Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιταλικός κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιταλικός κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

15 Ιανουαρίου 2013

(1966) Django: Ο τρομοκράτης του Πάσο-Ντόμπλε

Πρωτότυπος/ Αγγλικός τίτλος: Django
Ελληνικός τίτλος έκδοσης DVD: Django
Ελληνικός τίτλος έκδοσης VHS: Γεύση από εκδίκηση


Η υπόθεση
Ο Django (Franco Nero) είναι ένας μοναχικός Αμερικάνος, που τον συναντάμε να συνοδεύει ένα φέρετρο, το οποίο περιέχει, όπως αναφέρει, τον ίδιο. Κατά την περιπλάνησή του στην Άγρια Δύση, σώζει από τους άντρες του Ταγματάρχη Jackson (Eduardo Fajardo), την όμορφη Maria (Loredana Nusciak). Έπειτα, σε άλλες δυο μάχες, μια στο πανδοχείο και μια στους δρόμους της πόλης, σκοτώνει όλους τους άντρες του "προστάτη" της πόλης, του Ταγματάρχη Jackson και συμμαχεί με τον Μεξικανό Στρατηγό Hugo (José Bódalo). Όμως, σύντομα, ο Django, θα θελήσει να κινήσει πάλι για το μοναχικό του ταξίδι, κάτι το οποίο ο Στρατηγός Hugo, δεν είναι διατεθειμένος να επιτρέψει.

Η κριτική
Το "Django: Ο τρομοκράτης του Πάσο-Ντόμπλε" ανήκει στην κατηγορία των spaghetti western, που ξεκίνησαν να γυρίζονται κατά την δεκαετία του 1960 από Ιταλούς σκηνοθέτες. Αν κι όλα τα ιταλικά western, γυρίζονται υπό τη σκιά του Sergio Leone, ο Sergio Corbucci, καταφέρνει με την συγκεκριμένη ταινία να δημιουργήσει έναν θρύλο του συγκεκριμένου υπο-είδους και την πρώτη μιας σειράς ταινιών που αποτελούν ανεπίσημες συνέχειές της.
Η εναρκτήρια σκηνή του έργου, αλλά και το τραγούδι που ακούγεται κατά την διάρκεια των τίτλων αρχής, έμελλε να γραφτούν στην ιστορία του κινηματογράφου. Ξεκινώντας η ταινία, μας συστήνει έναν άντρα, του οποίου εμείς βλέπουμε μόνο την πλάτη, που περπατά μέσα στις λάσπες. Όσο ο Django, όπως μας ενημερώνει κι ο τραγουδιστής, απομακρύνεται από την κάμερα, διακρίνουμε ότι πίσω του σέρνει ένα φέρετρο, στο οποίο, όπως αποκαλύπτεται στην συνέχεια, μεταφέρει ένα πολυβόλο που θα τον βοηθήσει να γίνει ήρωας στα μάτια των βασανισμένων κατοίκων της πόλης-φάντασμα που θα ξαποστάσει για λίγο.
Ο Django, αν και δεν αποτελεί το πρότυπο του ευγενούς ήρωα, αλλά ταιριάζει περισσότερο σ' αυτό του ευγενούς αντι-ήρωα, θα σώσει από βέβαιο θάνατο μια νεαρή γυναίκα που το έχει σκάσει από μια ομάδα Μεξικανών, την Maria. Με την πανέμορφη αυτή ύπαρξη, ο πρωταγωνιστής θ' αναπτύξει αμοιβαία αισθήματα συμπάθειας, όμως, όπως είναι λογικό, απαγορεύει στον εαυτό του να την αγαπήσει, καθώς φοβάται ότι η παρουσία του κοντά της μπορεί να προκαλέσει τον θάνατό της.
Ο μυστηριώδης Django, κατά τη διάρκεια του έργου, αποδεικνύεται, ουκ ολίγες φορές, ιδιαίτερα ευρηματικός στον τρόπο με τον οποίο καταφέρνει να ξεγελάσει τους γύρω του, για να πετύχει τον στόχο του. Εκείνος είναι που ωθεί τους Μεξικανούς να τον βοηθήσουν να ληστέψει το χρυσάφι που θα τον βοηθήσει να κάνει μια καινούργια αρχή, με μια σκηνή που χρησιμοποιείται η τεχνική του Δούρειου Ίππου, κι έπειτα τους ξεγελά και καταφέρνει ν' αποδράσει με τον θησαυρό, αλλά και την επίμονη Maria, η οποία δεν σταματά τις προσπάθειες να τον διεκδικήσει.
Ο Corbucci, γυρίζοντας μια ταινία που περιέχει όλα τα στοιχεία ενός western, τον μοναχικό καβαλάρη, το πανδοχείο, τις πόρνες, την πόλη φάντασμα, το νεκροταφείο, τα έρημα τοπία, τους Βόρειους, τους Νότιους, τους Μεξικανούς, κ.α., δημιουργεί ένα έργο, με απίστευτη, για την εποχή, βία, η οποία όμως είναι δοσμένη με αριστουργηματικό τρόπο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε πολλές χώρες, ο "Django: Ο τρομοκράτης του Πάσο-Ντόμπλε" απαγορεύτηκε, αλλά παρόλα αυτά ενέπνευσε πολλούς δημιουργούς να γράψουν συνέχειές της και συνέδεσε άρρηκτα τ' όνομα του Franco Nero με αυτό του Django.
Αν λοιπόν, είστε λάτρεις των ταινιών western κι η συγκεκριμένη σας έχει διαφύγει της προσοχής, σας την προτείνω ανεπιφύλακτα. Αν επίσης, ανήκετε στο φανατικό κοινό του Quentin Tarantino, θα σας πρότεινα πριν δείτε το "Django: Ο τιμωρός" να δείτε το πρωτότυπο αυτό φιλμ, καθώς θα απολαύσετε πολύ περισσότερο την νέα δημιουργία του, η οποία έχει επηρεαστεί, σε αρκετά μεγάλο βαθμό από την ταινία του Corbucci.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ιταλικό spaghetti western του 1966, σε σενάριο των Sergio Corbucci, Bruno Corbucci, Franco Rossetti, José Gutiérrez Maesso και Piero Vivarelli και σκηνοθεσία του Sergio Corbucci, διάρκειας 87 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Franco Nero, Loredana Nusciak, Ángel Álvarez, Eduardo Fajardo και José Bódalo.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

27 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Η ωραία κοιμωμένη

Πρωτότυπος τίτλος: Bella addormentata
Αγγλικός τίτλος: Dormant beauty


Η υπόθεση
Η επικείμενη ευθανασία της Eluana Englaro συγκλονίζει την Ιταλία του 2009. Κατά την διάρκεια των τελευταίων επτά ημερών της στην ζωή, εξελίσσονται τρεις, φαινομενικά, ασύνδετες ιστορίες, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για την ζωή και τον θάνατο. Η κόρη ενός γερουσιαστή, που θέλει να καταψηφίσει τον νόμο για την απαγόρευση της ευθανασίας, διαδηλώνει, έξω από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται η Eluana, για τα δικαιώματα της νεαρής κοπέλας να παραμείνει στην ζωή. Η κόρη μιας πολύ μεγάλης ηθοποιού βρίσκεται σε κώμα και διατηρείται στην ζωή με μηχανική υποστήριξη. Τέλος, μια ναρκομανής επιχειρεί ν' αυτοκτονήσει έξω από ένα νοσοκομείο, όμως ένας από τους γιατρούς που εργάζονται εκεί, αρνείται να την αφήσει να πεθάνει.

Η κριτική
"Η ωραία κοιμωμένη" του Marco Bellocchio, δεν έχει καμία σχέση με την ωραία κοιμωμένη του παραμυθιού. Αντίθετα, ο τίτλος της αναφέρεται στην πραγματική ιστορία της Eluana Englaro, μιας Ιταλίδας που βρισκόταν επί 17 ολόκληρα χρόνια σε κώμα, μέχρι την στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο επέτρεψε στον πατέρα της ν' απαλλάξει την κόρη του από το μαρτύριό της. Έτσι, νωρίς το βράδυ της 9ης Φεβρουαρίου του 2009, την ίδια ώρα που στο ιταλικό κοινοβούλιο ψηφιζόταν το νομοσχέδιο που θα καταργούσε το δικαίωμα της ευθανασίας στο ανθρώπινο είδος, η κοπέλα απεβίωσε. Χρησιμοποιώντας, λοιπόν, ως σημείο αναφοράς μια πραγματική ιστορία, που συγκλόνισε την Ιταλία, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, ο Bellocchio, δημιουργεί ένα έργο που παρουσιάζει τρεις διαφορετικές απόψεις για την ζωή και τον θάνατο.
Η αλήθεια είναι ότι με το θέμα της ευθανασίας έχουν ασχοληθεί, πριν τον Bellocchio, κι άλλοι κινηματογραφιστές, έχοντας δώσει στον κινηματογράφο ταινίες που δύσκολα τις ξεπερνά κανείς. Όμως, είναι η πρώτη φορά που κάποιος σκηνοθέτης αποπειράται να χρησιμοποιήσει ένα πραγματικό περιστατικό ως βάση της ιστορίας του, της οποίας κεντρικός άξονας δεν είναι η ευθανασία καθεαυτή, αλλά ένας διάλογος ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία.
Σε πρώτο πλάνο, έχουμε την πλασματική ιστορία ενός γερουσιαστή, του Uliano Beffardi  (Toni Servillo), ο οποίος, έχοντας βρεθεί σε ανάλογη θέση με αυτή του πατέρα της Eluana, προτίθεται να διακινδυνέψει τη θέση του στο ιταλικό κοινοβούλιο, καταψηφίζοντας τον νόμο περί κατάργησης της ευθανασίας. Στον αντίποδα του δικού του δράματος, όμως, συναντάμε την κόρη του, Maria (Alba Rohrwacher), η οποία, έχοντας εκλάβει πολύ διαφορετικά, απ' τον πατέρα της, τον θάνατο της μητέρας της, διαδηλώνει ενάντια στην απόφαση της οικογένειας Englaro. Στη ζωή της Maria, όμως, θα μπει ο Roberto (Michele Riondino), ένας νεαρός που πιθανώς να την κάνει να καταλάβει την θέση του πατέρα της απέναντι στην οικογενειακή τους απώλεια.
Σε δεύτερο πλάνο, θα δούμε να εξελίσσεται, παράλληλα, η ιστορία μιας μάνας, που όλοι την αποκαλούν "Αγία Μητέρα" (Isabelle Huppert), η οποία συντηρεί την κόρη της στην ζωή με μηχανική υποστήριξη. Η γυναίκα αυτή, όπως μαθαίνουμε στην πορεία, ήταν κάποτε μια σπουδαία ηθοποιός που παραιτήθηκε, πρακτικά, από την ζωή της, μετά το ατύχημα της κόρης της και πλέον, αναπνέει μόνο για να φροντίζει και να προσεύχεται για το παιδί της. Έχοντας ξεχάσει τι είναι να συνομιλεί κανείς ή να ενδιαφέρεται για τους ζωντανούς, έχει αφήσει τον σύζυγο και τον γιό της εκτός της ζωής της ως ζωντανή-νεκρή και βλέπουμε ότι για 'κείνη, το μόνο που έχει σημασία είναι η εξέλιξη της κατάστασης της Eluana, καθώς αποτελεί τον λόγο της ελπίδας ή της απελπισίας της για το δικό της παιδί.
Η τελευταία ιστορία τώρα, αφορά μια γυναίκα που ζει, τα τελευταία χρόνια, υπό την επήρεια ουσιών, την Rossa (Maya Sansa). Έχοντας χάσει, λοιπόν, λόγω της εξάρτησής της, την ικανότητα να νιώσει διάφορα συναισθήματα, αισθάνεται ότι δεν έχει λόγο να διατηρείται, σ' αυτήν την κατάσταση, στην ζωή και προσπαθεί επανειλημμένα ν' αυτοκτονήσει. Όμως, στο δρόμο της νεαρής γυναίκας θα βρεθεί ένας γιατρός που δεν επιτρέπει στον εαυτό του ν' αφήσει κάποιον να εγκαταλείψει μ' αυτόν τον τρόπο τη ζωή. Έτσι ο Δρ. Pallido (Pier Giorgio Bellocchio), αναλαμβάνει τον ρόλο του φύλακα άγγελού της, προσπαθώντας με σκληρό τρόπο να την μεταπείσει.
Κατά γενική ομολογία, το συγκεκριμένο θέμα είναι πολύ λεπτό, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρουσιάσει κανείς, με απενοχοποιημένο τρόπο, ιστορίες που να δίνουν στον θεατή την δυνατότητα να σχηματίσει μια δική του άποψη πάνω στο θέμα της ελευθερίας της βούλησης, όταν αυτό αφορά στην ζωή και τον θάνατο.
Στα συν της συγκεκριμένης ταινίας, λοιπόν, συγκαταλέγεται ο τρόπος με τον οποίο ο δημιουργός της προσεγγίζει την ελευθερία του ανθρώπου στο συγκεκριμένο θέμα, αφήνοντάς τον θεατή ν' αναπτύξει από μόνος του, την άποψη που του ταιριάζει. Επίσης, αξίζει ν' αναφέρουμε ότι οι ερμηνείες είναι άριστες, αναδεικνύοντας έτσι την κάθε ιστορία. Στα μειονεκτήματά της τώρα, συγκαταλέγονται οι αναγκαίοι αργοί ρυθμοί της, που πιθανόν να κουράσουν με μεγάλη ευκολία ένα κοινό που περιμένει να δει κάτι σαν τη "Θάλασσα μέσα μου".
Παρόλα αυτά, αν το θέμα της σας κεντρίζει το ενδιαφέρον, ο Marco Bellocchio, έχει κάνει μια πολύ όμορφη, απλή κι αληθινή προσέγγισή αυτού, χωρίς να δημιουργεί, όμως, μια δυνατή ή συγκλονιστική ταινία. Προτείνεται λοιπόν, κατά κύριο λόγο, στο σινεφίλ κοινό, που το συναρπάζει η ιδέα μιας ταινίας που πραγματεύεται την ζωή και τον θάνατο, μέσα από το πρίσμα της ελεύθερης επιλογής ανάμεσα στα δυο.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ιταλικό δράμα του 2012, βασισμένο σε ιστορία του Marco Bellocchio, σε σενάριο των Marco Bellocchio, Veronica Raimo και Stefano Rulli και σκηνοθεσία του Marco Bellocchio, διάρκειας 115 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Toni Servillo, Alba Rohrwacher, Michele Riondino, Fabrizio Falco, Isabelle Huppert, Gianmarco Tognazzi, Brenno Placido, Carlotta Cimador, Maya Sansa, Pier Giorgio Bellocchio, Gigio Morra και Roberto Herlitzka.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

22 Σεπτεμβρίου 2012

(2012) Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει

Πρωτότυπος τίτλος: Cesare deve morire
Αγγλικός τίτλος: Ceasar must die


Η υπόθεση
Στις φυλακές Rebibbia, οι κρατούμενοι του τμήματος υψίστης ασφαλείας, θ' ανεβάσουν τον "Ιούλιο Καίσαρα" του William Shakespeare. Μετά από ένα απόσπασμα της τελευταίας σκηνής του έργου, στην αρχή της ταινίας, ο θεατής γυρνάει 6 μήνες πριν και καλείται να παρακολουθήσει, μέσα από τις πρόβες των κρατουμένων, την ιστορία του "Ιουλίου Καίσαρα" που αλληλεπιδρά με τις προσωπικότητες των κρατουμένων.

Η κριτική
Οι Αδελφοί Taviani, παρά το προχωρημένο της ηλικίας τους, έχουν καταφέρει να προσθέσουν στη πολύχρονη καριέρα τους, αλλά και να δώσουν, παράλληλα, στον Ευρωπαϊκό κινηματογράφο, άλλο ένα κινηματογραφικό αριστούργημα. Κι η ταινία τους, αυτή, είναι αριστουργηματική για τον εξής, απλούστατο, λόγο: Η πρώτη λέξη που έρχεται στο μυαλό του θεατή, αφού την έχει δει, είναι η λέξη "σεβασμός".
Οι δυο Ιταλοί αδελφοί έχουν καταφέρει στο νέο τους δημιούργημα να παρουσιάσουν κάτι κλασικό, που ταιριάζει στην ηλικία τους, με πρωτοποριακό τρόπο, που εκπλήσσει ως σύλληψη. Ταυτόχρονα, όμως, έχουν καταφέρει να δείξουν τον απόλυτο σεβασμό στο θεατρικό κείμενο, αλλά και στις ζωές των φυλακισμένων που το αναπαριστούν, χωρίς να έρχονται σε αντίθεση, ούτε στο ελάχιστο, στον τρόπο κινηματογράφισής τους και να θέτουν στην άκρη το προσωπικό τους ύφος.
Το έργο "Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει" είναι ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, που βασίζεται σ' ένα κεντρικό σενάριο, από το οποίο, βέβαια, δε λείπουν οι αυτοσχεδιαστικές σκηνές, που στα γυρίσματα λειτούργησαν και συμπεριελήφθησαν στο τελικό αποτέλεσμα.
Η ταινία τους είναι γυρισμένη, κατά κύριο λόγο, με ασπρόμαυρη εικόνα. Αρχικά, ο διαχωρισμός, έγχρωμου κι ασπρόμαυρου, γίνεται βάσει της χρονικής τοποθέτησης. Το "σήμερα" είναι γυρισμένο με έγχρωμη εικόνα, ενώ το "παρελθόν" θα το δούμε σε αποχρώσεις του άσπρου και του μαύρου. Σε συνέντευξή τους, οι Taviani, όταν ερωτήθηκαν για ποιό λόγο επέλεξαν το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας τους να είναι ασπρόμαυρο, μεταξύ άλλων, απάντησαν ότι το χρώμα προσδίδει ρεαλισμό ενώ το ασπρόμαυρο όχι. Το γεγονός αυτό, τους έδινε μεγαλύτερη ελευθερία να παρουσιάσουν αυτόν τον "παράλογο" κόσμο της φυλακής της Rebibbia και τον Βρούτο (Salvatore Striano) στο κελί του να μονολογεί: "Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει".
Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι ολόκληρη η ταινία αφορά την παρουσίαση ενός θεατρικού έργου με παράλληλη προβολή διαφόρων στοιχείων της σημερινής κοινωνίας. Το ασπρόμαυρο, όντας ανέκαθεν περισσότερο καλλιτεχνικό, τους δίνει, επίσης, τη δυνατότητα να δηλώσουν στο θεατή ότι αυτό που παρακολουθεί είναι ένα "θέατρο εν κινηματογράφω" (ανάλογο του "θέατρο εν θεάτρω").
Η επιλογή, δε, των Taviani να ξεκινήσουν την ταινία από την παράσταση κι απ' το τέλος του θεατρικού έργου, ενώ, στην αρχή, μοιάζει με σκηνοθετικό τερτίπι που τους βοηθά να εισάγουν το θεατή σε μια κατάσταση, έτσι ώστε να μην εκλάβει ως εισαγωγή την παρουσίαση των πρωταγωνιστών του θιάσου στις οντισιόν, καταλήγει να έχει κι άλλη σκοπιμότητα. Επαναλαμβάνοντας την τελική σκηνή του θεατρικού έργου, λίγο πριν το κλείσιμο της ταινίας τους, έχουν καταφέρει να δώσουν στο θεατή να καταλάβει ότι το εκπληκτικό αποτέλεσμα που έχει δει στην αρχή την κινηματογραφικής προβολής, δεν είναι αποτέλεσμα σκληρών προβών κι ενός καλού έργου, αλλά αποτελεί, παράλληλα, φυσική απόρροια του πάθους με το οποίο καταπιάνονται οι φυλακισμένοι με το project αυτό, αλλά, περισσότερο, οι ρόλοι αποτελούνται από κομμάτια των ιδίων.
Μιας κι οι ηθοποιοί δεν είναι επαγγελματίες, αλλά ερασιτέχνες, θα προτιμήσω να αναφέρω, μόνο, ότι οι Taviani δεν θα μπορούσαν να έχουν διαλέξει καλύτερο ερασιτεχνικό θίασο για να παρουσιάσει το συγκεκριμένο έργο. Η συνοδεία της μουσικής, πάλι, όπως σε κάθε τους ταινία, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, προσθέτοντας στο τελικό αποτέλεσμα συναισθηματικό βάθος.
Θα κλείσω αναφερόμενη, και πάλι, σε ένα απόσπασμα από συνέντευξη των Ιταλών αδελφών. Ο Paolo Taviani, όταν ρωτήθηκε για τη σχέση της ταινίας με την πολιτική κατάσταση της Ιταλίας του σήμερα, απάντησε, μεταξύ άλλων, ότι είναι πολύ λιγότερο "πολιτικοί" απ' όσο οι κριτικοί θέλουν να πιστεύουν για το έργο τους. Θέλω να σταθώ εδώ, για να κλείσω, με αυτό τον τρόπο, το εγκώμιο. Ίσως, οι Taviani, να έχουν θεωρηθεί από το κοινό και τους κριτικούς άκρως "πολιτικοί", μόνο και μόνο, γιατί σε κάθε τους ταινία έχουν κάτι να πούνε. Κι ίσως, πάλι, ακριβώς αυτό να είναι και το μυστικό της επιτυχίας τους, δεν στοχεύουν να κάνουν σαφές το μήνυμά τους κι ακριβώς επειδή οι ταινίες τους δεν είναι επιτηδευμένα πολιτικές, το κοινωνικο-πολιτικό τους μήνυμα γίνεται ευκολότερα αποδεκτό.
Η ταινία προτείνεται σε όλους τους θαυμαστές των Αδελφών Taviani, στους λάτρεις του Ευρωπαϊκού κινηματογράφου, στους σινεφίλ φίλους, αλλά και σε όσους θεατρόφιλους, έχουν τη διάθεση να δούνε έναν ελαφρώς, αλλά με πολύ όμορφο και κομψό τρόπο, πειραγμένο Shakespeare.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Ιταλικό δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, παραγωγής του 2012, βασισμένο στο θεατρικό έργο "Ιούλιος Καίσαρας" του William Shakespeare, σε σενάριο και σκηνοθεσία των Paolo και Vittorio Taviani, διάρκειας 76 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Cosimo Rega, Salvatore Striano, Giovanni Arcuri, Antonio Frasca, Juan Dario Bonetti, Vincenzo Gallo, Rosario Majorana, Francesco De Masi, Gennaro Solito, Vittorio Parrella, Pasquale Crapetti και Francesco Carusone.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

12 Σεπτεμβρίου 2012

(1982) Η νύχτα του Σαν Λορέντζο

Πρωτότυπος τίτλος: La notte di San Lorenzo
Αγγλικός τίτλος: The night of San Lorenzo
Δευτερεύων αγγλικός τίτλος: The night of the shooting stars


Η υπόθεση
Μια μητέρα, τη νύχτα του Σαν Λορέντζο, με αφορμή την ημέρα αυτή, θα αφηγηθεί στο νεογέννητο γιο της μια πραγματική ιστορία από το 1944. Η ιστορία, μιλά για μια ομάδα κατοίκων του San Martino, που κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ξεκίνησε να βρει τους Αμερικάνους συμμάχους. Στο δρόμο, θα περιγράψει τις περιπέτειες, τις χαρές, τις λύπες, την ελπίδα αλλά και τις απώλειες αυτής της ομάδας.

Η κριτική
Οι Paolo και Vittorio Taviani, έδωσαν το 1982 στον κινηματογράφο, ένα αριστούργημα, βασισμένο σε μια προσωπική ιστορία. Η ταινία, αφορά τους κατοίκους του San Martino (το χωριό από το οποίο κατάγονται οι Taviani) κι η ιστορία που εκτυλίσσεται είναι η πραγματική ιστορία των κατοίκων του, η οποία με τα χρόνια έγινε μέρος της λαϊκής παράδοσης αυτού του χωριού της Τοσκάνης.
Ως κεντρικό πρόσωπο της ταινίας, αν και δεν έχουν θέσει κάποιον συγκεκριμένο πρωταγωνιστή, οι δυο αδελφοί, έχουν επιλέξει να βάλουν ένα παιδί. Η Cecilia (Micol Guidelli), η γυναίκα που μετά από χρόνια θ' αφηγηθεί την ιστορία στο γιο της, είναι μόλις έξι χρονών όταν αναγκάζεται να εγκαταλείψει το χωριό της και να περιπλανηθεί στην ιταλική επαρχία. Το γεγονός ότι παρουσιάζουν τα γεγονότα, μέσα από τη ματιά ενός μικρού παιδιού, τους δίνει τη δυνατότητα να κάνουν μια έμμεση, αλλά σαφή κριτική στη φρικαλεότητα του πολέμου. Παρουσιάζουν τον πόλεμο με λυρικό τρόπο, ως αυτό που στην πραγματικότητα είναι: Ένα έγκλημα της ανθρωπότητας προς την ίδια την ανθρωπότητα.
Άλλο ένα εκπληκτικό στοιχείο της ταινίας, είναι τα χρώματα που χρησιμοποιούν σ' αυτήν οι Taviani. Κινηματογραφώντας την ιταλική επαρχία, δεν προσπαθούν να διαστρεβλώσουν το τοπίο, χρησιμοποιώντας τεχνητό φωτισμό, αλλά αντίθετα κόντρα στα γεγονότα του πολέμου, αφήνουν το ζωντανό σταχί χρώμα και τα έντονα χρώματα από τα ρούχα των κατοίκων του χωριού να πρωταγωνιστήσουν στην κάμερα. Καθιστούν έτσι σαφές ότι έχουν γυρίσει την ταινία για να τιμήσουν τον τόπο τους, αλλά και τους ανθρώπους που έζησαν τότε. Μόνο για λίγο, θα δούμε στην ταινία, το μαύρο χρώμα να πρωταγωνιστεί κι μόνο μέχρι να έρθει το προσωρινό τέλος του San Martino, τουλάχιστον του San Martino όπως το γνώριζαν μέχρι τότε οι χωρικοί. Μετά, θα πετάξουν από πάνω τους τη μαυρίλα και θα συνεχίσουν ακάθεκτοι μέσα στο χρώμα, αποδεικνύοντας πως η ανθρώπινη δύναμη είναι ικανή να ξεπεράσει κάθε δυσκολία.
Τη νύχτα που θ' ανατιναχτεί το San Martino, επίσης, θα δούμε για πρώτη φορά ξεκάθαρα, κάτι που υπάρχει καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας. Οι πρωταγωνιστές, η ομάδα αυτή της οποίας τη ζωή καλούμαστε να παρακολουθήσουμε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, αποτελείται από πολλές διάσπαρτες προσωπικότητες. Το κάθε ένα από τα άτομα που την απαρτίζουν, κάνει διαφορετικές σκέψεις, έχει διαφορετικές ελπίδες, πιστεύει διαφορετικά πράγματα, σκέφτεται διαφορετικά από τον διπλανό του, αλλά παρόλα αυτά καταφέρνουν να μείνουν ενωμένοι, έχοντας ένα κοινό στόχο κι αυτό είναι πάνω απ' όλα.
Το νεορεαλιστικό στοιχείο της ταινίας, η αψεγάδιαστη φωτογραφία της, η οπερατική μουσική που ντύνει με τόση πληρότητα την ιστορία, οι αργοί ρυθμοί της, σε κάποια σημεία, που αφήνουν το χρόνο στο θεατή να κατανοήσει καλύτερα τη χρησιμότητα των σκηνών αυτών, αλλά και οι γρήγοροι ρυθμοί της, σε άλλα, που δεν τον αφήνουν να βαρεθεί, έρχονται να πλέξουν το έξοχο αυτό έργο, που παρέδωσαν οι δυο Ιταλοί αδελφοί στην ιστορία του κινηματογράφου. Μια τόσο ποιητική, αλλά παράλληλα και ρεαλιστική ιστορία.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Ιταλικό ιστορικό δράμα του 1982, σε σενάριο των Paolo Taviani, Vittorio Taviani, Giuliani G. De Negri, με τη συνεργασία του Tonino Guerra και σκηνοθεσία των Paolo Taviani και Vittorio Taviani, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Micol Guidelli, Norma Martelli, Claudio Bigagli, Miriam Guidelli, Massimo Bonetti, Sabina Vannucchi, Enrica Maria Modugno, Omero Antonutti και Margarita Lozano.

Οι σύνδεσμοι

4 Σεπτεμβρίου 2012

(2012) Στη Ρώμη με αγάπη

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: To Rome with love


Η υπόθεση
Τέσσερις διαφορετικές ιστορίες, παρουσιάζονται με φόντο την όμορφη Ρώμη.
Μια Αμερικάνα, η Hayley (Alison Pill), γνωρίζει τον έρωτα της ζωής της, Michelangelo (Flavio Parenti), ενώ βρίσκεται για διακοπές στη Ρώμη. Το επόμενο βήμα, είναι να ταξιδέψουν οι γονείς της Hayley στη Ρώμη, για να γνωριστούν οι δυο οικογένειες. Ο πατέρας της Hayley, Jerry (Woody Allen), ένας συνταξιοδοτημένος σκηνοθέτης όπερας κι η μητέρα της, Phyllis (Judy Davis), μια έμπειρη ψυχολόγος, θα συναντήσουν τον πατέρα του Michelangelo, Giancarlo (Fabio Armiliato), ένα νεκροθάφτη με υπέροχη φωνή και τη μητέρα του, μια Ιταλίδα νοικοκυρά. Ο Jerry, που αρνείται ν' αποδεχτεί τη συνταξιοδότησή του, θα κάνει τα αδύνατα-δυνατά, για να πείσει τον Giancarlo, ν' ανεβάσουν μαζί μια όπερα.
Ένα νιόπαντρο ζευγάρι, έρχεται στην πρωτεύουσα, για να γνωρίσει η νύφη Milly (Alessandra Mastronardi), την οικογένεια του άντρα της Antonio (Alessandro Tiberi). Η Milly κι ο Antonio, επιθυμούν να κερδίσουν τους θείους του Antonio, με σκοπό να τους βοηθήσουν στην απόκτηση μιας καλύτερης ζωής. Από ένα μπλέξιμο, το ζευγάρι χωρίζεται, ο Antonio συστήνει στην οικογένειά του, ως γυναίκα του, την Anna (Penélope Cruz), μια πόρνη πολυτελείας κι η Milly, περιφέρεται στους δρόμους της Ρώμης, γνωρίζοντας πολλούς ενδιαφέροντες αστέρες του σινεμά.
Ο John (Alec Baldwin), ένας πετυχημένος αρχιτέκτονας, μέσης ηλικίας, συναντά τον Jack (Jesse Eisenberg), ένα νεαρό φοιτητή αρχιτεκτονικής, και μέσω αυτού, ξαναζεί τον έρωτά του για τη Monica (Ellen Page).
Τέλος, ο Leopoldo (Roberto Benigni), ένας καθημερινός Ιταλός μεσοαστός, χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον σαν άνθρωπος, μετατρέπεται, εν μια νυκτί, στο απόλυτο είδωλο, χωρίς κι ο ίδιος να μπορεί να καταλάβει το λόγο.

Η κριτική
Ο Woody Allen, ο αστείρευτος αυτός σκηνοθέτης που έχει αντλήσει τόση έμπνευση από την πόλη της Νέας Υόρκης, συνεχίζει το οδοιπορικό του ταξίδι στις πόλεις της Ευρώπης. Αυτή τη φορά στο στόχαστρο έχει βάλει τη Ρώμη και φαίνεται αποφασισμένος ν' αναδείξει τη λάμψη της πόλης αυτής, αλλά και ν' αναβιώσει την Ιταλική κωμωδία των δεκαετιών του '50 με '70. Κι όλα αυτά, δίνοντας παράλληλα και τη δική του πινελιά στην ταινία.
Βασισμένος στο "Δεκαήμερο" του Βοκάκιου και με τη χρήση τεσσάρων ανεξάρτητων ιστοριών, ο Allen, καταφέρνει να συνδυάσει όλα τα στοιχεία που θα μπορούσε να έχει μια σύγχρονη Ιταλική κωμωδία γυρισμένη από τον ίδιο, με εξαιρετική επιτυχία.
Αρχικά, αξίζει ν' αναφέρει κανείς ότι στο "Δεκαήμερο", βασίστηκαν οι Ιταλικές κωμωδίες, ήδη από την αρχή του είδους τους, καθώς οι περισσότερες συνδυάζουν τον Έρωτα (αγάπη) και την Τύχη (πεπρωμένο). Επίσης το χαρακτηριστικό των Ιταλικών κωμωδιών, είναι το γεγονός ότι βρίσκονται ενδιάμεσα στο νεορεαλισμό του Ιταλικού κινηματογράφου και της φαρσικής κι ηθογραφικής κωμωδίας του εγχώριου θεάτρου, καθιστώντας το είδος αυτό, ιδιαίτερο, θα έλεγε κανείς.
Οι ταινίες του Woody Allen, από την άλλη, βρίθουν από σατιρικά σχόλια (κυρίως προς τον ίδιο του τον εαυτό και τη θρησκεία), από πανέξυπνα λογοπαίγνια κι από την έντονη παρουσία ενός φροϊδικού ψυχολογικού μοτίβου, κάνοντας τις ταινίες του να μοιάζουν περισσότερο με "κομεντί", παρά με "κωμωδίες" συνολικά.
Ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης καταφέρνει να συνδυάζει επιτυχώς, όλα αυτά τα στοιχεία σ' ένα ενιαίο σύνολο, είναι προσδίδοντας στην κάθε ιστορία ένα από τα χαρακτηριστικά αυτά. Για παράδειγμα, στην ιστορία του μαθητευόμενου αρχιτέκτονα, είναι σα να βλέπει κανείς απόσπασμα, από τις κλασικές ταινίες του Woody, ή αντίστοιχα, η ιστορία των δυο νεόνυμφων, είναι καθαρή Ιταλική κωμωδία. Στην ιστορία όμως που πρωταγωνιστεί ο ίδιος ο Allen, συνδυάζεται η Ιταλική φάρσα, με το σατιρικό στοιχείο των δικών του ταινιών. Ενώ τέλος, η ιστορία του Roberto Benigni, αποτελεί μια σύγχρονη σάτιρα για τα Μ.Μ.Ε., αναδεικνύοντας τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η σημερινή κοινωνία τα διάφορα είδωλα, που της πλασάρουν.
Επίσης, από μια άλλη οπτική ο σκηνοθέτης, μας παρουσιάζει με εξαίρετη τεχνική, το απραγματοποίητο όνειρο που τελικά πραγματοποιείται. Η κάθε ιστορία, παρουσιάζει και κάτι διαφορετικό, κάτι που λίγο ή πολύ όλοι θέλουμε να βιώσουμε. Μας δείχνει το όνειρο της δόξας και της φήμης, το όνειρο της απόκτησης εμπειριών, το όνειρο της αιώνιας ζωής και το όνειρο της αναβίωσης ορισμένων κομματιών της ζωής μας... αλλά το ερώτημα είναι: "Μετά την εκπλήρωση, τι;"
Στη συγκεκριμένη ταινία, επειδή είναι και πολυπρόσωπη, δε θ' ασχοληθώ με κάθε ηθοποιό ξεχωριστά. Πιστεύω ότι ο Allen, έχει κάνει τις σωστότερες επιλογές για τον κάθε ρόλο και θεωρώ ότι με αυτή του την ταινία, καταφέρνει να δείξει στο κοινό, γι' ακόμα μια φορά, πόσο ικανός σκηνοθέτης είναι. Την ταινία του αυτή, πραγματικά νομίζω πως την αφιερώνει "Στη Ρώμη, με αγάπη" και γι' αυτό το λόγο, θα την πρότεινα σε όσους αρέσουν οι Ιταλικές κωμωδίες, αλλά κι οι κλασικές ταινίες του Woody Allen.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικανικο-Ιταλική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Woody Allen, διάρκειας 112 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Woody Allen, Judy Davis, Fabio Armiliato, Penélope Cruz, Alessandro Tiberi, Alessandra Mastronardi, Roberto Benigni, Alec Baldwin, Jesse Eisenberg και Ellen Page.

Οι σύνδεσμοι

27 Αυγούστου 2012

(2010) Άντρες εναντίων γυναικών

Πρωτότυπος τίτλος: Maschi contro femmine
Αγγλικός τίτλος: Men vs women


Η υπόθεση
Η ταινία, πραγματεύεται τις σχέσεις, ερωτικές και φιλικές, ανάμεσα στα δυο φύλλα, μέσω τεσσάρων ιστοριών, που κατά κάποιο τρόπο συνδέονται μεταξύ τους και σκοπό έχουν να δείξουν τις διαφορές, αλλά και τις ομοιότητες των δυο πλευρών. Η πρώτη, είναι η ιστορία ενός παντρεμένου ζεύγους, του Walter (Fabio De Luigi) και της Monica (Lucia Ocone) που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Μαζί με το νέο μέλος της οικογενείας όμως, μπαίνει στη ζωή του ζεύγους, ή καλύτερα του συζύγου κι ένα ακόμα πρόσωπο, η Eva (Giorgia Wurth). Η δεύτερη, είναι η ιστορία μιας γυναίκας μέσης ηλικίας, της Nicoletta (Carla Signoris), η οποία στα 40 μένει μόνη και καλείται να βρει τον εαυτό της... και γιατί όχι, το άλλο της μισό. Η τρίτη, είναι η ιστορία δυο γειτόνων, του Diego (Alessandro Preziosi) και της Chiara (Paola Cortellesi), που δεν αντέχουν ο ένας στη θέα του άλλου κι η τέταρτη, είναι η ιστορία δυο παιδικών φίλων, του Andrea (Nicolas Vaporidis) και της Marta (Chiara Francini) κι ενός τρίτου προσώπου, της Francesca (Sarah Felberbaum), που έρχεται να μπει ανάμεσά τους.

Η κριτική
Η ταινία, είναι μια ανάλαφρη, σύγχρονη, ιταλική κωμωδία, με αρκετά κλισέ της ιταλικής φαρσοκωμωδίας. Παρόλα αυτά όμως, η ταινία δεν κουράζει και βλέπεται θα έλεγα αρκετά ευχάριστα. Άλλωστε το ιταλικό σινεμά, κρίνεται από τα πιο κατάλληλα για την ανάπτυξη ενός τέτοιου θέματος, μιας κι η ιταλική παράδοση έχει καταπιαστεί αρκετές φορές με την αιώνια διαμάχη των δυο φύλλων.
Το προτέρημα, της συγκεκριμένης ταινίας, είναι ότι δεν ασχολείται με τέσσερις πανομοιότυπες ιστορίες, που όλες θα έχουν την ίδια κατάληξη. Οι ιστορίες αυτές, έχουν ως πρωταγωνιστές, χαρακτήρες διαφορετικής ηλικίας, ακόμα και διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης, αποσκοπώντας να γίνει αποδεκτή από ένα αρκετά ευρύ κοινό.
Προσωπικά, θα την πρότεινα σε γυναίκες περισσότερο, παρά σε άντρες, καθώς είναι από τις κωμωδίες που χρειάζονται ένα πιο ρομαντικό κοινό, για να γίνουν κατανοητές. Είναι μια αρκετά ευχάριστη κωμωδία, που δεν προσπαθεί να εμβαθύνει καθόλου στην ψυχοσύνθεση των ηρώων της. Γι' αυτό το λόγο, θα απέφευγα να την αναφέρω σε κάποιον που ψάχνει ταινίες που να παρουσιάζουν το θέμα, αποκλειστικά, ως κοινωνικό προβληματισμό. Σίγουρα όμως, θα την πρότεινα σε κάποιον που θα ήθελε να δει κάτι ευχάριστο και να χαλαρώσει ή σε όσους αρέσουν οι ανάλαφρες ιταλικές κωμωδίες.
Σημείωση: Αν τη συγκεκριμένη κωμωδία, είχε αποπειραθεί να την ανεβάσει κάποιος Αμερικανός, το πιθανότερο είναι το αποτέλεσμα να ήταν γελιοδέστατο. Αντίθετα, αν την παραγωγή της, είχε αναλάβει κάποιος με ένα ευρωπαϊκότερο στυλ, θα είχε καταλήξει να είναι, ένα ανούσιο κι ημιτελές, ευρωπαϊκό δράμα.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Ιταλική κωμωδία του 2010, σε σενάριο των Fausto Brizzi, Massimiliano Bruno, Valeria Di Napoli και Marco Martani και σκηνοθεσία του Fausto Brizzi, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Fabio De Luigi, Giorgia Wurth, Carla Signoris, Alessandro Preziosi, Paola Cortellesi, Nicolas Vaporidis, Chiara Francini, Sarah Felberbaum, Giuseppe Cederna και Lucia Ocone.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten tomatoes