4 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Χίτσκοκ

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hitchcock


Η υπόθεση
Έπειτα από την παραγωγή του "Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων", ο Alfred Hitchcock (Anthony Hopkins), αποφασισμένος ν' αποδείξει στους πάντες ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα του ν' αποσυρθεί, παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο, αναλαμβάνοντας να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη ένα μυθιστόρημα δεύτερης διαλογής, το "Ψυχώ" του Robert Bloch. Υποθηκεύοντας το σπίτι του, ο Hitchcock καλύπτει το κόστος παραγωγής με δικά του χρήματα και με την υποστήριξη της γυναίκας του Alma Reville (Helen Mirren), κάνει ένα άλμα στο κενό, δημιουργώντας, ίσως, το σπουδαιότερο έργο της καριέρας του και παράλληλα ένα έργο σταθμό στην ιστορία του κινηματογράφου.

Η κριτική
Μετά από τα όσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον Alfred Hitchcock, όλοι γνωρίζουμε λίγα πράγματα γι' αυτή την εξέχουσα προσωπικότητα του κινηματογράφου. Το μόνο που αξίζει ν' αναφέρει κάποιος για τον μεγαλύτερο Βρετανό σκηνοθέτη στην ιστορία του κινηματογράφου, είναι ότι η ικανότητά του να διεισδύει στα άδυτα και να διαπερνά την ψυχή του θεατή, μπορεί να περιγραφεί με μια λέξη ως "μαγική" και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει λάβει τον χαρακτηρισμό: "Ο μετρ του τρόμου". Συνδυάζοντας το κλασικό με το μοντέρνο και το εμπορικό με το ποιοτικό, ο σπουδαίος δημιουργός, τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν συγκαταλέγεται απλώς στην λίστα των "κλασικών" κινηματογραφιστών, αλλά αποτελεί φαινόμενο, αφού με το πέρασμα των χρόνων το κοινό του διευρύνεται συνεχώς, με την προσθήκη θαυμαστών από τις νεώτερες γενιές θεατών. Μεγαλειώδης, λιτός και περιεκτικός, ο Hitchcock ποτέ δεν έπαψε να προσφέρει απόλαυση μέσω του έργου που άφησε ως κληρονομιά στους επόμενους, φτάνοντας έτσι στο 2012, μια ταινία που φέρει στον τίτλο της τ' όνομά του, ν' αποτελεί δικαιολογημένα είδηση.
Βασιζόμενοι λοιπόν σ' έναν "μύθο" του κινηματογραφικού στερεώματος, οι δημιουργοί του "Χίτσκοκ" σκιαγραφούν τον διορατικό αυτό σκηνοθέτη, μέσα από το πιο αναγνωρίσιμο έργο της καριέρας του, το "Ψυχώ". Ο Alfred Hitchcock, εκτός από την ταύτιση του ονόματός του με το στοιχείο του τρόμου, γεγονός που σφραγίστηκε με την συγκεκριμένη ταινία, έχει μείνει στην ιστορία και για διάφορες εμμονές του, όπως για παράδειγμα την προτίμησή του στις ξανθές πρωταγωνίστριες, τον φετιχισμό του, την αδυναμία του στις σκοτεινές υποθέσεις, το φαγητό, κ.α.. Όλα αυτά σαφώς, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από ένα έργο που αποτελεί, εν μέρει, την βιογραφία του, αλλά ταυτόχρονα, εφόσον είναι ευρέως γνωστά, κάτι περισσότερο από μια απλή αναφορά σε όλα όσα τον έχουν χαρακτηρίσει, θα ήταν υπερβολικό.
Έχοντας λοιπόν ως στόχο να παρουσιάσει τον άνθρωπο πίσω από το τιτάνιο όνομα Hitchcock, η ταινία επικεντρώνεται σ' ένα αφανές πρόσωπο στην ζωή του, στον άνθρωπο που πάντα ήταν εκεί να τον στηρίζει και να τον οδηγεί, την γυναίκα του Alma. Η Alma Reville, όντας μια γυναίκα δυναμική κι όχι μια τυπική νοικοκυρά, είχε συμβάλλει, με τον τρόπο της, στην επιτυχία του συζύγου της. Παρόλα αυτά, όπως είναι αναμενόμενο, το όνομά της έμεινε στην σκιά του μεγάλου σκηνοθέτη κι η ίδια στους κύκλους του Χόλιγουντ ήταν γνωστή ως "κυρία Hitch(cock)" κι όχι ως Reville. Ίσως βέβαια, αυτός να είναι κι ο λόγος που ο τίτλος της ταινίας περιορίζεται απλώς στο επώνυμο του ευφυούς δημιουργού, καθώς το περιεχόμενό της δεν αφορά μόνο στον Alfred αλλά και στην Alma.
Αφήνοντας όμως στην άκρη τις ιστορικές και βιογραφικές λεπτομέρειες, οι οποίες είναι κι αυτές που θα ωθήσουν το κοινό να παρακολουθήσει το φιλμ, κι εστιάζοντας στο έργο καθεαυτό, οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα αυτής της πολυαναμενόμενης παραγωγής είναι συγκριτικά με ό,τι θα περίμενε κανείς αδιάφορο. Πρώτα απ' όλα στην πλειοψηφία της, η ταινία είναι άνευρη, δίνοντας την αίσθηση ότι έχει επαναπαυθεί υπερβολικά στην αναφορά του ονόματος του Alfred Hitchcock. Έπειτα τα σκηνικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, θυμίζουν τις ταινίες της εποχής, στις οποίες τα πάντα ήταν καθαρά κι αστραφτερά, κάτι που μπορεί να λειτουργεί για τα σπίτια και τα σκηνικά εντός του στούντιο, αλλά όταν στην ίδια κατάσταση παρουσιάζονται τα πολυκαιρισμένα πλατό της Paramount, τότε το "πεντακάθαρο", παραπέμπει στο "ψεύτικο".
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το πολυσυζητημένο μακιγιάζ των ηθοποιών. Σαφώς κι είναι αδύνατον ο Anthony Hopkins να μεταλλαχθεί, με μαγικό τρόπο, σε Alfred Hitchcock, γεγονός που περιορίζει αρκετά τις επιλογές των υπευθύνων. Έτσι από την επιλογή ενός ασήμαντου σωσία ή τη δημιουργία ενός πλήρως παραμορφωμένου προσώπου, που δεν θα μπορεί να εκφραστεί στο ελάχιστο, οι αρμόδιοι έχουν κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι τους για να μοιάσει κάπως ο Hopkins στον Hitchcock. Η προσπάθεια αυτή βέβαια, αγγίζει τα όρια της παραμόρφωσης, κάνοντας το θέαμα ελάχιστα πειστικό κι αρκετά κωμικό, καθώς ο Hopkins καταλήγει να θυμίζει, εκτός από Hitchcock, και λίγο Dani DeVito ως Πιγκουίνο στο "Ο Batman επιστρέφει".
Όσον αφορά τις ερμηνείες τώρα, όλοι οι ηθοποιοί είναι προσεκτικά επιλεγμένοι και συνεπώς πάρα πολύ καλοί, χωρίς όμως κάποιος εξ αυτών να εκπλήσσει θετικά ή αρνητικά. Οι Anthony Hopkins κι Helen Mirren δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι λιγότερο από πειστικοί στους ρόλους τους, όπως επίσης κι η επιλογή της Scarlett Johansson για την ενσάρκωση της Janet Leigh δεν θα μπορούσε να είναι καταλληλότερη.
Συνεπώς, ο "Χίτσκοκ" είναι μια ταινία αρκετά κατώτερη από το αναμενόμενο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι απέχει πολύ από τον χαρακτηρισμό "καλή". Επίσης, μια ταινία που αναφέρεται σε ένα τέτοιο όνομα και που θα ξυπνήσει, άθελα ή ηθελημένα, αναμνήσεις από διάφορα έργα του, πιστεύω είναι αδύνατον να απογοητεύσει πλήρως το χιτσκοκικό κοινό. Γι' αυτόν τον λόγο όσοι την αναμένατε πώς και πώς, μην περιμένετε να δείτε το αριστούργημα της χρονιάς, αλλά μια συμπαθητική, σχεδόν καλή κι ευχάριστη ταινία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο βιογραφικό δράμα του 2012, βασισμένο σε βιβλίο του Stephen Rebello, σε σενάριο του John J. McLaughlin και σκηνοθεσία του Sacha Gervasi, διάρκειας 98 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Anthony Hopkins, Helen Mirren, Danny Huston, Scarlett Johansson, Jessica Biel, James D'Arcy, Michael Wincott και Toni Collette.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

31 Ιανουαρίου 2013

(2013) Αγάπησα ένα ζόμπι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Warm bodies


Η υπόθεση
Ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει χωριστεί στα δυο, καθώς ένας ιός έχει μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε ζόμπι. Σ' αυτές τις συνθήκες, ο R (Nicholas Hoult), ένας ασυνήθιστος νεκρός, θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί την Julie (Teresa Palmer). Στην προσπάθειά του να την προστατέψει από τους όμοιούς του, θα την κρατήσει κοντά του, περνώντας αρκετό χρόνο μαζί της. Το παράξενο είναι ότι όσο περισσότερο χρόνο συναναστρέφονται οι δυο νέοι, τόσο περισσότερο αυξάνεται η ικανότητά του R να συμπεριφερθεί ανθρώπινα. Μήπως η ειρηνική συνύπαρξη των δυο ειδών αποτελεί το κλειδί στην θεραπεία του ιού;

Η κριτική
Αδιαμφισβήτητα τα τελευταία χρόνια διανύουμε μια περίοδο όπου τα ρομάντζα μεταξύ ανθρώπων και τεράτων έχουν την τιμητική τους, τόσο στον κινηματογραφικό, όσο και στο τηλεοπτικό χώρο. Αλλά πόσες παραλλαγές του ίδιου μοτίβου μπορούν να προκύψουν για να μην κουραστεί ο θεατής να βλέπει συνεχώς τα ίδια και τα ίδια;
Η αλήθεια είναι ότι τα βαμπίρ, κυρίως στον χώρο της τηλεόρασης, έχουν κορεστεί. Έτσι λοιπόν, ως πρωταγωνιστής της συγκεκριμένης παραγωγής μας συστήνεται ένα άλλο τέρας που, το τελευταίο διάστημα, έχει αρχίσει ν' ανακτά την χαμένη του δημοτικότητα, το ζόμπι. Πώς όμως είναι δυνατόν ένα ζόμπι να συμμετάσχει σε μια ιστορία αγάπης; Γιατί το πιο πιθανό, αν σας παρουσίαζαν ένα πτώμα να διεκδικεί μια νεαρή κι όμορφη ξανθιά, αντί να προσπαθεί να την φάει, κι εκείνη με τη σειρά της ν' ανταποκρίνεται, είναι να χαρακτηρίζατε, δικαιολογημένα, το θέαμα "αστείο" ή ακόμα και "γελοίο".
Όμως μια ταινία που δεν είναι ακριβώς ρομαντική, αλλά ούτε και καθαρά κωμική ή αυτο-σατιρική, γίνεται σίγουρα πολύ πιο εύκολα αποδεκτή από το ευρύ κοινό. Έτσι λοιπόν, με άγνωστους ηθοποιούς, ψεύτικα γραφικά, συμπαθητικό μακιγιάζ και το γνωστό μοτίβο της "πεντάμορφης και τους τέρατος", ο Jonathan Levine υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία του "Αγάπησα ένα ζόμπι", μιας ταινίας που αποτελεί κράμα περιπέτειας, ρομάντζου, κωμωδίας κι ελπίδας.
Με την δημιουργία λοιπόν μιας σάτιρας πάνω στην κινηματογραφική σειρά "Λυκόφως", στην κλασική ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και στα B-movies με πρωταγωνιστές σάπια σώματα που προσπαθούν να κατασπαράξουν την ανθρωπότητα, ο Levine κατορθώνει να κάνει μια συμπαθητική κι ειλικρινή ταινία, στην οποία επιδεικνύει τις γνώσεις του στο κινηματογραφικό στερέωμα και ταυτόχρονα διασκεδάζει τον θεατή της.
Αξιοσημείωτο όμως, είναι το γεγονός ότι το στοιχείο της σάτιρας λειτουργεί περισσότερο ως δίχτυ ασφαλείας για την ευκολότερη αποδοχή της ταινίας, καθώς όπως βλέπουμε η χρήση του γίνεται μόνο όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο. Κατά την διάρκεια της ταινίας, θα κάνουν επίσης, την εμφάνισή τους διδακτικά στοιχεία, καθώς προωθούνται οι έννοιες της συνεργασίας, της αγάπης και της ενοποίησης των λαών για την επίτευξη του αδυνάτου, το οποίο δεν είναι άλλο από την θεραπεία της ασθένειας αυτής.
Ακόμα, η πλευρά των ζόμπι χωρίζεται σε δυο υποκατηγορίες, στα απλά ζόμπι και στους κοκαλιάρηδες. Όπως μας ενημερώνει λοιπόν ο πρωταγωνιστής της, τα απλά ζόμπι δεν έχουν χάσει εντελώς τον εαυτό τους, αφού, εν μέρει, μπορούν να ελέγξουν ακόμα κάποιες από τις σκέψεις και τις πράξεις τους και δεν καταβροχθίζουν ασυνείδητα ό,τι βρεθεί στον δρόμο τους. Ο λόγος όμως που δεν αντιστέκονται στην πείνα και τρώνε ανθρώπινα μυαλά, όπως μαθαίνουμε, είναι γιατί οι αναμνήσεις των θυμάτων τους περνάνε σ' εκείνους και τους κάνουν να νιώθουν και πάλι άνθρωποι για λίγο. Με τον καιρό βέβαια, όσο τα ζόμπι υποκύπτουν στην πείνα, αρχίζουν να χάνουν την δυνατότητα επιλογής και μετατρέπονται σε υποχείρια της φύσης τους, δηλαδή σε κοκαλιάρηδες.
Με άλλα λόγια, αν σας αρέσουν τα ρομαντικά, εφηβικά love stories, μπορείτε να παρακολουθήσετε ταινίες με ζόμπι και σας κερδίζουν οι ισορροπημένες σατιρικές απόπειρες, προτιμήστε την για μια ευχάριστη έξοδο.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κωμωδία, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Isaac Marion, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Jonathan Levine, διάρκειας 97 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Nicholas Hoult, Teresa Palmer, Dave Franco, John Malkovich, Analeigh Tipton, Cory Hardrict κι Rob Corddry.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Οδηγός αισιοδοξίας

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Silver linings playbook


Η υπόθεση
Οκτώ μήνες μετά τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρικό ίδρυμα, ο Pat (Bradley Cooper) καταφέρνει να πάρει εξιτήριο, με την υποχρέωση να τηρεί ορισμένους κανόνες. Έχοντας χάσει το σπίτι, την γυναίκα και την δουλειά του, γυρνά στο πατρικό του, αποφασισμένος να διεκδικήσει πίσω την παλιά του ζωή και ν' αποδείξει στην πρώην γυναίκα του, Nikki (Brea Bee), ότι έχει αλλάξει κι αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Στην πορεία μάλιστα, θα βρεθεί στον δρόμο του μια νεαρή κοπέλα, η Tiffany (Jennifer Lawrence), η οποία θα προσφερθεί να τον βοηθήσει να επικοινωνήσει με την Nikki. Η Tiffany, έχοντας τα δικά της σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα θα εισχωρήσει στην ζωή του Pat, δίνοντάς του έναν λόγο να δει την ζωή από την θετική της πλευρά.

Η κριτική
Βλέποντας τον "Οδηγό αισιοδοξίας" ομολογώ ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν εάν η ταινία συγκαταλέγεται στο είδος της κωμωδίας ή του δράματος. Πολύ γρήγορα βέβαια, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι εναλλαγές που παρουσιάζονται ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό στοιχείο κι ο τρόπος που απεικονίζεται η γλυκό-πικρη αλήθεια της ζωής, είναι κι ο λόγος που έχει δημιουργηθεί τόσο μεγάλο σούσουρο γύρω απ' τ' όνομά της. Γιατί τα πράγματα από μόνα τους ποτέ δεν είναι "έτσι" ή "αλλιώς". Εμείς επιλέγουμε πώς θα τα δούμε, πώς θα τα διαχειριστούμε και πώς θα τα βαφτίσουμε.
Έτσι λοιπόν εδώ, θα κληθούμε να παρακολουθήσουμε την ζωή ενός συζύγου, που βρήκε την γυναίκα του να τον απατά με έναν άλλον άντρα, αντέδρασε βιαίως σε βάρος του εραστή της, και γι' αυτή του την πράξη κλείστηκε σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Φυσικά, εφόσον ο μισός αντρικός πληθυσμός θα έπραττε αναλόγως, αξίζει να σημειώσουμε ότι στον εγκλεισμό του συνετέλεσε το γεγονός ότι πάσχει από διπολικό σύνδρομο ή αλλιώς "μανιοκατάθλιψη". Γι' αυτόν τον λόγο λοιπόν, ο Pat θα πρέπει ν' ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή και να βρίσκεται υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση, μέχρι να θεραπευτεί πλήρως από αυτή την νευρολογική ασθένεια.
Η Tiffany τώρα, μπορεί να μην έχει νοσηλευτεί, όπως ο Pat, σε ψυχιατρείο, αλλά κι εκείνη με την σειρά της παίρνει αντικαταθλιπτικά, καθώς πριν από σύντομο χρονικό διάστημα έχασε σε ατύχημα τον σύζυγό της κι έκτοτε έχει αναπτύξει ένα είδος νυμφομανίας, γεγονός που την οδήγησε σε απόλυση και στην απόκτηση μιας κακής φήμης. Ίσως βέβαια, ψυχιατρικά, το πρόβλημα της Tiffany να μην μοιάζει τόσο σοβαρό όσο αυτό του Pat και παράλληλα ο δυναμισμός που δείχνει να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα βρίσκεται στον πρωταγωνιστή. Αν όμως αναλογιστούμε τους στόχους που έχει θέσει ο καθένας τους μακροπρόθεσμα, θα δούμε ότι ο Pat έχει δώσει στον εαυτό του περισσότερες πιθανότητες να ξεπεράσει την "αρρώστια" του απ' ό,τι η Tiffany.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι δυο βαριά τραυματισμένοι άνθρωποι γνωρίζονται και μετά από μερικές συναντήσεις με χαρακτηριστικούς κωμικούς κι ειλικρινείς διαλόγους, συμφωνούν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον να πετύχουν τα όνειρά τους. Το αξιοπερίεργο βέβαια είναι ότι η συνύπαρξη δυο ψυχολογικά ασταθών ατόμων, αντί να τους βυθίσει περισσότερο στην κατάθλιψη και την μιζέρια, τους κάνει να χαμογελάσουν και πάλι, καθώς η κοινή τους προσπάθεια να πετύχουν κάτι, τους δίνει ένα λόγο να ελπίζουν και να ζουν.
Έχοντας ως βάση μια βαριά ψυχολογική ατμόσφαιρα, η ταινία καταφέρνει να περάσει σταδιακά από το σκοτάδι στο φως, χτίζοντας με υπέροχο τρόπο έναν οδηγό πάνω στην αισιοδοξία. Η σεναριακή προσαρμογή του David O. Russell, αλλά κι ο τρόπος με τον οποίο έχει σκηνοθετήσει την ταινία του, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς ακόμα κι όταν οι καταστάσεις μοιάζουν να είναι απαγορευτικές, ο Russell καταφέρνει να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα, κάνοντας τον θεατή να έχει ένα συνεχές αίσθημα ευφορίας.
Λόγος φυσικά για τις εξαίρετες ερμηνείες των ηθοποιών δεν χρειάζεται καν να γίνει. Η Jennifer Lawrence, παρά το νεαρό της ηλικίας της, αποδεικνύει γι' ακόμη μια φορά πόσο ικανή ηθοποιός είναι, ο Bradley Cooper κατορθώνει να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων ενός δύσκολου ρόλου, ενώ οι ερμηνείες των δευτεραγωνιστών είναι εξίσου απολαυστικές, με τον Robert De Niro να ξεχωρίζει, ίσως λίγο περισσότερο.
Όντας μια καλογυρισμένη και προσεγμένη, σε όλους τους τομείς της, δραματική κωμωδία, προτείνεται σε όλους για μια ευχάριστη έξοδο, που δεν αποκλείεται να σας επηρεάσει θετικά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεστε την τραγικότητα μερικών γεγονότων στην ζωή σας.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο κωμικό δράμα, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Matthew Quick, σε σενάριο και σκηνοθεσία του David O. Russell, διάρκειας 122 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bradley Cooper, Jennifer Lawrence, Robert De Niro, Jacki Weaver, Chris Tucker, Julia Stiles, Paul Herman και Brea Bee.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

30 Ιανουαρίου 2013

(2012) Jack Reacher

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Jack Reacher


Η υπόθεση
Σε μια πολιτεία της Αμερικής, πέντε άνθρωποι σκοτώνονται από έναν ελεύθερο σκοπευτή. Οι έξι κάλυκες και τα δακτυλικά αποτυπώματα που βρίσκονται στον τόπο του εγκλήματος οδηγούν στην ενοχή του James Barr (Joseph Sikora). Μετά την σύλληψη του υπόπτου και πριν την νοσηλεία του σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο, ο Barr θα ζητήσει τον Jack Reacher (Tom Cruise), έναν πρώην αστυνομικό του στρατού που είναι αδύνατον να βρεθεί από τον οποιονδήποτε. Ο Reacher μαθαίνοντας την είδηση κάνει την εμφάνισή του, όχι για να βοηθήσει, αλλά για να θάψει τον Barr. Με προτροπή όμως της συνηγόρου του κατηγορούμενου, Helen Rodin (Rosamund Pike), διεξάγει την δική του έρευνα και τα στοιχεία που συγκεντρώνει, τον κάνουν να πιστέψει ότι ίσως ο James να είναι θύμα πλεκτάνης.

Η κριτική
Ο Jack Reacher είναι ο κεντρικός ήρωας μιας σειράς αστυνομικών μυθιστορημάτων του γνωστού Βρετανού συγγραφέα, Lee Child. Από τα 17 έργα με πρωταγωνιστή τον μυστηριώδη και μοναχικό ήρωα, η κινηματογραφική μεταφορά βασίστηκε στο ένατο, καθώς σ' αυτό σκιαγραφείται καλύτερα ο χαρακτήρας του πρωταγωνιστή και παράλληλα το περιεχόμενό του μοιάζει περισσότερο κινηματογραφικό.
Από την αρχή της, η ταινία κάνει εντύπωση στον θεατή, καθώς ο σκηνοθέτης ξεκινά από την επικείμενη δολοφονία των πέντε αθώων. Φροντίζοντας παράλληλα να χρησιμοποιήσει για όσο περισσότερο χρόνο μπορεί μόνο την εικόνα, χωρίς την συνοδεία κειμένου, καταφέρνει να προβάλλει στο κοινό το βασικότερο χαρακτηριστικό του πρωταγωνιστή, το οποίο δεν είναι άλλο από την μετρημένη ομιλία κι επικοινωνία με τ' άλλα πρόσωπα του έργου. Ο Reacher, δεν ανήκει στην κατηγορία των απόστρατων που επιδιώκουν να μπλεχτούν σε καυγάδες, αλλά αποφεύγει να συμμετάσχει σε βίαιες καταστάσεις, μετακινείται συνεχώς για να προστατέψει την ιδιωτικότητά του κι εμφανίζεται μόνο όποτε το κρίνει απαραίτητο.
Από την άλλη, ο χαρακτήρας της συνηγόρου υπεράσπισης, η οποία είναι κι αυτή που κάλεσε τον Reacher να εμφανιστεί, δεν παρουσιάζει τα γνώριμα χαρακτηριστικά μιας δικηγόρου που θ' αναλάμβανε την υπεράσπιση ενός ανθρώπου που όλα τα φαινόμενα είναι εναντίον του. Η Helen Rodin, όντας κόρη ενός σκληρού περιφερειακού εισαγγελέα που με την απειλή της θανατικής ποινής καταφέρνει να πείσει κάθε ύποπτο να παραδεχτεί την ενοχή του, αναλαμβάνει την υπεράσπιση του Barr για να του δώσει μια ευκαιρία να ζήσει. Τα καθαρά ανθρωπιστικά της κίνητρα λοιπόν, αλλά κι η γυναικεία της φύση, που την κάνει να φαίνεται τρωτή στα μάτια του ήρωα, είναι μερικά από τα στοιχεία που πείθουν τον Reacher να την βοηθήσει στην έρευνά της.
Έτσι, ακολουθώντας μια ανορθόδοξη τακτική οι δυο τους θα ερευνήσουν τις ζωές των προσώπων που δολοφονήθηκαν, εξετάζοντας το κατά πόσο ήταν τυχαίοι στόχοι και θα επανεξετάσουν όλα τα στοιχεία που οδήγησαν την αστυνομία στην σύλληψη του υπόπτου. Τ' αποτελέσματα της έρευνας, αλλά κι η ξαφνική επίθεση που δέχεται ο ήρωάς μας σε κάποιο bar, θα τον οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι ο Barr είναι αθώος, ότι κάποιος άλλος είναι ο δολοφόνος, ότι οι ένοχοι κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια κι ότι πιθανότατα κάποιος εκπρόσωπος της δικαιοσύνης είναι μπλεγμένος στην υπόθεση.
Με όλα τα παραπάνω, οι συντελεστές της ταινίας καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα πολύ καλά δομημένο έργο δράσης, με κωμικά κι ηθικά στοιχεία και με αξιόλογες ερμηνείες που συνοδεύουν την καλά μελετημένη κινηματογραφική μεταφορά ενός αστυνομικού μυθιστορήματος. Το γεγονός επίσης, ότι συνεχώς τα δεδομένα προσαρμόζονται και τα στοιχεία που αποκαλύπτονται συμπληρώνουν, σταδιακά, το παζλ της υπόθεσης, καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή καθ' όλη την διάρκειά της. Αν λοιπόν σας αρέσουν οι ταινίες δράσης, αποτελεί για εσάς την ιδανική πρόταση, καθώς σίγουρα συγκαταλέγεται στις καλές ταινίες του είδους της.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης, βασισμένη σε βιβλίο του Lee Child, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Christopher McQuarrie, διάρκειας 130 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Tom Cruise, Rosamund Pike, Richard Jenkins, David Oyelowo, Werner Herzog, Joseph Sikora, Jai Courtney, Alexia Fast και Robert Duvall.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

29 Ιανουαρίου 2013

(2012) No

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: No


Η υπόθεση
Το 1988 διεξάγεται στην Χιλή ένα δημοψήφισμα που, στην περίπτωση που οι πολίτες της χώρας ψηφίσουν υπέρ, θα νομιμοποιήσει το δικτατορικό καθεστώς του Augusto Pinochet. Τα μέλη της αντιπολίτευσης, στην προσπάθειά τους να παροτρύνουν τον λαό να ψηφίσει κατά, θα οργανώσουν μια διαφημιστική καμπάνια, με επικεφαλή τον νεαρό κι ανοιχτόμυαλο René Saavedra (Gael García Bernal), ο οποίος θα προτείνει μια πιο ανάλαφρη κι ευχάριστη εκστρατεία. Στον λιγοστό χρόνο που διαθέτει η πλευρά του "Όχι", θα καταφέρει ν' ανατρέψει την πολιτική κατάσταση της χώρας;

Η κριτική
Ένας νεαρός μαρκετίστας, ο René Saavedra, μαζί με πολλούς συμπολίτες του, ονειρεύεται μια χώρα ελεύθερη, χωρίς λογοκρισία, όπου τα όνειρα του καθενός θα μπορούσαν να υλοποιηθούν κι οι πολίτες της θα σέβονταν ο ένας τον άλλο. Η διαφορετική ματιά όμως, με την οποία αντιλαμβάνεται τα πράγματα είναι κι αυτή που θα τον οδηγήσει να προτείνει στην πλευρά του "Όχι" μια καμπάνια ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη για την εποχή, με την οποία είτε θα ανατραπεί το δικτατορικό καθεστώς του Pinochet, είτε οι ίδιοι θα ηττηθούν κατά κράτος.
Με σύμβολο το ουράνιο τόξο και με την προβολή χαμογελαστών προσώπων, ο νεαρός Saavedra, αφήνει πίσω το βάρβαρο παρελθόν των νεκρών κι εξαφανισμένων ανθρώπων κι επικεντρώνεται σ' ένα εξιδανικευμένο και δυτικοποιημένο μέλλον, προβάλλοντας στους πολίτες της Χιλής το αμερικάνικο όνειρο, ένα πρότυπο ζωής που είναι αδύνατον να υπάρξει σ' ένα οποιοδήποτε πολίτευμα καταπίεσης. Αξίζει όμως εδώ να κάνουμε μια αναδρομή στα ιστορικά γεγονότα, που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα τους λόγους που, εν έτει 1988, η καμπάνια του "Όχι" είχε ελπίδες να πείσει μόνο αν λειτουργούσε ως "διαφήμιση".
Το 1973, ενώ η χώρα βρισκόταν σε οικονομικό αδιέξοδο, ο Augusto Pinochet κατέλαβε την κυριαρχία της Χιλής με πραξικόπημα. Όπως είναι φυσικό βέβαια, κατά την διάρκεια των αναταραχών, αλλά και των χρόνων όπου κυβέρνησε την χώρα, χιλιάδες Χιλιανοί θανατώθηκαν κι εξαφανίστηκαν. Το ζήτημα όμως είναι ότι, 15 χρόνια μετά, τα γεγονότα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν, για ένα μεγάλο μέρος του λαού, κι οι πολίτες έχουν συμβιβαστεί και προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Δεδομένου ότι κι ο Pinochet με την σειρά του, έχει βγάλει τα στρατιωτικά και λειτουργεί πλέον ως πολιτικός περισσότερο, είναι λογικό εικόνες κι αναμνήσεις των αιματηρών γεγονότων ν' αδυνατούν να πείσουν, μετά από τόσα χρόνια, αυτό το μερίδιο του λαού. Για πολλούς, ό,τι έγινε, έγινε κι η ελευθερία της βούλησης συνδέεται άμεσα με την οικονομική ύφεση που οδήγησε σε πραξικόπημα.
Φυσικά στην συγκεκριμένη ταινία, αναπτύσσεται η πτώση του Pinochet, όμως η θεματική της αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο, καθώς η Χιλή αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα των εκατοντάδων χωρών που έζησαν την βία ενός δικτατορικού καθεστώτος. Επίσης, η ανελευθερία που επέφερε σε διάφορους τομείς η δικτατορία, δεν διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από την ανελευθερία που φέρνει, εκ νέου, η σύγχρονη οικονομική ύφεση, κάτι που κάνει το θέμα της εκτός από καθολικό κι επίκαιρο.
Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα διάφορα ντοκουμέντα, αλλά κι η εξέλιξη της ιστορίας, θυμίζει κατά πολύ home-made-video της εποχής. Το "No", γυρισμένο με κάμερα στο χέρι, δημιουργεί μια αίσθηση ντοκιμαντέρ και με την πιστή αναπαράσταση της εποχής, αποπειράται να υπενθυμίσει ή να μεταφέρει σε παλαιούς και νέους θεατές το κλίμα της περιόδου. Με την συνοδεία άκρως ρεαλιστικών ερμηνειών και τη δημιουργία μιας αισιόδοξης κι ευχάριστης ατμόσφαιρας, η ταινία αποτελεί μια ιδανική πρόταση για το σινεφίλ, πολιτικοποιημένο και μη, κοινό.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Χιλιανό δράμα του 2012, βασισμένο σε θεατρικό του Antonio Skármeta, σε σενάριο του Pedro Peirano και σκηνοθεσία του Pablo Larraín, διάρκειας 118 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Gael García Bernal, Antonia Zegers, Pascal Montero, και Alfredo Castro.

Οι σύνδεσμοι

28 Ιανουαρίου 2013

(2012) Μετά τη Λουτσία

Πρωτότυπος τίτλος: Después de Lucia
Αγγλικός τίτλος: After Lucía


Η υπόθεση
Έξι μήνες μετά το θάνατο της γυναίκας του, ο Roberto (Hernán Mendoza) παίρνει την απόφαση να μετακομίσει μαζί με την έφηβη κόρη του, Alejandra (Tessa Ia), στην πόλη του Μεξικό, προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο να ξαναφτιάξει τις ζωές και των δυο τους. Εκεί, η Alejandra δεν θ' αργήσει να γίνει αποδεκτή από τους νέους της συμμαθητές, όμως σχετικά σύντομα η καινούργια της παρέα θα μετατραπεί σε μια ομάδα τραμπούκων κι η ίδια σε θύμα αυτής.

Η κριτική
Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Μεξικανού σκηνοθέτη Michel Franco, είναι ένα δράμα που ξεκινά δίνοντας την αίσθηση ότι η θεματική της αφορά στην απώλεια. Κατά την διάρκεια εξέλιξής της βέβαια, θ' αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε ότι η απώλεια λειτουργεί ως αφορμή για την σταδιακή παρουσίαση του πραγματικού άξονα, γύρω από τον οποίο κινείται η ιστορία, δηλαδή την βία στις διάφορες κοινωνικές ομάδες.
Η επιλογή του δημιουργού της επίσης, να δώσει στην ταινία του έναν τίτλο που θα περιέχει το όνομα ενός ατόμου που δεν συμμετέχει ενεργά στην δράση είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Η Lucía με τον θάνατό της, σφραγίζει τις ζωές των ατόμων που μένουνε πίσω και παρά την φυσική απουσία της, νοητικά υπάρχει σε κάθε σκέψη και πράξη των πρωταγωνιστών. Έτσι, το πλαίσιο ανάπτυξης της ιστορίας, βασίζεται σε δυο ανθρώπους που αντί να προσπαθούν να βρουν παρηγοριά ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, επιλέγουν την απομόνωση, την σιωπή και σταδιακά την απομάκρυνση.
Η θεματική της βίας λοιπόν, ξεκινά ν' αναπτύσσεται μέσα σ' ένα οικείο περιβάλλον, αυτό της οικογένειας. Η Alejandra κι ο Roberto, προκειμένου να προστατέψουν ο ένας τον άλλο, ασκούν βία στον ίδιο τους τον εαυτό καταπνίγοντας τα συναισθήματά τους κι απαγορεύοντας στους εαυτούς τους μια ουσιαστική επικοινωνία. Αυτή τους η επιλογή φυσικά, τους οδηγεί στην αποξένωση και σε συναισθηματική αδράνεια.
Το επόμενο σκέλος της ιστορίας που φαίνεται πως ευνοεί την ανάπτυξη μιας βίαιης συμπεριφοράς είναι ο χώρος του σχολείου. Λαμβάνοντας υπ' όψιν την ραγδαία αύξηση των ναρκωτικών ουσιών στα σχολεία, έχει εφαρμοστεί στο εκπαιδευτικό σύστημα του Μεξικό ένα σύστημα ανίχνευσης αυτών. Το ζήτημα όμως είναι ότι με την συγκεκριμένη διαδικασία, το κράτος δεν προνοεί για την εξάλειψη του φαινομένου, απλώς εντοπίζει τυχόν ναρκωτικές ουσίες, ενημερώνει τους κηδεμόνες για τ' αποτελέσματα, προτείνει ένα πρόγραμμα απεξάρτησης κι απειλεί τον μαθητή με αποβολή κατά τον επόμενο έλεγχο.
Σημαντικό στοιχείο επίσης, είναι ότι η συγκεκριμένη αντιμετώπιση της πολιτείας προς ένα συνεχώς αυξανόμενο κοινωνικό πρόβλημα, εφαρμόζεται σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη ηλικιακή ομάδα, η οποία βρίσκεται σε συνεχή σύγκρουση με τον ίδιο της τον εαυτό. Όταν λοιπόν ο ρόλος της κρατικής πρόληψης περιορίζεται στην απλή υπόδειξη ενός ακόμα προβλήματος, χωρίς να επισημαίνεται η σοβαρότητα αυτού ή έστω να προσφέρεται ένα αξιόλογο κι επί προσωπικού σχέδιο λύσης, είναι λογικό με την αύξηση της εσωτερικής πίεσης να αυξάνονται και τα κρούσματα βίας στον εκπαιδευτικό χώρο.
Έτσι λοιπόν, ο Franco, δημιουργεί ένα λιτό κι ουσιαστικό έργο, που εστιάζει στις ρίζες του συνεχώς αυξανόμενου προβλήματος της βίας, τόσο της σωματικής όσο και της ψυχολογικής, κι ευαισθητοποιεί τον θεατή του να ερευνήσει τα αίτια αυτού. Αξίζει δε, να παρατηρήσουμε ότι η συμπεριφορά του Roberto μπορεί να μοιάζει αδιάφορη, ως προς το παιδί του, όσο δεν γνωρίζει ποιό είναι το πρόβλημα και πώς πρέπει να το διαχειριστεί, όμως όταν συνειδητοποιεί ότι η κόρη του έχει πέσει θύμα κακοποίησης, αμέσως παίρνει την κατάσταση στα χέρια του, φανερώνοντας την αγάπη του για 'κείνη.
Παίζοντας λοιπόν, με τα όρια της ανεκτικότητας και της καταπάτησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το "Μετά τη Λουτσία" προτείνεται κατά κύριο λόγο στο κοινωνικά ευαισθητοποιημένο σινεφίλ κοινό, καθώς με αργούς ρυθμούς αναδεικνύει ένα υπαρκτό και παγκόσμιο φαινόμενο, που αποτελεί σημαντικό πρόβλημα ολόκληρης της υφηλίου.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Δράμα μεξικανικής παραγωγής του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Michel Franco, διάρκειας 103 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Tessa Ia, Hernán Mendoza, Gonzalo Vega Jr. και Tamara Yazbek.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 
Rotten Tomatoes

23 Ιανουαρίου 2013

(2012) Παίζοντας με την αγάπη

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Playing for keeps


Η υπόθεση
Ο George Dryer (Gerard Butler) είναι ένας πρώην αστέρας του ποδοσφαίρου. Σήμερα, όμως, τον βρίσκουμε χωρισμένο κι απένταρο να προσπαθεί να διεκδικήσει μια θέση στην καρδιά του γιου του, Lewis (Noah Lomax) κι ίσως και της πρώην γυναίκας του, Stacie (Jessica Biel), η οποία είναι έτοιμη να ξαναπαντρευτεί. Κατά την προσπάθειά του να δεθεί με τον γιο του, καταλήγει να πάρει την θέση του προπονητή της παιδικής ομάδας ποδοσφαίρου και με την ομορφιά του δεν αργεί να κλέψει τις καρδιές όλων των μαμάδων. Θα καταφέρει όμως ο George να βρει τον τρόπο να (ξανα)κερδίσει ό,τι στερήθηκε πριν από καιρό;

Η κριτική
Ο γοητευτικός Gerard Butler πρωταγωνιστεί σε μια αναμενόμενη ρομαντική κομεντί με κεντρικό θέμα την αληθινή και παντοτινή αγάπη, την αξία της οικογένειας και τις παρεξηγήσεις που μπορεί να φέρει στον οποιονδήποτε η φήμη κι η ομορφιά.
Στην αρχή της ταινίας, γίνεται μια αναδρομή στο παρελθόν του πρωταγωνιστή, όπου τον παρακολουθούμε ν' αποθεώνεται από τους οπαδούς σημαντικών ομάδων του ποδοσφαίρου κι έπειτα περνάμε στο σήμερα για να τον βρούμε χρεωμένο κι άσημο να προσπαθεί να βάλει την ζωή του σε μια σειρά. Μην περιμένετε βέβαια, στην συνέχεια ν' αναλυθούν οι λόγοι που ένας super star κατέληξε να χρωστά στους πάντες και να βρίσκεται μόνος σ' ένα σπίτι, χωρίς φίλους και χωρίς οικογένεια. Η ταινία επικεντρώνεται στις προσπάθειες του πρωταγωνιστή να βρει ένα νόημα στην ζωή του.
Ο George λοιπόν, έχοντας μάθει να ζει χωρίς υποχρεώσεις, όπως είναι αναμενόμενο για έναν πρώην star, συνεχώς απογοητεύει τον γιο του, καθώς ποτέ δεν είναι συνεπής στα ραντεβού τους ή βρίσκεται σωματικά μαζί του και νοητικά κάπου αλλού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως, είναι ότι σχεδόν πάντα ο πατέρας του μικρού Lewis ήταν απών κι έτσι ο George τώρα θα πρέπει ν' αποδείξει ότι μπορεί να βρεθεί σ' ένα μέρος, να παραμείνει εκεί και να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του γιου του.
Βέβαια, όταν ένας άνθρωπος έχει μάθει να ζει σαν παιδί, δεν γίνεται από την μια μέρα στην άλλη να ξυπνήσει και ν' αλλάξει τον τρόπο ζωής του. Σταδιακά όμως, ο George, κάνει μικρά βήματα προς την πλευρά του μικρού Lewis, κερδίζοντας την συμπάθεια και την εμπιστοσύνη τόσο του μικρού, όσο και της μητέρας του. Έτσι, η θέση του προπονητή στην τοπική παιδική ομάδα, ίσως να είναι η ευκαιρία του να κερδίσει και πάλι την χαμένη του οικογένεια. Αυτό που δεν έχει υπολογίσει βέβαια, είναι ότι με μια εξέχουσα θέση στην τοπική κοινωνία, με τα παιδιά να τον περιτριγυρίζουν και με την ομορφιά του, οι νεαρές μαμάδες θα ξετρελαθούν μαζί του, θα τον πολιορκήσουν και θα τον αποσπάσουν απ' τον στόχο του.
Στους ρόλους των γοητευτικών κυριών λοιπόν, που θ' απλώσουν τα δίκτυα τους και θα σαγηνέψουν τον νεαρό George, συναντάμε και τις πανέμορφες Catherine Zeta-Jones και Uma Thurman, οι οποίες στην προσπάθειά τους να τον βοηθήσουν θα περιπλέξουν τα πράγματα, δημιουργώντας διάφορες παρεξηγήσεις, αλλά δίνοντάς του παράλληλα και την ευκαιρία ν' αποδείξει τί είναι αυτό που πραγματικά χρειάζεται.
Με άλλα λόγια, δεν μιλάμε για μια ταινία ερμηνειών, ούτε για μια ιστορία που συγκλονίζει, αλλά για ένα έργο με χαλαρή κι ευχάριστη δομή, που παρουσιάζει έναν άντρα από το απόλυτο είδωλο να περνά στο τίποτα, να προσπαθεί να βρει τον εαυτό του και να κερδίσει τους γύρω του μέσα σ' αυτήν την κατάσταση. Σε γενικές γραμμές λοιπόν, πρόκειται για μια αισιόδοξη και καλογυρισμένη ταινία, που προτείνεται σε όσους θέλουν να διασκεδάσουν λίγο κατά την έξοδό τους. Άλλωστε, εκτός του πρωταγωνιστή και του ρομάντζου που θα προσελκύσει το γυναικείο φύλο, η αναφορά στο ποδόσφαιρο, αλλά κι η παρέλαση των διάσημων κυριών, αποτελούν έναν πολύ καλό λόγο να την προτιμήσει και το αντρικό κοινό.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη κομεντί του 2012, σε σενάριο του Robbie Fox και σκηνοθεσία του Gabriele Muccino, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Gerard Butler, Noah Lomax, Jessica Biel, Catherine Zeta-Jones, Uma Thurman και Dennis Quaid.

Οι σύνδεσμοι
Imdb