει να κάνει σε όποια άλλη ταινία επιλέξει να πρωταγωνιστήσει, μετά το "Λυκόφως", είναι να αποτινάξει από πάνω του, τον Edwart.
Το στοιχείο αυτό, είναι που οι σκηνοθέτες της ταινίας, πιστεύω έκριναν λανθασμένα. Θεωρώ πως στην προσπάθειά τους να βρουν τον κατάλληλο ηθοποιό να ενσαρκώσει τον γοητευτικό Georges, λειτούργησαν σκεπτόμενοι στο σήμερα κι όχι στο τότε. Η αλήθεια είναι πως ο Pattinson, φυσιογνωμικά, έχει τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου του 1890, αλλά η σκηνοθετική οδηγία που φαίνεται να έχει λάβει, είναι ν' αναπαραστήσει ένα χαρακτήρα που μπορεί να λειτούργησε με πολύ μεγάλη επιτυχία, ως ένας σύγχρονος ήρωας, αλλά σίγουρα δεν ταιριάζει σε ταινία εποχής.
Με λίγα λόγια, θεωρώ πως όσοι επιλέξετε να δείτε το συγκεκριμένο έργο επειδή είστε θαυμαστές του πρωταγωνιστή, δε θ' απογοητευτείτε. Αντίθετα, όσοι περιμένετε να δείτε μια ταινία εποχής, πιστεύω ότι θα πρέπει να ρίξετε λίγο τις απαιτήσεις σας. Δε θα σας πω, να μην τη δείτε. Η ταινία δεν είναι άσχημη συνολικά κι οι πρωταγωνίστριες, είναι καταπληκτικές. Απλώς, δεν αποτελεί μια από τις ταινίες εποχής, που έχουν έρθει για να μείνουν στην ιστορία.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Δράμα εποχής, βρετανικής παραγωγής του 2012, βασισμένο σε μυθιστόρημα του Guy de Maupassant, σε σενάριο της Rachel Bennette και σκηνοθεσία των Declan Donnellan και Nick Ormerod, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Robert Pattinson, Uma Thurman, Christina Ricci και Kristin Scott Thomas.

Οι σύνδεσμοι

30 Αυγούστου 2012

(2012) Ο σεφ και ο σεφ του

Πρωτότυπος τίτλος: Comme un chef
Αγγλικός τίτλος: The chef


Η υπόθεση
Ο Jacky Bonnot (Michaël Youn) είναι ένας νεαρός, ταλαντούχος κι αυτοδίδακτος σεφ. Προσπαθεί να διατηρήσει μια δουλειά σ' ένα οποιοδήποτε συνοικιακό εστιατόριο, σερβίροντας πιάτα των μεγαλυτέρων σεφ της χώρας και θεωρώντας δεδομένο ότι οι πελάτες του, θα πρέπει ν' απολαύσουν το φαγητό τους, όπως ο ίδιος θεωρεί πρέπον να σερβίρεται αλλά και να συνοδεύεται. Φυσικά, η λογική του αυτή, τον οδηγεί από τη μια απόλυση στην άλλη. Αναγκάζεται έτσι, να δουλέψει ως μπογιατζής σε κάποιο γηροκομείο, όπου εκεί θα τύχει να γνωρίσει το μεγάλο του είδωλο, τον Alexandre Lagarde (Jean Reno). O Alexandre Lagarde, μεγάλος αλλά κουρασμένος, πια, σεφ, έχει μπροστά του ελάχιστο χρόνο, να δημιουργήσει το ανοιξιάτικο μενού του εστιατορίου του (Cargo Lagarde) και να καταπλήξει μ' αυτό τους κριτικούς, καθώς η καριέρα αλλά και η θέση του στο Cargo Lagarde, απειλούνται από την ετυμολογία τους. Ψάχνει απεγνωσμένα για κάτι φρέσκο και δροσερό, που να φέρει, παράλληλα, την υπογραφή του και σε μια επίσκεψή του στο γηροκομείο, το βρίσκει... ή μάλλον τον βρίσκει. Ο νέος κι ο παλιός θα πρέπει τώρα να ενώσουν τις δυνάμεις τους, να δημιουργήσουν ένα ανανεωμένο κι εύγευστο μενού και να καταπλήξουν μ' αυτό τους γευσιγνώστες κριτικούς.

Η κριτική
"Ο σεφ και ο σεφ του", είναι μια ανάλαφρη, καλογυρισμένη γαλλική κωμωδία, με αρκετές σκηνές που βγάζουν αβίαστα το γέλιο στο θεατή. Όπως κάθε γαλλική κωμωδία που σέβεται τον εαυτό της, διέπεται από ένα ηθικό στοιχείο, είναι άκρως οικογενειακή κι αποτελεί παράλληλα μια σάτιρα, στις νεοφερμένες μανίες που γίνονται μόδα, θυμίζοντας, στο ελάχιστο, το μεγάλο Γάλλο κινηματογραφιστή, Jacques Tati.
Η ταινία, πραγματεύεται τη σχέση που μπορεί να έχει το παλαιό με το καινούργιο, μέσω των δυο δεσμών που αναπτύσσονται κατά τη διάρκειά της. Από τη μια πλευρά, έχουμε τον Alexandre Lagarde, έναν άντρα που έχει καταφέρει να διατηρηθεί στην κορυφή, για 15 συνεχή χρόνια κι από την άλλη, έχουμε δυο νέους ανθρώπους. Ο ένας, είναι ο Jacky Bonnot, ο νεαρός που έχει μεγαλώσει μαθαίνοντας από το Lagarde τα μυστικά της υψηλής μαγειρικής κι έχει παράλληλα αναπτύξει ένα τεράστιο σεβασμό για το πρόσωπό του. Ο άλλος, είναι ο Stanislas Matter (Julien Boisselier), γιος του Paul Matter (Pierre Vernier) και κληρονόμος του Cargo Lagarde, ο οποίος βλέπει τη μαγειρική αποκλειστικά και μόνο ως τραπεζικούς αριθμούς.
Ο Alexandre κι ο Jacky, αναπτύσσουν μια σχέση υγιή. O Alexandre, μπορεί να προσφέρει στον Jacky τις γνώσεις και την εμπειρία του κι αντίστοιχα, ο Jacky, μπορεί να προσφέρει στον Alexandre τη ζωντάνια και την όρεξή του, θυμίζοντάς του ποιός ήταν και πώς έφτασε στην κορυφή. Η σχέση του Alexandre με τον Stanislas, αντίθετα, είναι μια σχέση ανταγωνιστική κι ατελέσφορη, ανίκανη να προσφέρει κάτι περισσότερο από άγχος και πίεση. Αυτές οι δυο δυνάμεις λοιπόν, καλούνται να συγκρουστούν, φέρνοντας τους πρωταγωνιστές σε καταστάσεις, που μόνο γέλιο μπορούν να προκαλέσουν.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών, είναι από συμπαθητικές ως πάρα πολύ καλές, κάτι το αναμενόμενο βέβαια, αφού σε μια κωμωδία, ο ρόλος πρέπει να 'ναι αρκετά "αβανταδόρικος", για να δώσει τη δυνατότητα στο ηθοποιό να ξετυλίξει τον ταλέντο του. Ο ρόλος του Jacky Bonnot, πιστεύω ότι ταίριαζε αρκετά στον Michaël Youn, καθώς το πρόσωπό του κι οι εκφράσεις του, αρκούν για να προκαλέσουν γέλιο και παράλληλα, η επιλογή του Jean Reno, ήταν άκρως ταιριαστή. Σίγουρα, η επιλογή του Reno, να πρωταγωνιστήσει σ' αυτή την ταινία, δεν είναι το καλύτερο βήμα της κινηματογραφικής του καριέρας, αλλά παράλληλα δεν αποτελεί και την "πατάτα" που κάθε ηθοποιός, αναγκάζεται ή δικαιούται να κάνει κάποια στιγμή. Η επιλογή του, ήταν αξιοπρεπέστατη κι αποδεικνύει πως ό,τι κι αν του δοθεί, είναι ικανός να το παρουσιάσει ευπρεπέστατα.
Την ταινία, θα την πρότεινα σίγουρα, σε κάποιον που θέλει να δει μια ευχάριστη κωμωδία. Πιστεύω ότι είναι από τις καλύτερες επιλογές, της θερινής περιόδου, καθώς μπορεί να την παρακολουθήσει ολόκληρη η οικογένεια κι είναι αρκετά προσεγμένη, για το είδος της πάντα. Αυτό που θα έλεγα όμως σε κάποιον, ως συμβουλή, είναι να φάει κανονικά το μεσημέρι, γιατί για μας τους Έλληνες, η αλήθεια είναι ότι κρύβει μια παγίδα. Ως λαός είναι γνωστό πως, όταν ακούμε για "σεφ", πιστεύουμε ότι θα πάμε στο σινεμά και θα δούμε μια "Πολίτικη κουζίνα". Ευτυχώς (για όσους προσέχετε τη διατροφή σας), η ταινία δεν ανήκει σ' αυτή την κατηγορία. Είναι πολύ ευχάριστη και δροσερή, αλλά μην περιμένετε να δείτε πιάτα και μαγειρικές που θα σας κάνουν να σας τρέχουν τα σάλια.
Σημείωση: Επίσης, ένα ωραίο στοιχείο, που δίνει λαβές για σάτιρα, είναι η νέα μόδα, που σιγά-σιγά προσεγγίζει και τη χώρα μας, αυτή της μοριακής κουζίνας. Όσοι θέλετε να ενημερωθείτε γι' αυτό το νέο είδος μαγειρικής, είναι μια πολύ καλή επιλογή, να το κάνετε, χωρίς να μπείτε στη διαδικασία να ψάχνετε ώρες ατελείωτες.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Γαλλική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Daniel Cohen, διάρκειας 84 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jean Reno, Michaël Youn, Julien Boisselier και Raphaëlle Agogué.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

29 Αυγούστου 2012

(2011) Κυνηγοί κεφαλών

Πρωτότυπος τίτλος: Hodejegerne
Αγγλικός τίτλος: Headhunters


Η υπόθεση
Ο Roger Brown (Aksel Hennie), είναι ένας φιλόδοξος κυνηγός στελεχών. Είναι παθιασμένος με τη γυναίκα του, Diana (Synnøve Macody Lund), στην οποία προσφέρει ανεξέλεγκτα, τα πάντα. Για να μπορέσει βέβαια να συντηρήσει τα πανάκριβα γούστα του, ο Roger, αναγκάζεται να κάνει παράλληλα, μια δεύτερη δουλειά. Κλέβει έργα τέχνης από τα σπίτια διαφόρων πελατών του και τα πουλάει στη μαύρη αγορά, έναντι διόλου ευκαταφρόνητων αμοιβών. Το τέλος της διπλής του καριέρας, φαίνεται να φέρνει ένας μυστηριώδης άγνωστος κι η ύπαρξη ενός σπάνιου κομματιού στη συλλογή του.  Όλα μοιάζουν σχεδιασμένα στην εντέλεια για την τελευταία υπόγεια δουλειά του Roger, που θα του εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους, για μια πλουσιοπάροχη ζωή. Η μόνη λεπτομέρεια που δεν έχει "σκεφτεί" να υπολογίσει, είναι το σκοτεινό παρελθόν αυτού του αγνώστου, που θα μετατρέψει την τελευταία του αυτή δουλειά, σε ένα συνεχή αγώνα δρόμου, για τη σωτηρία της ζωής του.

Η κριτική
Η ταινία, αποτελεί ένα από τα αρτιότερα θρίλερ που έχουν παρουσιαστεί το τελευταίο χρονικό διάστημα. Όντας Νορβηγικής παραγωγής, φέρει σαφώς αρκετά χαρακτηριστικά του σύγχρονου σκανδιναβικού κινηματογραφικού είδους.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των τελευταίων ταινιών διαφόρων Σκανδιναβικών χωρών που έχουν πετύχει διεθνή αναγνωρισιμότητα, είναι το γεγονός ότι έχουν καταφέρει να συνδυάσουν στοιχεία του "κουλτουριάρικου" ευρωπαϊκού κινηματογράφου και του "εμπορικού" αμερικάνικου, χωρίς όμως, να αλλοιώνουν την ευρωπαϊκή καταγωγή τους.
Λανθασμένα κατά τη γνώμη μου, ο σύγχρονος Ευρωπαϊκός κινηματογράφος, έχει ταυτιστεί με την έννοια του "αργού", ενώ ο Αμερικάνικος με την έννοια του "γρήγορου". Στην πραγματικότητα, ο Ευρωπαϊκός κινηματογράφος, είναι ένας "καθημερινός" κινηματογράφος. Κάλλιστα δηλαδή, μια ευρωπαϊκή ταινία, μπορεί να πραγματεύεται την ιστορία του ανθρώπου της διπλανής πόρτας, κάτι το οποίο συνήθως, απαιτεί αργούς ρυθμούς εξέλιξης της πλοκής. Ο Αμερικάνικος, στην αντίπερα όχθη, είναι βασισμένος σε ένα πρότυπο, μη θνητό, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα να παρουσιάσει την ιστορία με μεγαλειώδη ελευθερία κι εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς.
Το ζωντανό παράδειγμα του πετυχημένου συνδυασμού της καθημερινότητας του ευρωπαϊκού είδους και της αμερικάνικης ταχύτητας (αναφερόμενη στη συνολική παραγωγή μιας χώρας κι όχι σε εξαιρέσεις ευρωπαϊκών ταινιών που το έχουν καταφέρει), αλλά και ταυτόχρονα με διεθνείς διακρίσεις, είχε καταφέρει, μέχρι στιγμής, μόνο η Ισπανική κινηματογραφία. Για να μην πολυλογώ όμως, καλύτερα ν' αναφερθώ στα στοιχεία που κάνουν τη συγκεκριμένη ταινία, ξεχωριστή και της δίνουν ένα εισιτήριο στη λίστα των ταινιών που αξίζει να δει κανείς.
Ο Roger, είναι ένα πρόσωπο που φαίνεται να τα έχει όλα. Είναι ο τύπος, που μπορείς να φανταστείς να σε περνάει από συνέντευξη κι αυτός ο χοντρόπετσος κι αποστασιοποιημένος άντρας, με ψυχρό πρόσωπο, που σου δίνει την αίσθηση, ότι για τα χρήματα, είναι ικανός να κάνει τα πάντα. Ο Clas Greve (Nikolaj Coster-Waldau) πάλι, ο άγνωστος που έρχεται σαν από μηχανής θεός να δώσει τη λύση του οικονομικού αδιεξόδου του πρωταγωνιστή, μοιάζει όντως με κάποιον ξενόφερτο, έχοντας υιοθετήσει μια πιο ανέμελη συμπεριφορά, εκπέμποντας όμως, παράλληλα στο θεατή, κάτι απροσδιόριστα σκοτεινό, κάνοντάς τον να υποψιαστεί ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά πάνω του. Η Diana τώρα, είναι εκπληκτικά όμορφη κι εντυπωσιακή, όπως κάθε Σκανδιναβή, αρκετά ψυχρή όμως εκφραστικά, καθιστώντας αδύνατο, να καταλάβει κανείς την ψυχοσύνθεσή της.
Σαν χαρακτήρες, οι δυο Νορβηγοί, δεν είναι αδύνατον να χαρακτηριστούν "καθημερινοί". Αυτός που φέρει το Αμερικανικό στοιχείο, είναι ο σκοτεινός άγνωστος και παράλληλα, είναι αυτός που θα κινήσει τα νήματα από ένα σημείο κι έπειτα, αναγκάζοντας τον θνητό Νορβηγό, να εισχωρήσει στους δικούς του ρυθμούς, αν θέλει πραγματικά, να επιβιώσει.
Η ταινία είναι αριστουργηματική για το είδος της, γιατί βρίσκεται στο μεταίχμιο ενός γνωστού μοτίβου κυνηγητού και μιας φυσιολογικής αντίδρασης ενός κοινού θνητού, οι αντιδράσεις του οποίου, είναι στην κυριολεξία αδύνατον να προβλεφθούν. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι κι αυτή η ταινία, βασίζεται σε ένα βιβλίο "best seller", κάτι που δίνει στους παραγωγούς της, τη δυνατότητα να διαβάσουν τα προγνωστικά της απήχησης που πιθανόν να είχε.
Η ταινία απευθύνεται σε λάτρεις των θρίλερ και είχε, όντως, πολύ μεγάλη απήχηση. Προσωπικά όμως δεν θα την πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ Ευρωπαϊκό κινηματογράφο, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι έχει λάβει θετικά σχόλια μεν, αλλά από κριτικούς κι ένα κοινό, που πήγε να δει μια Νορβηγική παραγωγή. Είναι σαφώς γρήγορη, απρόβλεπτη, έξυπνη και πολύ ευρηματική, αλλά δεν δημιουργεί κάποιο πρότυπο κι ίσως αυτό, να μην αρέσει σε κάποιους που έχουν συνηθίσει τις ταινίες εικονικών ηρώων. Η μόνη περίπτωση που θα το πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει Ευρωπαϊκό σινεμά, θα ήταν αν απευθυνόμουν σε ένα άτομο, λάτρη μεν των θρίλερ, κουρασμένο δε, να βλέπει τα ίδια και τα ίδια στη μεγάλη οθόνη, χωρίς να παραλείψω βεβαία να του τονίσω, ότι "δεν είναι κάτι που σίγουρα θα σου αρέσει, είναι απλώς κάτι διαφορετικό".

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Θρίλερ του 2011, Νορβηγικής παραγωγής, βασισμένο σε βιβλίο του Jo Nesbø, σε σενάριο των Lars Gudmestad και Ulf Ryber και σκηνοθεσία του Morten Tyldum, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Aksel Hennie, Nikolaj Coster-Waldau, Synnøve Macody Lund, Eivind Sander και Julie R. Ølgaard.

Οι σύνδεσμοι
Rotten Tomatoes

28 Αυγούστου 2012

(2012) Ted

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Ted


H υπόθεση
Ο John Bennett (Mark Wahlberg), ένα 8χρονο αγόρι χωρίς φίλους, παίρνει από τους γονείς του ως δώρο Χριστουγέννων έναν αρκούδο, τον οποίο κι ονομάζει Teddy (φωνή: Seth MacFarlane). Ο Teddy, έχει την ικανότητα να λέει "Σ' αγαπώ", αλλά ο μικρός John, έχοντας την ανάγκη ενός πραγματικού φίλου, το ίδιο βράδυ, εύχεται, να μπορούσε ο Teddy να μιλήσει στ' αλήθεια. Το επόμενο πρωί, η ευχή του έχει πραγματοποιηθεί. Ο John κι ο Ted ορκίζονται αιώνια φιλία... και πράγματι, 27 χρόνια αργότερα, τους βρίσκουμε να συγκατοικούν και να κάνουν παρέα, σα δυο μικρά παιδιά σε σώματα (ή με φωνές) ενηλίκων. Για τον Ted και τον John, η ζωή δε θα μπορούσε να είναι καλύτερη, μέχρις ότου η Lori (Mila Kunis), η τετραετής σχέση του John, να του υποδείξει την πραγματική του ηλικία και να τον αναγκάσει να ωριμάσει... κάτι που περιπλέκει, κάπως, τα πράγματα.

Η κριτική
Η ταινία, από πολλούς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί "κλασική αμερικανιά", αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Αμερικανιά είναι, κλασική όμως, σίγουρα δεν τη λες. Απευθύνεται, κατά κύριο λόγο, σε ενήλικες, το πολύ 60άρηδες, άντρες, αλλά και σε όσους αρέσει το χοντροκομμένο χιούμορ και δεν τους ενοχλεί η συνεχής βωμολοχία.
Ο χαρακτήρας του Ted, αν είχε παρουσιαστεί ως άνθρωπος, θα ήταν ο κλασικός, συνήθως χοντρούλης, αποτυχημένος φίλος του ήρωα, που αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει, που δεν έχει υποχρεώσεις στη ζωή του και συνεχώς παρασέρνει τον ήρωά μας, σε ανώριμες και παιδιάστικες συμπεριφορές, αλλά που παρόλα αυτά, αγαπάει πραγματικά το φίλο του και θέλει το καλύτερο γι' αυτόν. Το γεγονός όμως, ότι ο Ted δεν είναι άνθρωπος, αλλά αρκούδι, είναι αυτό που κάνει την κωμωδία ευφυέστατη. Ακόμα κι αν πείσεις το θεατή ότι υπάρχει ένα αρκούδι που μιλάει, δεν του γεννάς αυτόματα και την προσδοκία, αυτό, να συμπεριφέρεται σαν οποιονδήποτε 27χρονο. Γιατί στο κάτω-κάτω της γραφής, είναι απλά ένα αρκούδι και σ' ένα αρκούδι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να πει "Duuude... grow up!!!".
Ο χαρακτήρας του John τώρα, είναι αυτός του καλού παιδιού. Αυτού δηλαδή, που έχει περάσει μια δύσκολη παιδική ηλικία κι έχει μάθει να εκτιμά τη φιλία, περισσότερο απ' όλα τ' άλλα αγαθά στη ζωή του, και γι' αυτό το λόγο, αφήνει να τον παρασέρνουν. Η διαφορά με τον κολλητό του, είναι ότι έχει συναίσθηση των ευθυνών, αλλά και των καθηκόντων ενός ατόμου της ηλικίας του, έχει τη διάθεση να προχωρήσει τη ζωή του ένα βήμα παραπέρα, έχει ακόμα αποκτήσει κι όλα τα φόντα για να το κάνει, αλλά όσο έχει το φιλαράκι του, ως την ασφαλιστική δικλείδα, από δίπλα, ποτέ δε θα πάρει απόφαση, να μπει στη διαδικασία της ενηλικίωσης.
Η Lori αντίθετα, είναι η φωνή της λογικής. Είναι η πετυχημένη γυναίκα, αυτή που έχει καταφέρει, σ' επαγγελματικό επίπεδο, να πραγματοποιήσει τους στόχους της, αλλά σε προσωπικό, έχει αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν όπως να 'ναι. Τα χρόνια έχουν περάσει όμορφα κι ανέμελα μεν, αλλά έρχεται η στιγμή που θα συνειδητοποιήσει ότι έχει κι άλλες απαιτήσεις από μια σχέση. Έτσι λοιπόν, θέτει στο σύντροφό της το δίλημμα "...ή ωριμάζεις κι είμαστε καλά μαζί ...ή μένεις με το φίλο σου και καλά να περνάτε". Και το μπαλάκι, πλέον, βρίσκεται στο γήπεδο του John, ο οποίος, καλείται ν' αποφασίσει, έχοντας απ' το ένα αυτί το διαβολάκι κι απ' το άλλο το αγγελάκι, να τον καθοδηγούν.
Προσωπικά δεν έχω δει "Family guy", τουλάχιστον όχι πολύ, και συνεπώς δεν είμαι θαυμάστρια του MacFarlane. Όμως, τρελαίνομαι γι' αυτό το "κάφρικο χιούμορ", γελάω σαν 5χρονο κάθε φορά που βλέπω μια πετυχημένη ταινία αυτού του είδους, γιατί κάθε φορά με βρίσκει τελείως απροετοίμαστη. Η ταινία, δεν είναι αυτό που λέμε, μια καλή, οικογενειακή κωμωδία, οπότε δεν είναι για όλους. Όπως λέω και στην αρχή της κριτικής, απευθύνεται κυρίως στο αντρικό κοινό, που έχει διατηρήσει την επαφή με την ηλικία του 15-25χρονου εαυτού του. Δε θα την πρότεινα σε κάποιον που θέλει να πάει το παιδί του να τη δει, ούτε σε κάποιον που δέχεται μεν το χιούμορ, αλλά μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Θα την πρότεινα όμως, σε όλους όσους δεν έχουν αναστολές σ' ό,τι αφορά το γέλιο και μπορούν να γελάσουν ακόμα και με τα πιο αηδιαστικά πράγματα.
Σημείωση: Προσωπικά, τρελάθηκα με την guest εμφάνιση του Sam J. Jones, του ηθοποιού δηλαδή που ενσάρκωνε τον Flash Gordon, στην ομώνυμη ταινία του '80. Εκεί συνειδητοποίησα, ότι η σάτιρα αυτής της ταινίας, πραγματικά δεν έχει όρια.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κωμωδία του 2012, βασισμένη σε ιστορία του Seth MacFarlane, σε σενάριο των Seth MacFarlane, Alec Sulkin και Wellesley Wild και σκηνοθεσία του Seth MacFarlane, διάρκειας 106 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Mark Wahlberg, Seth MacFarlane, Mila Kunis, Giovanni Ribisi και Joel McHale.

Οι σύνδεσμοι
Rotten Tomatoes

27 Αυγούστου 2012

(1928) Ο κινηματογραφιστής

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The cameraman


Η υπόθεση
Ένας πλανόδιος φωτογράφος, ο Buster (Buster Keaton), συναντά κι ερωτεύεται τη Sally (Marceline Day). Της ζητά να τη φωτογραφίσει, όμως εκείνη μέχρι να εμφανιστεί η φωτογραφία, εξαφανίζεται με κάποιο νεαρό κινηματογραφιστή της MGM. Ο Buster, πηγαίνει στα γραφεία της MGM, αναζητώντας τη Sally κι αφού τη βρίσκει, αποφασίζει να δουλέψει ως κινηματογραφιστής, για να είναι κοντά της. Ακολουθούν μια σειρά από αστεία σκετσάκια (γκαγκς), στα οποία ο Buster, προσπαθεί να αποδείξει την ικανότητά του ως κινηματογραφιστής, αλλά και να κερδίσει την καρδιά της Sally.

Η κριτική
Αντί κριτικής, θα προτιμήσω ν' αναφερθώ με δυο λόγια στο δημιουργό της ταινίας. O Buster Keaton, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Αμερικανικού μπουρλέσκ. Από πολλούς, θεωρείται μάλιστα, ανώτερος του Charlie Chaplin, ενώ, λόγω του παιξίματός του, έχει λάβει το παρατσούκλι "Το μεγάλο πέτρινο πρόσωπο".
Ο Keaton, προερχόμενος από το χώρο του τσίρκου, κάνει ταινίες που βασίζονται σ' ένα χαρακτήρα Αρλεκίνου κι είναι κυρίως "κινητικές". Το κυριότερο χαρακτηριστικό του όμως, είναι η ανέκφραστη κι ατάραχη έκφραση του προσώπου του, την οποία καταφέρνει να διατηρεί σ' όλη τη διάρκεια των ταινιών του. Ο ίδιος ο Keaton, είχε δηλώσει, πως ως παιδί, όταν ακόμα δούλευε μαζί με τους γονείς του στο τσίρκο, είχε παρατηρήσει πως κάθε φορά που ο πατέρας του τον πετούσε στο σκηνικό, την ορχήστρα ή τους θεατές, αν ο ίδιος κατάφερνε να πνίξει το γέλιο του, το σκετς προκαλούσε περισσότερο γέλιο στο κοινό.
Στις ταινίες του, σημαντικό ρόλο, έχουν οι χώροι των γυρισμάτων, που κατά κύριο λόγο είναι εξωτερικοί. Επίσης, το χαρακτήρα του, μοιάζει να τον ακολουθεί, συνεχώς, ένα μαύρο συννεφάκι, αφού η μια ατυχία, έπεται της άλλης, δημιουργώντας έτσι ένα σύνολο από γκαγκς (αστεία περιστατικά), που στο τέλος, συνήθως, καταφέρνει να ξεπεράσει και να βρει, επιτέλους, το δίκιο του.
Παρ' όλη την επιτυχία που γνώρισε ο Buster Keaton, στα χρόνια του βωβού κινηματογράφου, δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί κατάλληλα στις απαιτήσεις του ομιλούντος, κι έγινε έτσι ο πρώτος star, που έμεινε εκτός του κινηματογραφικού συστήματος.
Από τις σημαντικότερες ταινίες του, είναι: "Η φιλοξενία μας/Our hospitality" του 1923, "Ο θαλασσοπόρος/The navigator" του 1924, "Σέρλοκ, ο νεότερος/Sherlock Jr." επίσης του 1924, "Επτά ευκαιρίες/Ο τυχερός/Seven chances" του 1925, "Ο στρατηγός/The general" του 1927, "Ο κινηματογραφιστής/The cameraman" του 1928 και "Απόφοιτος κολλεγίου/Steamboat Bill, Jr." επίσης του 1928.
Προσωπικά, τη συγκεκριμένη ταινία, θα την πρότεινα μόνο σε λάτρεις του βωβού και σε σινεφίλ, καθώς δεν πιστεύω πως αποτελεί μια απ' τις καλύτερες ταινίες του είδους της, ενώ παράλληλα υπάρχουν αρκετά δείγματα σλάπστικ, καταλληλότερα για κάποιον που θέλει απλώς να πειραματιστεί.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη, βωβή, κωμωδία του 1928, σε ιστορία των Clyde Bruckman, Lew Lipton, Richard Schayer, Joseph Farnham, Al Boasberg και Byron Morgan και σκηνοθεσία των Edward Sedgwick και Buster Keaton, διάρκειας 69 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Buster Keaton, Marceline Day, Harold Goodwin, Sidney Bracey και Harry Gribbon.

Οι σύνδεσμοι
Αντί για trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

(2010) Άντρες εναντίων γυναικών

Πρωτότυπος τίτλος: Maschi contro femmine
Αγγλικός τίτλος: Men vs women


Η υπόθεση
Η ταινία, πραγματεύεται τις σχέσεις, ερωτικές και φιλικές, ανάμεσα στα δυο φύλλα, μέσω τεσσάρων ιστοριών, που κατά κάποιο τρόπο συνδέονται μεταξύ τους και σκοπό έχουν να δείξουν τις διαφορές, αλλά και τις ομοιότητες των δυο πλευρών. Η πρώτη, είναι η ιστορία ενός παντρεμένου ζεύγους, του Walter (Fabio De Luigi) και της Monica (Lucia Ocone) που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Μαζί με το νέο μέλος της οικογενείας όμως, μπαίνει στη ζωή του ζεύγους, ή καλύτερα του συζύγου κι ένα ακόμα πρόσωπο, η Eva (Giorgia Wurth). Η δεύτερη, είναι η ιστορία μιας γυναίκας μέσης ηλικίας, της Nicoletta (Carla Signoris), η οποία στα 40 μένει μόνη και καλείται να βρει τον εαυτό της... και γιατί όχι, το άλλο της μισό. Η τρίτη, είναι η ιστορία δυο γειτόνων, του Diego (Alessandro Preziosi) και της Chiara (Paola Cortellesi), που δεν αντέχουν ο ένας στη θέα του άλλου κι η τέταρτη, είναι η ιστορία δυο παιδικών φίλων, του Andrea (Nicolas Vaporidis) και της Marta (Chiara Francini) κι ενός τρίτου προσώπου, της Francesca (Sarah Felberbaum), που έρχεται να μπει ανάμεσά τους.

Η κριτική
Η ταινία, είναι μια ανάλαφρη, σύγχρονη, ιταλική κωμωδία, με αρκετά κλισέ της ιταλικής φαρσοκωμωδίας. Παρόλα αυτά όμως, η ταινία δεν κουράζει και βλέπεται θα έλεγα αρκετά ευχάριστα. Άλλωστε το ιταλικό σινεμά, κρίνεται από τα πιο κατάλληλα για την ανάπτυξη ενός τέτοιου θέματος, μιας κι η ιταλική παράδοση έχει καταπιαστεί αρκετές φορές με την αιώνια διαμάχη των δυο φύλλων.
Το προτέρημα, της συγκεκριμένης ταινίας, είναι ότι δεν ασχολείται με τέσσερις πανομοιότυπες ιστορίες, που όλες θα έχουν την ίδια κατάληξη. Οι ιστορίες αυτές, έχουν ως πρωταγωνιστές, χαρακτήρες διαφορετικής ηλικίας, ακόμα και διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης, αποσκοπώντας να γίνει αποδεκτή από ένα αρκετά ευρύ κοινό.
Προσωπικά, θα την πρότεινα σε γυναίκες περισσότερο, παρά σε άντρες, καθώς είναι από τις κωμωδίες που χρειάζονται ένα πιο ρομαντικό κοινό, για να γίνουν κατανοητές. Είναι μια αρκετά ευχάριστη κωμωδία, που δεν προσπαθεί να εμβαθύνει καθόλου στην ψυχοσύνθεση των ηρώων της. Γι' αυτό το λόγο, θα απέφευγα να την αναφέρω σε κάποιον που ψάχνει ταινίες που να παρουσιάζουν το θέμα, αποκλειστικά, ως κοινωνικό προβληματισμό. Σίγουρα όμως, θα την πρότεινα σε κάποιον που θα ήθελε να δει κάτι ευχάριστο και να χαλαρώσει ή σε όσους αρέσουν οι ανάλαφρες ιταλικές κωμωδίες.
Σημείωση: Αν τη συγκεκριμένη κωμωδία, είχε αποπειραθεί να την ανεβάσει κάποιος Αμερικανός, το πιθανότερο είναι το αποτέλεσμα να ήταν γελιοδέστατο. Αντίθετα, αν την παραγωγή της, είχε αναλάβει κάποιος με ένα ευρωπαϊκότερο στυλ, θα είχε καταλήξει να είναι, ένα ανούσιο κι ημιτελές, ευρωπαϊκό δράμα.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Ιταλική κωμωδία του 2010, σε σενάριο των Fausto Brizzi, Massimiliano Bruno, Valeria Di Napoli και Marco Martani και σκηνοθεσία του Fausto Brizzi, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Fabio De Luigi, Giorgia Wurth, Carla Signoris, Alessandro Preziosi, Paola Cortellesi, Nicolas Vaporidis, Chiara Francini, Sarah Felberbaum, Giuseppe Cederna και Lucia Ocone.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten tomatoes 

26 Αυγούστου 2012

(2012) Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The dark knight rises


Η υπόθεση
Η ιστορία, ξεκινά 8 χρόνια μετά το θάνατο του εισαγγελέα Harvey Dent/Two-Face, την ευθύνη του οποίου, έχει αποκλειστικά αναλάβει ο Batman (Christian Bale). Μαζί με την εξαφάνιση του "σκοτεινού ιππότη" από τους δρόμους, μαθαίνουμε πως έχει εξαφανιστεί κι ο Bruce Wayne από τα εγκόσμια. Όλα αυτά βέβαια, μέχρι τη στιγμή που θα κάνουν την εμφάνισή τους μια κλέφτρα, η Selina Kyle (Anne Hathaway) κι ένας νεαρός αστυνομικός, ο Blake (Joseph Gordon-Levitt), ξυπνώντας στον Bruce το ένστικτο του κυνηγού κι αγωνιστή. Στην αρχή της ταινίας, εισάγεται ο Bane (Tom Hardy), ένας μασκοφόρος κακοποιός του υποκόσμου, ο οποίος θα διεκδικήσει την κυριαρχία του Gotham City. Τον Bruce και τον Bane, τους συνδέει το κοινό τους παρελθόν, ως μέλη της league of shadows, με τη διαφορά ότι ο Bruce έχει μείνει σχεδόν μια δεκαετία εκτός παιχνιδιού. Ο Bruce Wayne, καλείται να βρει το χαμένο Batman, έτσι ώστε να μπορέσει να σώσει τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και το Gotham City από την επερχόμενη καταστροφή του.

Η κριτική
Για όλους όσους, έχουμε δει τη δεύτερη ταινία της σειράς του Christopher Nolan, η ταινία αυτή, δυστυχώς, δεν έρχεται να επαληθεύσει τις προσδοκίες μας. Ο Nolan, χρειάστηκε τρία χρόνια, για να μετατρέψει ένα ημιτελές πείραμα (Batman begins) σε ένα αριστούργημα του είδους (Ο σκοτεινός ιππότης) και τέσσερα χρόνια, για να αποδείξει ότι με το "Σκοτεινό ιππότη" του, έθεσε τόσο ψηλά τον πήχη, που ούτε ο ίδιος δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει τον εαυτό του.
"Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή" είναι σαφώς καλύτερη ταινία, από το "Batman begins". Ο Nolan, αποδεικνύει πως, όντως, είχε διδακτεί από τα λάθη του, όταν γύρισε την ενδιάμεση ταινία του και δεν ήταν απλώς κάτι που του έτυχε. Αυτό όμως, δεν πάει να πει ότι όσο προχωράει η ιστορία του Batman, οι ταινίες που διαδέχονται η μια την άλλη, γίνονται ολοένα και καλύτερες.
Η επιλογή του, να ξεκινήσει την ταινία 8 χρόνια μετά τη λήξη της προηγούμενης, νομίζω ότι του στοίχισε σημαντικά. Ο θεατής, δεν έχει δει με τα μάτια του, την πτώση του Bruce Wayne κι ο σκηνοθέτης, επιλέγει να την παρουσιάσει μέσα από την αποτυχημένη προσπάθεια του ήρωα, να ξανασταθεί στα πόδια του. Αυτή του η επιλογή, αυτομάτως, προσδίδει στην συγκεκριμένη ταινία ένα δραματικό στοιχείο, που στη δεύτερη δεν υφίσταται, ενώ στην πρώτη υπερκαλύπτεται από το χιούμορ του Alfred (Michael Caine) και του Fox (Morgan Freeman), κάτι που εδώ, δεν έχει την πολυτέλεια να προσθέσει.
Ο Nolan, επίσης, αποφασίζει να μειώσει τη συμμετοχή των άσσων του (Michael Caine, Gary Oldman και Morgan Freeman) για να εισάγει, ευκολότερα, δυο καινούργιους ηθοποιούς (Joseph Gordon-Levitt και Anne Hathaway), αφήνοντας έτσι υπόνοιες για επόμενη/ες ταινία/ες. Οι δυο νεοφερμένοι, παίζουν αρκετά καλά, με τον Joseph Gordon-Levitt, να έχει την ευκαιρία να ξεχωρίσει λίγο παραπάνω. Η φιλική συμμετοχή του Liam Neeson, αποτέλεσε, παράλληλα, έναν ωραίο σύνδεσμο με την πρώτη ταινία, χωρίς να χρειαστεί να τον επαναφέρει από τους νεκρούς, κάτι που θα έκανε την ταινία, "κωμωδία" με την κακή έννοια. Και τέλος, στη θέση των Heath Ledger και Aaron Eckhart, καλούνται να καθίσουν οι Tom Hardy και Marion Cotillard, που αποδεικνύονται λίγοι, συγκριτικά πάντα.
Την ταινία, θα την πρότεινα σε όσους έχουν δει τις δυο προηγούμενες, τονίζοντας όμως ότι δε συγκρίνεται, με κανένα τρόπο, με αυτή του 2008. Επίσης στους θαυμαστές του Batman και της περιπέτειας, δε θα παρέλειπα να την αναφέρω. Για άλλη μια φορά, δε θα την πρότεινα στα παιδιά αλλά και σ' όσους επιζητούν κάτι για να χαλαρώσουν, για τους ίδιους λόγους, που αναφέρω και στο "Σκοτεινό ιππότη".
Σημείωση: Η ταινία που ολοκληρώνει (θεωρητικά) τον μύθο, ως Χολιγουντιανή υπερπαραγωγή κι αυτή, δεν έχει να ζηλέψει σε κάτι, τις δυο προηγούμενές της.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2012, Αμερικάνικη περιπέτεια, επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη σε χαρακτήρες του Bob Kane, σε ιστορία του David S. Goyer και Christopher Nolan, σε σενάριο των Jonathan Nolan και Christopher Nolan και σκηνοθεσία του Christopher Nolan, διάρκειας 165 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Christian Bale, Joseph Gordon-Levitt, Anne Hathaway, Tom Hardy, Gary Oldman, Morgan Freeman, Michael Caine και Marion Cotillard.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

25 Αυγούστου 2012

(2008) Ο σκοτεινός ιππότης

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The dark knight


Η υπόθεση
Στο ξεκίνημα, γνωρίζουμε τον Joker (Heath Ledger), τον κακοποιό που έχει έρθει ν' αναταράξει τα νερά του Gotham City. Ο Bruce Wayne (Christian Bale), συνεχίζει τις προσπάθειες να πατάξει την εγκληματικότητα της πόλης, έχοντας και πάλι στο πλευρό του, τον Fox (Morgan Freeman), ο οποίος πλέον είναι ο διαχειριστής της εταιρείας του Bruce, τον Gordon (Gary Oldman) και φυσικά τον Alfred (Michael Caine). Ο Batman, όμως, παράλληλα εκδηλώνει την ανάγκη να βρει ένα στήριγμα, έναν ήρωα με πρόσωπο, έναν άνθρωπο της δικαιοσύνης, που να μπορεί να δώσει στο λαό την ελπίδα που χρειάζεται για ένα καλύτερο αύριο. Τον ήρωα αυτόν, τον συναντά στο πρόσωπο του εισαγγελέα κι επίσημου δεσμού της Rachel (Maggie Gyllenhaal), Harvey Dent (Aaron Eckhart), ο οποίος θα παίξει το δικό του ρόλο, στην πάταξη της εγκληματικότητας.

Η κριτική
Αν το Batman begins, ήταν ένα πείραμα, αυτή η ταινία, αποτελεί το ολοκληρωμένο αποτέλεσμα μιας επεξεργασίας τριών ετών. Αν πάλι, η πρώτη ταινία, είχε κάποια ψεγάδια, σ' αυτήν είναι εξαιρετικά δύσκολο, να τα εντοπίσει κανείς και να τα εκφράσει. Αν επίσης, η πρώτη δουλειά του Nolan, θα μπορούσε χάριν αστεϊσμού, να χαρακτηριστεί και Ratman, εδώ έχουμε έναν ολοκληρωμένο Batman, κάποιον που έχει βρει την ταυτότητά του, ξέρει τι ζητά και πώς να το διεκδικήσει. Η ταινία αυτή, αποτελεί, ασυζητητί, το διαμάντι της τριλογίας κι έρχεται ν' απαντήσει σε όλους του επικριτές της πρώτης ταινίας.
Το αποτέλεσμα, είναι εκπληκτικό, όχι μόνο λόγω της περαιτέρω επεξεργασίας από την πλευρά του σκηνοθέτη, αλλά και λόγω της πλαισίωσης της ταινίας. Ο Christopher Nolan, έχει κρατήσει, τους άσσους της πρώτης του ταινίας (Michael Caine, Gary Oldman και Morgan Freeman). Ο Christian Bale, είχε το χρόνο να μελετήσει τόσο καλά το ρόλο του, αποδεικνύοντας έτσι, ότι η επιλογή του δεν ήταν τυχαία. Έχει αντικατασταθεί η Katie Holmes, από την Maggie Gyllenhaal, στην οποία ο ρόλος της Rachel, ταιριάζει γάντι, εν αντιθέσει με την προκάτοχό της. Και τέλος, στη θέση των κακών Liam Neeson και Cillian Murphy, έρχονται ο εξωφρενικός Heath Ledger, μαζί με τον Aaron Eckhart.
Ο "σκοτεινός ιππότης", θεωρώ ότι ήταν αυτό που εξ αρχής, είχε στο μυαλό του ο  Christopher Nolan, όταν καταπιάστηκε με τον Batman. Είναι μια από τις ωραιότερες σύγχρονες περιπέτειες που έχουν γυριστεί στα Χολιγουντιανά πλατώ, με τον Heath Ledger, να δίνει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του και να στέλνει την ταινία σε ένα άλλο επίπεδο, μακριά από τις περιπέτειες της σειράς. Παρόλα αυτά όμως, οι γρήγορες εναλλαγές, οι υπερβολικές πληροφορίες, τα τόσα διαφορετικά πρόσωπα που έχει να θυμάται ο θεατής, είναι πολύ εύκολο να μπερδέψουν και να αποσυντονίσουν.
Θα την πρότεινα σε όλους τους θαυμαστές του Batman, στους λάτρεις της περιπέτειας, στους θαυμαστές του Heath Ledger, αλλά και της καλής υποκριτικής τέχνης γενικότερα. Δεν θα την πρότεινα βέβαια, σε κάποιον που θέλει να χαλαρώσει, αλλά και σε ένα παιδί, όχι γιατί είναι περιπέτεια ή έχει σκηνές βίας, αλλά γιατί απαιτεί τη συμμετοχή του θεατή σε όλη τη διάρκειά της.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2008, Αμερικάνικη περιπέτεια, επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη σε χαρακτήρες του Bob Kane, σε ιστορία του David S. Goyer και Christopher Nolan, σε σενάριο των Jonathan Nolan και Christopher Nolan και σκηνοθεσία του Christopher Nolan, διάρκειας 152 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Christian Bale, Heath Ledger, Michael Caine, Morgan Freeman, Gary Oldman, Aaron Eckhart και Maggie Gyllenhaal.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten tomatoes

23 Αυγούστου 2012

(2005) Batman begins

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Batman begins


Η υπόθεση
Η ιστορία, λίγο-πολύ, είναι σε όλους μας γνωστή... Ο Bruce Wayne (Christian Bale), γόνος μιας πλούσιας κι αριστοκρατικής οικογένειας του Gotham City, χάνει μπροστά στα μάτια του, σε παιδική ηλικία, τους γονείς του, σε μια υποτιθέμενη ληστεία. Την ανατροφή του νεαρού κληρονόμου, αναλαμβάνει ο πιστός μπάτλερ της οικογενείας Wayne, Alfred (Michael Caine), ο οποίος κι υποκαθιστά την πατρική φιγούρα. Ο Bruce, μεγαλώνοντας αποφασίζει πως ο σωστός τρόπος να χρησιμοποιήσει τα εκατομμύρια που έχει κληρονομήσει, είναι πολεμώντας το έγκλημα. Διδάσκεται, λοιπόν, διάφορα είδη πολεμικών τεχνών και με τη βοήθεια του Alfred και του Fox (Morgan Freeman), ενός παλιού συνεργάτη του πατέρα του κι εργαζόμενου στην εταιρία Wayne, καταφέρνει να συγκεντρώσει διάφορα gadgets, με τα οποία, θα δημιουργήσει τον Batman. Ως σύμμαχό του στην καταπολέμηση της τεράστιας εγκληματικότητας του Gotham City, αποκτά στην πορεία κι έναν αστυνομικό, τον Jim Gordon (Gary Oldman). Σ' αυτή την ταινία, ο Batman, καλείται να αντιμετωπίσει μια οργάνωση, η οποία θέλει να σπείρει τον τρόμο στην πόλη του ήρωά μας.

Η κριτική
Αυτή, είναι η πρώτη ταινία της τριλογίας του Batman απ' τον Christopher Nolan κι η αλήθεια είναι ότι σαν περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, κανείς δε μπορεί να του πει ότι δεν έχει κάνει καλή δουλειά. Η ταινία, είναι μια Χολιγουντιανή υπερπαραγωγή και ως τέτοια, πληρεί όλα όσα θα έπρεπε να έχει μια καλογυρισμένη περιπέτεια του 2005. Είναι, όσο ρεαλιστική θα μπορούσε να είναι μια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Έχει αρκετή δράση, ώστε να μην  αφήσει το θεατή να κουραστεί από τη διάρκειά της, αλλά όχι σε βαθμό που να φτάνει τα όρια της υπερβολής. Είναι, επίσης, η μόνη ταινία που εμβαθύνει σε τέτοιο βαθμό, στην ψυχοσύνθεση του ήρωα, κάνοντας ακόμα και τους πιο δύσπιστους να παραδεχτούν ότι τελικά το πείραμα πέτυχε. Βέβαια, στο βαθμό τελειότητας, μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με οποιαδήποτε άλλη, προσεγμένη Χολιγουντιανή περιπέτεια, γιατί εκτός του ονόματος του κεντρικού χαρακτήρα, δεν έχει κάτι άλλο, που να την κάνει να ξεχωρίζει.
Υποκριτικά τώρα, δεν ξετρελάθηκα από την επιλογή του Christian Bale για το ρόλο του Bruce Wayne, αλλά ούτε με την επιλογή του Tim Burton (Michael Keaton) συμφωνούσα... για 'μενα ο πιο πετυχημένος Batman, ήταν ο Adam West. Αλλά η αλήθεια είναι ότι εφόσον δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον άλλο ηθοποιό, πιο ταιριαστό για το ρόλο, ίσως τελικά να ήταν όντως ο καλύτερος από τις υπόλοιπες υποψηφιότητες του Batman. Άνευ ουσίας, όμως, ήταν η συμμετοχή της Katie Holmes. Πιστεύω πως ο ρόλος της, θα ταίριαζε ίσως καλύτερα σε μια γυναίκα που να εμπνέει στο θεατή λίγο περισσότερο δυναμισμό κι ερωτισμό. Προσωπικά, θεωρώ ότι κάθε φορά που εμφανιζόταν, η ταινία γινόταν κάπως γλυκανάλατη. Στην αντίπερα όχθη, η αντικατάσταση του Michael Gough, από τον Michael Caine, δε θα μπορούσε να είναι καλύτερη... όπως επίσης, κι οι επιλογές των Morgan Freeman, Gary Oldman και Liam Neeson ήταν εξαίρετες.
Υπάρχει όμως ένα κομμάτι, στο οποίο, θα έρθω να δικαιολογήσω, αλλά και να συμφωνήσω, μαζί με όλους αυτούς που 'θαψαν την ταινία. Ο Batman, δεν είναι ένα comic που δημιουργήθηκε για ενήλικες. Ο Batman, ήταν, είναι και θα είναι υπερήρωας των παιδιών. Σκοπός του, δεν είναι να δώσει ξύλο ή να ανεβάσει την αδρεναλίνη του θεατή στα ύψη, αλλά να διδάξει αξίες στα πιτσιρίκια και να τους μάθει ότι ακόμα κι αυτοί που κάνουν τα μεγαλύτερα εγκλήματα, θα πρέπει να παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη κι όχι να πεθάνουν απ' το χέρι του "καλού" Batman.
Ο Christopher Nolan τώρα, δεν είναι ένας σκηνοθέτης, γνωστός για τις εύπεπτες ταινίες που κάνει. Και τι θέλω να πω με αυτό... Τις περισσότερες από τις ταινίες του, ακόμα κι ένας ενήλικας, θα πρέπει να κάτσει να τις παρακολουθήσει, έχοντας κολλημένα τα μάτια στην οθόνη και το μυαλό σ' εγρήγορση. Είναι τόσο αναλυτικός και δίνει τόσες πολλές λεπτομέρειες στις ταινίες του, παραλείποντας ταυτόχρονα τα ευκόλως εννοούμενα, κι όλα αυτά, σε ταινίες, μεγαλύτερης απ' το σύνηθες, διάρκειας, που θεωρώ ότι σε παιδιά άνω των 7-8, με ένα μέσο δείκτη νοημοσύνης, θα είναι αρκετά δυσνόητη, όχι τόσο η συγκεκριμένη ταινία, αλλά η τριλογία σίγουρα. Κι αυτό, γιατί δε στοχεύει σωστά. Υπάρχει λόγος, που τόσα χρόνια, όσοι ανάπιασαν το Batman, δεν έχουν προσπαθήσει να δείξουν κάτι διαφορετικό. Ο Batman, δεν ψάχνει να βρει την αιτία που θέλησε να πολεμήσει το έγκλημα, ο Batman, απλώς κρεμάει τους κακοποιούς στα φώτα των δρόμων κι ειδοποιεί την αστυνομία να έρθει να τους μαζέψει. Γιατί τόσο απλά μαθαίνει ένα παιδί, βλέπει, αναπαράγει κι έπειτα έρχεται η συνειδητοποίηση.
Οπότε συνοψίζω: Προτείνεται σε όλους εσάς που ψάχνετε να δείτε μια καλή περιπέτεια ή που θέλετε να καταλάβετε τον Bruce Wayne, πίσω από τον Batman. Αντίθετα, αν οι προσδοκίες σας, είναι ανάλογες της σειράς του 1966 ή των ταινιών του Tim Burton, καλύτερα να την αποφύγετε. Αν πάλι, είστε στην κατηγορία που είμαι εγώ... δηλαδή, οι προσδοκίες σας είναι ταινίας Burton, αλλά μπορείτε εξίσου εύκολα, να παρακολουθήσετε μια γρήγορη και δυνατή περιπέτεια... δείτε την, γιατί σίγουρα δε θ' απογοητευτείτε.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2005, Αμερικάνικη περιπέτεια, επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη σε χαρακτήρες του Bob Kane, σε ιστορία του David S. Goyer, σε σενάριο των David S. Goyer και Christopher Nolan και σκηνοθεσία του Christopher Nolan, διάρκειας 140 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Christian Bale, Michael Caine, Morgan Freeman, Gary Oldman, Katie Holmes, Cillian Murphy και Liam Neeson.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes

21 Αυγούστου 2012

(1962) Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: What ever happened to Baby Jane?


Η υπόθεση
Η Baby Jane Hudson (Bette Davis), τη δεκαετία του '10, γεμίζει τις θεατρικές αίθουσες ως "παιδί θαύμα", ενώ η αδελφή της, Blanche Hudson (Joan Crawford), βρίσκεται στην αφάνεια. Τη δεκαετία του '30 όμως, οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί. Η Blanche έχει αναδειχθεί σε κορυφαία κινηματογραφική star, ενώ η Baby Jane, έχει οδηγηθεί στον αλκοολισμό και κανένα κινηματογραφικό στούντιο δε θέλει να επενδύσει λεφτά πάνω της. Μετά από μια δεξίωση των δυο αδελφών, γινόμαστε μάρτυρες ενός αυτοκινητιστικού "ατυχήματος", μετά το οποίο η Blanche, μένει καθηλωμένη σ' αναπηρικό καροτσάκι. 30 χρόνια αργότερα, ερχόμαστε να συναντήσουμε τις 2 αδελφές, να προσπαθούν να συμβιώσουν στην έπαυλή τους. Από την αρχή της ταινίας, μπορούμε να διακρίνουμε την αρρωστημένη εξάρτηση που κρατά ενωμένες τις δυο πρώην αστέρες της showbiz. Η Blanche, έχει επιλέξει, να κατοικεί μαζί με την αδελφή της, σ' ένα σπίτι, στο οποίο έχει λειτουργικά, την ανάγκη της Baby Jane, για να εκτελέσει ακόμα και τις βασικές της ανάγκες (π.χ. να φάει), ενώ η Baby Jane, έχει την ανάγκη να "φροντίζει" τη μεγαλύτερη αντίζηλό της, την οποία και ζηλεύει παθολογικά. Το πρόβλημα όμως, αρχίζει όταν η Baby Jane, μαθαίνει ότι η Blanche έχει σκοπό να πουλήσει την έπαυλη και να τη βάλει σε ίδρυμα, κάτι που την κάνει να χάσει τον έλεγχο της κατάστασης.

Η κριτική
...ή αλλώς "Το εγκώμιο". Η ταινία αποτελεί ένα από τα υψηλότερα δείγματα ψυχολογικού θρίλερ. Ένα salto mortale της δεκαετίας του '60, που έγινε μόδα κι αφορμή να γυριστούν, άπειρες ταινίες, με κεντρικό θέμα, γηραιές υστερικές δολοφόνους (παλαιές αστέρες των κινηματογραφικών πλατώ). Η μόνη ταινία, με πρωταγωνίστρια μια ηλικιωμένη τρελή, που είχε γυριστεί κι αγαπηθεί από το κοινό μέχρι τότε, ήταν το "Ψυχώ" του Alfred Hitchcock, από το οποίο είναι σαφώς επηρεασμένο το "Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;", αλλά όχι σε βαθμό που να κάνει αυθαίρετα το συσχετισμό, ο σύγχρονος θεατής. Θα πρέπει να δει κανείς, τη χρονική ακολουθία των ταινιών ("Ψυχώ": 1960, "Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν": 1962), όπως και το λόγο που αποδέχτηκε η Bette Davis να συμμετάσχει στην παραγωγή (πίστευε ότι θα κέρδιζε το κοινό του "Ψυχώ") για να κάνει τη σύνδεση.
Σκηνοθετικά τώρα, ο Robert Aldrich, έχει κάνει εξαιρετική δουλειά. Η επιλογή του να γυρίσει σε ασπρόμαυρο φιλμ την ταινία, αποδεικνύεται εφυέστατη, αφού για όποιον έχει δει την ταινία, είναι αυτονόητο ότι το χρώμα, θα λειτουργούσε αρνητικά, τονίζοντας τα "λάθος" πράγματα. Η επιλογή του επίσης, να χρησιμοποιήσει εξπρεσιονιστικά στοιχεία (το κουδούνι υπηρεσίας, το τηλέφωνο, το κουδούνι της πόρτας), όπως και μια υποβλητική μουσική, όπου είναι απαραίτητη, αποτελεί κι αυτό ένα συν στο υπόλοιπο σύνολο.
Αλλά η υπέρβαση, γίνεται στο κομμάτι το υποκριτικό. Στην ταινία, καλούνται να συμπρωταγωνιστήσουν δυο ιερά τέρατα της υποκριτικής, η Bette Davis κι η Joan Crawford, με τη Bette Davis, να παίρνει τα ηνία και να απογειώνει το φιλμ. Νομίζω ότι τα λόγια, στο σημείο αυτό, είναι περιττά... είναι από τις περιπτώσεις που ισχύει το "μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις".
Στη συγκεκριμένη ανάρτηση, δε θα αναφερθώ καθόλου σε ποιούς, δεν την προτείνω... η ταινία, δεν είναι σινεφίλ, είναι ψυχολογικό θρίλερ και γι' αυτό το λόγο, θα την πρότεινα σε όλους ανεξαιρέτως... όπως και το "Ψυχώ", μόνο για μικρά παιδιά δεν είναι. Θα αρκεστώ απλά, να απευθυνθώ σε όλους εσάς, που φοβάστε το ασπρόμαυρο φιλμ. Οι ασπρόμαυρες ταινίες, έχουν άλλη μαγεία, άλλη ποιότητα κι άλλη κλάση. Δε μαγεύουν με μια ρεαλιστική εικόνα, αλλά με την αίσθηση που δημιουργούν στο θεατή, με την πλοκή τους και με την υποκριτική δυνότητα των ηθοποιών τους. Ο κόσμος που ανέδειξε τον κινηματογράφο, ως το νέο τρόπο διασκέδασης (αντί του θεάτρου), δεν συμβιβάστηκε... σίγουρα υπήρξε λόγος που θέλησε ν' αντικαταστήσει το ζωντανό έγχρωμο, με το μαγνητοσκοπημένο ασπρόμαυρο κι αυτός ο λόγος δεν εξηγείται, βλέπεται...
Σημείωση: Το πανέμορφο είναι ότι μέσα στην αγωνία του ο θεατής, πολλές φορές, πιάνει τον εαυτό του να γελάει, λόγω της εξαίσιας δοσμένης καρικατούρας του Edwin Flagg (Victor Buono). Επίσης, την ταινία τη βρίσκει κανείς εύκολα, θεωρώ, και σε DVD. Αν έχετε όμως τη δυνατότητα, θα σας πρότεινα να προτιμήσετε ένα θερινό κινηματογράφο να τη δείτε.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 1962, Αμερικάνικο ψυχολογικό θρίλερ, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Henry Farrell, σε σενάριο του Lukas Heller και σκηνοθεσία του Robert Aldrich, διάρκειας 134 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bette Davis, Joan Crawford και Victor Buono.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

20 Αυγούστου 2012

(2012) Dark shadows

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Dark shadows


Η υπόθεση
Η ιστορία εκτυλίσσεται, τη δεκαετία του '70, σε μια επαρχιακή πόλη της Αμερικής, την ησυχία της οποίας, έρχεται να ταράξει ένας παλιός της κάτοικος, ο Barnabas Collins (Johnny Depp). Το 1760, η οικογένεια Collins, ξεκινά από το Liverpool της Αγγλίας, με σκοπό να χτίσει μια αυτοκρατορία στη Γη της Επαγγελίας. Ο γιος της οικογένειας Collins, Barnabas, διατηρεί δεσμό με μια υπηρέτρια, την Angelique Bouchard (Eva Green), την οποία άθελά του και πληγώνει συναισθηματικά. Την πράξη του αυτή, ο Barnabas, θα την πληρώσει πολύ ακριβά, καθώς η Angelique, αποφασισμένη να πάρει εκδίκηση, σκοτώνει τους γονείς του, τον έρωτα της ζωής του, Josette DuPres (Bella Heathcote) και τον καταδικάζει, σε αιώνιο βίο, ως βρικόλακα. Ο Barnabas, θάβεται ζωντανός έως το 1972, όπου ένα συνεργείο βρίσκει το φέρετρό του και τον ελευθερώνει. Ξυπνώντας, ο Barnabas, επισκέπτεται την οικογένειά του κι εκεί έρχεται αντιμέτωπος με το σημαντικότερο μέρος της εκδίκησης της Angelique. Η Angelique, μετά από 2 αιώνες, έχει καταφέρει να χτίσει τη δική της αυτοκρατορία και να εκτοπίσει την οικογένεια Collins, από το εμπόριο αλιείας. Ο Barnabas, θα προσπαθήσει να βοηθήσει τη νέα του οικογένειά, να ξαναδιεκδικήσει, όλα όσα έχει χάσει, καθώς δεν είναι ένας κοινός βρικόλακας, αλλά ένας βρικόλακας με ηθική κι αξίες, εκ των οποίων η σημαντικότερη, είναι η οικογένεια.

Η κριτική
Η συγκεκριμένη ταινία, έχει την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί να ιδωθεί από δυο οπτικές γωνίες, η πρώτη είναι αυτή της κωμωδίας κι η δεύτερη αυτή της ταινίας του Tim Burton. Η διαφορά των δυο αυτών ποιοτήτων, είναι ότι στη μεν πρώτη, μπορείς να είσαι επιεικής, στη δε δεύτερη, όχι.
Ως κωμωδία, είναι αρκετά πετυχημένη και σίγουρα ποιοτικά κατατάσσεται αρκετά άνω του μετρίου. Η συνύπαρξη του Johnny Depp, της Michelle Pfeiffer και της Helena Bonham Carter σε μια μαύρη κωμωδία, μιλά από μόνη της για το πιθανό αποτέλεσμα. Η επιλογή δε του Johnny Depp, για το ρόλο του ευγενούς βρικόλακα, δε θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστή. Όλοι τους είναι ηθοποιοί που έχουν έμπρακτα αποδείξει, ότι μπορούν να είναι υπέροχοι, σε ό,τι κι αν τους ζητηθεί κι αυτό είναι ένα πολύ δυνατό χαρτί της ταινίας.
Ως ταινία του Tim Burton τώρα, υστερεί αρκετά σε σχέση με παλαιότερές του. Μπορεί η επιλογή του θέματός της, να είναι στοιχείο Tim Burton, όπως κι ο "καλός" βρικόλακας, το ίδιο, αλλά της λείπει ένα από τα σημαντικότερα συστατικά μιας ταινίας του μεγάλου σκηνοθέτη, αυτή του παραμυθιού. Η ταινία, φαίνεται να είναι περισσότερο μια απόπειρα του Burton, να αποδώσει φόρο τιμής σε μια δεκαετία που θα ήθελε να έχει σκηνοθετήσει ταινίες μεγάλου μήκους, όπως επίσης, σίγουρα αποτελεί και φόρο τιμής στην ομώνυμη σειρά, της οποίας, έχει κι επισήμως δηλώσει fan. Εκεί κάπου είναι που θεωρώ ότι έχει χαθεί το παιχνίδι. Η ταινία, δε φέρει την προσωπική σφραγίδα του σκηνοθέτη, παρά επικεντρώνεται στο να μοιάσει σε κάτι άλλο και δυστυχώς αυτό, τουλάχιστον για τους πιστούς ακόλουθούς του, είναι εμφανές. Επίσης, προσωπικά, μου έδωσε και την αίσθηση ότι επαναπαύθηκε, ίσως περισσότερο απ' όσο θα 'πρεπε, στις ικανότητες των star του.
Νομίζω ότι στη συγκεκριμένη ταινία, το αν θα την πρότεινα ή όχι κάπου, είναι περιττό, μιας κι όσοι είστε fan του Tim Burton, δε θα βασιστείτε σίγουρα σε μια κριτική... ξέρω ότι περιμένετε πώς και πώς να βγει μια ταινία στις αίθουσες για να τη δείτε... είμαι κι εγώ μια από 'σας. Παρόλα αυτά, οι μόνοι που δε θα την πρότεινα, είναι άτομα που δεν τους αρέσουν οι μαύρες κωμωδίες και δεν τους αρέσει ο Tim Burton. Θα την πρότεινα σε όλους τους θαυμαστές των ηθοποιών που παίζουν, μιας κι υποκριτικά, όλοι τους είναι άψογοι και στους θαυμαστές του σκηνοθέτη, θα φρόντιζα απλά να αναφέρω ότι δεν είναι μια από τις καλύτερές του.
Σημείωση: Έχει γίνει καταπληκτική δουλειά, στην ταινία, σχετικά με τη δεκαετία αναφοράς της. Αν δεν είχε τόσο καθαρή εικόνα, εμένα θα με έπειθε ότι είναι γυρισμένη εκείνη τη δεκαετία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2012, μαύρη κωμωδία, Αμερικάνικης παραγωγής, βασισμένη στην ομώνυμη σειρά του Dan Curtis, σε διήγημα των John August και Seth Grahame-Smith, σε σενάριο του Seth Grahame-Smith και σκηνοθεσία του Tim Burton, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Johnny Depp, Michelle Pfeiffer, Helena Bonham Carter, Bella Heathcote, Eva Green, Chloë Grace Moretz και Gulliver McGrath.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes

19 Αυγούστου 2012

(2012) Η ζωή μιας άλλης

Πρωτότυπος τίτλος: La vie d' une autre
Αγγλικός τίτλος: Another woman's life


Η υπόθεση
Γνωρίζουμε τη Marie (Juliette Binoche), ως μια συμπαθητική νέα, 25 χρονών, έτοιμη να κάνει τα πρώτα της βήματα, που θα οδηγήσουν σε μια λαμπρή καριέρα. Την ημέρα των γενεθλίων της, γνωρίζει τον έρωτα της ζωής της, Paul Speranski (Mathieu Kassovitz), με τον οποίο περνά μια νύχτα πάθους. Την επόμενη, η Marie, ξυπνά 16 χρόνια αργότερα, για ν' ανακαλύψει ότι έχει καταφέρει ν' αποκτήσει μια αξιοζήλευτη ζωή. Βρίσκεται παντρεμένη με τον Paul, έχει έναν αξιολάτρευτο γιο, τον Adam (Yvi Dachary-Le Béon), έχει καταφέρει να αποκτήσει πολλά λεφτά και μια καριέρα με διεθνή αναγνωρισιμότητα. Το μόνο πρόβλημα, αρχικά τουλάχιστον, είναι η απώλεια μνήμης των τελευταίων 16 ετών της ζωής της. Η Marie, καλείται να ζήσει για μια βδομάδα τη ζωή μιας άλλης, ν' ανακαλύψει τα λάθη και τα επιτεύγματά της και να διεκδικήσει, εκ νέου, τη ζωή των χρόνων της ωριμότητάς της, μέσα από τη φρεσκάδα, τη ζωντάνια και τη διάθεση για ζωή κι εμπειρίες μιας νεαρής κοπέλας.

Η κριτική
Η ταινία, είναι σίγουρα ενδιαφέρουσα ως θέμα. Μια κοπέλα στο ξεκίνημα της ενήλικης ζωής της (γιατί κακά τα ψέματα, για τους περισσότερους από εμάς η ενήλικη ζωή δεν ξεκινά στα 18), ξυπνά κι έρχεται αντιμέτωπη με όλες τις επιλογές που έχει κληθεί να κάνει μέσα στα επόμενα 16 χρόνια. Επιλογές που όλοι καλούμαστε να κάνουμε και που, ναι μεν, τη στιγμή εκείνη, μας μοιάζουν λογικές κι αναπόφευκτες, αλλά που, δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι επιλογές των οποίων οι συνέπειες και τα επακόλουθα λειτουργούν σα ντόμινο, επηρεάζουν τις ζωές μας και διαμορφώνουν αυτό που είμαστε. Κι όλα αυτά μόνο και μόνο, γιατί τη στιγμή της κρίσης, δεν γνωρίζουμε (και πώς θα μπορούσαμε άραγε;) ή αρνούμαστε να δούμε τις συνέπειες των αποφάσεών μας.
Ο τρόπος προσέγγισης του συγκεκριμένου θέματος, είναι αρκετά όμορφος. Έχουμε δει κι άλλες ταινίες με την ίδια θεματική ενότητα, μόνο που οι περισσότερες, ανήκουν στο είδος της "κομεντί" κι η μετάβαση από την νεαρή ηλικία στην πιο ώριμη, γίνεται με ένα τρόπο μεταφυσικό. Αντίθετα εδώ, βλέπουμε ότι η μετάβαση, αποδίδεται σε μια ψυχολογική ή νοητική διαταραχή, κάτι που κάνει την ταινία, περισσότερο ρεαλιστική, όπως επίσης, η συγκεκριμένη, διαθέτει, στην αρχή της μόνο, κάποια στοιχεία που παραπέμπουν σε κομεντί, αλλά στην πορεία, εξελίσσεται σε καθαρά δραματική, όπως άλλωστε, αρμόζει και σ' ένα τέτοιο θέμα. Παρόλα αυτά, δεν μπορώ να πω ότι με κάλυψε συνολικά. Πιστεύω πως θα μπορούσε να είναι πιο δουλεμένη στους δευτερεύοντες χαρακτήρες.
Τώρα, όσον αφορά τους ηθοποιούς, θα ξεκινήσω από την πρωταγωνίστρια. Η επιλογή της Juliette Binoche, για το συγκεκριμένο ρόλο, είναι από μόνη της, ένα πολύ δυνατό χαρτί. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη ηθοποιός, που θα μπορούσε να εκπροσωπήσει τη Marie Speranski, με τόση πληρότητα. Η Binoche, έχει καταφέρει να κάνει δικό της το ρόλο, τόσο πολύ, που ο θεατής νιώθει ότι είναι, κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της. Έχει δοθεί τόση έμφαση στην άρτια παρουσίαση του κεντρικού χαρακτήρα, που νομίζω δεν δίνεται σε κανέναν άλλο ηθοποιό η δυνατότητα να μπορέσει ν' αγγίζει την τελειότητά της.
Συνολικά η ταινία, θα έλεγα ότι με λίγη παραπάνω επεξεργασία, θα μπορούσε να έχει γίνει ένα μικρό γαλλικό αριστούργημα, χωρίς αυτό βέβαια, να σημαίνει ότι πιστεύω ότι τώρα είναι ανεπαρκής. Προσωπικά, σίγουρα θα την πρότεινα, σε όσους αρέσει η Juliette Binoche και το γαλλικό σινεμά ή σε κάποιον που θα μου ζητούσε μια καλή ταινία. Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποια κατηγορία θεατών, που δε θα την πρότεινα... Ίσως να μην την πρότεινα σε κάποιον που θα μου ζητούσε μια ταινία ευχάριστη, που να μην του δώσει λαβή για περαιτέρω προβληματισμό. Κατά τ' άλλα αποτελεί μια αρκετά καλή επιλογή, για όλες τις ηλικίες, που δε νομίζω ότι θα σας αφήσει ανικανοποίητους.
Σημείωση: Εξαιρετική είναι η θέα από το σπίτι των πρωταγωνιστών, προς τον Πύργο του Άιφελ, όπως κι οι περιπλανήσεις της Marie, στους δρόμους του Παρισιού. Σκηνές σύντομες, αλλά με ένα άρωμα γαλλικό.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Γαλλικό δράμα, παραγωγής του 2012, βασισμένο στο βιβλίο της Frederique Deghelt, σε σενάριο των Claire Lemaréchal και Sylvie Testud και σκηνοθεσία της Sylvie Testud, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Juliette Binoche, Mathieu Kassovitz και Yvi Dachary-Le Béon.

Οι σύνδεσμοι

17 Αυγούστου 2012

(2012) Ατίθαση συντροφιά

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Darling companion
 

Η υπόθεση
Η Beth (Diane Keaton), μια γυναίκα μέσης ηλικίας, στην επιστροφή της προς το σπίτι, βρίσκει στον αυτοκινητόδρομο, έναν χτυπημένο σκύλο. Προκειμένου να θανατώσουν το ζωντανό, αποφασίζει ν' αναλάβει η ίδια την επίσκεψη στον κτηνίατρο κι έπειτα το κρατά μέχρι να μπορέσει να του βρει σπίτι. Μετά από έναν χρόνο, ο "Freeway" (έτσι έχει ονομάσει η Beth τον σκύλο) αποτελεί επίσημο μέλος της οικογενείας κι έχει αναπτύξει με την Beth, ένα πολύ δυνατό δεσμό. Ο άντρας της, Joseph (Kevin Kline), ένας σπουδαίος χειρούργος, από αυτούς που ζουν για να εργάζονται, έχοντας βγάλει τον Freeway βόλτα, τον χάνει. Το περιστατικό, γίνεται αφορμή να εξωτερικευτούν τα προβλήματα του Joseph και της Beth, αλλά παράλληλα και των άλλων μελών της οικογενείας, που βρίσκονται μαζί τους, στην εξοχή.

Η κριτική
Η ταινία, σε μια καθαρά θεωρητική βάση, νομίζω ότι θα ήθελε να είναι κωμωδία... ίσως και να γίνει όταν μεγαλώσει. Πρακτικά, όμως, είναι δύσκολο να την κατατάξει κάποιος, γιατί και δραματική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και κομεντί ακόμα... αλλά νομίζω θα προτιμήσω το χαρακτηρισμό "κωμωδία".
Δε θα μιλήσω για τις υποκριτικές ικανότητες κάποιου ηθοποιού, διότι η σκηνοθετική άποψη(;)/το σενάριο(;), δε δίνει τη δυνατότητα σε κάποιον να ξεδιπλώσει το ταλέντο του. Ακόμα και τους Diane Keaton, Kevin Kline, Dianne Wiest και Richard Jenkins, έχει καταφέρει να επισκιάσει το όλο σύνολο. Θα ήθελα να αναλύσω τους χαρακτήρες επίσης, αλλά θα πρέπει να αναφερθώ σε αρκετές λεπτομέρειες της ταινίας, οπότε θα αρκεστώ στο να μιλήσω λίγο γενικά κι αόριστα.
Η κύρια βάση της ταινίας, υποτίθεται ότι είναι το δέσιμο της Beth με τον Freeway, αλλά ο σκηνοθέτης/σεναριογράφος, δεν έχει επικεντρωθεί σ' αυτό. Από τη σκηνή που μπαίνει ο Freeway, για πρώτη φορά στο σπίτι, μέχρι τον επόμενο χρόνο, μεσολαβούν κάποιες ενδιάμεσες εικόνες, αλλά τίποτα που να υποδεικνύει ένα δέσιμο. Περισσότερο θα έλεγε κανείς ότι έχουν επικεντρωθεί στο να παρουσιάσουν τη Beth ως υστερική, με τη δικαιολογία ότι την παραμελεί ο άντρας της ή περνάει εμμηνόπαυση (αναφέρεται κι αυτό σε κάποια στιγμή).
Η δευτερεύουσα βάση, είναι ο επαναπροσδιορισμός της κατεστραμμένης σχέσης του Joseph με τη Beth. Η αλλαγή της συμπεριφοράς του Joseph, θεωρείται δικαιολογημένη για έναν οικογενειάρχη, αλλά δεν έχει καμία λογική εξήγηση για έναν πετυχημένο γιατρό, που θα πατούσε επί πτωμάτων για να συνεχίσει να είναι No.1 στο χώρο του.
Δε θα πω σε ποιόν δε θα την πρότεινα, γιατί είναι πολλοί, αλλά θα πω πως θα την πρότεινα σε όσους θέλετε να περάσετε 1.30 ώρα και κάτι ψιλά, ευχάριστα. Η ταινία, είναι αρκετά επιφανειακή μεν, αλλά το σημαντικό, είναι αρκετά ανάλαφρη και δεν κουράζει. Έχει μια πολύ καλή ροή γεγονότων που κρατάνε το ενδιαφέρον του θεατή. Μην περιμένετε όμως, μαζί με τις ευχάριστες στιγμές, να αποκομίσετε και κάτι παραπάνω. Το μήνυμα της αγάπης, που προσπαθεί να προβάλλει η ταινία, είναι τόσο ονειρικά δοσμένο, που είναι πολύ δύσκολο να το λάβει ο παραλήπτης. Να πω μόνο ότι, δεν αξίζει να τη δείτε για τις ερμηνείες, ούτε αν είστε φιλόζωοι.
Σημείωση: Αρκετά αστείος είναι ο ρόλος της τσιγγάνας μάντισσας κι όλα τα ευτράπελα που προκύπτουν από τα οράματά της.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κωμωδία του 2012, σε σενάριο των Lawrence Kasdan και Meg Kasdan και σκηνοθεσία του Lawrence Kasdan, διάρκειας 103 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Diane Keaton, Kevin Kline, Dianne Wiest, Richard Jenkins, Mark Duplass και Ayelet Zurer.

Οι σύνδεσμοι

15 Αυγούστου 2012

(2011) Μεσοτοιχίες

Πρωτότυπος τίτλος: Medianeras
Αγγλικός τίτλος: Sidewalls
 

Η υπόθεση
Η ταινία, παρουσιάζει τις ζωές δυο Αργεντίνων, μιας γυναίκας κι ενός άντρα, έως τη στιγμή που τα δυο αυτά πρόσωπα θα γνωριστούν. H Mariana (Pilar López de Ayala) κι ο Martín (Javier Drolas), είναι δυο νεαροί γείτονες, που κατοικούν στο Buenos Aires, μια σύγχρονη μεγαλούπολη, δεν έχουν συναντηθεί ποτέ και ζει ο καθένας την καθημερινότητά του, ανάμεσα σε εκατομμύρια κόσμου, ουσιαστικά μόνος του. Η ψυχοσύνθεση των ηρώων, μοιάζει τόσο οικεία, που δεν αποκλείεται να τους έχουμε συναντήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας.

Η κριτική
Προσωπικά, η ταινία μου κέντρισε το ενδιαφέρον, γιατί αποτελεί ουσιαστικά, ένα love story, το οποίο ο σκηνοθέτης του, έχει επιλέξει να παρουσιάσει πολύ διαφορετικά απ' ό,τι έχουμε συνηθίσει μέχρι στιγμής. Συνήθως, αυτού του τύπου οι ταινίες, ξεκινάνε μετά τη γνωριμία των δυο ηρώων, ακολουθεί κάποια αλληλουχία γεγονότων, στην οποία αναπτύσσεται η ψυχοσύνθεσή τους, ο θεατής πείθεται ότι οι δύο ήρωες είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο και στο τέλος, συνήθως, τους (ξανα)βρίσκουμε μαζί.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι πολύ διαφορετική και πολύ πιο ρεαλιστική. Ο Gustavo Taretto (σεναριογράφος/σκηνοθέτης), έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, ως μεμονωμένες προσωπικότητες. Είναι δύο άτομα διάφορα το ένα απ' το άλλο, άτομα που έχουν ο καθένας το δικό του παρελθόν, τις δικές του φοβίες, τις δικές του προσδοκίες, άτομα καθημερινά, που συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον πλατωνικά και συνεπώς ουσιαστικά.
Παρόλα αυτά όμως, καθώς είναι ρεαλιστική η ταινία, ο θεατής δεν μπορεί να είναι σίγουρος, αν οι δυο χαρακτήρες θα καταλήξουν μαζί, κυρίως γιατί τα δυο πρόσωπα, μέχρι τέλους, παραμένουν άγνωστα μεταξύ τους.
Η αλήθεια είναι ότι η πλοκή της ταινίας εκτυλίσσεται εξαιρετικά αργά. Μπορεί να αφορά ένα love story, αλλά αν έπρεπε να την κατατάξω σε κάποιο είδος, νομίζω της ταιριάζει καλύτερα ο χαρακτηρισμός "κοινωνική", παρά κάποιος άλλος. Αυτό δε σημαίνει βέβαια, ότι της λείπουν διάφορα χαριτωμένα περιστατικά που συναντάμε στις ρομαντικές κομεντί. Προσωπικά δεν θα την πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ Ευρωπαϊκό ή Λατινοαμερικάνικο κινηματογράφο, γιατί θα του φαινόταν πολύ αραιή κι ανούσια ταινία. Αντιθέτως, θα την σύστηνα ανεπιφύλακτα σε κάποιον που θέλει να δει κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο, τονίζοντάς του όμως, ότι η ταινία που πρόκειται να δει, απαιτεί τη συμμετοχή/αμέριστη προσοχή του, για να μπορέσει να την απολαύσει.
Σημείωση: Ο τίτλος (η μεσοτοιχία) κι η αφίσα (το πλήθος κόσμου) της ταινίας, αποτελούν το κεντρικό θέμα της ταινίας, γύρω από το οποίο αναπτύσσεται η υπόθεση. Τα επαγγέλματα επίσης των δυο πρωταγωνιστών, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τα κοινωνικά προβλήματα της σημερινής κοινωνίας. Οι αρχιτέκτονες, έχουν οικοδομήσει τις απρόσωπες κοινωνίες κι οι web designers έχουν οικοδομήσει την απρόσωπη καθημερινότητά μας.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2011, Αργεντίνικης παραγωγής, κοινωνική με αρκετά στοιχεία ανάλαφρης κομεντί, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Gustavo Taretto, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Javier Drolas και Pilar López de Ayala.

Οι σύνδεσμοι

14 Αυγούστου 2012

(2008) Οι γυναίκες των ονείρων μου

Πρωτότυπος τίτλος: Mes stars et moi
Αγγλικός τίτλος: My stars


Η υπόθεση
Κεντρικό άξονα της ταινίας, αποτελεί ο θαυμασμός που τρέφει ένας Γάλλος, για τρεις κινηματογραφικούς αστέρες. Ο Robert (Kad Merad), ένας κοινός θνητός, είναι φανατικός θαυμαστής των Solange Duvivier (Catherine Deneuve), Isabelle Séréna (Emmanuelle Béart) και Violette Duval (Mélanie Bernier). Ο Robert, έχει πετύχει να προσληφθεί ως καθαριστής του ατζέντη των τριών star και μέσω της δουλειάς του, καταφέρνει να συλλέξει όλες τις πληροφορίες που αφορούν τις γυναίκες των ονείρων του και ν' ανακατευτεί στις ζωές τους. Από μια παρέμβασή του, ξεκινάνε τα γυρίσματα της ταινίας των ονείρων του, όπου πρωταγωνιστούν οι τρεις star και καταφέρνει μέχρι και να τις γνωρίσει μια-μια... Ενώ όλα όσα φαίνεται να επιθυμούσε ο Robert οδεύουν στην πλήρωσή τους, ξαφνικά τα πάντα καταρρέουν, ο Robert βρίσκεται αντιμέτωπος με την πραγματική ζωή και τα αντικείμενα του θαυμασμού του, καλούνται να δώσουν τη λύση.

Η κριτική
Η ταινία αποτελεί ένα αρκετά ευχάριστο δείγμα, γαλλικής κωμωδίας. Ως ταινία, βέβαια, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι κάτι το εξαιρετικό, είναι όμως αρκετά ανάλαφρη και πρόσχαρη και προσωπικά θα την πρότεινα σε κάποιον που του αρέσει το Γαλλικό σινεμά ή έχει κάποια αδυναμία σε μια από της πρωταγωνίστριες.
Η αλήθεια είναι ότι οι Catherine Deneuve, Emmanuelle Béart και Mélanie Bernier, θα μπορούσαν κάλλιστα να εμφανίζονται με τα πραγματικά τους ονόματα, αφού οι ρόλοι τους, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Η Catherine Deneuve, είναι όντως το πρόσωπο που πάνω της μπορείς να βασίσεις μια ολόκληρη παραγωγή, ξέροντας ότι ο κόσμος θα πάει να τη δει, μόνο και μόνο γιατί παίζει αυτή η μεγάλη star.
Η Emmanuelle Béart είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του Γαλλικού σινεμά, που όμως, πάντα θα έρχεται δεύτερη σε σχέση με την Deneuve, καθώς η δεύτερη, μεγαλύτερη σε ηλικία, έχει καταφέρει να χτίσει μια καριέρα που δύσκολα την ξεπερνά κάποιος νεώτερος.
Τέλος, η Mélanie Bernier, είναι η μικρότερη σε ηλικία κι αυτή που, αν και δεν είναι παντελώς άγνωστη στο γαλλόφωνο κοινό, τώρα ξεκινά να χτίζει την καριέρα της.
Οι τρεις αυτές γενιές αστέρων, έρχονται να συναντηθούν σε μια ταινία, που στόχος της είναι να δείξει την ανθρώπινη πλευρά των κινηματογραφικών αστέρων, τον αποπροσανατολισμό και την τύφλωση που μπορεί να φέρει σ' έναν άνθρωπο ο θαυμασμός για κάποιο πρόσωπο, άγνωστο ουσιαστικά στον ίδιο και το τι μπορεί να κατορθώσει κάποιος όταν έχει τους σωστούς στόχους και κίνητρα για να το κάνει. Κι όλα τα παραπάνω, παρουσιάζονται μέσα από μια σειρά γεγονότων που τα χαρακτηρίζει ανάλαφρο χιούμορ και καταστάσεις που δύσκολα φαντάζεται κανείς να συμβαίνουν στην καθημερινότητά του.
Σημείωση: Μια χαριτωμένα αστεία πινελιά της ταινίας, αποτελεί ο γάτος του Robert, ο οποίος αντανακλά την ψυχοσύνθεση του ήρωά μας.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Γαλλική κομεντί του 2008, σε σενάριο και σκηνοθεσία της Laetitia Colombani, διάρκειας 88 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Kad Merad, Catherine Deneuve, Emmanuelle Béart και Mélanie Bernier.

Οι σύνδεσμοι