Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2010. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2010. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

19 Μαρτίου 2013

(2010) Ο Ρόμπερτ Μίτσαμ είναι νεκρός

Πρωτότυπος τίτλος: Robert Mitchum est mort
Αγγλικός τίτλος: Robert Mitchum is dead


Η υπόθεση
Ο Franky Pastor (Pablo Nicomedes), ένας άσημος Γάλλος ηθοποιός, ακολουθεί τον μάνατζέρ του Arsène (Olivier Gourmet), έναν τρελό μεσήλικα που ζει με τους κανόνες της rock & roll μουσικής, σ' ένα road trip με προορισμό κάποιο φεστιβάλ στον Αρκτικό Κύκλο. Εκεί θα παρευρίσκεται ένας διάσημος σκηνοθέτης, ο οποίος αποτελεί ίσως, την μοναδική ευκαιρία των δυο ανδρών να γίνουν διάσημοι, καθώς είναι ο μόνος που μπορεί να δώσει στον Franky την ευκαιρία να συμμετάσχει σε μια αμερικάνικη ταινία.

Η κριτική
"Ο Ρόμπερτ Μίτσαμ είναι νεκρός" είναι μια αρκετά ιδιόμορφη ταινία που παρακολουθεί την πορεία προς το "άγνωστο" που πραγματοποιούν οι δυο διαταραγμένοι, ο καθένας μ' έναν δικό του μοναδικό τρόπο, ήρωες τις ιστορίας.
Από την μια ως κεντρικό ήρωα γνωρίζουμε τον αγαθό κι ευκολόπιστο ηθοποιό Franky Pastor, δημιούργημα του ατζέντη του Arsène, που δεν έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και που παράλληλα μπορεί να κοιμηθεί μονάχα με την βοήθεια υπνωτικών χαπιών. Από την άλλη, ο δεύτερος ήρωας, ο μάνατζερ του Franky, είναι ένας αγράμματος αποτυχημένος μεσήλικας, που έχει εναποθέσει όλες του τις ελπίδες στο ταλέντο που πιστεύει ότι διαθέτει ο Franky κι ο οποίος καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, φυλά σαν κόρη οφθαλμού μια βαλίτσα που, όπως ο ίδιος αναφέρει, περιέχει τα μυστικά του σύμπαντος.
Στην πορεία του ιδιόρρυθμου αυτού rock & roll ταξιδιού, που ξεκινά με την πώληση μιας κιθάρας και την κλοπή ενός αμαξιού, θα κάνουν την εμφάνισή τους κι άλλοι εξίσου παράξενοι χαρακτήρες, οι οποίοι θα συμπορευτούν για λίγο ή και για πολύ, μαζί με το πρωταγωνιστικό δίδυμο. Έτσι λοιπόν στην περιπέτειά τους θα τους συνοδέψει ένας Αφροαμερικανός μουσικός που αναζητά ένα καλύτερο μέλλον και μοιάζει να είναι μοιραίο οι τρεις τους να συναντηθούν, μια Πολωνή φοιτήτρια σχολής κινηματογράφου που θα ερωτευτεί τον Franky και μαζί με όλη την υπόλοιπη σχολή θα τον βοηθήσουν να γυρίσει ένα δοκιμαστικό βίντεο και τέλος, μια αιθέρια ύπαρξη που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί "μοιραία γυναίκα" κι η οποία θα είναι κι ο τελευταίος άνθρωπος που θα βοηθήσει ουσιαστικά τους πρωταγωνιστές να πλησιάσουν στον στόχο τους.
Δίνοντας την αίσθηση μιας ταινίας που αποτελεί περισσότερο έναν φόρο τιμής σ' ένα σινεμά παλαιότερων εποχών, όχι όμως κάποιου συγκεκριμένου κινηματογραφικού είδους, το "Ο Ρόμπερτ Μίτσαμ είναι νεκρός" μέσω μιας rock & roll διάθεσης, καταφέρνει να κάνει αναφορές στο φιλμ νουάρ, στο western, στις ταινίες του David Lynch, στις ταινίες δρόμου, στα B-movies, κ.α..
Η φωτογραφία της ταινίας δε, αλλά κι οι ερμηνείες των ηθοποιών μοιάζουν όντως να είναι βγαλμένες από άλλη εποχή, συμβάλλοντας κατ' αυτόν τον τρόπο στην δημιουργία μιας συγκεκριμένης αισθητικής. Η όλη διαδρομή των δυο ηρώων όμως, είναι αρκετά αργόσυρτη και κουραστική και νόημα μοιάζει ν' αποκτά μονάχα στο τέλος, όταν επιτέλους ο Franky κι ο Arsène καταφέρνουν να εντοπίσουν και να συναντήσουν τον πολυπόθητο Sarrineff (Nils Utsi).
Με την επιλογή έτσι μιας αργής εξέλιξης της πλοκής, οι Olivier Babinet και Fred Kihn έχουν δημιουργήσει ένα καθαρά σινεφίλ road trip movie, που απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους νοσταλγούς ενός παλαιότερου κι ίσως αυθεντικότερου τρόπου κινηματογράφησης και διαβίωσης.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Γαλλικό δράμα του 2010, σε σενάριο και σκηνοθεσία των Olivier Babinet και Fred Kihn, διάρκειας 91 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Pablo Nicomedes, Olivier Gourmet, Bakary Sangaré, Ewelina Walendziak, Wojciech Pszoniak, Danuta Stenka και Nils Utsi.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

17 Δεκεμβρίου 2012

(2010) Οι περιπέτειες του Σάμμυ: Το μυστικό πέρασμα

Πρωτότυπος τίτλος: Sammy's avonturen: De geheime doorgang
Αγγλικός τίτλος: Sammy's adventures: The secret passage
Δευτερεύων αγγλικός τίτλος: A turtle's tale: Sammy's adventures


Η υπόθεση
Ο Sammy (φωνή: Yuri Lowenthal) είναι μια αρσενική θαλάσσια χελώνα που γεννήθηκε πριν από 50 χρόνια. Μετά τη γέννησή του, του φαινόταν αδύνατον να καταφέρει να επιβιώσει, όμως στον δρόμο του βρέθηκε η Shelly (φωνή: Gemma Arterton), μια θηλυκή χελώνα που τον προέτρεψε να μην παραιτείται. Λίγο μετά, ο Sammy, θα συναντήσει τον Ray (φωνή: Anthony Anderson), με τον οποίο θα γίνουν οι καλύτεροι φίλοι. Όταν ο Sammy βρεθεί στα χέρια μιας ομάδας ανθρώπων, θα μάθει ότι υπάρχουν περισσότεροι, από έναν, ωκεανοί και θα ξεκινήσει για τον γύρο του κόσμου. Στην πορεία θα ξανασυναντήσει την Shelly, την οποία είναι αποφασισμένος να μην ξαναχάσει.

Η κριτική
"Οι περιπέτειες του Σάμμυ: Το μυστικό πέρασμα" είναι μια ανεξάρτητη ταινία κινουμένων σχεδίων, με έντονο οικολογικό χαρακτήρα, που απευθύνεται κυρίως σε παιδάκια προσχολικής ηλικίας ή σε όσους μικρούς φίλους λατρεύουν τον βυθό του ωκεανού.
Ξεκινώντας, ο Sammy, ν' αφηγείται την ιστορία του, βλέπουμε ότι οι πιθανότητες της νεογέννητης χελώνας να επιβιώσει στον άγριο ωκεανό ήταν μηδαμινές, καθώς δεν είχε ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Αυτό που του έσωσε την ζωή και τον ώθησε να καταφέρει να μπει στην θάλασσα, ήταν η προτροπή μιας νεαρής χελώνας, την οποία ο μικρός μας φίλος ερωτεύτηκε παράφορα, να μην παραιτηθεί. Από την αρχή της, λοιπόν, η ταινία, δίνει δείγματα μιας πολύ όμορφης και παιδευτικής ιστορίας.
Στην συνέχειά της, ο θεατής θα παρακολουθήσει την ζωή στον βυθό, την μόλυνση των ωκεανών από τα διάφορα πετρελαιοφόρα, την διαδικασία αλίευσης, την διάσωση μιας θαλάσσιας χελώνας από μια ομάδα χίπηδων, την αντίδραση των Αρχών στο ελεύθερο camping, την βλάβη που μπορούν να προκαλέσουν στα πλάσματα του βυθού τα διάφορα σκουπίδια που πετάμε στις θάλασσες, τον τρόπο ζευγαρώματος των θαλάσσιων χελωνών, κ.α.. Με λίγα λόγια, ο Sammy στην προσπάθειά του να εξερευνήσει τον κόσμο, περνά ένα πολύ όμορφο μήνυμα στους μικρούς θεατές, με μια τρισδιάστατη εικόνα, που θα εντυπωσίαζε τον κινηματογραφικό θεατή του 2010. Επίσης, σημαντικό στοιχείο είναι ότι δεν παρουσιάζονται όλοι οι άνθρωποι κακοί, αλλά υπάρχουν και ανθρώπινες φιγούρες, στις οποίες ο Sammy χρωστά την ζωή του.
Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η τρισδιάστατη τεχνολογία, είναι ιδιαίτερα απλοϊκός και στοχεύει μόνο στον εντυπωσιασμό, πράγμα που σημαίνει ότι στην απλή εκδοχή της, η ταινία υστερεί κατά πολύ. Τα ελαττώματα όμως της ταινίας δεν σταματούν στην ευκαιριακή χρήση του 3D. Παρά τα υπέροχα μηνύματα που περιλαμβάνει, τα γραφικά της, μοιάζουν πολύ ψεύτικα, συγκριτικά με άλλες δουλειές πολύ προσεγμένες σ' αυτόν τον τομέα, κι η ιστορία της, δεν περιέχει σχεδόν καθόλου το στοιχείο της δράσης.
Σαφώς επηρεασμένοι από "Το ταξίδι του κόσμου σε 80 ημέρες", οι δημιουργοί της ταινίας, έχουν φτιάξει ένα άνευρο και προβλέψιμο, υποθαλάσσιο γύρο του κόσμου σε 50 χρόνια, σε κινούμενο σχέδιο, που δυστυχώς απευθύνεται μόνο σε αρκετά μικρές ηλικίες.
Παρόλα αυτά, επειδή, όπως προανέφερα, στην ταινία περιέχονται πολλά οικολογικά μηνύματα, όπως επίσης και μερικά όμορφα μηνύματα κοινωνικού περιεχομένου, ανήκει στις ταινίες που θα σας συμβούλευα να δείξετε στο παιδί σας. Ποτέ δεν βλάπτει η προσπάθεια δημιουργίας μιας οικολογικής συνείδησης, αλλά και κατανόησης του τρόπου που λειτουργεί ο άνθρωπος.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Βέλγικο πειδικό του 2010, σε σενάριο του Domonic Paris και σκηνοθεσία του Ben Stassen, διάρκειας 88 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Yuri Lowenthal, Anthony Anderson, Gemma Arterton και Melanie Griffith.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

30 Νοεμβρίου 2012

(2010) Στην καρδιά του χειμώνα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Winter's bone


Η υπόθεση
Η Ree (Jennifer Lawrence), είναι μια 17χρονη κοπέλα που έχει αναλάβει να σηκώσει στις πλάτες της όλα τα οικογενειακά βάρη. Έχοντας έναν πατέρα που είναι απών και μια μητέρα με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα, προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύτερο, για ν' αναθρέψει τα δυο μικρότερα αδέλφια της. Κάποια μέρα, θα την επισκεφθεί ο σερίφης της πόλης και θα την ενημερώσει για ένα δικαστήριο στο οποίο, προκειμένου να μην χάσουν το σπίτι και τη γη τους, θα πρέπει να παραστεί ο πατέρας της, ο οποίος, εν αγνοία της οικογένειάς του, έχει βάλει υποθήκη την περιουσία τους. Η Ree, αγνοώντας τις φιλικές συμβουλές όσων της λένε να σταματήσει, θα ψάξει τον πατέρα της, για να καταφέρει να κρατήσει τα λιγοστά υπάρχοντα της οικογένειάς της.

Η κριτική
Η ταινία, είναι ένα καθαρόαιμο δράμα της ανεξάρτητης αμερικάνικης κινηματογραφίας, με κύριο πρωταγωνιστικό πρόσωπο, την κοινωνία που συγκροτούν οι κάτοικοι μιας μίζερης επαρχίας. Μια κοινωνία που διέπεται από δικούς της κανόνες και νόμους, οι οποίοι δεν συνάδουν απαραίτητα με αυτούς που ορίζει η Πολιτεία.
Αρχικά, θα γνωρίσουμε την 17χρονη Ree και θα παρακολουθήσουμε την σχέση που έχει η νεαρή με τα μικρότερα αδέλφια της, αλλά και τους γείτονές της, οι οποίοι προμηθεύουν την οικογένεια με τ' απαραίτητα και δεν αρνούνται να φιλοξενήσουν τα ζώα της, όταν εκείνη αδυνατεί να τα θρέψει. Παρόλο που η Ree είναι κόρη ενός άντρα, ο οποίος είναι γνωστό ότι είναι μπλεγμένος με τον κόσμο των ναρκωτικών, ότι κατασκευάζει και κάνει χρήση μεθαδόνης, εκείνη επιλέγει να μείνει μακριά από τον υπόκοσμο και προσπαθεί να διδάξει στα μικρότερα αδέλφια της, παράλληλα με τα μαθήματα του σχολείου, τα βασικά στοιχεία ανεξαρτησίας, όπως το κυνήγι και το μαγείρεμα.
Όταν η νεαρή Ree, μαθαίνει για την υποθήκη και την έξωση που πρόκειται να γίνει στην οικογένειά της σε μια βδομάδα, αποφασίζει να πάει κόντρα σε όλους και, με έναν ιδιαίτερα ήρεμο τρόπο, προσπαθεί να βρει τον άνθρωπο που ευθύνεται για την ψυχολογική αστάθεια της μητέρας της, αλλά και για την οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειώσουμε ότι πουθενά η νεαρή πρωταγωνίστρια δεν φαίνεται ν' αποδίδει ευθύνες σ' αυτόν τον άνθρωπο. Είναι απολύτως συμβιβασμένη με τα όσα συμβαίνουν στη ζωή της κι ο μόνος λόγος που είναι αποφασισμένη να βρει τον πατέρα της είναι από ανάγκη. Όπως επίσης, από ανάγκη θέλει να καταταγεί στον στρατό, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα των όσων θα χρειαστεί να θυσιάσει, επιπλέον.
Ο κόσμος των ναρκωτικών, των ξεπεσμένων ανθρώπων, που σταδιακά θα γνωρίσουμε, δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τους απλούς και καθαρούς γείτονες της νεαρής Ree. Ίσως, η μόνη τους διαφορά να είναι η έλλειψη φιλοξενίας των πρώτων, όμως οι κώδικες τιμής είναι ίδιοι για όλους. Για παράδειγμα, το ίδιο κατακριτέο θεωρείται απ' όλους τους κατοίκους το "κάρφωμα". Επίσης, αν εξαιρέσει κανείς την αρχική πρόθεση όλων ν' αποτρέψουν την νεαρή Ree να ψάξει για τον αγνοούμενο πατέρα της, κανένας δεν την αφήνει πλήρως αβοήθητη. Σιγά-σιγά, όλοι ξαναγυρίζουν και της προσφέρουν τη βοήθεια που της αρνήθηκαν ή κάνουν τα στραβά μάτια και μοιράζονται διάφορες πληροφορίες.
Τα ψυχρά χρώματα που χρησιμοποιούνται, τα ερειπωμένα τοπία, η αργή εξέλιξη κι οι άκρως ρεαλιστικές ερμηνείες των ηθοποιών, συμβάλουν στην κατανόηση του ψυχισμού της ηρωίδας, αλλά και των υπολοίπων κατοίκων. Βρισκόμαστε σ' ένα μέρος άγονο, που βρίθει από ακαλλιέργητους ανθρώπους που απλώς ζουν τις ζωές τους, όσο καλύτερα μπορούν, μέχρι να φύγουν από τούτο τον κόσμο. Όμως, βλέπουμε ότι πέρα από αυτόν τον δυσάρεστο συμβιβασμό με τη ζωή, που κατά μια έννοια κρατά φυλακισμένους τους ανθρώπους της πόλης αυτής στη μιζέρια τους, όλοι οι κάτοικοι, κατά έναν τρόπο έχουν αναπτύξει δεσμούς συγγένειας μεταξύ τους κι είναι όλοι αληθινοί. Ο μόνος που ξεχωρίζει, αρνητικά, είναι ο σερίφης, ο οποίος σε αντίθεση με τους κατοίκους, είναι ένας  δειλός ψευτό-μαγκας που καταπατά τους άγραφους νόμους των υπολοίπων.
Το "Στην καρδιά του χειμώνα" είναι μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ταινία, που προτείνεται κυρίως στο σινεφίλ κοινό, λόγω των αργών ρυθμών του, αλλά και στους λάτρεις της αμερικάνικης επαρχίας, καθώς ολόκληρη η ταινία αποτελεί ένα ψυχογράφημα αυτής.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2010, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Daniel Woodrell, σε σενάριο των Debra Granik και Anne Rosellini και σκηνοθεσία της Debra Granik, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jennifer Lawrence, John Hawkes Garret Dillahunt και Dale Dickey.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb
Rotten Tomatoes

13 Νοεμβρίου 2012

(2010) The twilight saga: Έκλειψη

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The twilight saga: Eclipse


Η υπόθεση
Η Bella (Kristen Stewart) κι ο Edward (Robert Pattinson) ζουν τον έρωτά τους, υπό τους περιορισμούς του Charlie (Billy Burke), περιμένοντας να περάσει ένας μήνας μέχρι την αποφοίτησή τους, όπου η Bella θα γίνει βαμπίρ. Ο Charlie, όμως, μην μπορώντας να συνηθίσει στην ιδέα ότι η κόρη του, ακόμα και τιμωρημένη συνεχίζει και βγαίνει με τον Edward, της προτείνει ν' άρει την τιμωρία αν δεχτεί, εκτός του Edward, να βλέπει και τον Jaboc (Taylor Lautner). Η Bella δέχεται και προσπαθεί να ξαναφτιάξει την σχέση της με τον Jacob, ενώ παράλληλα ο Edward προσπαθεί να την πείσει να παντρευτούν. Πέραν όμως, του ερωτικού τριγώνου που δημιουργείται, η Bella καταδιώκεται από έναν στρατό νεογέννητων βαμπίρ, τα οποία δεν γνωρίζουμε από ποιούς ελέγχονται και για να εξολοθρευτούν, θα πρέπει λυκάνθρωποι κι απέθαντοι να ενώσουν τις δυνάμεις τους.

Η κριτική
Η τρίτη ταινία της σειράς του "Λυκόφωτος", επανακτά τη χαμένη, για μια ταινία, λάμψη της, επαναφέροντας τον Robert Pattinson σε πρωταγωνιστικό ρόλο, κρατώντας τον Taylor Lautner σε ρόλο δευτεραγωνιστή και θέτοντας σε πρώτο πλάνο το ερωτικό τρίγωνο μιας θνητής, ενός βρικόλακα κι ενός λυκανθρώπου και την συνεργασία των αιώνιων εχθρών, όταν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Με αυτή την κινηματογραφική συνέχεια, οι παραγωγοί της συγκεκριμένης σειράς, διορθώνουν όλα τα λάθη που έγιναν στην δεύτερη ταινία και βάζουν την Bella να διαλέξει ανάμεσα σε δυο άντρες κι όχι δυο παιδάκια. Οι χαρακτήρες εδώ, είναι περισσότερο ρεαλιστικοί κι η μεταφορά αυτή, είναι ίσως πιο προσεγμένη από τις δυο προηγούμενές της.
Πρώτα απ' όλα, ο άκρατος ρομαντισμός των ηρώων της ταινίας θα κρατηθεί υπό περιορισμόν, αφού εδώ, πολύ σημαντικό ρόλο έχει αναλάβει η δράση, η οποία απουσίαζε ή κάλυπτε ένα πολύ μικρό κομμάτι στην πρώτη και τη δεύτερη ταινία.
Έπειτα, είναι η πρώτη φορά, που θα δούμε ότι υπάρχει μια προσπάθεια να δοθούν εξηγήσεις για τις συμπεριφορές των χαρακτήρων. Για παράδειγμα, ο Edward είναι απίστευτα ρομαντικός γιατί προέρχεται από άλλη εποχή (θα σταθώ σε αυτό το σημείο ξανά), η Rosalie (Nikki Reed) συμπεριφέρεται άσχημα στην Bella γιατί τη ζηλεύει, ο Jasper (Jackson Rathbone) έχει ζήσει για πολύ καιρό ακούγοντας το ένστικτο του δολοφόνου και τέλος οι λύκοι, λένε την ιστορία του είδους τους και απαντούν στα ερωτήματα της αιώνιας έχθρας με τους βρικόλακες.
Σε πρώτο πλάνο, βέβαια, παραμένει πάντα η Bella κι η επιλογή της ανάμεσα στο "πρέπει", με τον Jacob, και το "είναι", με τον Edward. Αυτή τη φορά η Kristen Stewart, χάνει το άνευρο παίξιμό της και παύει να περνά απότομα από την μια ψυχολογική κατάσταση στην άλλη. Αυτό το στοιχείο, σε συνδυασμό με κάποια σατυρικά σχόλια που ακούγονται από τα στόματα των ηρώων και την επιλογή να μην παρουσιαστεί ο Jacob, για δεύτερη φορά ως γυμνασμένος βουτυρο-μπεμπές, αλλά ως κάποιος που έχει τα κότσια να διεκδικήσει αυτό που θέλει, ανάβει τα αίματα ανάμεσα στους αιώνιους εχθρούς κι επαναφέρει το χαμένο ενδιαφέρον των θεατών.
Απευθυνόμενη, δε, σ' ένα νεανικό κοινό που τώρα ακόμα ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά του κι έχοντας παράλληλα επίγνωση της ικανότητας που έχει ν' ασκήσει επιρροή σ' αυτές τις ηλικίες, δεν χάνει την ευκαιρία να κάνει μια αναφορά στο θέμα του έρωτα. Σε μια συζήτησή της με τον Charlie, η Bella θα του ανακοινώσει ότι είναι ακόμα παρθένα και λίγα λεπτά μετά, ο Edward, στηριζόμενος στο γεγονός ότι ανήκει σε μια άλλη εποχή, θα ζητήσει από τη νεαρή κοπέλα να περιμένουν μέχρι να παντρευτούν. Χωρίς να τάσσομαι, υπέρ ή κατά της συγκεκριμένης δήλωσης και δεδομένου ότι η ταινία απευθύνεται σ' ένα άκρως νεανικό κοινό, νομίζω ότι αξίζει κάποια εύσημα γι' αυτή της την απόπειρα διδακτισμού.
Όπως κι οι δυο προηγούμενές της, η ταινία συστήνεται στους λάτρεις των δυο προηγούμενων (ή έστω της πρώτης) ταινιών, στους θαυμαστές των Robert Pattinson, Taylor Lautner και Kristen Stewart και στις νεαρές θαυμάστριες των ρομαντικών ταινιών μυθοπλασίας.
Σημείωση: Η εξήγηση της "αποτύπωσης" των λύκων, που θα παίξει σημαντικό ρόλο στη συνέχεια της ιστορίας, δίνεται σ' αυτή την ταινία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική ταινία του 2010, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Stephenie Meyer, σε σενάριο της Melissa Rosenberg και σκηνοθεσία του David Slade, διάρκειας 124 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Kristen Stewart, Robert Pattinson, Taylor Lautner, Ashley Greene, Jackson Rathbone, Peter Facinelli, Elizabeth Reaser, Kellan Lutz, Nikki Reed, Chaske Spencer, Bryce Dallas Howard, Xavier Samuel και Dakota Fanning.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

29 Οκτωβρίου 2012

(2010) Banksy: Η τέχνη στο δρόμο

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Exit through the gift shop
Ελληνικός τίτλος στις Νύχτες Πρεμιέρας του 2010: Όπως εξέρχεσθε από το πωλητήριο


Η υπόθεση
Ο μεγάλος street artist, Banksy, αναλαμβάνει να παρουσιάσει την ιστορία του Thierry Guetta, ενός ανθρώπου που ξεκίνησε να κινηματογραφεί διάφορους σπουδαίους street artists, όπως τους Space Invader, Monsieur André, Zeus, Shepard Fairey, Swoon, Banksy, λέγοντας πως ετοιμάζει ένα ντοκιμαντέρ για την "Τέχνη του δρόμου", ενώ στην πραγματικότητα τον ενδιέφερε μόνο η κινηματογράφησή τους. Ο Banksy, παίρνοντας στην κατοχή του τις κασέτες του Thierry, μοντάρει το υλικό, πραγματοποιώντας, έτσι, ένα μεγάλο όνειρο πολλών καλλιτεχνών του δρόμου και παρουσιάζοντας ένα μέρος μιας τέχνης πολύ διαφορετικής απ' ό,τι έχουμε συνηθίσει.

Η κριτική
Το 2010 το graffiti έχει καταφέρει ν' αναγνωριστεί ως μια μορφή τέχνης κι έχει πάψει να θεωρείται, από πολλούς, ως είδος βανδαλισμού. Πολλά έργα του δρόμου, έχουν καταφέρει να μπουν στα σπίτια συλλεκτών, σε γκαλερί και πωλούνται έναντι υπέρογκων ποσών. Το θέμα, όμως, είναι ότι η αναγνώριση δεν συνεπάγεται και νομιμότητα, κάτι που σημαίνει πως πολλά από τα έργα αυτά δεν καταφέρνουν να διασωθούν, όπως γίνεται με διάφορους πίνακες ή γλυπτά. Ο μόνος τρόπος, λοιπόν, τα έργα αυτά να μείνουν στην ιστορία, να γίνουν διαχρονικά, είναι μέσω της κινηματογράφησής τους.
Το ντοκιμαντέρ αυτό, από την αρχή του, παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα. Μια ταινία που φέρει το όνομα του Banksy, έργα του οποίου σίγουρα έχουμε δει όλοι είτε σε εικόνες στο internet, είτε σε κάποια εφημερίδα, θα ξεκινήσει με το επίμαχο πρόσωπο να εμφανίζεται στην κάμερα και να μας ανακοινώνει ότι η ταινία είναι αφιερωμένη στον άνθρωπο που ήθελε να γυρίσει μια ταινία γι' αυτόν. Λίγα λεπτά μετά, όταν ο θεατής γνωρίσει τον επιτήδειο κινηματογραφιστή, θ' αρχίσει να σκέφτεται τι δουλειά έχει ένας τρελάρας Γάλλος με το street art και για ποιό λόγο η ταινία είναι βασισμένη πάνω του;
Κι όμως, το "Banksy: Η τέχνη στο δρόμο" είναι ένα καταπληκτικό ντοκιμαντέρ, που μέσω ενός νοητικού παιχνιδιού επιτυγχάνει να παρουσιάσει την τέχνη του δρόμου και να θίξει διάφορα κοινωνικά θέματα, χωρίς ασύνδετες μεταπηδήσεις, αλλά με μια γραμμική ροή, που ομολογουμένως κεντρίζει την περιέργεια του κοινού.
Η αλήθεια είναι ότι κατά την διάρκεια της ταινίας, σου περνάνε διάφορα πράγματα από το μυαλό. Για παράδειγμα: "Είναι πράγματι το street art μια μορφή τέχνης ή είναι μια παροδική μόδα που με τα χρόνια θα ξεχαστεί ή θ' αντικατασταθεί από κάτι άλλο; Τι είναι η φήμη; Τι είναι η αναγνωρισιμότητα; Τι πάει να πει στ' αλήθεια η λέξη τέχνη; Όσο ανεβαίνει η αξία ενός κομματιού, τόσο περισσότερο έργο τέχνης είναι; Ο Banksy κι ο Picasso είναι καλλιτέχνες του ίδιου βεληνεκούς; Παρακολουθώ ταινία ή μήπως μια φάρσα;" Σε κανένα από αυτά τα ερωτήματα δεν δίνεται απάντηση, γιατί κανένα από αυτά δεν θίγεται ευθέως. Όλες αυτές οι ερωτήσεις ξεκινάνε ως προβληματισμοί του κάθε θεατή και θα παραμείνουν σκέψεις του καθενός.
Για του λόγου το αληθές, μπορεί κάποιοι από εσάς να έχετε συναντήσει, στο διαδίκτυο, κάποιες από τις φήμες που κυκλοφορούν και ταυτίζουν τον Banksy με τον Thierry Guetta κι ίσως να έχει πέσει στα χέρια σας μια φωτογραφία του Banksy, στην οποία μοιάζει εκπληκτικά με τον Guetta. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η ταινία να είναι όντως μια αυτοβιογραφία του πασίγνωστου Banksy και παράλληλα ένα τρικ που του επιτρέπει να πει, όλα όσα έχει να πει, με έναν ιδιαίτερα εύστοχο τρόπο... ακριβώς ό,τι κάνει και με τα έργα του.
Η αλήθεια είναι ότι δεν μας αφορά αν ο Banksy είναι ο Robert Banks ή ένα ψευδώνυμο του Thierry Guetta. Δεν μας αφορά καν, αν ο Mr. Brainwash (Thierry Guetta) είναι ένα τέχνασμα του Banksy ή δημιούργημά του. Η αλήθεια είναι ότι πουθενά στο φιλμ δεν βλέπουμε το πραγματικό πρόσωπο του Banksy και πουθενά στο φιλμ δεν βλέπουμε τον Mr. Brainwash να δημιουργεί... οπότε κάλλιστα ο Thierry Guetta κι ο Banksy μπορεί να είναι το ίδιο πρόσωπο... μπορεί όμως κι όχι.
Αυτό που αξίζει στην ταινία, και γι' αυτόν το λόγο προτείνεται σε όλους όσους έχουν κοινωνικο-πολιτικές ή καλλιτεχνικές ανησυχίες, είναι ο άμεσος τρόπος που καταφέρνει να περάσει, ο δημιουργός, το μήνυμά του στο κοινό. Προσωπικά την λάτρεψα, γιατί μ' έναν ανορθόδοξο τρόπο, καταφέρνει να προβληματίσει τον θεατή και με την δημιουργία ενός ευχάριστου κλίματος, καταφέρνει να διεισδύσει, εξ' ίσου αποτελεσματικά με τα "σοβαρά" ντοκιμαντέρ, στο μυαλό ενός ανθρώπου και να τον κάνει να σκεφτεί για πράγματα που τον αφορούν άμεσα.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο ντοκιμαντέρ του 2010, σε σκηνοθεσία του Banksy, διάρκειας 87 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Banksy, Thierry Guetta (Mr. Brainwash), Shepard Fairey και Space Invader.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

9 Οκτωβρίου 2012

(2010) Σιωπηλό σπίτι

Πρωτότυπος τίτλος: La casa muda
Αγγλικός τίτλος: The silent house


Η υπόθεση
Ο Wilson (Gustavo Alonso) αναλαμβάνει, μαζί με την κόρη του Laura (Florencia Colucci), να κάνει κάποιες επιδιορθώσεις στο εξοχικό του Néstor (Abel Tripaldi), για να μπορέσει, ο τελευταίος, να το πουλήσει. Η όλη διαδικασία πρόκειται να διαρκέσει 2 με 3 μέρες. Το πρώτο βράδυ, όμως, ο Wilson κι η Laura θ' ακούσουν έναν θόρυβο να έρχεται από το επάνω πάτωμα. Ο Wilson θ' ανέβει να βρει από που προήλθε ο θόρυβος και θα γυρίσει με ένα πρόσωπο κατακρεουργημένο. Η Laoura θα βρεθεί εγκλωβισμένη σ' ενα σπίτι, με έναν δολοφόνο, μια κάμερα Polaroid και διάφορες φωτογραφίες.

Η κριτική
Το "Σιωπηλό σπίτι" είναι ένα θρίλερ, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, που συνέβησαν στην Ουρουγουάη, τον Νοέμβριο του 1944. Γυρισμένο, όπως έχει ανακοινωθεί, σε ένα μονοπλάνο, καταφέρνει να υποβάλει, περισσότερο, τον θεατή σε μια κατάσταση φόβου, παρά να τον αιφνιδιάσει.
Η ταινία απευθύνεται περισσότερο σε ένα σινεφίλ κοινό ταινιών τρόμου, καθώς η μαγεία της κρύβεται σε διάφορα τεχνάσματα που χρησιμοποιεί και στο γεγονός ότι αναπαριστά μια αληθινή ιστορία, στοιχεία δηλαδή που ένας απλός θεατής δύσκολα θα εκτιμήσει.
Ξεκινώντας με ένα σκοτεινό εξωτερικό πλάνο, με μια μουσική νανουρίσματος και με κάμερα στο χέρι, καταφέρνει να εισάγει, εξ αρχής, τον θεατή στην επιθυμητή κατάσταση. Οι διάλογοί της είναι πενιχροί και χρησιμοποιούνται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητοι και φυσικά τα πρόσωπα, που εμφανίζονται μπροστά στην κάμερα, περιορίζονται στα τέσσερα.
Το ουρουγουανικό αυτό φιλμ δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει ότι είναι μια εναλλακτική, low-budget ταινία, που καταφέρνει, όμως, με έναν εκπληκτικό τρόπο να κεντρίσει το ενδιαφέρον του θεατή, καθώς, συνεχώς του παρουσιάζει στοιχεία που θα τον βάλουν σε σκέψεις: i) Ποιός είναι ο δολοφόνος; Είναι πνεύματα; Είναι άνθρωποι; ii) Ποιά είναι η σημασία του άλμπουμ με τις φωτογραφίες; Για ποιό λόγο μου δείχνει και μου ξαναδείχνει μια κάμερα Polaroid; iii) Ποιό είναι αυτό το κοριτσάκι;, κτλ.
Με εξαίρεση την κάμερα Polaroid και την εμφάνιση ενός τζιπ, το φιλμ, δεν παραπέμπει σε κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, γεγονός που το κάνει να θυμίζει περισσότερο την εποχή στην οποία αναφέρεται, παρά την σημερινή. Επίσης οι απλές σκηνοθετικές τεχνικές, όπως για παράδειγμα η εικόνα που φωτίζεται, σε κάποιο σημείο, μόνο μέσω του φλας της φωτογραφικής μηχανής ή η σταθεροποίηση της κάμερας, σε μια σκηνή, εκτός του χώρου δράσης, που δίνει μια ηδονοβλεπτική χροιά, μέσω της ανοιχτής πόρτας που βλέπει σ' αυτόν, συντελούν στην τεχνική αρτιότητα του συνόλου.
Το γεγονός, τέλος, ότι η ταινία δεν ολοκληρώνεται στους τίτλους τέλους, αλλά παράλληλα δεν αφήνει και τον θεατή να σηκωθεί από το κάθισμά του, κερδίζοντας την προσοχή του με την παρουσίαση διαφόρων φωτογραφιών, όπως, παράλληλα κι ο τίτλος της ταινίας, που δικαιολογείται τόσο από το ίδιο το σπίτι, όσο κι από τα ευρήματα/πτώματα των αστυνομικών ή τους πίνακες χωρίς χαρακτηριστικά, είναι η τελική πινελιά που έκανε την συγκεκριμένη ταινία, άξια της προσοχής των κριτικών.
Δυστυχώς, λόγω των αργών ρυθμών της και του τρόπου γυρίσματός της, δεν είναι από τις ταινίες που προτείνεται εύκολα. Όπως προανέφερα, όντας κυρίως ένα ατμοσφαιρικό, τεχνικό θρίλερ, οι μόνοι που ενδέχεται να την εκτιμήσουν, είναι το σινεφίλ κοινό των ταινιών τρόμου. Για τους υπόλοιπους αποτελεί, απλά, μια από τις χιλιάδες ταινίες θρίλερ που βλέπουν το φως της κινηματογραφικής αίθουσας, χωρίς να έχουν κάποιο ιδιαίτερο νόημα.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ουρουγουανικό θρίλερ του 2010, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, αλλά και σε ιστορία των Gustavo Hernández και Gustavo Rojo, σε σενάριο του Oscar Estévez, διάρκειας 86 λεπτών, με πρωταγωνιστές, τους Florencia Colucci, Gustavo Alonso, Abel Tripaldi και María Salazar.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

1 Οκτωβρίου 2012

(2010) Matching Jack

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Matching Jack


Η υπόθεση
Ο Jack (Tom Russell) είναι ένα μικρό αγόρι που ζει μια ευτυχισμένη ζωή με την οικογένειά του. Δυστυχώς όμως, η μοίρα θα του παίξει ένα πολύ άσχημο παιχνίδι, καθώς θα μάθει πως πάσχει από λευχαιμία. Μετά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, ο Jack θα γνωρίσει τον Finn (Kodi Smit-McPhee), ένα αγόρι στην ίδια ηλικία μ' εκείνον κι η μητέρα του, Marissa (Jacinda Barrett), με τη σειρά της, θα γνωρίσει τον Connor (James Nesbitt), τον πατέρα του Finn. Τα δυο παιδιά, αμέσως, θ' αρχίσουν ν' αναπτύσουν μια όμορφη φιλία, ενώ η Marissa, θ' αρχίσει να έρχεται σιγά-σιγά πιο κοντά με τον Connor. Μια νεαρή μητέρα, που έχει μόλις μάθει ότι ο γιός της πάσχει από μια σπάνια ασθένεια κι ο άντρας της την απατά για χρόνια, κι ένας χήρος πατέρας, που ο γιος του βρίσκεται στα τελευταία στάδια της ασθένειας, θα δώσουν κουράγιο ο ένας τον άλλον.

Η κριτική
Το "Matching Jack" είναι ένα όμορφο οικογενειακό δράμα, που σκοπό έχει ν' αποδείξει στο θεατή ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, όταν κάποιος δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειες, πάντα υπάρχει η πιθανότητα να πετύχει ένα μικρό θαύμα.
Η ταινία, δεν θ' αργήσει να μας εισάγει στο θέμα της αρρώστιας και στο χώρο του νοσοκομείου. Θα αρκεστεί σε μια υποτυπώδη εισαγωγή και θα περάσει κατευθείαν στο κυρίως θέμα της. Ενδιαφέρον παρουσιάζει δε κι ο τρόπος, με τον οποίο ο θεατής θα πληροφορηθεί για την φύση της ασθένειας του παιδιού. Τον όρο "λευχαιμία" δεν θα τον ακούσουμε για πρώτη φορά από ένα γιατρό, με στομφώδες ύφος, αλλά από τον Finn, ο οποίος πολύ φυσιολογικά θ' ανακοινώσει στον Jack (και κατά συνέπεια στο θεατή) ότι πάσχει απ' αυτό το είδος καρκίνου.
Στην πορεία της ταινίας, θα αποκαλυφθεί η συνήθεια του David (Richard Roxburgh), του πατέρα του Jack, να συνάπτει κατά καιρούς διάφορες εξωσυζυγικές σχέσεις. Το στοιχείο αυτό, όμως, θα δούμε ότι αντί να λειτουργήσει ως ένα ακόμα φορτίο στις πλάτες της Marissa, θα της δώσει ώθηση κι ελπίδα για την έκβαση της ασθένειας, αφού οπουδήποτε μπορεί να υπάρχει κάποιος αδελφός ή αδελφή του γιού της, που μπορεί να παράσχει στον νεαρό ένα συμβατό μόσχευμα.
Αντίστοιχα με την αστείρευτη δύναμη της μάνας, που βάζει στην άκρη τον εγωισμό της για το καλό του παιδιού της, θα γνωρίσουμε κι έναν πατέρα που κάνει τα αδύνατα-δυνατά, έτσι ώστε το παιδί του να φύγει ευτυχισμένο από αυτόν τον κόσμο. Η δύναμη που αντλούν οι δυο τους από την ανάγκη τους να προσφέρουν ανιδιοτελώς στα παιδιά τους αυτό που έχουν ανάγκη, θα τους φέρει κοντά και θα τους ενώσει με ουσιαστικό τρόπο.
Ερμηνευτικά οι πρωταγωνιστές είναι άκρως ικανοποιητικοί, κάνοντας τους χαρακτήρες τους ρεαλιστικούς, αφού χειρίζονται τις καταστάσεις με την ψυχραιμία των ανθρώπων που αναγκαστικά θα πρέπει να συμβιβαστούν με την αρρώστια, προκειμένου να προχωρήσουν τις ζωές τους. Η μουσική λειτουργεί βοηθητικά στη συναισθηματική φόρτιση ή αποφόρτιση και δε λείπει το γλυκό χαμόγελο ή ακόμα και το γέλιο που μπορεί να προκαλέσουν κάποιες σκηνές στο θεατή.
Σε γενικές γραμμές είναι μια συμπαθής επιλογή. Ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με μια δύσκολη ασθένεια σε μια ηλικία πολύ πρώιμη. Το γεγονός και μόνο ότι οι άνθρωποι που του παρουσιάζονται, έχουν βρει τη δύναμη να παλέψουν ενάντιά της, σαν να 'ναι κάτι το φυσιολογικό, γεμίζει με δύναμη κι αισιοδοξία το θεατή. Μπορεί να μην είναι από τις ταινίες που θα μείνουν ανεξίτηλες στη μνήμη του θεατή, αλλά είναι μια αρκετά καλή επιλογή για όσους ψάχνουν μια αισιόδοξη δραματική ταινία.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αυστραλιανό δράμα του 2010, βασισμένο σε ιστορία του Lynne Renew, σε σενάριο της Lynne Renew και David Parker και σκηνοθεσία της Nadia Tass, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jacinda Barrett, James Nesbitt, Tom Russell, Kodi Smit-McPhee, Richard Roxburgh και Yvonne Strahovski.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

15 Σεπτεμβρίου 2012

(2010) Resident evil: Τρισδιάστατη απόδραση

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Resident evil: Afterlife


Η υπόθεση
Τέσσερα χρόνια αργότερα από την προηγούμενη ταινία, η Alice (Milla Jovovich) θα επιτεθεί στα κεντρικά του ομίλου Umbrella στο Τόκιο με σκοπό να καταστρέψει την εταιρία. Ο επικεφαλής, όμως, του ομίλου, Albert Wesker (Shawn Roberts), θα καταφέρει να δραπετεύσει, αφαιρώντας από την Alice τον ιό-T και δωρίζοντάς της, έτσι, πίσω την θνητότητά της. Η Alice θα ξεκινήσει ένα ταξίδι στην Αλάσκα, όπου θα βρει το ελικόπτερο της ομάδας της Claire (Ali Larter), όπως και πολλά ακόμα ελικόπτερα, αλλά όλα θα 'ναι εγκαταλελειμμένα και το τοπίο έρημο. Εκεί θα συγκρουστεί με την Claire, η οποία πάσχει από προσωρινή αμνησία. Αφού ηρεμήσουν τα πνεύματα, οι δυο τους θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι στο άγνωστο, με σκοπό ν' ανακαλύψουν έναν αμόλυντο τόπο και στην πορεία θα κληθούν να βοηθήσουν μια ομάδα διασωθέντων.

Η κριτική
Ο Paul W.S. Anderson, έχοντας πια ξεμείνει από σεναριακές ιδέες κι εμφανώς κουρασμένος από τη συγγραφή ενός τέταρτου μέρους της σειράς "Resident evil", επαναπαύεται, πλέον, στα εφέ, στα γνωστά μοτίβα δράσης, εξελίσσει κι άλλο τα απέθαντα τέρατά του και γενικά προσπαθεί να εντυπωσιάσει δημιουργώντας άπειρα κενά στην πλοκή της ταινίας. Βέβαια, το καλό της υπόθεσης είναι ότι αναλαμβάνει πάλι ο ίδιος τη σκηνοθεσία, προσπαθώντας να δώσει στην ταινία λίγη από την αρχική της λάμψη, ανεπιτυχώς αυτή τη φορά.
Διατηρώντας στο συμπρωταγωνιστρικό ρόλο την Ali Larter, την συμπρωταγωνίστρια της Milla Jovovich στην προηγούμενη ταινία, δεν είναι πλέον απαραίτητο η Alice ν' αποδείξει την ανωτερότητά της και πάλι. Έτσι λοιπόν, για να κάνει την ταινία περισσότερο ενδιαφέρουσα, ο Paul W.S. Anderson, κάνει την Alice, ξανά, θνητή, προσδοκώντας ότι το γεγονός θα είναι αρκετό να κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών.
Κρατάει, επίσης, τους κλώνους από την προηγούμενη ταινία, αποσκοπώντας με αυτόν τον τρόπο να δώσει και στην τέταρτη ταινία τον χαρακτήρα video-game που η τρίτη απέβαλε πλήρως, παρά την ύπαρξη των "επιπλέον ζωών (κλώνων)" και σ' αυτήν.
Η επιλογή του καστ, γι' ακόμα μια φορά, δεν απογοητεύει, αλλά σε γενικές γραμμές η κινηματογραφική σειρά έχει χάσει, πλέον, το νόημά της. Βασίζεται μόνο στα εφέ. Η πλοκή δεν έχει κανένα ενδιαφέρον κι ο θεατής περιμένει, τώρα, ένα τέλος που θα του πει ότι υπάρχει και συνέχεια.
Για όσους δε σας απογοήτευσε το τρία και θέλετε να δείτε μια ταινία που να έχει δράση, ζόμπι και μηδέν ειρμό, η "Τρισδιάστατη απόδραση" δεν είναι κακή. Για όσους θέλετε να δείτε μια περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, θα πρότεινα να το ξανασκεφτείτε. Για όσους είστε θαυμαστές της Milla Jovovich, δε θα δείτε κάτι παραπάνω απ' ό,τι έχετε δει μέχρι στιγμής. Τέλος, για τους λάτρεις του video-game, νομίζω δεν αξίζει τον κόπο να δείτε τη συγκεκριμένη, καθώς οι προηγούμενες θυμίζουν περισσότερο παιχνίδι. Θα την έκρινα περισσότερο ως μια πρόχειρη δουλειά, που στόχο είχε να βγάλει τα λεφτά της παραγωγής της από τη 3D έκδοσή της, πράγμα που δεν πετυχαίνει ούτε στο ελάχιστο.

Βαθμολογία: 1/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης, επιστημονικής φαντασίας, παραγωγής του 2010, βασισμένης στο ομώνυμο βιντεο-παιχνίδι της Capcom, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Paul W.S. Anderson, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Milla Jovovich, Ali Larter, Boris Kodjoe, Kim Coates, Kacey Barnfield, Norman Yeung, Sergio Peris-Mencheta, Wentworth Miller και Shawn Roberts.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

13 Σεπτεμβρίου 2012

(2010) Step up 3D: Η νέα διάσταση

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Step up 3


Η υπόθεση
Ο Moose (Adam G. Sevani) κι η Camille (Alyson Stoner) ξεκινάνε τις σπουδές τους στο Πανεπιστήμιο, σε ειδικεύσεις άσχετες με το χορό. Ο Moose όμως, την πρώτη κιόλας μέρα που θα βρεθεί στην Πανεπιστημιούπολη, θα γνωρίσει τον Luke (Rick Malambri), ιδιοκτήτη ενός club, αλλά κι ενός διαμερίσματος στο οποίο μένουν διάφοροι χορευτές του δρόμου. Όλοι αυτοί οι ταλαντούχοι κάτοικοί του, έχουν σχηματίσει τους "Πειρατές", μια χορευτική ομάδα που εξασκεί διάφορα είδη χορού του δρόμου. Το πρόβλημα όμως, είναι ότι το club και το σπίτι πρόκειται να κατασχεθούν... εκτός κι αν οι "Πειρατές" καταφέρουν να κερδίσουν σ' ένα διαγωνισμό, με έπαθλο 100 χιλιάδες δολάρια. Ο Moose, μαζί με μια αιθέρια ύπαρξη, τη Natalie (Sharni Vinson), θα γίνουν τα δυο καινούργια μέλη της ομάδας κι όλοι μαζί θα προσπαθήσουν να διεκδικήσουν το έπαθλο, για να σώσουν το σπίτι. Στην πορεία ο Luke κι η Natalie, θα ερωτευτούν και παράλληλα ο Moose κι η Camille, θα πρέπει ν' ανακαλύψουν τα συναισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλο.

Η κριτική
Και το τρίτο στη σειρά "Step up" ακολουθεί το ίδιο μοτίβο με τα δυο προηγούμενά του. Κεντρικό του θέμα είναι η αγάπη για το χορό και η ελπίδα κι η όρεξη για ζωή που γεννά αυτός, σε διαφορετικά άτομα. Και σε αυτή την ταινία, όπως και στην προηγούμενη, οι παραγωγοί έχουν επιλέξει ν' ασχοληθούν με το free-style χορού, προσθέτοντας όμως και μια νέα μόδα της εποχής, το parkour.
Δε λείπει βέβαια κι από αυτό το κινηματογραφικό επεισόδιο, ένας έρωτας που έχει τη δυνατότητα ν' απογοητεύσει, αλλά και να ενισχύσει τις ελπίδες και τα όνειρα των δυο νέων που θα συμμετάσχουν σ' αυτόν. Παράλληλα όμως, βλέπουμε ότι εξελίσσεται και μια άλλη δευτερεύουσα ιστορία, αυτή των δυο φίλων που είναι κρυφά ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλο. Οι τέσσερις νεαροί που θα πιαστούν στα δίχτυα του έρωτα, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν τα συναισθήματά τους, να βρούνε τους στόχους τους και να κυνηγήσουν τα όνειρά τους.
Πέρα από τη θεματική επιλογή της δευτερεύουσας ιστορίας όμως, άλλη μια πρωτοτυπία του συγκεκριμένου "Step up", είναι ότι τα όνειρα των ηρώων, δεν είναι κοινά. Μπορεί ως ομάδα να αγωνίζονται για τα 100.000 δολάρια, αλλά το προσωπικό όνειρο του Luke, για παράδειγμα, διαφέρει από των υπολοίπων, καθώς η μεγαλύτερη επιθυμία του είναι ν' ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Η ταινία, καταφέρνει έτσι να διευρύνει τους ορίζοντές της και να μη χαρακτηριστεί μονότονη.
Βέβαια σαν πλοκή, αλλά και ως προς την επιλογή του καστ, η τρίτη στη σειρά ταινία είναι αρκετά κατώτερη της δεύτερης. Παρόλα αυτά, για μια ακόμα φορά, το γεγονός αυτό δεν ενοχλεί, καθώς καταφέρνει να ξεσηκώσει και να συνεπάρει το θεατή, μέσα από τις χορευτικές κινήσεις και τα όνειρα που βλέπει να πραγματοποιούνται, αρκεί να υπάρχει η θέληση. Ο χορός, παρουσιάζεται σαν ένα ατελείωτο party και γίνεται η αφορμή να γυριστούν μερικές πολύ ωραίες σκηνές επίσης.
Όπως και οι δυο προηγούμενες, προτείνεται ανεπιφύλακτα σε άτομα νεαρής ηλικίας, κατά προτίμηση σε έφηβες κοπέλες, σε όσους πιστεύουν στα όνειρα, αλλά και σε όσους θέλουν κάτι ανάλαφρο κι αισιόδοξο.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική ταινία του 2010, μουσικο-χορευτικού χαρακτήρα, σε σενάριο των Amy Andelson και Emily Meyer, σε χαρακτήρες του Duane Adler και σκηνοθεσία του Jon M. Chu, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Rick Malambri, Sharni Vinson, Adam G. Sevani και Alyson Stoner.

Οι σύνδεμοι

27 Αυγούστου 2012

(2010) Άντρες εναντίων γυναικών

Πρωτότυπος τίτλος: Maschi contro femmine
Αγγλικός τίτλος: Men vs women


Η υπόθεση
Η ταινία, πραγματεύεται τις σχέσεις, ερωτικές και φιλικές, ανάμεσα στα δυο φύλλα, μέσω τεσσάρων ιστοριών, που κατά κάποιο τρόπο συνδέονται μεταξύ τους και σκοπό έχουν να δείξουν τις διαφορές, αλλά και τις ομοιότητες των δυο πλευρών. Η πρώτη, είναι η ιστορία ενός παντρεμένου ζεύγους, του Walter (Fabio De Luigi) και της Monica (Lucia Ocone) που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Μαζί με το νέο μέλος της οικογενείας όμως, μπαίνει στη ζωή του ζεύγους, ή καλύτερα του συζύγου κι ένα ακόμα πρόσωπο, η Eva (Giorgia Wurth). Η δεύτερη, είναι η ιστορία μιας γυναίκας μέσης ηλικίας, της Nicoletta (Carla Signoris), η οποία στα 40 μένει μόνη και καλείται να βρει τον εαυτό της... και γιατί όχι, το άλλο της μισό. Η τρίτη, είναι η ιστορία δυο γειτόνων, του Diego (Alessandro Preziosi) και της Chiara (Paola Cortellesi), που δεν αντέχουν ο ένας στη θέα του άλλου κι η τέταρτη, είναι η ιστορία δυο παιδικών φίλων, του Andrea (Nicolas Vaporidis) και της Marta (Chiara Francini) κι ενός τρίτου προσώπου, της Francesca (Sarah Felberbaum), που έρχεται να μπει ανάμεσά τους.

Η κριτική
Η ταινία, είναι μια ανάλαφρη, σύγχρονη, ιταλική κωμωδία, με αρκετά κλισέ της ιταλικής φαρσοκωμωδίας. Παρόλα αυτά όμως, η ταινία δεν κουράζει και βλέπεται θα έλεγα αρκετά ευχάριστα. Άλλωστε το ιταλικό σινεμά, κρίνεται από τα πιο κατάλληλα για την ανάπτυξη ενός τέτοιου θέματος, μιας κι η ιταλική παράδοση έχει καταπιαστεί αρκετές φορές με την αιώνια διαμάχη των δυο φύλλων.
Το προτέρημα, της συγκεκριμένης ταινίας, είναι ότι δεν ασχολείται με τέσσερις πανομοιότυπες ιστορίες, που όλες θα έχουν την ίδια κατάληξη. Οι ιστορίες αυτές, έχουν ως πρωταγωνιστές, χαρακτήρες διαφορετικής ηλικίας, ακόμα και διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης, αποσκοπώντας να γίνει αποδεκτή από ένα αρκετά ευρύ κοινό.
Προσωπικά, θα την πρότεινα σε γυναίκες περισσότερο, παρά σε άντρες, καθώς είναι από τις κωμωδίες που χρειάζονται ένα πιο ρομαντικό κοινό, για να γίνουν κατανοητές. Είναι μια αρκετά ευχάριστη κωμωδία, που δεν προσπαθεί να εμβαθύνει καθόλου στην ψυχοσύνθεση των ηρώων της. Γι' αυτό το λόγο, θα απέφευγα να την αναφέρω σε κάποιον που ψάχνει ταινίες που να παρουσιάζουν το θέμα, αποκλειστικά, ως κοινωνικό προβληματισμό. Σίγουρα όμως, θα την πρότεινα σε κάποιον που θα ήθελε να δει κάτι ευχάριστο και να χαλαρώσει ή σε όσους αρέσουν οι ανάλαφρες ιταλικές κωμωδίες.
Σημείωση: Αν τη συγκεκριμένη κωμωδία, είχε αποπειραθεί να την ανεβάσει κάποιος Αμερικανός, το πιθανότερο είναι το αποτέλεσμα να ήταν γελιοδέστατο. Αντίθετα, αν την παραγωγή της, είχε αναλάβει κάποιος με ένα ευρωπαϊκότερο στυλ, θα είχε καταλήξει να είναι, ένα ανούσιο κι ημιτελές, ευρωπαϊκό δράμα.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Ιταλική κωμωδία του 2010, σε σενάριο των Fausto Brizzi, Massimiliano Bruno, Valeria Di Napoli και Marco Martani και σκηνοθεσία του Fausto Brizzi, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Fabio De Luigi, Giorgia Wurth, Carla Signoris, Alessandro Preziosi, Paola Cortellesi, Nicolas Vaporidis, Chiara Francini, Sarah Felberbaum, Giuseppe Cederna και Lucia Ocone.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten tomatoes