31 Αυγούστου 2012

(2012) Επικίνδυνο πάθος

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Bel ami


Η υπόθεση
Η υπόθεση του έργου, διαδραματίζεται στο Παρίσι του 1890. Ένας νεαρός, πρώην στρατιώτης, ο Georges Duroy (Robert Pattinson), καταφθάνει στην Πόλη του Φωτός, με την προσδοκία να ξεφύγει από τη φτωχή και μίζερη ζωή του κι ο μοναδικός τρόπος να το πετύχει αυτό, είναι μέσω των συζύγων διαφόρων ισχυρών και κοινωνικά καταξιωμένων ανδρών. Ο Georges, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τη νεανική του γοητεία, για ν' ανέλθει κοινωνικά και να εισέλθει στην ανώτατη κοινωνική τάξη.

Η κριτική
Τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο συχνά, συναντάμε ταινίες, βασισμένες σε κλασικά μυθιστορήματα, με αρκετές από αυτές, να έχουν σημειώσει τεράστια επιτυχία. Το μυστικό της επιτυχίας των ταινιών αυτών, μιας και το κοινό πολύ πιο δύσκολα θα ταυτιστεί με έναν ήρωα εκτός της εποχής του, βρίσκεται στην επεξεργασία της λεπτομέρειας. Όσο πιο λεπτομερώς δουλεμένη είναι μια ταινία εποχής (από την όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερη αναπαράσταση της εποχής ως τις αληθοφανείς αντιδράσεις των ηθοποιών στους δευτερεύοντες ρόλους), τόσο μεγαλύτερη απήχηση θα έχει.
Το "Επικίνδυνο πάθος", αποτελεί μια πολύ καλή προσπάθεια δυο άπειρων, για ένα τέτοιο εγχείρημα, σκηνοθετών, με την απουσία πολλών μικρών λαθών, αλλά και με την παράλληλα "επικίνδυνη" επιλογή, ενός πρωταγωνιστή, στον οποίο δε λειτουργεί ο συγκεκριμένος ρόλος.
Η σκηνική πλαισίωση της ταινίας, με μια πρώτη ματιά, μοιάζει άψογα δουλεμένη, όπως ταυτόχρονα κι η υποκριτική πλαισίωση του πρωταγωνιστή. Οι Uma Thurman, Christina Ricci και Kristin Scott Thomas, υποστηρίζουν τόσο καλά τους ρόλους τους, που κάνουν τον Robert Pattinson, να μοιάζει ακόμα πιο ακατάλληλος για το ρόλο. Για να προλάβω όμως, όλους εσάς τους θαυμαστές του Pattinson, αυτό που γράφω παραπάνω, σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπεί σε μείωση του ταλέντου ή των ικανοτήτων του νεαρού ηθοποιού.
Ο Pattinson, δυστυχώς, είναι ένας από τους ηθοποιούς που έκαναν πολύ γρήγορα καριέρα, μέσα από το sequel του "Λυκόφωτος" κι αναμενόμενο ήταν να ταυτιστεί με το ρόλο του (Edward Cullen) σ' αυτό. Αυτό που οφείλει να κάνει σε όποια άλλη ταινία επιλέξει να πρωταγωνιστήσει, μετά το "Λυκόφως", είναι να αποτινάξει από πάνω του, τον Edwart.
Το στοιχείο αυτό, είναι που οι σκηνοθέτες της ταινίας, πιστεύω έκριναν λανθασμένα. Θεωρώ πως στην προσπάθειά τους να βρουν τον κατάλληλο ηθοποιό να ενσαρκώσει τον γοητευτικό Georges, λειτούργησαν σκεπτόμενοι στο σήμερα κι όχι στο τότε. Η αλήθεια είναι πως ο Pattinson, φυσιογνωμικά, έχει τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου του 1890, αλλά η σκηνοθετική οδηγία που φαίνεται να έχει λάβει, είναι ν' αναπαραστήσει ένα χαρακτήρα που μπορεί να λειτούργησε με πολύ μεγάλη επιτυχία, ως ένας σύγχρονος ήρωας, αλλά σίγουρα δεν ταιριάζει σε ταινία εποχής.
Με λίγα λόγια, θεωρώ πως όσοι επιλέξετε να δείτε το συγκεκριμένο έργο επειδή είστε θαυμαστές του πρωταγωνιστή, δε θ' απογοητευτείτε. Αντίθετα, όσοι περιμένετε να δείτε μια ταινία εποχής, πιστεύω ότι θα πρέπει να ρίξετε λίγο τις απαιτήσεις σας. Δε θα σας πω, να μην τη δείτε. Η ταινία δεν είναι άσχημη συνολικά κι οι πρωταγωνίστριες, είναι καταπληκτικές. Απλώς, δεν αποτελεί μια από τις ταινίες εποχής, που έχουν έρθει για να μείνουν στην ιστορία.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Δράμα εποχής, βρετανικής παραγωγής του 2012, βασισμένο σε μυθιστόρημα του Guy de Maupassant, σε σενάριο της Rachel Bennette και σκηνοθεσία των Declan Donnellan και Nick Ormerod, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Robert Pattinson, Uma Thurman, Christina Ricci και Kristin Scott Thomas.

Οι σύνδεσμοι

30 Αυγούστου 2012

(2012) Ο σεφ και ο σεφ του

Πρωτότυπος τίτλος: Comme un chef
Αγγλικός τίτλος: The chef


Η υπόθεση
Ο Jacky Bonnot (Michaël Youn) είναι ένας νεαρός, ταλαντούχος κι αυτοδίδακτος σεφ. Προσπαθεί να διατηρήσει μια δουλειά σ' ένα οποιοδήποτε συνοικιακό εστιατόριο, σερβίροντας πιάτα των μεγαλυτέρων σεφ της χώρας και θεωρώντας δεδομένο ότι οι πελάτες του, θα πρέπει ν' απολαύσουν το φαγητό τους, όπως ο ίδιος θεωρεί πρέπον να σερβίρεται αλλά και να συνοδεύεται. Φυσικά, η λογική του αυτή, τον οδηγεί από τη μια απόλυση στην άλλη. Αναγκάζεται έτσι, να δουλέψει ως μπογιατζής σε κάποιο γηροκομείο, όπου εκεί θα τύχει να γνωρίσει το μεγάλο του είδωλο, τον Alexandre Lagarde (Jean Reno). O Alexandre Lagarde, μεγάλος αλλά κουρασμένος, πια, σεφ, έχει μπροστά του ελάχιστο χρόνο, να δημιουργήσει το ανοιξιάτικο μενού του εστιατορίου του (Cargo Lagarde) και να καταπλήξει μ' αυτό τους κριτικούς, καθώς η καριέρα αλλά και η θέση του στο Cargo Lagarde, απειλούνται από την ετυμολογία τους. Ψάχνει απεγνωσμένα για κάτι φρέσκο και δροσερό, που να φέρει, παράλληλα, την υπογραφή του και σε μια επίσκεψή του στο γηροκομείο, το βρίσκει... ή μάλλον τον βρίσκει. Ο νέος κι ο παλιός θα πρέπει τώρα να ενώσουν τις δυνάμεις τους, να δημιουργήσουν ένα ανανεωμένο κι εύγευστο μενού και να καταπλήξουν μ' αυτό τους γευσιγνώστες κριτικούς.

Η κριτική
"Ο σεφ και ο σεφ του", είναι μια ανάλαφρη, καλογυρισμένη γαλλική κωμωδία, με αρκετές σκηνές που βγάζουν αβίαστα το γέλιο στο θεατή. Όπως κάθε γαλλική κωμωδία που σέβεται τον εαυτό της, διέπεται από ένα ηθικό στοιχείο, είναι άκρως οικογενειακή κι αποτελεί παράλληλα μια σάτιρα, στις νεοφερμένες μανίες που γίνονται μόδα, θυμίζοντας, στο ελάχιστο, το μεγάλο Γάλλο κινηματογραφιστή, Jacques Tati.
Η ταινία, πραγματεύεται τη σχέση που μπορεί να έχει το παλαιό με το καινούργιο, μέσω των δυο δεσμών που αναπτύσσονται κατά τη διάρκειά της. Από τη μια πλευρά, έχουμε τον Alexandre Lagarde, έναν άντρα που έχει καταφέρει να διατηρηθεί στην κορυφή, για 15 συνεχή χρόνια κι από την άλλη, έχουμε δυο νέους ανθρώπους. Ο ένας, είναι ο Jacky Bonnot, ο νεαρός που έχει μεγαλώσει μαθαίνοντας από το Lagarde τα μυστικά της υψηλής μαγειρικής κι έχει παράλληλα αναπτύξει ένα τεράστιο σεβασμό για το πρόσωπό του. Ο άλλος, είναι ο Stanislas Matter (Julien Boisselier), γιος του Paul Matter (Pierre Vernier) και κληρονόμος του Cargo Lagarde, ο οποίος βλέπει τη μαγειρική αποκλειστικά και μόνο ως τραπεζικούς αριθμούς.
Ο Alexandre κι ο Jacky, αναπτύσσουν μια σχέση υγιή. O Alexandre, μπορεί να προσφέρει στον Jacky τις γνώσεις και την εμπειρία του κι αντίστοιχα, ο Jacky, μπορεί να προσφέρει στον Alexandre τη ζωντάνια και την όρεξή του, θυμίζοντάς του ποιός ήταν και πώς έφτασε στην κορυφή. Η σχέση του Alexandre με τον Stanislas, αντίθετα, είναι μια σχέση ανταγωνιστική κι ατελέσφορη, ανίκανη να προσφέρει κάτι περισσότερο από άγχος και πίεση. Αυτές οι δυο δυνάμεις λοιπόν, καλούνται να συγκρουστούν, φέρνοντας τους πρωταγωνιστές σε καταστάσεις, που μόνο γέλιο μπορούν να προκαλέσουν.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών, είναι από συμπαθητικές ως πάρα πολύ καλές, κάτι το αναμενόμενο βέβαια, αφού σε μια κωμωδία, ο ρόλος πρέπει να 'ναι αρκετά "αβανταδόρικος", για να δώσει τη δυνατότητα στο ηθοποιό να ξετυλίξει τον ταλέντο του. Ο ρόλος του Jacky Bonnot, πιστεύω ότι ταίριαζε αρκετά στον Michaël Youn, καθώς το πρόσωπό του κι οι εκφράσεις του, αρκούν για να προκαλέσουν γέλιο και παράλληλα, η επιλογή του Jean Reno, ήταν άκρως ταιριαστή. Σίγουρα, η επιλογή του Reno, να πρωταγωνιστήσει σ' αυτή την ταινία, δεν είναι το καλύτερο βήμα της κινηματογραφικής του καριέρας, αλλά παράλληλα δεν αποτελεί και την "πατάτα" που κάθε ηθοποιός, αναγκάζεται ή δικαιούται να κάνει κάποια στιγμή. Η επιλογή του, ήταν αξιοπρεπέστατη κι αποδεικνύει πως ό,τι κι αν του δοθεί, είναι ικανός να το παρουσιάσει ευπρεπέστατα.
Την ταινία, θα την πρότεινα σίγουρα, σε κάποιον που θέλει να δει μια ευχάριστη κωμωδία. Πιστεύω ότι είναι από τις καλύτερες επιλογές, της θερινής περιόδου, καθώς μπορεί να την παρακολουθήσει ολόκληρη η οικογένεια κι είναι αρκετά προσεγμένη, για το είδος της πάντα. Αυτό που θα έλεγα όμως σε κάποιον, ως συμβουλή, είναι να φάει κανονικά το μεσημέρι, γιατί για μας τους Έλληνες, η αλήθεια είναι ότι κρύβει μια παγίδα. Ως λαός είναι γνωστό πως, όταν ακούμε για "σεφ", πιστεύουμε ότι θα πάμε στο σινεμά και θα δούμε μια "Πολίτικη κουζίνα". Ευτυχώς (για όσους προσέχετε τη διατροφή σας), η ταινία δεν ανήκει σ' αυτή την κατηγορία. Είναι πολύ ευχάριστη και δροσερή, αλλά μην περιμένετε να δείτε πιάτα και μαγειρικές που θα σας κάνουν να σας τρέχουν τα σάλια.
Σημείωση: Επίσης, ένα ωραίο στοιχείο, που δίνει λαβές για σάτιρα, είναι η νέα μόδα, που σιγά-σιγά προσεγγίζει και τη χώρα μας, αυτή της μοριακής κουζίνας. Όσοι θέλετε να ενημερωθείτε γι' αυτό το νέο είδος μαγειρικής, είναι μια πολύ καλή επιλογή, να το κάνετε, χωρίς να μπείτε στη διαδικασία να ψάχνετε ώρες ατελείωτες.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Γαλλική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Daniel Cohen, διάρκειας 84 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jean Reno, Michaël Youn, Julien Boisselier και Raphaëlle Agogué.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

29 Αυγούστου 2012

(2011) Κυνηγοί κεφαλών

Πρωτότυπος τίτλος: Hodejegerne
Αγγλικός τίτλος: Headhunters


Η υπόθεση
Ο Roger Brown (Aksel Hennie), είναι ένας φιλόδοξος κυνηγός στελεχών. Είναι παθιασμένος με τη γυναίκα του, Diana (Synnøve Macody Lund), στην οποία προσφέρει ανεξέλεγκτα, τα πάντα. Για να μπορέσει βέβαια να συντηρήσει τα πανάκριβα γούστα του, ο Roger, αναγκάζεται να κάνει παράλληλα, μια δεύτερη δουλειά. Κλέβει έργα τέχνης από τα σπίτια διαφόρων πελατών του και τα πουλάει στη μαύρη αγορά, έναντι διόλου ευκαταφρόνητων αμοιβών. Το τέλος της διπλής του καριέρας, φαίνεται να φέρνει ένας μυστηριώδης άγνωστος κι η ύπαρξη ενός σπάνιου κομματιού στη συλλογή του.  Όλα μοιάζουν σχεδιασμένα στην εντέλεια για την τελευταία υπόγεια δουλειά του Roger, που θα του εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους, για μια πλουσιοπάροχη ζωή. Η μόνη λεπτομέρεια που δεν έχει "σκεφτεί" να υπολογίσει, είναι το σκοτεινό παρελθόν αυτού του αγνώστου, που θα μετατρέψει την τελευταία του αυτή δουλειά, σε ένα συνεχή αγώνα δρόμου, για τη σωτηρία της ζωής του.

Η κριτική
Η ταινία, αποτελεί ένα από τα αρτιότερα θρίλερ που έχουν παρουσιαστεί το τελευταίο χρονικό διάστημα. Όντας Νορβηγικής παραγωγής, φέρει σαφώς αρκετά χαρακτηριστικά του σύγχρονου σκανδιναβικού κινηματογραφικού είδους.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των τελευταίων ταινιών διαφόρων Σκανδιναβικών χωρών που έχουν πετύχει διεθνή αναγνωρισιμότητα, είναι το γεγονός ότι έχουν καταφέρει να συνδυάσουν στοιχεία του "κουλτουριάρικου" ευρωπαϊκού κινηματογράφου και του "εμπορικού" αμερικάνικου, χωρίς όμως, να αλλοιώνουν την ευρωπαϊκή καταγωγή τους.
Λανθασμένα κατά τη γνώμη μου, ο σύγχρονος Ευρωπαϊκός κινηματογράφος, έχει ταυτιστεί με την έννοια του "αργού", ενώ ο Αμερικάνικος με την έννοια του "γρήγορου". Στην πραγματικότητα, ο Ευρωπαϊκός κινηματογράφος, είναι ένας "καθημερινός" κινηματογράφος. Κάλλιστα δηλαδή, μια ευρωπαϊκή ταινία, μπορεί να πραγματεύεται την ιστορία του ανθρώπου της διπλανής πόρτας, κάτι το οποίο συνήθως, απαιτεί αργούς ρυθμούς εξέλιξης της πλοκής. Ο Αμερικάνικος, στην αντίπερα όχθη, είναι βασισμένος σε ένα πρότυπο, μη θνητό, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα να παρουσιάσει την ιστορία με μεγαλειώδη ελευθερία κι εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς.
Το ζωντανό παράδειγμα του πετυχημένου συνδυασμού της καθημερινότητας του ευρωπαϊκού είδους και της αμερικάνικης ταχύτητας (αναφερόμενη στη συνολική παραγωγή μιας χώρας κι όχι σε εξαιρέσεις ευρωπαϊκών ταινιών που το έχουν καταφέρει), αλλά και ταυτόχρονα με διεθνείς διακρίσεις, είχε καταφέρει, μέχρι στιγμής, μόνο η Ισπανική κινηματογραφία. Για να μην πολυλογώ όμως, καλύτερα ν' αναφερθώ στα στοιχεία που κάνουν τη συγκεκριμένη ταινία, ξεχωριστή και της δίνουν ένα εισιτήριο στη λίστα των ταινιών που αξίζει να δει κανείς.
Ο Roger, είναι ένα πρόσωπο που φαίνεται να τα έχει όλα. Είναι ο τύπος, που μπορείς να φανταστείς να σε περνάει από συνέντευξη κι αυτός ο χοντρόπετσος κι αποστασιοποιημένος άντρας, με ψυχρό πρόσωπο, που σου δίνει την αίσθηση, ότι για τα χρήματα, είναι ικανός να κάνει τα πάντα. Ο Clas Greve (Nikolaj Coster-Waldau) πάλι, ο άγνωστος που έρχεται σαν από μηχανής θεός να δώσει τη λύση του οικονομικού αδιεξόδου του πρωταγωνιστή, μοιάζει όντως με κάποιον ξενόφερτο, έχοντας υιοθετήσει μια πιο ανέμελη συμπεριφορά, εκπέμποντας όμως, παράλληλα στο θεατή, κάτι απροσδιόριστα σκοτεινό, κάνοντάς τον να υποψιαστεί ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά πάνω του. Η Diana τώρα, είναι εκπληκτικά όμορφη κι εντυπωσιακή, όπως κάθε Σκανδιναβή, αρκετά ψυχρή όμως εκφραστικά, καθιστώντας αδύνατο, να καταλάβει κανείς την ψυχοσύνθεσή της.
Σαν χαρακτήρες, οι δυο Νορβηγοί, δεν είναι αδύνατον να χαρακτηριστούν "καθημερινοί". Αυτός που φέρει το Αμερικανικό στοιχείο, είναι ο σκοτεινός άγνωστος και παράλληλα, είναι αυτός που θα κινήσει τα νήματα από ένα σημείο κι έπειτα, αναγκάζοντας τον θνητό Νορβηγό, να εισχωρήσει στους δικούς του ρυθμούς, αν θέλει πραγματικά, να επιβιώσει.
Η ταινία είναι αριστουργηματική για το είδος της, γιατί βρίσκεται στο μεταίχμιο ενός γνωστού μοτίβου κυνηγητού και μιας φυσιολογικής αντίδρασης ενός κοινού θνητού, οι αντιδράσεις του οποίου, είναι στην κυριολεξία αδύνατον να προβλεφθούν. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι κι αυτή η ταινία, βασίζεται σε ένα βιβλίο "best seller", κάτι που δίνει στους παραγωγούς της, τη δυνατότητα να διαβάσουν τα προγνωστικά της απήχησης που πιθανόν να είχε.
Η ταινία απευθύνεται σε λάτρεις των θρίλερ και είχε, όντως, πολύ μεγάλη απήχηση. Προσωπικά όμως δεν θα την πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ Ευρωπαϊκό κινηματογράφο, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι έχει λάβει θετικά σχόλια μεν, αλλά από κριτικούς κι ένα κοινό, που πήγε να δει μια Νορβηγική παραγωγή. Είναι σαφώς γρήγορη, απρόβλεπτη, έξυπνη και πολύ ευρηματική, αλλά δεν δημιουργεί κάποιο πρότυπο κι ίσως αυτό, να μην αρέσει σε κάποιους που έχουν συνηθίσει τις ταινίες εικονικών ηρώων. Η μόνη περίπτωση που θα το πρότεινα σε κάποιον που δεν έχει δει Ευρωπαϊκό σινεμά, θα ήταν αν απευθυνόμουν σε ένα άτομο, λάτρη μεν των θρίλερ, κουρασμένο δε, να βλέπει τα ίδια και τα ίδια στη μεγάλη οθόνη, χωρίς να παραλείψω βεβαία να του τονίσω, ότι "δεν είναι κάτι που σίγουρα θα σου αρέσει, είναι απλώς κάτι διαφορετικό".

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Θρίλερ του 2011, Νορβηγικής παραγωγής, βασισμένο σε βιβλίο του Jo Nesbø, σε σενάριο των Lars Gudmestad και Ulf Ryber και σκηνοθεσία του Morten Tyldum, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Aksel Hennie, Nikolaj Coster-Waldau, Synnøve Macody Lund, Eivind Sander και Julie R. Ølgaard.

Οι σύνδεσμοι
Rotten Tomatoes

28 Αυγούστου 2012

(2012) Ted

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Ted


H υπόθεση
Ο John Bennett (Mark Wahlberg), ένα 8χρονο αγόρι χωρίς φίλους, παίρνει από τους γονείς του ως δώρο Χριστουγέννων έναν αρκούδο, τον οποίο κι ονομάζει Teddy (φωνή: Seth MacFarlane). Ο Teddy, έχει την ικανότητα να λέει "Σ' αγαπώ", αλλά ο μικρός John, έχοντας την ανάγκη ενός πραγματικού φίλου, το ίδιο βράδυ, εύχεται, να μπορούσε ο Teddy να μιλήσει στ' αλήθεια. Το επόμενο πρωί, η ευχή του έχει πραγματοποιηθεί. Ο John κι ο Ted ορκίζονται αιώνια φιλία... και πράγματι, 27 χρόνια αργότερα, τους βρίσκουμε να συγκατοικούν και να κάνουν παρέα, σα δυο μικρά παιδιά σε σώματα (ή με φωνές) ενηλίκων. Για τον Ted και τον John, η ζωή δε θα μπορούσε να είναι καλύτερη, μέχρις ότου η Lori (Mila Kunis), η τετραετής σχέση του John, να του υποδείξει την πραγματική του ηλικία και να τον αναγκάσει να ωριμάσει... κάτι που περιπλέκει, κάπως, τα πράγματα.

Η κριτική
Η ταινία, από πολλούς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί "κλασική αμερικανιά", αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Αμερικανιά είναι, κλασική όμως, σίγουρα δεν τη λες. Απευθύνεται, κατά κύριο λόγο, σε ενήλικες, το πολύ 60άρηδες, άντρες, αλλά και σε όσους αρέσει το χοντροκομμένο χιούμορ και δεν τους ενοχλεί η συνεχής βωμολοχία.
Ο χαρακτήρας του Ted, αν είχε παρουσιαστεί ως άνθρωπος, θα ήταν ο κλασικός, συνήθως χοντρούλης, αποτυχημένος φίλος του ήρωα, που αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει, που δεν έχει υποχρεώσεις στη ζωή του και συνεχώς παρασέρνει τον ήρωά μας, σε ανώριμες και παιδιάστικες συμπεριφορές, αλλά που παρόλα αυτά, αγαπάει πραγματικά το φίλο του και θέλει το καλύτερο γι' αυτόν. Το γεγονός όμως, ότι ο Ted δεν είναι άνθρωπος, αλλά αρκούδι, είναι αυτό που κάνει την κωμωδία ευφυέστατη. Ακόμα κι αν πείσεις το θεατή ότι υπάρχει ένα αρκούδι που μιλάει, δεν του γεννάς αυτόματα και την προσδοκία, αυτό, να συμπεριφέρεται σαν οποιονδήποτε 27χρονο. Γιατί στο κάτω-κάτω της γραφής, είναι απλά ένα αρκούδι και σ' ένα αρκούδι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να πει "Duuude... grow up!!!".
Ο χαρακτήρας του John τώρα, είναι αυτός του καλού παιδιού. Αυτού δηλαδή, που έχει περάσει μια δύσκολη παιδική ηλικία κι έχει μάθει να εκτιμά τη φιλία, περισσότερο απ' όλα τ' άλλα αγαθά στη ζωή του, και γι' αυτό το λόγο, αφήνει να τον παρασέρνουν. Η διαφορά με τον κολλητό του, είναι ότι έχει συναίσθηση των ευθυνών, αλλά και των καθηκόντων ενός ατόμου της ηλικίας του, έχει τη διάθεση να προχωρήσει τη ζωή του ένα βήμα παραπέρα, έχει ακόμα αποκτήσει κι όλα τα φόντα για να το κάνει, αλλά όσο έχει το φιλαράκι του, ως την ασφαλιστική δικλείδα, από δίπλα, ποτέ δε θα πάρει απόφαση, να μπει στη διαδικασία της ενηλικίωσης.
Η Lori αντίθετα, είναι η φωνή της λογικής. Είναι η πετυχημένη γυναίκα, αυτή που έχει καταφέρει, σ' επαγγελματικό επίπεδο, να πραγματοποιήσει τους στόχους της, αλλά σε προσωπικό, έχει αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν όπως να 'ναι. Τα χρόνια έχουν περάσει όμορφα κι ανέμελα μεν, αλλά έρχεται η στιγμή που θα συνειδητοποιήσει ότι έχει κι άλλες απαιτήσεις από μια σχέση. Έτσι λοιπόν, θέτει στο σύντροφό της το δίλημμα "...ή ωριμάζεις κι είμαστε καλά μαζί ...ή μένεις με το φίλο σου και καλά να περνάτε". Και το μπαλάκι, πλέον, βρίσκεται στο γήπεδο του John, ο οποίος, καλείται ν' αποφασίσει, έχοντας απ' το ένα αυτί το διαβολάκι κι απ' το άλλο το αγγελάκι, να τον καθοδηγούν.
Προσωπικά δεν έχω δει "Family guy", τουλάχιστον όχι πολύ, και συνεπώς δεν είμαι θαυμάστρια του MacFarlane. Όμως, τρελαίνομαι γι' αυτό το "κάφρικο χιούμορ", γελάω σαν 5χρονο κάθε φορά που βλέπω μια πετυχημένη ταινία αυτού του είδους, γιατί κάθε φορά με βρίσκει τελείως απροετοίμαστη. Η ταινία, δεν είναι αυτό που λέμε, μια καλή, οικογενειακή κωμωδία, οπότε δεν είναι για όλους. Όπως λέω και στην αρχή της κριτικής, απευθύνεται κυρίως στο αντρικό κοινό, που έχει διατηρήσει την επαφή με την ηλικία του 15-25χρονου εαυτού του. Δε θα την πρότεινα σε κάποιον που θέλει να πάει το παιδί του να τη δει, ούτε σε κάποιον που δέχεται μεν το χιούμορ, αλλά μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Θα την πρότεινα όμως, σε όλους όσους δεν έχουν αναστολές σ' ό,τι αφορά το γέλιο και μπορούν να γελάσουν ακόμα και με τα πιο αηδιαστικά πράγματα.
Σημείωση: Προσωπικά, τρελάθηκα με την guest εμφάνιση του Sam J. Jones, του ηθοποιού δηλαδή που ενσάρκωνε τον Flash Gordon, στην ομώνυμη ταινία του '80. Εκεί συνειδητοποίησα, ότι η σάτιρα αυτής της ταινίας, πραγματικά δεν έχει όρια.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κωμωδία του 2012, βασισμένη σε ιστορία του Seth MacFarlane, σε σενάριο των Seth MacFarlane, Alec Sulkin και Wellesley Wild και σκηνοθεσία του Seth MacFarlane, διάρκειας 106 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Mark Wahlberg, Seth MacFarlane, Mila Kunis, Giovanni Ribisi και Joel McHale.

Οι σύνδεσμοι
Rotten Tomatoes

27 Αυγούστου 2012

(1928) Ο κινηματογραφιστής

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The cameraman


Η υπόθεση
Ένας πλανόδιος φωτογράφος, ο Buster (Buster Keaton), συναντά κι ερωτεύεται τη Sally (Marceline Day). Της ζητά να τη φωτογραφίσει, όμως εκείνη μέχρι να εμφανιστεί η φωτογραφία, εξαφανίζεται με κάποιο νεαρό κινηματογραφιστή της MGM. Ο Buster, πηγαίνει στα γραφεία της MGM, αναζητώντας τη Sally κι αφού τη βρίσκει, αποφασίζει να δουλέψει ως κινηματογραφιστής, για να είναι κοντά της. Ακολουθούν μια σειρά από αστεία σκετσάκια (γκαγκς), στα οποία ο Buster, προσπαθεί να αποδείξει την ικανότητά του ως κινηματογραφιστής, αλλά και να κερδίσει την καρδιά της Sally.

Η κριτική
Αντί κριτικής, θα προτιμήσω ν' αναφερθώ με δυο λόγια στο δημιουργό της ταινίας. O Buster Keaton, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Αμερικανικού μπουρλέσκ. Από πολλούς, θεωρείται μάλιστα, ανώτερος του Charlie Chaplin, ενώ, λόγω του παιξίματός του, έχει λάβει το παρατσούκλι "Το μεγάλο πέτρινο πρόσωπο".
Ο Keaton, προερχόμενος από το χώρο του τσίρκου, κάνει ταινίες που βασίζονται σ' ένα χαρακτήρα Αρλεκίνου κι είναι κυρίως "κινητικές". Το κυριότερο χαρακτηριστικό του όμως, είναι η ανέκφραστη κι ατάραχη έκφραση του προσώπου του, την οποία καταφέρνει να διατηρεί σ' όλη τη διάρκεια των ταινιών του. Ο ίδιος ο Keaton, είχε δηλώσει, πως ως παιδί, όταν ακόμα δούλευε μαζί με τους γονείς του στο τσίρκο, είχε παρατηρήσει πως κάθε φορά που ο πατέρας του τον πετούσε στο σκηνικό, την ορχήστρα ή τους θεατές, αν ο ίδιος κατάφερνε να πνίξει το γέλιο του, το σκετς προκαλούσε περισσότερο γέλιο στο κοινό.
Στις ταινίες του, σημαντικό ρόλο, έχουν οι χώροι των γυρισμάτων, που κατά κύριο λόγο είναι εξωτερικοί. Επίσης, το χαρακτήρα του, μοιάζει να τον ακολουθεί, συνεχώς, ένα μαύρο συννεφάκι, αφού η μια ατυχία, έπεται της άλλης, δημιουργώντας έτσι ένα σύνολο από γκαγκς (αστεία περιστατικά), που στο τέλος, συνήθως, καταφέρνει να ξεπεράσει και να βρει, επιτέλους, το δίκιο του.
Παρ' όλη την επιτυχία που γνώρισε ο Buster Keaton, στα χρόνια του βωβού κινηματογράφου, δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί κατάλληλα στις απαιτήσεις του ομιλούντος, κι έγινε έτσι ο πρώτος star, που έμεινε εκτός του κινηματογραφικού συστήματος.
Από τις σημαντικότερες ταινίες του, είναι: "Η φιλοξενία μας/Our hospitality" του 1923, "Ο θαλασσοπόρος/The navigator" του 1924, "Σέρλοκ, ο νεότερος/Sherlock Jr." επίσης του 1924, "Επτά ευκαιρίες/Ο τυχερός/Seven chances" του 1925, "Ο στρατηγός/The general" του 1927, "Ο κινηματογραφιστής/The cameraman" του 1928 και "Απόφοιτος κολλεγίου/Steamboat Bill, Jr." επίσης του 1928.
Προσωπικά, τη συγκεκριμένη ταινία, θα την πρότεινα μόνο σε λάτρεις του βωβού και σε σινεφίλ, καθώς δεν πιστεύω πως αποτελεί μια απ' τις καλύτερες ταινίες του είδους της, ενώ παράλληλα υπάρχουν αρκετά δείγματα σλάπστικ, καταλληλότερα για κάποιον που θέλει απλώς να πειραματιστεί.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη, βωβή, κωμωδία του 1928, σε ιστορία των Clyde Bruckman, Lew Lipton, Richard Schayer, Joseph Farnham, Al Boasberg και Byron Morgan και σκηνοθεσία των Edward Sedgwick και Buster Keaton, διάρκειας 69 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Buster Keaton, Marceline Day, Harold Goodwin, Sidney Bracey και Harry Gribbon.

Οι σύνδεσμοι
Αντί για trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

(2010) Άντρες εναντίων γυναικών

Πρωτότυπος τίτλος: Maschi contro femmine
Αγγλικός τίτλος: Men vs women


Η υπόθεση
Η ταινία, πραγματεύεται τις σχέσεις, ερωτικές και φιλικές, ανάμεσα στα δυο φύλλα, μέσω τεσσάρων ιστοριών, που κατά κάποιο τρόπο συνδέονται μεταξύ τους και σκοπό έχουν να δείξουν τις διαφορές, αλλά και τις ομοιότητες των δυο πλευρών. Η πρώτη, είναι η ιστορία ενός παντρεμένου ζεύγους, του Walter (Fabio De Luigi) και της Monica (Lucia Ocone) που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Μαζί με το νέο μέλος της οικογενείας όμως, μπαίνει στη ζωή του ζεύγους, ή καλύτερα του συζύγου κι ένα ακόμα πρόσωπο, η Eva (Giorgia Wurth). Η δεύτερη, είναι η ιστορία μιας γυναίκας μέσης ηλικίας, της Nicoletta (Carla Signoris), η οποία στα 40 μένει μόνη και καλείται να βρει τον εαυτό της... και γιατί όχι, το άλλο της μισό. Η τρίτη, είναι η ιστορία δυο γειτόνων, του Diego (Alessandro Preziosi) και της Chiara (Paola Cortellesi), που δεν αντέχουν ο ένας στη θέα του άλλου κι η τέταρτη, είναι η ιστορία δυο παιδικών φίλων, του Andrea (Nicolas Vaporidis) και της Marta (Chiara Francini) κι ενός τρίτου προσώπου, της Francesca (Sarah Felberbaum), που έρχεται να μπει ανάμεσά τους.

Η κριτική
Η ταινία, είναι μια ανάλαφρη, σύγχρονη, ιταλική κωμωδία, με αρκετά κλισέ της ιταλικής φαρσοκωμωδίας. Παρόλα αυτά όμως, η ταινία δεν κουράζει και βλέπεται θα έλεγα αρκετά ευχάριστα. Άλλωστε το ιταλικό σινεμά, κρίνεται από τα πιο κατάλληλα για την ανάπτυξη ενός τέτοιου θέματος, μιας κι η ιταλική παράδοση έχει καταπιαστεί αρκετές φορές με την αιώνια διαμάχη των δυο φύλλων.
Το προτέρημα, της συγκεκριμένης ταινίας, είναι ότι δεν ασχολείται με τέσσερις πανομοιότυπες ιστορίες, που όλες θα έχουν την ίδια κατάληξη. Οι ιστορίες αυτές, έχουν ως πρωταγωνιστές, χαρακτήρες διαφορετικής ηλικίας, ακόμα και διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης, αποσκοπώντας να γίνει αποδεκτή από ένα αρκετά ευρύ κοινό.
Προσωπικά, θα την πρότεινα σε γυναίκες περισσότερο, παρά σε άντρες, καθώς είναι από τις κωμωδίες που χρειάζονται ένα πιο ρομαντικό κοινό, για να γίνουν κατανοητές. Είναι μια αρκετά ευχάριστη κωμωδία, που δεν προσπαθεί να εμβαθύνει καθόλου στην ψυχοσύνθεση των ηρώων της. Γι' αυτό το λόγο, θα απέφευγα να την αναφέρω σε κάποιον που ψάχνει ταινίες που να παρουσιάζουν το θέμα, αποκλειστικά, ως κοινωνικό προβληματισμό. Σίγουρα όμως, θα την πρότεινα σε κάποιον που θα ήθελε να δει κάτι ευχάριστο και να χαλαρώσει ή σε όσους αρέσουν οι ανάλαφρες ιταλικές κωμωδίες.
Σημείωση: Αν τη συγκεκριμένη κωμωδία, είχε αποπειραθεί να την ανεβάσει κάποιος Αμερικανός, το πιθανότερο είναι το αποτέλεσμα να ήταν γελιοδέστατο. Αντίθετα, αν την παραγωγή της, είχε αναλάβει κάποιος με ένα ευρωπαϊκότερο στυλ, θα είχε καταλήξει να είναι, ένα ανούσιο κι ημιτελές, ευρωπαϊκό δράμα.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Ιταλική κωμωδία του 2010, σε σενάριο των Fausto Brizzi, Massimiliano Bruno, Valeria Di Napoli και Marco Martani και σκηνοθεσία του Fausto Brizzi, διάρκειας 113 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Fabio De Luigi, Giorgia Wurth, Carla Signoris, Alessandro Preziosi, Paola Cortellesi, Nicolas Vaporidis, Chiara Francini, Sarah Felberbaum, Giuseppe Cederna και Lucia Ocone.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten tomatoes 

26 Αυγούστου 2012

(2012) Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The dark knight rises


Η υπόθεση
Η ιστορία, ξεκινά 8 χρόνια μετά το θάνατο του εισαγγελέα Harvey Dent/Two-Face, την ευθύνη του οποίου, έχει αποκλειστικά αναλάβει ο Batman (Christian Bale). Μαζί με την εξαφάνιση του "σκοτεινού ιππότη" από τους δρόμους, μαθαίνουμε πως έχει εξαφανιστεί κι ο Bruce Wayne από τα εγκόσμια. Όλα αυτά βέβαια, μέχρι τη στιγμή που θα κάνουν την εμφάνισή τους μια κλέφτρα, η Selina Kyle (Anne Hathaway) κι ένας νεαρός αστυνομικός, ο Blake (Joseph Gordon-Levitt), ξυπνώντας στον Bruce το ένστικτο του κυνηγού κι αγωνιστή. Στην αρχή της ταινίας, εισάγεται ο Bane (Tom Hardy), ένας μασκοφόρος κακοποιός του υποκόσμου, ο οποίος θα διεκδικήσει την κυριαρχία του Gotham City. Τον Bruce και τον Bane, τους συνδέει το κοινό τους παρελθόν, ως μέλη της league of shadows, με τη διαφορά ότι ο Bruce έχει μείνει σχεδόν μια δεκαετία εκτός παιχνιδιού. Ο Bruce Wayne, καλείται να βρει το χαμένο Batman, έτσι ώστε να μπορέσει να σώσει τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και το Gotham City από την επερχόμενη καταστροφή του.

Η κριτική
Για όλους όσους, έχουμε δει τη δεύτερη ταινία της σειράς του Christopher Nolan, η ταινία αυτή, δυστυχώς, δεν έρχεται να επαληθεύσει τις προσδοκίες μας. Ο Nolan, χρειάστηκε τρία χρόνια, για να μετατρέψει ένα ημιτελές πείραμα (Batman begins) σε ένα αριστούργημα του είδους (Ο σκοτεινός ιππότης) και τέσσερα χρόνια, για να αποδείξει ότι με το "Σκοτεινό ιππότη" του, έθεσε τόσο ψηλά τον πήχη, που ούτε ο ίδιος δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει τον εαυτό του.
"Ο σκοτεινός ιππότης: Η επιστροφή" είναι σαφώς καλύτερη ταινία, από το "Batman begins". Ο Nolan, αποδεικνύει πως, όντως, είχε διδακτεί από τα λάθη του, όταν γύρισε την ενδιάμεση ταινία του και δεν ήταν απλώς κάτι που του έτυχε. Αυτό όμως, δεν πάει να πει ότι όσο προχωράει η ιστορία του Batman, οι ταινίες που διαδέχονται η μια την άλλη, γίνονται ολοένα και καλύτερες.
Η επιλογή του, να ξεκινήσει την ταινία 8 χρόνια μετά τη λήξη της προηγούμενης, νομίζω ότι του στοίχισε σημαντικά. Ο θεατής, δεν έχει δει με τα μάτια του, την πτώση του Bruce Wayne κι ο σκηνοθέτης, επιλέγει να την παρουσιάσει μέσα από την αποτυχημένη προσπάθεια του ήρωα, να ξανασταθεί στα πόδια του. Αυτή του η επιλογή, αυτομάτως, προσδίδει στην συγκεκριμένη ταινία ένα δραματικό στοιχείο, που στη δεύτερη δεν υφίσταται, ενώ στην πρώτη υπερκαλύπτεται από το χιούμορ του Alfred (Michael Caine) και του Fox (Morgan Freeman), κάτι που εδώ, δεν έχει την πολυτέλεια να προσθέσει.
Ο Nolan, επίσης, αποφασίζει να μειώσει τη συμμετοχή των άσσων του (Michael Caine, Gary Oldman και Morgan Freeman) για να εισάγει, ευκολότερα, δυο καινούργιους ηθοποιούς (Joseph Gordon-Levitt και Anne Hathaway), αφήνοντας έτσι υπόνοιες για επόμενη/ες ταινία/ες. Οι δυο νεοφερμένοι, παίζουν αρκετά καλά, με τον Joseph Gordon-Levitt, να έχει την ευκαιρία να ξεχωρίσει λίγο παραπάνω. Η φιλική συμμετοχή του Liam Neeson, αποτέλεσε, παράλληλα, έναν ωραίο σύνδεσμο με την πρώτη ταινία, χωρίς να χρειαστεί να τον επαναφέρει από τους νεκρούς, κάτι που θα έκανε την ταινία, "κωμωδία" με την κακή έννοια. Και τέλος, στη θέση των Heath Ledger και Aaron Eckhart, καλούνται να καθίσουν οι Tom Hardy και Marion Cotillard, που αποδεικνύονται λίγοι, συγκριτικά πάντα.
Την ταινία, θα την πρότεινα σε όσους έχουν δει τις δυο προηγούμενες, τονίζοντας όμως ότι δε συγκρίνεται, με κανένα τρόπο, με αυτή του 2008. Επίσης στους θαυμαστές του Batman και της περιπέτειας, δε θα παρέλειπα να την αναφέρω. Για άλλη μια φορά, δε θα την πρότεινα στα παιδιά αλλά και σ' όσους επιζητούν κάτι για να χαλαρώσουν, για τους ίδιους λόγους, που αναφέρω και στο "Σκοτεινό ιππότη".
Σημείωση: Η ταινία που ολοκληρώνει (θεωρητικά) τον μύθο, ως Χολιγουντιανή υπερπαραγωγή κι αυτή, δεν έχει να ζηλέψει σε κάτι, τις δυο προηγούμενές της.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Ταινία του 2012, Αμερικάνικη περιπέτεια, επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη σε χαρακτήρες του Bob Kane, σε ιστορία του David S. Goyer και Christopher Nolan, σε σενάριο των Jonathan Nolan και Christopher Nolan και σκηνοθεσία του Christopher Nolan, διάρκειας 165 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Christian Bale, Joseph Gordon-Levitt, Anne Hathaway, Tom Hardy, Gary Oldman, Morgan Freeman, Michael Caine και Marion Cotillard.

Οι σύνδεσμοι
Imdb