6 Οκτωβρίου 2012

(2012) Οι υποψήφιοι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The campaign


Η υπόθεση
Ο Cam Brady (Will Ferrell) εκλέγεται επί σειρά ετών, χωρίς ανταγωνισμό, γερουσιαστής της Βόρειας Carolina και, συνεπώς, μέλος του Κογκρέσου των Η.Π.Α.. Μετά από ένα ατυχές γεγονός, όμως, η δημοτικότητά του θ' αρχίσει να παίρνει την κάτω βόλτα, κάνοντας τους ισχυρούς επιχειρηματίες Motch να θελήσουν να τον αντικαταστήσουν μ' ένα φρέσκο πρόσωπο, που θα τους δώσει το ελεύθερο να μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους από την Κίνα στην Βόρεια Carolina και να μειώσουν κι άλλο τα έξοδα παραγωγής των προϊόντων τους. Ο νέος υποψήφιος θα βρεθεί στο πρόσωπο του Marty Huggins (Zack Γαλιφιανάκης), ενός αποτυχημένου, πλην καλόκαρδου, διευθυντή κάποιου τοπικού τουριστικού γραφείου. Το προφίλ του Marty, αναλαμβάνει να διαμορφώσει ο σκληροπυρηνικός image-maker Tim Wattley (Dylan McDermott) κι η βρώμικη αναμέτρηση για την εκλογή του "καλύτερου" αρχίζει...

Η κριτική
Η νέα ταινία που συμμετέχει ο Zack Γαλιφιανάκης είναι μια απολαυστική κωμωδία που σατιρίζει τις πολιτισμένες προεκλογικές εκστρατείες των Αμερικάνων πολιτικών, αλλά και το γενικότερο πολιτικό σύστημα της μεγάλης υπερδύναμης. Επιπλέον, όλα τα παραπάνω διαδραματίζονται σε μια επαρχιακή Πολιτεία της Αμερικής, της οποίας το βλάχο-αμερικανικό στοιχείο κάνει την κωμωδία ακόμα πιο ξεκαρδιστική.
Το χιούμορ, βέβαια, μιας ταινίας, στην οποία συμπρωταγωνιστούν ο Will Ferrell κι ο Zack Γαλιφιανάκης, δεν χαρακτηρίζεται από ευστροφία, αλλά από χοντροκομμένες σκηνές που προκαλούν το άκρατο γέλιο του θεατή. Παρόλα αυτά, δεν είναι από τις κωμωδίες που υποτιμούν τη νοημοσύνη του κοινού, αλλά από αυτές που το θέμα τους απαιτεί έναν τέτοιο τρόπο προσέγγισης, καθώς μια, ίσως, πιο εκλεπτυσμένη ενασχόληση με τον πολιτικό χώρο θα άλλαζε εντελώς το αποτέλεσμα και το είδος της ταινίας.
Μια σειρά από απανωτές κι επαναλαμβανόμενες γκάφες που διαπράττουν ο ηλίθιος, αλλά καλοκάγαθος, wanna-be-πολιτικός κι ο πανηλίθιος και χοντρόπετσος γερουσιαστής της Βόρειας Carolina, συνθέτουν μια εξαιρετική κωμωδία καταστάσεων και χαρακτήρων, που θυμίζει αρκετά το στυλ άλλων κωμωδιών που πρωταγωνιστεί ο Will Ferrell. Η διαφορά, όμως, εδώ είναι ότι "Οι υποψήφιοι" δεν είναι απλώς μια ταινία γυρισμένη για να περάσει ο θεατής καλά. Η ταινία, έμμεσα, αποτελεί μια προσπάθεια αφύπνισης των πολιτών της εκάστοτε Πολιτείας ή χώρας κι ο πιο εύκολος τρόπος να περάσει το μήνυμά στο κοινό είναι μέσω μιας ευχάριστης ατμόσφαιρας.
Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι σε κάποια σημεία αγγίζει ή και ξεπερνά τα όρια της χυδαιότητας, γεγονός που δεν την καθιστά κατάλληλη για όλες τις ηλικίες ή τα γούστα. Ο αυτοσαρκασμός, όμως, κι ο υπερβολικός και πιο ξεκάθαρος τρόπος που παρουσιάζει υπαρκτά σκάνδαλα, με σκοπό να γίνουν κατανοητά από τον οποιονδήποτε, αρκούν για να επανορθώσουν την ενδεχόμενη ηθική προσβολή του θεατή.
Καθώς ο Γαλιφιανάκης κι ο Ferrell δίνουν ρεσιτάλ ανοησίας και θεωρώντας αυτονόητο ότι ο καθένας έχει το δικό του φανατικό κοινό, προτείνεται στους θαυμαστές και των δυο πρωταγωνιστών. Επίσης οι αχόρταγοι κυνηγοί των κάφρικων κωμωδιών, θα την λατρέψουν. Για τους υπόλοιπους θεατές, είναι μια πολύ καλή και σίγουρα ευχάριστη επιλογή, αρκεί να μην σας ενοχλούν οι βωμολοχίες κι η υπερβολή στο χυδαίο.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κωμωδία του 2012, σε σενάριο των Chris Henchy και Shawn Harwell και σκηνοθεσία του Jay Roach, διάρκειας 85 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Will Ferrell, Zack Γαλιφιανάκης, Dylan McDermott, Katherine LaNasa, Sarah Baker, Brian Cox, John Lithgow και Dan Aykroyd.

Οι σύνδεσμοι

(2012) Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι

Πρωτότυπος τίτλος: Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι
Αγγλικός τίτλος: God loves caviar


Η υπόθεση
1825: Ο Ιωάννης Βαρβάκης (Sebastian Koch) φτάνει στη Ζάκυνθο, όπου θα φιλοξενηθεί/κρατηθεί στο λοιμοκαθαρτήριό της ως και το θάνατό του. Εκεί, δυο άντρες που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν πριν πολλά χρόνια, θα ξεκινήσουν ν' αφηγούνται την ιστορία του. Ο Λεφεντάριος (Juan Diego Botto), και θα συνεχίσει έπειτα ο Ivan (Evgeniy Stychkin), θ' αρχίσει να εξιστορεί τη ζωή ενός πειρατή από τα Ψαρά, που πείστηκε να εναντιωθεί στους Τούρκους, κυνηγήθηκε, φυλακίστηκε, ελευθερώθηκε, κατέφυγε στη Ρωσία, όπου και τιμήθηκε από την Μεγάλη Αικατερίνη (Catherine Deneuve), έμεινε για χρόνια στις ακτές της Κασπίας Θάλασσας, όπου έκανε περιουσία εμπορευόμενος χαβιάρι και κατέληξε στην Ελλάδα του εμφυλίου.

Η κριτική
Το "Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι" είναι η νέα πολυαναμενόμεμη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή που έρχεται να συμπληρώσει τις ταινίες-πορτραίτα που έχει ξεκινήσει, από το 1996, ο μεγάλος σκηνοθέτης, με θέμα τους Έλληνες άνδρες που διέπρεψαν εκτός Ελλάδος.
Στην ταινία αυτή, ο θεατής καλείται να γνωρίσει την ιστορία ενός μεγάλου εθνικού μας ευεργέτη, του Ιωάννη Βαρβάκη, ο οποίος όχι μόνο κατάφερε να διαπρέψει στο εξωτερικό, αλλά γύρισε στην πατρίδα του, αποδέχτηκε να οδηγηθεί σε λοιμοκαθαρτήριο κι άφησε ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό κράτος, για την ανέγερση σχολείων (Βαρβάκειο Λύκειο), αλλά και την ίδρυση της Βαρβακείου Αγοράς.
Η αλήθεια είναι ότι για την ταινία του Σμαραγδή, είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς, καθώς αποτελεί ταυτόχρονα μια ελληνική και διεθνή παραγωγή. Παράλληλα, δε, είναι μια βιογραφία ενός άντρα που έχει προσφέρει τα μέγιστα στην εμπόλεμη κι ύστερα ελεύθερη Ελλάδα, κάτι που για πολλούς μπορεί να σημαίνει μια ταινία-αφιέρωμα τόσο στον Βαρβάκη, όσο και στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Αν κι ο τίτλος της ταινίας, που, επίτηδες θεωρώ, δεν αναφέρει τ' όνομα του Βαρβάκη ή κάποιο άλλο στοιχείο που να παραπέμπει στην Επανάσταση, είναι αρκετά κατατοπιστικός για το κυρίως θέμα της ταινίας.
Το παραπλανητικό στοιχείο, βέβαια, που μπορεί να λειτουργήσει τόσο θετικά, όσο κι αρνητικά στην εισπρακτική της επιτυχία ή αποτυχία στη χώρα μας, είναι ο θόρυβος που έχει δημιουργηθεί γύρω από το όνομά της. Είναι φυσικό το κοινό να περιμένει να δει μια υπερπαραγωγή ανάλογη των διεθνών προτύπων, στην οποία δεν συμμετέχουν απλώς διακεκριμένοι ξένοι ηθοποιοί, αλλά κι ένα βαρύ όνομα (Catherine Deneuve) της διεθνούς κινηματογραφίας, μια ταινία άριστη σε όλα της που θα καταπλήξει το κοινό.
Σαφώς, η ταινία είναι όντως υπερπαραγωγή κι απευθύνεται σ' ένα παγκόσμιο κοινό, αλλά θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι είναι μια ελληνική υπερπαραγωγή, για την οποία ισχύει το: "Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει". Και με αυτό δεν προσπαθώ να υποτιμήσω, ούτε στο ελάχιστο, το αποτέλεσμα αυτής, απλώς καλό θα ήταν ο θεατής που θα την επιλέξει να είναι προσγειωμένος στον πραγματικό κόσμο, να μην περιμένει να δει μια ταινία γυρισμένη σε χολιγουντιανά πλατώ και να ξέρει ότι αυτό που θα δει είναι, απλώς, ένα προσεγμένο βιογραφικό έργο.
Ως ταινία εποχής, τώρα, διαθέτει ένα άριστα δουλεμένο ιστορικό υπόβαθρο και ένα πλήθος κοστουμιών που παραπέμπουν στο 1800. Μιλά για την ελληνική ιστορία με πολύ λίγα κι απλά λόγια, επικεντρώνεται κυρίως στον χαρακτήρα του Βαρβάκη και θίγει, εμμέσως πλην σαφώς, τις προβληματικές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, που δεν σεβάστηκε τους ήρωές του.
Γυρισμένο κατά βάση στα παλάτια της Ρωσίας, παρουσιάζει έναν πλούσιο σκηνικό διάκοσμο που θυμίζει από τη μια σκηνή βασιλικού θεάτρου κι από την άλλη ένα πίνακα χρωμάτων και χαρακτήρων που δημιουργούν μια αριστοκρατική αισθητική. Η ιστορία που παρουσιάζεται, επίσης, είναι γραμμική, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις κι ανατροπές, με πολλές αναφορές στην έννοια της ελευθερίας, της πατρίδας, αλλά και στην θάλασσα.
Η φωτογραφία, η μουσική κι οι ερμηνείες των ηθοποιών, πλαισιώνουν όμορφα το όλο σύνολο αυτής της ταινίας-πορτραίτου, δίνοντας ένα αποτέλεσμα αρκετά άνω του μετρίου, για τα ελληνικά και διεθνή δεδομένα, χωρίς να χάνει, όμως, την ελληνική του ταυτότητα. Αξιοθαύμαστος είναι, βέβαια, κι ο τρόπος που ο σκηνοθέτης, προβάλλει, θετικά, ένα πρόσωπο της Ελλάδας και των Ελλήνων της, χωρίς να πέφτει στην παγίδα του άκρατου πατριωτισμού.
Το "Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι" είναι μια αξιοσέβαστη ελληνική παραγωγή, που προτείνεται σε όσους επιθυμούν να γνωρίσουν τον Ιωάννη Βαρβάκη μέσα από μια ταινία, παρά από ένα βιβλίο ιστορίας. Προτείνεται, επίσης, σε όλους τους πιστούς ακόλουθους του Γιάννη Σμαραγδή, καθώς κι αυτή του η ταινία είναι εξίσου καλή, με τις προηγούμενές του, αν όχι καλύτερη, σε όσους αρέσουν οι καλογυρισμένες ταινίες εποχής, αλλά και σε όλους τους πιστούς του κινήματος του ρομαντισμού.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Ελληνική βιογραφική ταινία εποχής, παραγωγής του 2012, σε σενάριο των Γιάννη Σμαραγδή, Παναγιώτη Πασχίδη, Jackie Pavlenko και Vladimir Valutskiy και σκηνοθεσία του Γιάννη Σμαραγδή, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Sebastian Koch, Juan Diego Botto, Evgeniy Stychkin, Ακη Σακελλαρίου, Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Olga Sutulova, Catherine Deneuve, John Cleese, Λάκη Λαζόπουλο, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου και Χριστόφορο Παπακαλιάτη.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

5 Οκτωβρίου 2012

(2012) Η κληρονομιά του Μπορν

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The Bourne legacy


Η υπόθεση
Το σκάνδαλο που έχει προκαλέσει στην κοινή γνώμη η υπόθεση "Jason Bourne", έχει οδηγήσει στην επανεξέταση της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και των σχετικών προγραμμάτων της C.I.A. και του Υπουργείου Αμύνης. Η απόφαση που λαμβάνεται είναι σαφής: Τα προγράμματα θα πρέπει να τερματιστούν κι οι άνθρωποι που συμμετείχαν σ' αυτά να εξολοθρευτούν. Ο Aaron Cross (Jeremy Renner), ένας από τους πράκτορες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα "Επιχείρηση Outcome", βρίσκεται στην Αλάσκα σε εκπαιδευτική αποστολή τη στιγμή που θα αποπειραθούν να τον δολοφονήσουν και καταφέρνει να γλυτώσει στο τελευταίο λεπτό. Η Dr. Marta Shearing (Rachel Weisz), μέλος της ιατρικής ομάδας παρακολούθησης των πρακτόρων, θα γλυτώσει κι αυτή από τη μαζική σφαγή των συναδέλφων της, στο τελευταίο λεπτό. Ο Aaron κι η Marta, θα πρέπει τώρα να συναντηθούν και να συνεργαστούν, αν θέλουν να επιβιώσουν.

Η κριτική
"Η κληρονομιά του Μπορν" αποτελεί την τέταρτη ταινία του Tony Gilroy που πραγματεύεται τον μύθο του Bourne και σαφώς ως μια ταινία κατασκόπων, σεναριακού επιπέδου Bourne, δεν θα μπορούσε να στερείται δράσης, έξυπνων σχεδίων διαφυγής, ταξιδιών, κυνηγητών στην πόλη, πρακτόρων-υπερηρώων, αλλά και φυσικά μιας γυναικείας παρουσίας που θα συνοδεύσει τον νέο ήρωα στο οδοιπορικό του.
Η ταινία θα ξεκινήσει ακριβώς με το ίδιο πλάνο που έγινε η αρχή, με το "Χωρίς ταυτότητα", αλλά και το κλείσιμο, με "Το τελεσίγραφο του Μπορν", κάνοντας από την πρώτη στιγμή κατανοητό ότι μπορεί ο πρωταγωνιστής να είναι διαφορετικό πρόσωπο, αλλά η ταινία είναι αναγκαία συνέχεια των προηγουμένων.
Ο Gilroy και σ' αυτήν του την ταινία θα γυρίσει τον θεατή πίσω στο χρόνο, όπου θα παρακολουθήσει σκηνές από την τρίτη ταινία της σειράς που, θεωρητικά, κινείται παράλληλα με την τέταρτη συνέχεια της. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει με εξαιρετικό τρόπο να συνδυάσει το όνομα του Bourne με την ιστορία του Aaron Cross, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν αντικαθιστά τον πρώτο, αν και με τον πρωτότυπο χαρακτήρα έχει πολλά κοινά.
Ακριβώς αυτός, όμως, είναι κι ο λόγος που ο Bourne δεν πρόκειται ν' αποκτήσει ποτέ ξανά την δυναμική των πρώτων ταινιών. Μπορεί σαν περιπέτεια δράσης η συγκεκριμένη ταινία, ανεξάρτητα από συγκρίσεις με τις παλαιότερες, να είναι από τις καλύτερες ταινίες του είδους που μπορεί να παρακολουθήσει ο σύγχρονος θεατής, όπως επίσης μπορεί ο Jeremy Renner να ταιριάζει περισσότερο, φυσιογνωμικά, στον κυνηγημένο πράκτορα, αλλά η ταινία, αναγκαστικά, πέφτει στην παγίδα της εξέλιξης κι αναπόφευκτα της σύγκρισης.
Αφενός, σαν ξεχωριστή ταινία κι ως η αρχή μιας σειράς ταινιών με πρωταγωνιστή τον Jeremy Renner είναι αρκετά μπερδεμένη. Στον θεατή, δίνονται μαζεμένες πληροφορίες για διάφορα προγράμματα ("Επιχείρηση Treadstone", "Επιχείρηση Blackbriar", "Επιχείρηση Outcome", "Πρόγραμμα LARX"), για δημοσιογράφους και πράκτορες που απειλούν το Υπουργείο Αμύνης με σκάνδαλα που θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά στην χώρα, πρόσωπα αναφέρονται και παρουσιάζονται συνέχεια χωρίς να δίνεται ιδιαίτερη εξήγηση για την ιδιότητα του καθενός και γενικότερα ο νέος θεατής, καλείται να συμμετάσχει σε μια χαοτική κατάσταση που καθιστά απαραίτητη την εκ των προτέρων γνωριμία με τις προηγούμενες ταινίες της σειράς.
Από την άλλη όμως, για όσους έχουν παρακολουθήσει την σειρά των ταινιών με πρωταγωνιστή τον Matt Damon, εδώ θα κληθούν να γνωρίσουν έναν πράκτορα-υπεράνθρωπο, ο οποίος είναι ουσιαστικά ένα μείγμα ανθρώπου κι επιστήμης. Το γεγονός αυτό μπορεί να είναι αρκετό για κάποιους ώστε να θεωρήσουν το χαρακτήρα του Aaron Cross κατώτερο. Για όσους όμως δεν μπουν στη διαδικασία αυτή, πιστεύω ότι κάποιες σκηνές που προσπαθούν να εκπλήξουν τον παλιό θεατή, θα τις βρει αρκετά ψεύτικες, ίσως και κουραστικές, σε σχέση με τις αντίστοιχες του Jason Bourne.
Σε γενικές γραμμές "Η κληρονομιά του Μπορν" είναι μια αντιγραφή των προηγούμενων πετυχημένων ταινιών της σειράς. Κανένας δεν μπορεί να πει ότι είναι μια φτηνή απομίμηση, γιατί το υπερθέαμα που παρουσιάζει μόνο "φτηνό" δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, αλλά δικαιολογεί την μικρότερη ανταπόκριση που θα έχει εισπρακτικά σε σχέση με την αρχική τριλογία. Η συμμετοχή, βέβαια, της Rachel Weisz ανεβάζει τις μετοχές του έργου, αφού ο ρόλος της είναι μακράν ο καλύτερος κι από τις τέσσερις ταινίες.
Όπως είναι αναμενόμενο, φυσικά προτείνεται σε όλους τους θαυμαστές των ταινιών Bourne, αλλά και στους λάτρεις των περιπετειών δράσης, καθώς το μόνο σίγουρο είναι ότι θα περάσουν απολαυστικά τις δυο ώρες που έχει διάρκεια η ταινία, άσχετα από τις συγκρίσεις ή τη σύγχυση που μπορεί να προκληθούν στον καθένα.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2012, εμπνευσμένη από τη σειρά Bourne του Robert Ludlum, σε ιστορία του Tony Gilroy, σενάριο των Tony Gilroy και Dan Gilroy και σκηνοθεσία του Tony Gilroy, διάρκειας 135 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jeremy Renner, Rachel Weisz, Edward Norton, Joan Allen, Albert Finney και Scott Glenn.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

4 Οκτωβρίου 2012

(2007) Το τελεσίγραφο του Μπορν

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The Bourne ultimatum


Η υπόθεση
Ο Jason Bourne (Matt Damon), μετά την επιστροφή που αναγκάστηκε να κάνει κι έχοντας ήδη απολογηθεί στην ορφανή κόρη των δυο πρώτων θυμάτων του, θα συνεχίσει να κλείνει έναν-έναν του λογαριασμούς του. Θα ενημερώσει τον αδελφό της Marie (Franka Potente) για τον θάνατό της και θα προσπαθήσει να μάθει όλα όσα τον αφορούν, για να μπορέσει, επιτέλους, να κλείσει μια και καλή το κεφάλαιο "πράκτορας/δολοφόνος της C.I.A." και να ζήσει αυτή την ήρεμη ζωή, που τόσο επιθυμεί.

Η κριτική
"Το τελεσίγραφο του Μπορν" αποτελεί την τρίτη και τελευταία ταινία της τριλογίας του Bourne με πρωταγωνιστή τον Matt Damon. Κατά γενική ομολογία, δε, είναι το αποκορύφωμα ολόκληρης της σειράς, που κλείνει τον κύκλο με θεαματικό τρόπο.
Από το ξεκίνημά της, είναι εμφανές ότι ο στόχος της δεν είναι, απλώς, να τερματίσει την υπόθεση "Bourne", αλλά θέλει παράλληλα να ολοκληρώσει το πορτραίτο του πρώην πράκτορα και να αφήσει στον θεατή/θαυμαστή της σειράς ένα αίσθημα πληρότητας.
Η τρίτη ταινία, όπως βλέπουμε, ξεκινά με μια καταδίωξη που προηγείται της τελευταίας σκηνής της προηγούμενης ταινίας. Ενώ λοιπόν, ο θεατής έχει ακούσει και γνωρίζει το πραγματικό όνομα του Jason Bourne, ο ίδιος ακόμα το αναζητά.
Έτσι, σ' αυτήν την ταινία, η οποία ξεκινά με μια σκηνή δράσης και θα συνεχίσει με την επιτυχημένη συνταγή των πολλών διάσπαρτων σκηνών που ανεβάζουν την αδρεναλίνη, ο θεατής θ' ακολουθήσει τον Bourne, έως ότου καλυφθούν όλα τα κενά που μπορεί να έχουν δημιουργηθεί στο μυαλό του κοινού και συνδέει παράλληλα, με εξαιρετική δεξιοτεχνία, την συγκεκριμένη ταινία με τις δυο προηγούμενές της.
Θα δούμε, ακόμα, την επιστροφή, κατά μια έννοια, στα πετυχημένα στοιχεία της πρώτης ταινίας. Εδώ, εκτός από τις χορογραφημένες σκηνές δράσης που αρκούν για μια πετυχημένη περιπέτεια, θα ξαναβρούμε τον Bourne να καταστρώνει πανέξυπνα σχέδια απόδρασης και παράλληλα θα έχουμε την παρουσία ακόμα μιας γυναίκας που θα βοηθήσει τον πρωταγωνιστή με το σχέδιό του.
Βέβαια, εφόσον η ιστορία συνεχίζεται δεν θα μπορούσαν να λείπουν και κάποια καινούργια στοιχεία που θα την κάνουν ακόμα περισσότερο ενδιαφέρουσα για τον θεατή. Μετά την ύπαρξη της "Επιχείρησης Treadstone", θα μάθουμε για την εξέλιξη του προγράμματος αυτού στην "Επιχείρηση Blackbriar", ένα βελτιωμένο πρόγραμμα που υπόσχεται την πάταξη της τρομοκρατίας. Άλλο ένα καινούργιο στοιχείο, είναι επίσης ο ρόλος του δημοσιογράφου που χώνει τη μύτη του σε ένα σκάνδαλο που μπορεί να θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο.
Ο Matt Damon έχοντας πλέον καταξιωθεί ως απόλυτος υπερ-πράκτορας, θα δώσει την τελευταία ερμηνεία του ως Jason Bourne, ολοκληρώνοντας έτσι έναν χαρακτήρα που με το πρόσωπό του γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία. Δυστυχώς βέβαια, η Julia Stiles, χωρίς να είναι κακή στο ρόλο της, σε καμία περίπτωση δεν καταφέρνει να αναπληρώσει το κενό που άφησε η Franka Potente στο ρόλο της συμπρωταγωνίστριας. Την κατάσταση όμως για το γυναικείο φύλο σώζει η Joan Allen που ως ενεργή πράκτορας που βρίσκεται ανάμεσα στο καθήκον και το σωστό, καταφέρνει να υποστηρίξει το ρόλο της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Αν έχετε δει τις δυο προηγούμενες ταινίες της σειράς, δεν πρέπει να χάσετε την τελευταία της τριλογίας του Bourne. Αν είστε λάτρης της περιπέτειας και γενικότερα των ταινιών δράσης, τότε η συγκεκριμένη ταινία θα σας αφήσει, αν μη τι άλλο, ικανοποιημένους. Αν πάλι είστε θαυμαστής του Matt Damon θα σας πρότεινα να δείτε ολόκληρη την τριλογία.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2007, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Robert Ludlum, προσαρμοσμένο από τον Tony Gilroy, σε σενάριο των Tony Gilroy, Scott Z. Burns και George Nolfi και σκηνοθεσία του Paul Greengrass, διάρκειας 115 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Matt Damon, Julia Stiles, Joan Allen, David Strathairn, Paddy Considine, Scott Glenn και Albert Finney.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

(2004) Στη σκιά των κατασκόπων

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The Bourne supremacy


Η υπόθεση
Ο Jason Bourne (Matt Damon) έχει αποσυρθεί, μαζί με την Marie (Franka Potente), κάπου στην Ινδία. Ο ίδιος έχει αποφασίσει να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του ήρεμα, μακριά από κινδύνους. Για όσους κατέχουν, όμως, υψηλά αξιώματα στη C.I.A., ο Jason Bourne, πάντα θα αποτελεί κίνδυνο και γι' αυτό το λόγο πρέπει να βρεθεί και να αφανιστεί. Έτσι, ένας Ρώσος πράκτορας στέλνεται στην Ινδία να τον δολοφονήσει. Η επιχείρηση αποτυγχάνει, αλλά η Marie δολοφονείται. Ο Bourne, τώρα θα πρέπει να επιστρέψει, ν' ανακαλύψει τον λόγο που δολοφονήθηκε η αγαπημένη του, αλλά και να πάρει εκδίκηση για το θάνατό της. Αυτό που δεν έχει υπολογίσει, όμως, είναι ότι εκτός από τον Ρώσο πράκτορα, καταζητείται κι από την C.I.A. για ένα έγκλημα που δεν έχει διαπράξει.

Η κριτική
Το "Στη σκιά των κατασκόπων" γυρισμένο στα χνάρια του "Χωρίς ταυτότητα", καταφέρνει να εκπλήξει θετικά το θεατή, καθώς επάξια έρχεται να συμπληρώσει την πρώτη και να προλογίσει την επόμενη συνέχεια. Οι Tony Gilroy κι Paul Greengrass έχουν καταφέρει, με τη συνεργασία τους, να κρατήσουν την δεύτερη ταινία της κινηματογραφικής σειράς σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Στην δεύτερη συνέχεια, εφόσον δεν υπάρχει η ανάγκη να γίνει κάποια εισαγωγή στην πλοκή, το στοιχείο της δράσης δεν θ' αργήσει να κάνει την εμφάνισή του. Κινούμενη στο ίδιο μοτίβο με την πρώτη, θα καλέσει τον θεατή να παρακολουθήσει πολύ περισσότερες σκηνές μάχης και κυνηγητού μέσα στις πόλεις, όλες σύντομες και χορογραφημένες. Αυτή τη φορά, όμως, η δράση περνάει από την Ευρώπη σε παγκόσμια κλίμακα, προσφέροντας ένα ακόμα μεγαλύτερο υπερθέαμα.
Ο Jason Bourne, φυσικά, δεν έχει ανακτήσει πλήρως τη μνήμη του, αλλά οι συντελεστές δεν εστιάζουν πλέον στο στοιχείο της αμνησίας, καθώς η συνεχής αναζήτηση της ταυτότητας κάλλιστα μπορεί να κουράσει. Η ώθηση, εδώ, έρχεται από την ανάγκη του πρωταγωνιστή ν' ανακαλύψει το λόγο που θυσιάστηκε η αγαπημένη του, να εκδικηθεί και να καθαρίσει το όνομά του. Στην πορεία, βέβαια, επειδή αναγκάζεται να έρθει αντιμέτωπος με την παλαιότερη ζωή του, καινούργια στοιχεία της ταυτότητάς του θα έρθουν στην επιφάνεια χτίζοντας, μ' αυτόν τον τρόπο, έναν περισσότερο ολοκληρωμένο χαρακτήρα.
Ένα άλλο στοιχείο στο οποίο υπερτερεί σε σχέση με την προηγούμενή της είναι το γεγονός ότι ως περιπέτεια δράσης είναι καλύτερα δομημένη. Θέλοντας να εξελίξει την υπόθεση, αλλά και να κρατήσει παράλληλα το ενδιαφέρον του θεατή και για μια επόμενη ταινία, θα μας εισάγει στον βρώμικο κόσμο της C.I.A.. Εδώ τον Bourne δεν θα τον κυνηγήσουν γιατί, λανθασμένα, πιστεύουν ότι έχει στραφεί εναντίον τους, αλλά γιατί φοβούνται αυτά που μπορεί κάποια στιγμή να θυμηθεί. Οι υψηλά ιστάμενοι θα χειραγωγήσουν την Υπηρεσία Μυστικών Πληροφοριών κι η δράση του καλού και του κακού θα διασκορπιστεί εντός κι εκτός της αυτής.
Ο Matt Damon, έχοντας αυτή τη φορά αναλάβει να παρουσιάσει έναν πιο σκληροπυρηνικό Bourne, θα συνεχίσει να εκπλήσσει με τις υποκριτικές του ικανότητες. Ωστόσο ο αναγκαίος θάνατος, στην ταινία, της συμπρωταγωνίστριάς του στο "Χωρίς ταυτότητα" δεν θα ενοχλήσει, άλλωστε η ταινία είναι τόσο γεμάτη, που δεν λείπει από το θεατή μια γυναικεία παρουσία.
Όπως και η πρώτη, προτείνεται σε όλους τους θαυμαστές του πρωταγωνιστή, αλλά και των ταινιών δράσης. Επίσης, σε όσους άρεσε ή φάνηκε ενδιαφέρουσα η πρώτη ταινία της σειράς, σίγουρα η συνέχειά της δεν έχει βγει για να τους απογοητεύσει.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2004, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Robert Ludlum, σε σενάριο του Tony Gilroy και σκηνοθεσία του Paul Greengrass, διάρκειας 108 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Matt Damon, Brian Cox, Joan Allen, Julia Stiles και Franka Potente.

Οι σύνδεσμοι

3 Οκτωβρίου 2012

(2002) Χωρίς ταυτότητα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The Bourne identity


Η υπόθεση
Ο Jason Bourne (Matt Damon) βρίσκεται, αναίσθητος, να επιπλέει κάπου στη Μεσόγειο. Εκεί θα τον βρει και θα τον σώσει το πλήρωμα ενός ιταλικού πλοίου. Ο γιατρός του πληρώματος θα του αφαιρέσει από το σώμα τις σφαίρες που έχει δεχτεί, αλλά κι ένα τσιπ που περιέχει πληροφορίες για έναν Ελβετικό λογαριασμό τραπέζης. Ο Bourne βρίσκοντας τις αισθήσεις του και μη μπορώντας να θυμηθεί τίποτα από τη μέχρι τώρα ζωή του θα ξεκινήσει, έπειτα από 2 βδομάδες παραμονής του στο πλοίο, ένα ταξίδι προς την Ελβετία, προσπαθώντας ν' ανακαλύψει την πραγματική του ταυτότητα. Στη θυρίδα της τράπεζας θα βρεθεί αντιμέτωπος μ' ένα σωρό πλαστά διαβατήρια του ιδίου, ένα τεράστιο χρηματικό ποσό κι ένα περίστροφο. Μην έχοντας τη δυνατότητα να εξηγήσει τίποτα απ' όσα αντικρίζει και καταδιωκόμενος από τις αστυνομικές αρχές, θα ζητήσει τη βοήθεια μιας κοπέλας που θα συναντήσει στην αμερικανική πρεσβεία. Μαζί θα προσπαθήσουν ν' ανακαλύψουν ποιός πραγματικά είναι ο Jason Bourne και για ποιό λόγο θέλουν όλοι να τον βγάλουν απ' τη μέση.

Η κριτική
Το "Χωρίς ταυτότητα" είναι αδιαμφισβήτητα μια καλογυρισμένη ταινία δράσης, μ' ένα, ομολογουμένως, έξυπνο σενάριο που καταφέρνει να επαναφέρει στην οθόνη, τον χαρακτήρα του κυνηγημένου κατασκόπου, με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Το στοιχείο που κάνει την ταινία να ξεχωρίσει και κεντρίζει το ενδιαφέρον του θεατή είναι ότι ο Jason Bourne από τη μια είναι το απόλυτο υπερόπλο της C.I.A., από την άλλη όμως πάσχει από αμνησία, γεγονός που τον κάνει αδύναμο και τρωτό. Ταυτόχρονα βέβαια η αμνησία λειτουργεί κι ως ανασταλτικός παράγοντας στην αποκάλυψη στοιχείων, καθώς ο θεατής δεν μπορεί να μάθει κάτι περισσότερο για το παρελθόν του ήρωα απ' ό,τι ο ίδιος σταδιακά θ' ανακαλύπτει. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να εντείνει την περιέργεια και την αγωνία του κοινού και να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του.
Παράλληλα, θα δούμε ότι καταφέρνει να κρατήσει τη δράση σε πολύ υψηλά επίπεδα, κάνοντας έτσι το συνολικό αποτέλεσμα να τείνει προς την πλήρη αρτιότητα μιας ταινίας του είδους. Η δράση μεταφέρεται συνεχώς σε διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες, οι σκηνές καταδίωξης μέσα στις πόλεις είναι γρήγορες και σύντομες, χωρίς να κουράζουν, και παράλληλα, μοιάζουν, μαζί με τις σκηνές μάχης, σαν καλομελετημένες χορογραφίες, χωρίς ταυτόχρονα να φαίνονται ψεύτικες.
Βεβαίως, η ταινία είναι από την αρχή της, εν μέρει, προβλέψιμη. Ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που έχουν ως πρωταγωνιστές πράκτορες-υπερήρωες, οι οποίοι μπορούν να έρθουν αντιμέτωποι με ένα στρατό και να κερδίσουν τη μάχη με τις ελάχιστες σωματικές απώλειες. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, και την παρουσία της αθώας αιθέριας ύπαρξης που με την απλότητα της σκέψης της θα φανεί ανώτερη του πρωταγωνιστή και την οποία ο ήρωάς μας, ως γνήσιο αρσενικό, έχει την ηθική υποχρέωση να προστατέψει, καταλήγοντας να ζήσει μαζί της μια ιστορία έρωτα και πάθους, που θα δράσει λυτρωτικά για τον ίδιο.
Ο Matt Damon κι η Franka Potente, πρωταγωνιστούν σε μια ταινία στα πρότυπα της αυθεντικής αμερικάνικης περιπέτειας δράσης, που καταφέρνει να αγγίξει την αίγλη των ταινιών του James Bond. Η Franka Potente αποτελεί, ίσως, την μόνη Ευρωπαία γυναίκα εκείνης της περιόδου, που θα ταίριαζε γάντι για τον εν λόγω ρόλο, αφού αν ανατρέξουμε στο 2002 θα δούμε ότι το "Τρέξε, Λόλα, τρέξε" προηγείται μόλις τέσσερα χρόνια του "Χωρίς ταυτότητα". Αντίθετα, ο Matt Damon σε καμία περίπτωση δεν αναμενόταν να πείσει ως ο απόλυτος υπερ-πράκτορας. Βέβαια ο ηθοποιός κατάφερε να διαψεύσει ακόμα και τους πιο δύσπιστους, χτίζοντας έναν ακέραιο χαρακτήρα, που δέκα χρόνια αργότερα, δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε κάποιον καταλληλότερο ηθοποιό για το ρόλο.
Ως μια από τις καλύτερες περιπέτειες δράσης της δεκαετίας του 2000, προτείνεται σε όλους τους λάτρεις της δράσης, όπως επίσης και στους θαυμαστές του πρωταγωνιστή, καθώς με αυτή του την ταινία αποδεικνύει ότι είναι ικανός να διαπρέψει ακόμα και στον πιο αταίριαστο ρόλο.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2002, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Robert Ludlum, σε σενάριο των Tony Gilroy και W. Blake Herron και σκηνοθεσία του Doug Liman, διάρκειας 119 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Matt Damon, Franka Potente, Chris Cooper, Clive Owen, Brian Cox και Julia Stiles.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

1 Οκτωβρίου 2012

(2010) Matching Jack

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Matching Jack


Η υπόθεση
Ο Jack (Tom Russell) είναι ένα μικρό αγόρι που ζει μια ευτυχισμένη ζωή με την οικογένειά του. Δυστυχώς όμως, η μοίρα θα του παίξει ένα πολύ άσχημο παιχνίδι, καθώς θα μάθει πως πάσχει από λευχαιμία. Μετά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, ο Jack θα γνωρίσει τον Finn (Kodi Smit-McPhee), ένα αγόρι στην ίδια ηλικία μ' εκείνον κι η μητέρα του, Marissa (Jacinda Barrett), με τη σειρά της, θα γνωρίσει τον Connor (James Nesbitt), τον πατέρα του Finn. Τα δυο παιδιά, αμέσως, θ' αρχίσουν ν' αναπτύσουν μια όμορφη φιλία, ενώ η Marissa, θ' αρχίσει να έρχεται σιγά-σιγά πιο κοντά με τον Connor. Μια νεαρή μητέρα, που έχει μόλις μάθει ότι ο γιός της πάσχει από μια σπάνια ασθένεια κι ο άντρας της την απατά για χρόνια, κι ένας χήρος πατέρας, που ο γιος του βρίσκεται στα τελευταία στάδια της ασθένειας, θα δώσουν κουράγιο ο ένας τον άλλον.

Η κριτική
Το "Matching Jack" είναι ένα όμορφο οικογενειακό δράμα, που σκοπό έχει ν' αποδείξει στο θεατή ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, όταν κάποιος δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειες, πάντα υπάρχει η πιθανότητα να πετύχει ένα μικρό θαύμα.
Η ταινία, δεν θ' αργήσει να μας εισάγει στο θέμα της αρρώστιας και στο χώρο του νοσοκομείου. Θα αρκεστεί σε μια υποτυπώδη εισαγωγή και θα περάσει κατευθείαν στο κυρίως θέμα της. Ενδιαφέρον παρουσιάζει δε κι ο τρόπος, με τον οποίο ο θεατής θα πληροφορηθεί για την φύση της ασθένειας του παιδιού. Τον όρο "λευχαιμία" δεν θα τον ακούσουμε για πρώτη φορά από ένα γιατρό, με στομφώδες ύφος, αλλά από τον Finn, ο οποίος πολύ φυσιολογικά θ' ανακοινώσει στον Jack (και κατά συνέπεια στο θεατή) ότι πάσχει απ' αυτό το είδος καρκίνου.
Στην πορεία της ταινίας, θα αποκαλυφθεί η συνήθεια του David (Richard Roxburgh), του πατέρα του Jack, να συνάπτει κατά καιρούς διάφορες εξωσυζυγικές σχέσεις. Το στοιχείο αυτό, όμως, θα δούμε ότι αντί να λειτουργήσει ως ένα ακόμα φορτίο στις πλάτες της Marissa, θα της δώσει ώθηση κι ελπίδα για την έκβαση της ασθένειας, αφού οπουδήποτε μπορεί να υπάρχει κάποιος αδελφός ή αδελφή του γιού της, που μπορεί να παράσχει στον νεαρό ένα συμβατό μόσχευμα.
Αντίστοιχα με την αστείρευτη δύναμη της μάνας, που βάζει στην άκρη τον εγωισμό της για το καλό του παιδιού της, θα γνωρίσουμε κι έναν πατέρα που κάνει τα αδύνατα-δυνατά, έτσι ώστε το παιδί του να φύγει ευτυχισμένο από αυτόν τον κόσμο. Η δύναμη που αντλούν οι δυο τους από την ανάγκη τους να προσφέρουν ανιδιοτελώς στα παιδιά τους αυτό που έχουν ανάγκη, θα τους φέρει κοντά και θα τους ενώσει με ουσιαστικό τρόπο.
Ερμηνευτικά οι πρωταγωνιστές είναι άκρως ικανοποιητικοί, κάνοντας τους χαρακτήρες τους ρεαλιστικούς, αφού χειρίζονται τις καταστάσεις με την ψυχραιμία των ανθρώπων που αναγκαστικά θα πρέπει να συμβιβαστούν με την αρρώστια, προκειμένου να προχωρήσουν τις ζωές τους. Η μουσική λειτουργεί βοηθητικά στη συναισθηματική φόρτιση ή αποφόρτιση και δε λείπει το γλυκό χαμόγελο ή ακόμα και το γέλιο που μπορεί να προκαλέσουν κάποιες σκηνές στο θεατή.
Σε γενικές γραμμές είναι μια συμπαθής επιλογή. Ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με μια δύσκολη ασθένεια σε μια ηλικία πολύ πρώιμη. Το γεγονός και μόνο ότι οι άνθρωποι που του παρουσιάζονται, έχουν βρει τη δύναμη να παλέψουν ενάντιά της, σαν να 'ναι κάτι το φυσιολογικό, γεμίζει με δύναμη κι αισιοδοξία το θεατή. Μπορεί να μην είναι από τις ταινίες που θα μείνουν ανεξίτηλες στη μνήμη του θεατή, αλλά είναι μια αρκετά καλή επιλογή για όσους ψάχνουν μια αισιόδοξη δραματική ταινία.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αυστραλιανό δράμα του 2010, βασισμένο σε ιστορία του Lynne Renew, σε σενάριο της Lynne Renew και David Parker και σκηνοθεσία της Nadia Tass, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jacinda Barrett, James Nesbitt, Tom Russell, Kodi Smit-McPhee, Richard Roxburgh και Yvonne Strahovski.

Οι σύνδεσμοι
Imdb