19 Νοεμβρίου 2012

(2012) Cloud atlas

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Cloud atlas


Η υπόθεση
Έξι ιστορίες, που εξελίσσονται παράλληλα σε παρόν, παρελθόν και μέλλον, συνδέονται μεταξύ τους μ' έναν αδιόρατο τρόπο κι αλληλοσυμπληρώνονται. Η πρώτη ιστορία εξελίσσεται στις Νήσους του Ειρηνικού το 1849, η δεύτερη στο Cambridge κι έπειτα στη Σκωτία του 1936, η τρίτη λαμβάνει χώρα στο San Francisco του 1973, η τέταρτη στη σύγχρονη Αγγλία, στην πέμπτη βρισκόμαστε στο 2144 στη Νέα Seoul και για τις ανάγκες της έκτης θ' ακολουθήσουμε τους ήρωες 106 χειμώνες μετά την πτώση του πολιτισμού και θα παρακολουθήσουμε πώς τελειώνει μια ιστορία που έχει διάρκεια 500 περίπου ετών.

Η κριτική
Το "Cloud atlas" είναι αδιαμφισβήτητα μια φαντασμαγορική παραγωγή, επιστημονικής φαντασίας, που μπλέκει έξι ιστορίες, φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους, σε μια ενιαία, με κεντρικό θέμα την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους.
Η τρίωρη ταινία των Tom Tykwer, Andy και Lana Wachowski, σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη και σίγουρα δεν είναι μια κακή ταινία, αφού έχει ως μπούσουλα το best seller βιβλίο του David Mitchell. Παρόλα αυτά, όμως, θες λίγο η διάρκειά της, λίγο η παραπομπή στο Matrix, το Avatar κι άλλες υπερπαραγωγές, λίγο οι χαοτικές αλλαγές από τη μια χρονική περίοδο στην άλλη, μπερδεύουν και σίγουρα κουράζουν τον θεατή.
Η ταινία, ξεκινά με μια σύντομη σύσταση των πρωταγωνιστών της και των έξι ιστοριών που θα δούμε σιγά-σιγά να μπλέκονται μεταξύ τους. Αξίζει εδώ να πούμε, ότι ο κάθε ηθοποιός, έχει αναλάβει παραπάνω από έναν ρόλο στην ταινία κι οι περισσότεροι έχουν έστω κι από ένα μικρό ρόλο, στην κάθε ιστορία. Εδώ, οφείλω ν' αναφέρω ότι πιθανότατα μιλάμε για το φετινό oscar μακιγιάζ, καθώς οι αλλαγές των ηθοποιών για τον κάθε ρόλο είναι ριζικές, σε σημείο να κοιτάς την οθόνη και ν' αμφιβάλλεις για τον αν πράγματι η Halle Berry, είναι όντως αυτή.
Επίσης, αξιέπαινο είναι το γεγονός ότι η κάθε ιστορία έχει τον δικό της χαρακτήρα και φέρει τα δικά της μηνύματα. Για παράδειγμα, η ιστορία που εξελίσσεται το 1849, μιλά για την σχέση των σκουρόχρωμων δούλων με τους λευκούς αφέντες τους. Η ιστορία του 1936, μέσω ενός φιλόδοξου συνθέτη που θα εκδώσει το έργο του σε ελάχιστα αντίτυπα, κάνει αναφορά, εκτός των άλλων, στην ομοφυλοφιλία. Η ιστορία του 1973 έχει ως πρωταγωνίστρια μια ρεπόρτερ της εποχής που στην προσπάθειά της να ασκήσει ορθά το επάγγελμά της, θέτει τη ζωή της σε κίνδυνο. Η σύγχρονη ιστορία (2012), αποτελεί μια κωμική νότα στο υπόλοιπο σύνολο. Η ιστορία του 2144 αποτελεί τον ανθρώπινο φόβο για τον ερχόμενο μελλοντικό κόσμο, όπου ο άνθρωπος θα είναι ο απόλυτος δούλος του καταναλωτισμού και τέλος η ιστορία των 106 χειμώνων μετά την πτώση του πολιτισμού περιέχει ένα σαφές μήνυμα για την αναγκαστική επιστροφή του ανθρώπου στη φύση και σε μια πρωτόγονη μορφή πολιτισμού.
Η αλήθεια είναι ότι σαν ιστορία, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε συνδυασμό, δε, με το εμφανές κόστος παραγωγής της, μιλάμε σίγουρα για μια συνολικά καλή παραγωγή. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι ακόμα και με μια διάρκεια τριών ωρών, που όπως προανέφερα, μόνο να κουράσει καταφέρνει, είναι πρακτικά αδύνατον να μεταφερθεί ένα βιβλίο 500 σελίδων στην μεγάλη οθόνη. Έτσι, ένα πολλά υποσχόμενο έργο, καταλήγει να είναι απλώς ένα καλό έργο, που κρύβει πολλά μηνύματα στο κείμενό του, αλλά που δυστυχώς χάνονται στην χαώδη κινηματογραφική μεταφορά του κι εν τέλει, μένει μόνο να σε κρατά, η απορία του τρόπου σύνδεσης των ιστοριών αυτών.
Εάν λοιπόν, σας αρέσουν όλα τα κινηματογραφικά είδη (εποχής, επιστημονικής φαντασίας, ταινίες με εγκλήματα, κωμωδίες) κι έχετε την περιέργεια να δείτε την τρίωρη αυτή υπερπαραγωγή, δεν θα κλάψετε τα λεφτά σας. Αν πάλι, έχετε στο μυαλό σας κάτι εξαιρετικό, που για τρεις συνεχείς ώρες θα σας κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον, φοβάμαι ότι θα απογοητευτείτε. Κι αυτό όχι λόγω αργής, αλλά λόγω γρήγορης εξέλιξης της ιστορίας που κάνει τον θεατή να χαθεί στα πήγαινε-έλα στο χωρο-χρόνο.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ταινία επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του David Mitchell, σε σενάριο και σκηνοθεσία των Tom Tykwer, Andy Wachowski και Lana Wachowski, διάρκειας 172 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Tom Hanks, Halle Berry, Jim Broadbent, Hugo Weaving, Jim Sturgess, Doona Bae, Ben Whishaw, James D'Arcy, Xun Zhou, Keith David, David Gyasi, Susan Sarandon και Hugh Grant.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

18 Νοεμβρίου 2012

(2011) Buenos Aires σ' αγαπώ

Πρωτότυπος τίτλος: SuperClásico


Η υπόθεση
Ο Christian (Anders W. Berthelsen) είναι ένας ιδιοκτήτης κάβας από τη Δανία, που βρίσκεται στα τελευταία στάδια του διαζυγίου από τη σύζυγό του Anna (Paprika Steen). Η Anna, έχει εγκαταλείψει εδώ κι 11 μήνες τον Christian, για έναν άσο του αργεντίνικου ποδοσφαίρου και ζει πια μόνιμα στο Buenos Aires. Ο Christian, όμως, πριν υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου, θα θελήσει να κάνει μια τελευταία προσπάθεια να ξανακερδίσει την γυναίκα του και θα ξεκινήσει μαζί με τον γιό του, για ένα ταξίδι στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Εκεί, θα έρθει σ' επαφή με τους ανθρώπους και την λατινο-αμερικάνικη κουλτούρα και θα πάρει ένα μάθημα για τη ζωή. Θα καταφέρει, όμως, να κερδίσει και πάλι την καρδιά της Anna;

Η κριτική
Το "Buenos Aires σ' αγαπώ" πραγματεύεται την ιστορία ενός διαζυγίου, με έναν ιδιαίτερα κωμικό κι ανορθόδοξα αισιόδοξο τρόπο. Χωρίς να μπορώ να πω ότι με άγγιξε ή έστω ότι μου άρεσε αυτό το κράμα δράματος και κωμωδίας, οφείλω να παραδεχτώ ότι κατά τη διάρκειά της, αρκετές φορές, γέλασα αβίαστα, αλλά κι εκνευρίστηκα από την υπερβολή της σε κάποια θέματα. Ας πάρω, όμως, τα πράγματα με τη σειρά, για να εξηγήσω τους λόγους που η ταινία είτε θ' αρέσει αρκετά, είτε καθόλου.
Το έργο, έχει αναθέσει την εξήγηση των γεγονότων σ' έναν αφηγητή εκτός της ιστορίας, σ' ένα τρίτο μάτι που έχει την ικανότητα να βλέπει κάποια πράγματα πιο αποστασιοποιημένα, να τα κρίνει καταλλήλως, αλλά και που παράλληλα παίζει τον ρόλο του εκφραστή των συναισθημάτων των Ευρωπαίων ηρώων, μιας κι οι ίδιοι αδυνατούν να το πράξουν.
Άλλο ένα στοιχείο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το γέλιο που ακούγεται στην έναρξη της ταινίας, με φόντο μια μαύρη οθόνη. Ένα γέλιο που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πρώτο πλάνο της ταινίας, το οποίο παρουσίαζει τον Christian να ζει το δράμα του διαζυγίου του, έχοντας παρατήσει τελείως τον εαυτό του. Με αυτόν τον τρόπο, νομίζω ότι ο σκηνοθέτης προσπαθεί να δείξει ότι πάντα υπάρχει και η κωμική πλευρά στο κάθε δράμα. Μια πλευρά που αν κοιτάξουμε καλά, θα την δούμε εύκολα.
Στην επόμενη σκηνή, ο αφηγητής, θα μας κάνει μια γρήγορη εισαγωγή στην υπόθεση και, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, θα βρεθούμε μαζί με τον Christian και τον γό του, Oscar (Jamie Morton), στην πανέμορφη Αργεντινή, όπου θα παρακολουθήσουμε την εξέλιξη δυο διαφορετικών ιστοριών, οι οποίες έχουν κοινό άξονα τον έρωτα.
Το πάθος, όπως θα δούμε, έχει πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Όπως μπορούμε πολύ εύκολα να διακρίνουμε κι από τον πρωτότυπο τίτλο (SuperClásico), στην ταινία κυριαρχεί η αγάπη για το ποδόσφαιρο κι έπειτα θα δούμε να περνάνε από τις οθόνες μας, όλα όσα χαρακτηρίζουν την Αργεντινή: το κρασί, το τανγκό, το φαγητό και το κυριότερο, την αγάπη του λαού αυτού για την ζωή.
Βέβαια, όλα τα παραπάνω, είναι δοσμένα από την οπτική ενός Δανού κι όχι ενός γηγενούς σκηνοθέτη. Όπως είναι αναμενόμενο, δε, στα μάτια ενός Βορειο-Ευρωπαίου πολίτη, όλο αυτό το πάθος, μοιάζει περισσότερο ως μια, απαραίτητη στο άνθρωπο, ελευθεριότητα, παρά ως τρόπος ζωής και φυσικά έτσι παρουσιάζεται και στο έργο. Η μεγέθυνση των κύριων χαρακτηριστικών των ανθρώπων αυτών θα προκαλέσει το γέλιο του θεατή, ταυτόχρονα όμως, η σάτιρα που ασκείται στον τρόπο ζωής των Αργεντίνων, αν και δεν γίνεται με κακή πρόθεση, δεν αποκλείεται να εκληφθεί ως δείγμα ασέβειας στον πολιτισμό τους.
Τα κυρίαρχα πρόσωπα που εκφράζουν το πρόσωπο της Αργεντινής, είναι ο ποδοσφαιρικός αστέρας, Juan Diaz (Sebastián Estevanez), η οικονόμος Fernanda (Adriana Mascialino) κι η οικογένεια της 17χρονης Veronica (Dafne Schiling).
Ο Diaz, είναι ένας λατίνος με θρησκευτικές αρχές, που ζει την κάθε στιγμή της ζωής του σαν να μην έχει μεγαλώσει ποτέ. Λατρεύει το ποδόσφαιρο και παίζει επαγγελματικά για την ευχαρίστηση κι όχι για τα χρήματα. Επίσης, αγαπά την Anna και συμπεριφέρεται στον Christian σαν να 'ταν φίλοι από τα παλιά. Η Fernanda πάλι, είναι μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας, που εκφράζεται με αποστομωτική ειλικρίνεια κι αγαπά το σεξ. Τέλος η Veronica, είναι μια 17χρονη κοπέλα, που εργάζεται ως ξεναγός κι η οικογένειά της είναι η κλασική οικογένεια της Λατινικής Αμερικής, που κάθε μέρα κάθεται στο τραπέζι μαζεμένη κι είναι πρόθυμη να υποδεχτεί τον όποιο ξένο έρθει απρόσκλητος.
Ο Diaz, κατά μια έννοια είναι το άτομο που συμπληρώνει την υστερική Anna, η Fernanda είναι η γυναίκα που, με την αμεσότητά της, θα δείξει τον δρόμο στον χαμένο στη δυστυχία Christian κι η Veronica, μαζί με την οικογένειά της, θα δώσουν νόημα στη ζωή του 16χρονου Oscar.
Σε γενικές γραμμές, αν δεν σας ενοχλεί η υπερβολή και σας αρέσει να κοιτάτε τη ζωή από μια αισιόδοξη, όχι απαραίτητα ουτοπική, ματιά, νομίζω είναι ότι η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί μια καλή επιλογή για 'σας. Αν πάλι, θέλετε μια ταινία που να έχει να σας πει κάτι περισσότερο από τ' ότι ακόμα και στις δυσκολότερες καταστάσεις η ζωή δεν χάνει την ουσία της ή σας εκνευρίζουν οι υπερβολές, ίσως θα πρέπει να κάνετε κάποια άλλη επιλογή.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Δανέζικη δραματική κωμωδία του 2012, σε σενάριο των Ole Christian Madsen και Anders Frithiof August και σκηνοθεσία του Ole Christian Madsen, διάρκειας 99 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Anders W. Berthelsen, Paprika Steen, Jamie Morton, Sebastián Estevanez, Adriana Mascialino και Dafne Schiling.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

17 Νοεμβρίου 2012

(2012) Ποτέ δεν είναι αργά

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hope springs


Η υπόθεση
Η Kay (Meryl Streep) κι ο Arnold (Tommy Lee Jones) κλείνουν 31 χρόνια έγγαμου βίου κι η σχέση τους, όπως είναι λογικό, έχει περάσει σε μια ρουτίνα. Αν κι ο Arnold είναι απόλυτα ικανοποιημένος με τη ζωή του, η Kay, έχει την ανάγκη να ξαναζωντανέψει τον, για χρόνια νεκρό, γάμο τους. Έτσι, μέσω ενός βιβλίου που θα βρει στο ράφι ενός βιβλιοπωλείου, η Kay, θ' ανακαλύψει την ύπαρξη του Dr. Feld (Steve Carell) και θα πληρώσει μια βδομάδα εντατικής θεραπείας για 'κείνη και τον Arnold, στην πόλη Great Hope Springs του Maine. Για τον Arnold, όλη αυτή η διαδικασία, που τον υποβάλει η γυναίκα του, μοιάζει μια ανούσια ταλαιπωρία, η οποία φαίνεται να προκαλεί περισσότερα προβλήματα απ' ότι λύσεις, στ' ανύπαρκτα, κατά τη γνώμη του, ζητήματα του γάμου τους.

Η κριτική
Το "Ποτέ δεν είναι αργά" είναι μια ρομαντική κομεντί για ένα ζευγάρι μέσης ηλικίας, του οποίου η σχέση περνά κρίση ταυτότητας. Η γυναίκα, όπως γίνεται συνήθως, είναι αυτή που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στο σύζυγό της και το ζευγάρι θα βρεθεί μπλεγμένο σε διάφορες ανοίκειες καταστάσεις, προσπαθώντας να σώσει ό,τι έχει απομείνει από τον κοινό του βίο.
Όπως είναι αναμενόμενο, η εξέλιξη της ιστορίας είναι λίγο-πολύ προβλέψιμη και το σενάριό της, γνωστό. Φαίνεται, μάλιστα, πως τίποτα δεν μπορεί να διαχωρίσει τη συγκεκριμένη ταινία από τις δεκάδες άλλες, με κοινή θεματολογία, που βγαίνουν κάθε χρόνο και δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα ουσιαστικό στον υποψήφιο θεατή τους, παρά μόνο λίγες στιγμές χαλάρωσης και συγκίνησης.
Μέγα λάθος! Μπορεί η ταινία να μην είναι γεμάτη ανατροπές κι οι ρόλοι που ενσαρκώνουν οι δυο πρωταγωνιστές να μην προσφέρουν μια ευκαιρία ζωής να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους, αλλά το έργο, σίγουρα δεν αποτελεί ένα ακόμα της σειράς. Κι ο λόγος είναι οι καταπληκτικές ερμηνείες της Meryl Streep και του Tommy Lee Jones, που γι' ακόμη μια φορά αποδεικνύουν ότι ένας μεγάλος ηθοποιός δεν έχει ανάγκη από έναν απαιτητικό ρόλο για ν' αποδείξει την αξία του, αλλά ακόμα κι έναν καθημερινό χαρακτήρα, μπορεί να τον αναπαραστήσει τόσο ρεαλιστικά που να σου δίνει την αίσθηση ότι βλέπεις την ιστορία δυο ανθρώπων που δεν απέχουν πολύ από τον διπλανό σου ή ακόμα κι από 'σένα.
Ο Arnold είναι ο καλός σύζυγος, που έχει διεκδικήσει τον προσωπικό του χώρο, που δεν έχει την άνεση να εκφραστεί συναισθηματικά, που πάντα θα βρει κάτι να γκρινιάξει και που ο κυνισμός του, αν κι αποτελεί φαινόμενο πολύ σύνηθες στο αντρικό φύλο, μπορεί να τρελάνει άνθρωπο. Η Kay, πάλι, είναι η καλή σύζυγος και μάνα, που έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να έχει επαφή με την γυναικεία της φύση, που έχει συναισθηματικά κενά, τα οποία αντί να προσπαθήσει να γεμίσει, απλώς περιμένει να ξημερώσει η μέρα που η σχέση της, μ' ένα μαγικό τρόπο, θα ξεκινήσει από την αρχή.
Ωστόσο, κανείς από τους δυο τους δεν είναι αυτό που δείχνει. Ο Arnold αν και κυνικός, ενδιαφέρεται περισσότερο για την γυναίκα του, απ' όσο θέλει να δείχνει κι η Kay, μπορεί να μην έχει ανάγκη από μια επανασύνδεση, αλλά από μια τελεία. Αυτό είναι και τ' όλο νόημα της ταινίας, ότι οι χαρακτήρες που βλέπουμε στις οθόνες μας, είναι άκρως ρεαλιστικοί, αναζητούν τη σεξουαλική τους ταυτότητα και κάνοντας μια ανασκόπηση της ζωής τους, προσπαθούν να βρουν τα λάθη τους και να δουλέψουν πάνω σ' αυτά, άσχετα από το αποτέλεσμα.
Η σεξουαλικότητα των δυο ηρώων, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, επίσης, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θίγεται το συγκεκριμένο θέμα, δεν είναι ο καθαρά αμερικάνικος κι άσεμνος τρόπος που έχουμε συνηθίσει και που σκοπό έχει να τραβήξει περισσότερο κόσμο στις αίθουσες. Αντίθετα, η αναφορά στο ζήτημα, γίνεται μ' έναν γλυκό κι ανθρώπινο τρόπο, όπως θα γινόταν σε μια συνεδρία με τον προσωπικό μας ψυχαναλυτή.
Έχοντας μια καλή σκηνοθεσία, που επικεντρώνεται στην επανάληψη για να κάνει κατανοητή την στασιμότητα της σχέσης, μια συμπαθητική φωτογραφία, μια καλή μουσική επένδυση, ένα αξιοπρεπές σενάριο και καταπληκτικές ερμηνείες, γεμάτες χιούμορ, αμεσότητα και ρεαλισμό, ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει μια ιδιαίτερα προσεγμένη παραγωγή που παροτρύνει τα ζευγάρια να αποδεχτούν και να δουλέψουν οι ίδιοι τα προβλήματά τους.
Νομίζω, δε, ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι η ταινία δεν επικεντρώνεται στην ψυχανάλυση, αλλά στους δυο ήρωες, κάνοντας σαφές, ότι από τους ίδιους εξαρτάται το αν θα επαναλειτουργήσει ή όχι ο γάμος τους.
Αν και προσωπικά, πιστεύω ότι στην περίπτωση που το αντρικό κοινό που ενδιαφέρεται για τη διατήρηση μιας υγιούς σχέσης, ξόδευε λίγο από τον πολύτιμο χρόνο του να παρακολουθήσει το έργο, τα πράγματα σ' αυτή τη ζωή θα λειτουργούσαν πολύ καλύτερα γι' αρκετό κόσμο, η ταινία απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο γυναικείο κοινό μιας ηλικίας άνω των 40, που θα μπορούσε να ταυτιστεί με την πρωταγωνίστρια και να βρει τη λύτρωση, μέσω αυτής.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική κομεντί του 2012, σε σενάριο της Vanessa Taylor και σκηνοθεσία του David Frankel, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Meryl Streep, Tommy Lee Jones και Steve Carell.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

(2012) Frankenweenie

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Frankenweenie


Η υπόθεση
Ο νεαρός Victor (Charlie Tahan) είναι ένας επίδοξος σκηνοθέτης κι επιστήμονας, που έχει ως μοναδικό φίλο, τον σκύλο του Sparky (Frank Welker). Η έλλειψη φίλων του νεαρού αγοριού, προκαλεί την ανησυχία του πατέρα του κι έτσι, προκειμένου να υπογράψει την συμμετοχή του γιού του στον διαγωνισμό φυσικής, τον υποχρεώνει να ξεκινήσει να παίζει baseball. Στον πρώτο αγώνα του Victor, ο Sparky θα τρέξει να κυνηγήσει την μπάλα και θα χτυπηθεί από ένα αμάξι. Έχοντας χάσει τον μοναδικό του φίλο, ο Victor θα χάσει την όρεξη που είχε για τη ζωή, έως ότου ο καθηγητής φυσικής του δώσει, άθελά του, την ελπίδα της ανάστασης του Sparky. Με τη βοήθεια του ηλεκτρισμού, ο Victor θ' αναστήσει τον Sparky, γεγονός που σύντομα θα αναστατώσει τους κατοίκους της πόλης.

Η κριτική
Αυτή τη φορά είπα να ξεκινήσω ανάποδα, γράφοντας πρώτα σε ποιούς απευθύνεται η ταινία. Ο Tim Burton, με την τρίτη stop-motion ταινία του, επιβεβαιώνει τις υποψίες που τον θέλουν να διαπρέπει στο είδος αυτό. Αν φοβάστε, λοιπόν, ότι κι αυτή θα είναι μια ταινία ενός ξεπεσμένου σκηνοθέτη, σας πληροφορώ ότι δεν είναι. Μοιάζει αρκετά με τις παλιές, καλές ταινίες του κι όπως και τα υπόλοιπα ανορθόδοξα έργα του, απευθύνεται κυρίως σε παιδιά μιας ηλικίας και πάνω και σε ενήλικες θαυμαστές του ιδιαίτερου αυτού σκηνοθέτη.
Σε γενικές γραμμές, δηλαδή, είναι μια καλή, ως πολύ καλή ταινία του Burton, που σίγουρα είναι ευχάριστη κι αξίζει να την παρακολουθήσετε, παρά την ασπρόμαυρη εικόνα της, που ίσως να ξενίσει κάποιους. Η τρισδιάστατη εκδοχή της, επίσης, ομολογουμένως είναι περιττή, καθώς ο παλιού τύπου χρωματισμός κι η καινούργια 3D τεχνολογία, δεν ταιριάζουν.
Τώρα, όσοι είστε φανατικοί Burtonιακοί και περιμένετε την συγκεκριμένη ταινία εδώ κι αρκετά χρόνια, μπορείτε να συνεχίσετε το διάβασμα, καθώς πρόκειται ν' αναλύσω εκτενώς για πιο λόγο πιστεύω ότι το συγκεκριμένο φιλμ, αποτελεί το έπος που, εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες, ήθελε ν' αποδώσει ο σπουδαίος σκηνοθέτης σ' όλα τ' αριστουργήματα που τον ενέπνευσαν να ξεκινήσει την καριέρα του, όπως επίσης και τον λόγο που πιστεύω ότι μιλάμε για ένα κινηματογραφικό διαμάντι.
Η ταινία ξεκινά όπως και το πρωτότυπο "Frankenweenie" του 1984. Στο σαλόνι, ειναι μαζεμένη όλη η οικογένεια Frankenstien και παρακολουθεί την πρώτη ταινία του νεαρού Victor, με την μόνη διαφορά ότι εδώ το φιλμ θα καεί στο τελείωμά του κι μικρός καλλιτέχνης θ' αναλάβει να διορθώσει το λάθος του ώστε να μην ξανασυμβεί κάτι αντίστοιχο. Ο Burton, δεν θα μπορούσε να έχει διαλέξει καλύτερο τρόπο ν' αναφερθεί στο πρώτο, ατελές, εγχείρημά του και να δηλώσει ευθέως ότι η ταινία που πρόκειται να παρακολουθήσει ο θεατής είναι το "διορθωμένο λάθος" του.
Έπειτα, θα δούμε ότι όλοι οι χαρακτήρες, τ' αντικείμενα που χρησιμοποιούνται, το χρώμα που επιλέγεται, ακόμα κι ο τρόπος με τον οποίο μιλούν οι ήρωες, παραπέμπουν σε μια άλλη εποχή κι ο τρόπος με τον οποίο είναι δουλεμένη κι η τελευταία λεπτομέρεια, δεν αφήνουν περιθώρια ν' αρνηθείς ότι η ιδέα ενός νέου επίδοξου καλλιτέχνη, παίρνει μορφή στα χέρια ενός πεπειραμένου, πια, σκηνοθέτη. Και πράγματι, θεωρώντας δεδομένο ότι στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση, ο "Frankenweenie" δεν αποτελεί μια φτηνή αντιγραφή των τεχνικών του γερμανικού εξπρεσιονισμού κι έπειτα του φιλμ νουάρ, αλλά ένα φόρο τιμής που αποδίδει ο Burton στα "τερατουργήματα" που τον έκαναν έναν από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του σήμερα.
Οι επιλεγμένοι χαρακτήρες και τα μυθικά τέρατα που κάνουν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια της ταινίας, είναι έτσι δουλεμένα που εκτός της εμφάνισής του, στοχεύουν να προκαλέσουν το γέλιο του θεατή και να φέρουν στο μυαλό, μια γλυκιά ανάμνηση μέσω κάποιων ξεχασμένων εικόνων. Πρωταγωνιστικό ρόλο, θα δούμε ότι έχει η ιστορία του Frankenstein κι ύστερα του Dracula (Nosferatu) και στη συνέχεια δε θα λείψουν εικόνες απ' όλες τις ταινίες τρόμου της εποχής.
Όπως σε όλες τις ταινίες του, έτσι κι εδώ ο Tim Burton, παρουσιάζει μια ιστορία τρόμου, από την οπτική γωνία του τέρατος, θέλωντας με αυτόν τον τρόπο ν' απενοχοποιήσει το κακό και να ωθήσει το κοινό να το αποδεχτεί ως μέρος της καθημερινότητας. Η διαφορά που έχει με τα προηγούμενα φιλμ του, κι αυτό θεωρώ ότι είναι το ύψιστο μεγαλείο του "Frankenweenie" είναι ότι αυτή τη φορά δεν στέκεται μόνο στην παρουσίαση μιας γλυκιάς ιστορίας, αλλά κάνει σαφή την παρουσία του δαίμονα στην καθημερινή ζωή.
Αξίζει να σταθούμε στα αντικείμενα που χρησιμοποιεί ο Victor, για να επαναφέρει στη ζωή τον Sparky. Πρωταρχικό στοιχείο, φαίνεται να είναι η ηλεκτρική ενέργεια, αυτό το αγαθό που αποτελεί το Α και το Ω της ανθρώπινης βιομηχανικής επανάστασης. Έπειτα, τα αντικείμενα που θα χρησιμοποιήσει ο νεαρός ήρωας, για να προσελκύσει την ηλεκτρική ενέργεια, είναι ένας χαρταετός, που φέρνει στο μυαλό παιδική ανεμελιά, μια ομπρέλα, που προστατεύει από τη βροχή και μια νυχτερίδα, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αναφέρεται σ' ένα παιδικό πρότυπο υπερήρωα. Όλα τα υπόλοιπα στοιχεία, είναι ένα ποδήλατο, αθώα παιχνίδια και κουζινικά σκεύη.
Αν, πάλι, θελήσουμε να κοιτάξουμε ακόμα βαθύτερα, θα δούμε ότι ο Burton χρησιμοποιεί τον νεαρό Victor, ως απεικόνιση του εαυτού του και την επιστήμη, ως μια άλλη εκδοχή της κινηματογραφικής τέχνης. Η επιστήμη, μπορεί να φέρει και θετικά και αρνητικά αποτελέσματα στον άνθρωπο κι είναι στο χέρι του επιστήμονα το πως θα την χρησιμοποιήσει. Το κάθε πείραμα, επίσης, διαφέρει από το προηγούμενό του, ακόμα κι αν η μέθοδος παραμένει η ίδια, γιατί αλλάζουν οι συνιστώσες, μέρος των οποίων είναι κι ο σκοπός της πραγματοποίησης του πειράματος ή η θέληση του επιστήμονα να πετύχει αυτό.
Με δυο λόγια, ο Burton, μας λέει ότι τα υλικά του κινηματογράφου είναι τα ίδια για όλους. Σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο θα τα χρησιμοποιήσεις, ο λόγος που θες να δημιουργήσεις μια ταινία κι η αγάπη που τρέφεις για το "παιδί" σου. Η ανθρώπινη αλαζονεία είναι αυτή που έχει μετατρέψει σ' ευτελές τερατούργημα τις ταινίες τρόμου (ή και τον ίδιο τον κινηματογράφο), γιατί ο άνθρωπος δεν έχει τα σωστά κίνητρα για την παραγωγή και διακίνησή τους.
Ακόμα, αξίζει ν' αναφερθούμε στον λόγο που ο νεαρός Victor θα χάσει τον πολύτιμο φίλο του. Όλη η ταραχή, δεν βασίζεται σε κάποια δική του λανθασμένη επιλογή, αλλά στην επιμονή του πατέρα του να φερθεί φυσιολογικά. Το φυσιολογικό, δεν είναι απαραιτήτως κάτι καλό. Όταν είσαι διαφορετικός, που όλοι είμαστε, πρέπει ν' αποδεχτείς αυτό που είσαι, να εμπιστευτείς τον εαυτό σου και να διεκδικήσεις αυτό που χρειάζεσαι, γιατί μόνο τότε θα καταφέρεις να κάνεις καλό στον εαυτό σου και τους γύρω σου. 
Προσωπικά, παραδέχομαι ότι περίμενα πώς και πώς την κινηματογραφική της έξοδο. Περίμενα μάλιστα ότι θ' απογοητευτώ από το αποτέλεσμα και προς έκπληξή μου, συγκινήθηκα κι έφυγα μ' ένα αίσθημα απόλυτης πληρότητας από την κινηματογραφική αίθουσα. Βέβαια, γνωρίζω ότι στους περισσότερους από εσάς, η ταινία αυτή απλώς θ' αρέσει και δε θα μιλήσει στις καρδιές σας. Όμως, όσοι έχετε το κινηματογραφικό μικρόβιο από παιδιά κι έχετε μελετήσει πιστά το έργο αυτού το σκηνοθέτη και τις επιρροές του, νομίζω ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι είναι, ίσως, η αρτιότερη ταινία του και παράλληλα μια από τις καλύτερες παραγωγές του.
Σημείωση: Το "Frankenweenie", δεν περιέχει μουσικά νούμερα, όπως ο "Χριστουγεννιάτικος εφιάλτης" ή "Η νεκρή νύφη", αλλά βασίζεται σε μια διαφορετική, ασπρόμαυρη μαγεία.

Βαθμολογία: 5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ταινία, κινουμένων σχεδίων, του 2012, βασισμένη σε πρωτότυπη ιστορία του Tim Burton, αλλά και σε πρωτότυπο σενάριο του Leonard Ripps, σε σενάριο του John August και σκηνοθεσία του Tim Burton, διάρκειας 87 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Charlie Tahan, Martin Landau, Catherine O'Hara, Martin Short, Atticus Shaffer, Winona Ryder, Robert Capron, James Hiroyuki Liao και Frank Welker.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

15 Νοεμβρίου 2012

(2012) Οδηγός ιδεολογίας για διεστραμμένους

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The pervert's guide to ideology


Η υπόθεση
Ο Σλοβένος διαλεκτικός-υλιστής φιλόσοφος, Slavoj Žižek, αποπειράται να δώσει στο κινηματογραφικό κοινό έναν ορισμό για την έννοια της ιδεολογίας, ξεκινώντας από τον τρόπο δημιουργίας της και φτάνοντας να εξηγεί τις επιδράσεις αυτής στην κοινωνική δομή.

Η κριτική
Ο "Οδηγός ιδεολογίας για διεστραμμένους" είναι ένα έργο ντοκιμαντερίστικου χαρακτήρα, που δεν μοιάζει πολύ με τα ντοκιμαντέρ που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε. Περισσότερο, δίνει την αίσθηση ενός φιλοσοφικού κειμένου, το οποίο αντί να τυπωθεί, προβάλλεται στις αίθουσες.
Έχοντας μια διάρκεια που ξεπερνά τις δυο ώρες, κι ένα θέμα αρκετά ευρύ, που δυστυχώς είναι αδύνατον να καλυφθεί επαρκώς από τον οποιονδήποτε ειδικό, η νέα ταινία της Sophie Fiennes, αποτελεί απλώς μια προσπάθεια, μέσω διαφόρων παραδειγμάτων από κινηματογραφικά αποσπάσματα ή πραγματικά ντοκουμέντα, να δοθεί μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για την δομή της σημερινής κοινωνίας, τις ανάγκες της και τον τρόπο εξέλιξής της.
Για να μπορέσει κάποιος να φτάσει στον πυρήνα της ιδεολογίας και του τρόπου που λειτουργεί αυτή, θα πρέπει να διασπάσει το άτομο, να κατανοήσει πλήρως τις ανάγκες και τις προσδοκίες του, αλλά συγχρόνως να μην παραμελήσει το γεγονός ότι όλοι, είμαστε προϊόντα ενός κοινωνικού συνόλου, οπότε δρούμε κι αντιδρούμε μαζικά, βάσει των ερεθισμάτων που έχουμε λάβει από τη γέννησή μας και κανείς δεν λειτουργεί αυτόνομα.
Επίσης, σημαντικό στοιχείο, είναι ότι δεν υπάρχει μια και μοναδική ιδεολογία που διέπει το παγκόσμιο κοινωνικό σύνολο, αλλά μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι έχουν υπάρξει πολλές και σημαντικές ιδεολογικές απόψεις, που έχουν ασκήσει τεράστια επιρροή στην παγκόσμια ιστορία και σε διαφόρους κοινωνικούς, πολιτικούς ή οικονομικούς παράγοντες.
Με άλλα λόγια, το δίωρο ντοκιμαντέρ που πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ο ευφυής μονόλογος του Žižek, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα χαοτικό σύνολο από διάφορα ιδεολογικά παραδείγματα, με σκοπό να γίνει πιο σαφής στον θεατή, ο ρόλος του ανθρώπου στην κοινωνία του σήμερα, του αύριο και του χτες.
Προσωπικά, δεν μπορώ να κρίνω το κατά πόσο καταφέρνει να προβληματίσει ή να πείσει τον σύγχρονο θεατή που θα επιλέξει να το παρακολουθήσει. Νομίζω θα πρέπει ν' αναφέρω ότι εμένα δεν κατάφερε να με προβληματίσει στο ελάχιστο, για τον εξής απλούστατο λόγο, ότι ένιωσα να βλέπω την γυμνή αλήθεια της σύγχρονης πραγματικότητας, όπως η ίδια αντιλαμβάνομαι, στο κινηματογραφικό πανί.
Δεδομένου λοιπόν αυτού, έχω την αίσθηση ότι το κινηματογραφικό αυτό δοκίμιο, δεν έχει την διάθεση να εκβιάσει τις σκέψεις του κοινού, αλλά στοχεύει περισσότερο στον προβληματισμό του. Πιστεύω, επίσης, ότι ανάλογα με τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του καθενός από 'σας, άλλα πράγματα έχει να πει στον καθένα. Σε κάποιους θα φανεί πολύπλοκο κι ανούσιο, σε κάποιους άλλους μπορεί να φανεί ιδιοφυές κι ιδιαίτερα εύστοχο. Για 'μενα αποτελεί μια εκδοχή της πραγματικότητας, δοσμένη όσο το δυνατόν πιο κατανοητά στο σινεφίλ κοινό.
Σημείωση: Ένα δείγμα των καταστάσεων στις οποίες στέκεται για κάποια ώρα το φιλμ είναι ο ναζισμός, η Ε.Σ.Σ.Δ., οι ειρηνικές επεμβάσεις των Αμερικανών στρατιωτικών, ο χριστιανισμός, ο αθεϊσμός, τα γεγονότα βανδαλισμών στην Αγγλία του 2011, οι δολοφονίες του ίδιου έτους στην Νορβηγία, οι διάφορες χρήσεις της 9ης Συμφωνίας του Beethoven, ο καταναλωτισμός και πολλά άλλα, εξίσου ασύνδετα θέματα.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό ντοκιμαντέρ του 2012, σε σενάριο του Slavoj Žižek και σκηνοθεσία της Sophie Fiennes, διάρκειας 134 λεπτών, με πρωταγωνιστή τον Slavoj Žižek και διάφορα οπτικο-ακουστικά αποσπάσματα.

Οι σύνδεσμοι

(2006) Κινηματογραφικός οδηγός για διεστραμμένους

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The pervert's guide to cinema
Εναλλακτικός ελληνικός τίτλος: Ο κινηματογράφος του Slavoj Žižek


Η υπόθεση
Ο Σλοβένος διαλεκτικός-υλιστής φιλόσοφος, Slavoj Žižek, αποπειράται να εξηγήσει στον κινηματογραφικό θεατή, την ουσία της κινηματογραφικής τέχνης και την προσφορά της στον άνθρωπο, μέσω της φροϋδικής θεωρίας και διαφόρων παραδειγμάτων από το διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα.

Η κριτική
Ο "Κινηματογραφικός οδηγός για διεστραμμένους" θα μπορούσαμε να πούμε ότι κρύβει στον τίτλο του, ήδη, ολόκληρο το νόημα της ύπαρξής του. Αν αναρωτηθούμε τον λόγο για τον οποίο έχει μπει στον τίτλο η λέξη "διεστραμμένος", τότε με μεγάλη ευκολία συσχετίζουμε την κινηματογραφική τέχνη με την ψυχολογία κι αντιστρόφως.
Το σινεμά και το θέατρο, οι δυο αυτές αναπαραστατικές τέχνες, αποτελούν μια πλασματική πλευρά του πραγματικού κόσμου, την οποία ο κινηματογραφικός θεατής έχει την δυνατότητα να παρακολουθήσει σαν να κοιτά μέσα από μια χαραμάδα. Έχει με άλλα λόγια την δυνατότητα να παρακολουθήσει από μια καθαρά ηδονοβλεπτική σκοπιά, κρατώντας όμως μια απόσταση ασφαλείας, ένα κομμάτι της πραγματικότητας.
Ξεκινώντας το έργο, ο θεατής έχει την αίσθηση ότι μέσω διαφόρων γνωστών κινηματογραφικών παραδειγμάτων, θα του αποκαλυφθεί ο κόσμος της φροϋδικής θεωρίας της ψυχολογίας. Λίγο μετά συνειδητοποιεί ότι θα πρέπει να έχει τις απαραίτητες γνώσεις επί του θέματος, για να μπορέσει να κατανοήσει το εγχείρημα, και κάπου στην μέση περίπου της ταινίας, είναι πλέον σαφές, ότι γίνεται μάρτυρας ενός διαλογικού μονολόγου, ανάμεσα στην ψυχολογία και το σινεμά.
Αναρωτώμενος, λοιπόν, αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα, ο Žižek, έχοντας ως επίκεντρο τον τρόπο που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του, προσπαθεί να εξηγήσει τον σκοπό που εξυπηρετεί η παρακολούθηση ενός κινηματογραφικού έργου και για κάποιον γνώστη των βασικών ψυχολογικών εννοιών το καταφέρνει.
Το ατόπημα, όμως, στο οποίο πέφτει άθελά του ο Σλοβένος φιλόσοφος, είναι ότι δεν προσπαθεί να εξηγήσει στο σύνολό της την κινηματογραφική τέχνη, παρά στέκεται στην επεξήγηση συγκεκριμένων ταινιών, από μεγάλους μάστορές της, εξηγώντας κυρίως τη δική τους προσφορά στην τέχνη και την επίδρασή τους στην ανθρώπινη ψυχή. Όντας, βέβαια, πρακτικά αδύνατον να καταφέρει να καταπιαστεί μέσα σε δυο ώρες, με όλο το κινηματογραφικό σύνολο, καταφέρνει να ασχοληθεί με τα περισσότερα κλασικά παραδείγματα που θα μπορούσαν ν' αναλυθούν.
Πατώντας στο "Εγώ", το "Υπερεγώ" και το "Αυτό (Εκείνο)", την "λίμπιντο", το "οιδιπόδειο σύμπλεγμα", την έννοια της επιθυμίας και την ανάγκη της φαντασίωσης στην πραγματικότητά μας, και με παραδείγματα των Hitchcock, Lynch, Tarkovsky, Kieslowski, Bergman, Chaplin, κ.α., ο Slavoj Žižek, παρουσιάζει ένα αξιόλογο εγχείρημα, που απευθύνεται στους φανατικούς κινηματογραφόβιους θεατές, που έχουν παράλληλα βασικές γνώσεις για την θεωρία που έχει αναπτύξει ο Sigmund Freud πάνω στην ανθρώπινη ψυχολογία.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό ντοκιμαντέρ του 2006, σε σενάριο του Slavoj Žižek και σκηνοθεσία της Sophie Fiennes, διάρκειας 150 λεπτών, με πρωταγωνιστή τον Slavoj Žižek και διάφορα οπτικο-ακουστικά αποσπάσματα.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

14 Νοεμβρίου 2012

(2012) Χαραυγή: Μέρος 2

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The twilight saga: Breaking dawn - Part 2


Η υπόθεση
Η Bella (Kristen Stewart) καταφέρνει να ξεγελάσει το θάνατο κι ως βαμπίρ, τώρα, κάνει προσπάθειες να προσαρμοστεί στην καινούργια της πραγματικότητα. Ξυπνώντας, θα πρέπει να μάθει να ελέγχει τις ορμές της, θα πληροφορηθεί, επίσης, για τον δεσμό που δημιουργήθηκε ανάμεσα στον Jacob (Taylor Lautner) και την κόρη της, Renesmee (Mackenzie Foy) και θα πρέπει να βρει τη δύναμη να πείσει τον πατέρα της, Charlie (Billy Burke), να αρκεστεί στο γεγονός ότι είναι ζωντανή. Ενώ οι Cullen είναι, πλέον, μια μεγάλη οικογένεια και ζουν αρμονικά κάτω από την ίδια στέγη με τον Jacob και το ταχύτατα αναπτυσσόμενο νέο μέλος της, η Irina (Maggie Grace), θα δει την μικρή Renesmee να παίζει με το χιόνι και θα θεωρήσει ότι οι Cullen έχουν διαπράξει το υπέρτατο έγκλημα, δημιουργώντας ένα αθάνατο παιδί. Δεδομένου ότι τα βαμπίρ που μετατρέπονται σε παιδική ηλικία, δεν έχουν την ικανότητα να ελέγξουν τη δίψα τους, η Irina θα στραφεί στους Volturi, ζητώντας τη βοήθειά τους για τη θανάτωση της μικρής Cullen. Η οικογένεια του Carlisle (Peter Facinelli), όμως, στο άκουσμα της απειλής, δεν θα μείνει άπραγη, αλλά θα προσπαθήσει να συγκεντρώσει μάρτυρες και να πείσει τον Aro (Michael Sheen) για τη θνητή ταυτότητα της νεαρής Renesmee. Σιγά-σιγά, τα δυο αντίπαλα στρατόπεδα συγκεντρώνουν της δυνάμεις τους για την υπέρτατη σύγκρουση.

Η κριτική
Η πολυαναμενόμενη συνέχεια του πρώτου μέρους του επικού τέλους, αν κι αποτελεί μια ανεξάρτητη ταινία, είναι παράλληλα και το μόνο έργο της σειράς που η Bella θ' ανοίξει τα μάτια της και θα ξέρουμε ότι ανήκει πια, με το νόμο, μαζί με τον Edward (Robert Pattinson).
Επίσης, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι και στα δυο μέρη, των οποίων τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο Bill Condon, δεν αναλώνεται ιδιαίτερος χρόνος στην αρχή των ταινιών, για να γίνει μια ήρεμη εισαγωγή του θεατή στο θέμα. Το πρώτο μέρος ξεκινά με την αναστάτωση των ετοιμασιών του γάμου και σ' αυτή τη συνέχεια, η Bella θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπη με τα γεγονότα των δυο τελευταίων ημερών και με την νέα της ταυτότητα.
Με άλλα λόγια, η δράση παίζει κυρίαρχο ρόλο στο τελευταίο τετράωρο μέρος της ταινίας, με το τελευταίο μισό, να παίρνει τα ηνία για να προετοιμάσει τον θεατή για την γεμάτη ένταση μάχη που θα διεξαχθεί, λίγο πριν το τέλος της. Επίσης, κάποια πράγματα που σ' έναν νέο θεατή φαντάζουν εξωπραγματικά, όπως για παράδειγμα ο έρωτας του Jacob για ένα μωρό, για έναν εξοικειωμένο θεατή (ή κι αναγνώστη) αποτελούν μέρος της μυθοπλασίας. Οπότε αν δεν θυμάστε πολύ καλά την ιστορία, θα σας πρότεινα να δείτε, έστω, το πρώτο μέρος της "Χαραυγής", όπου η εξέλιξη των γεγονότων, έχει ακόμα μια λογική βάση και θα μπορέσετε να παρακολουθήσετε με πιο φυσιολογικό τρόπο το τελευταίο αυτό μέρος.
Για ν' αποφύγω τα spoiler, θα ήθελα να σταθώ λίγο στα τεχνικά χαρακτηριστικά της ταινίας, αλλά και στους τίτλους τέλους της. Με το που θ' ανοίξει τα μάτια της η νεαρή πρωταγωνίστρια, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται ζουμ στα διάφορα αντικείμενα και πρόσωπα που υπάρχουν στο δωμάτιο, λειτουργεί ιδιαίτερα βοηθητικά για την κατανόηση των αυξημένων αισθήσεων που έχει η Bella ως αθάνατη. Επίσης, η εξαιρετική φωτογραφία κι η μουσική επένδυση που χαρακτηρίζουν την πενταλογία, παραμένει ποιοτικά στα ίδια επίπεδα.
Μιας και το τελευταίο αυτό μέρος, στηρίζεται περισσότερο στη δράση, η εναλλαγή της slow motion εικόνας, με κανονική ταχύτητα και λίγα σημεία fast motion, καταφέρνει να κρατήσει το βλέμμα του θεατή και να του εντείνει το ενδιαφέρον.
Ό,τι και να λέμε, όμως, και σ' όποια ηλικιακή ομάδα κι αν απευθύνονται οι συγκεκριμένες ταινίες, ένα πράγμα είναι σίγουρο: Η επιτυχία τους, κανείς δεν γνωρίζει αν είναι εφήμερη ή όχι, η θραύση, όμως, την οποία κάνανε, σίγουρα έχει τις βάσεις της σε μια ιδιαίτερα προσεγμένη παραγωγή, που σέβεται τον εαυτό της. Κι ο σεβασμός στις προσπάθειές τους, δεν θα μπορούσε να δειχθεί με καλύτερο τρόπο, αφού στους τίτλους τέλους, θα περάσουν εικόνες με πρόσωπα που έχουμε δει στα προηγούμενα μέρη κι όχι μόνο σ' αυτό το τελευταίο.
Σε γενικές, γραμμές δεν πιστεύω ότι το τελευταίο μέρος, θ' απογοητεύσει τους φανατικούς του "Λυκόφωτος". Σίγουρα, βέβαια, θα υπάρξουν αρνητικές αντιδράσεις από αυτούς που ποτέ δεν κατάφεραν να κατανοήσουν την επιτυχία της συγκεκριμένης κινηματογραφικής σειράς. Προσωπικά, κυρίως λόγω της μουσικής, μπορώ να πω ότι σε μερικά σημεία, παραλίγο να συγκινηθώ κιόλας, οπότε νομίζω ότι με σιγουριά μπορώ να πω ότι πετυχαίνει να κλείσει ικανοποιητικά τον κύκλο.
Βέβαια, ως τελευταία ταινία, παρά την έμφαση που δίνεται στη δράση, δεν παύει να στέλνει διάφορα μηνύματα στο νεανικό κινηματογραφικό κοινό. Το "Λυκόφως" περνά προοδευτικά, από τη σημασία του έρωτα, σ' αυτήν της φιλίας, του γάμου, της ερωτικής πράξης και φτάνει στην αξία της οικογένειας και τις γνώσεις που βρίσκονται στην παράδοση.
Οι Cullen, προκειμένου να καταφέρουν να υπερασπιστούν την οικογένειά τους, θα στραφούν για βοήθεια σε πιο μακρινούς συγγενείς τους, οι οποίοι δεν θα διστάσουν να προσφέρουν μια χείρα βοηθείας. Επίσης, τώρα που ο Jacob έχει αποτυπωθεί στην νεαρή Renesmee, η οικογένεια Cullen, έχει ενωθεί με τους θανάσιμους εχθρούς της κι όλοι μαζί ενωμένοι και σεβόμενοι τις ανάγκες του άλλου, θα προσπαθήσουν να σώσουν τη ζωή της νεαρής κόρης του Edward και της Bella.
Όσον αφορά στην παράδοση τώρα, από την αρχή του έργου, θα δούμε ότι οι μόνοι που μπορεί να έχουν απαντήσεις για τη φύση της μικρής Renesmee, είναι οι ιθαγενείς της Βραζιλίας. Εκεί είναι που, αν υπάρχουν απαντήσεις, θα δοθούν και μαζί μ' αυτές θα δοθεί κι η λύση όλων των προβλημάτων.
Με λίγα λόγια, αν ανήκετε σ' αυτούς που θέλουν να δουν πως τελειώνει η ιστορία που ξεκίνησε το 2008, δείτε την. Αν πάλι είστε φανατικός αναγνώστης των βιβλίων, έχετε ήδη πάρει μια γεύση από τις προηγούμενες κινηματογραφικές μεταφορές κι είστε σε θέση ν' αποφασίσετε το κατά πόσο σας εκφράζουν ή όχι. Σε όσους, πάλι, δεν έχουν αρέσει οι προηγούμενες ταινίες, μην περιμένετε αυτή να κάνει τη διαφορά.
Σημείωση: Ναι... και σ' αυτή την ταινία, ο Taylor Lautner βγαίνει από τα ρούχα του κι επιτέλους η Bella ζει ελεύθερα τον έρωτά της με τον Edward, χωρίς τύψεις απέναντι στον νεαρό Jacob.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη ρομαντική ταινία του 2012, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Stephenie Meyer, σε σενάριο της Melissa Rosenberg και σκηνοθεσία του Bill Condon, διάρκειας 115 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Kristen Stewart, Robert Pattinson, Taylor Lautner, Ashley Greene, Jackson Rathbone, Peter Facinelli, Elizabeth Reaser, Kellan Lutz, Nikki Reed, Mackenzie Foy, Billy Burke, Maggie Grace, Michael Sheen και Dakota Fanning.

Οι σύνδεσμοι
Imdb