Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δράμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δράμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

31 Δεκεμβρίου 2012

(1943) Και οι δήμιοι πεθαίνουν

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hangmen also die!


Η υπόθεση
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Πράγα, ο Reinhard Heydrich (Hans Heinrich von Twardowski), γνωστός κι ως "Δήμιος", δολοφονείται. Ο εκτελεστής του είναι ένας γιατρός, ονόματι Franticek Svoboda (Brian Donlevy), που είναι μέλος της αντίστασης. Κατά την προσπάθεια διαφυγής του, η Nasha Novotny (Anna Lee), κόρη του καθηγητή Stephen Novotny (Walter Brennan), θ' αποπροσανατολίσει την Γκεστάπο και θα βοηθήσει τον νεαρό γιατρό να γλυτώσει. Το ίδιο βράδυ, μην έχοντας καταφέρει να βρει κατάλυμα, ο Svoboda, θα επισκεφτεί το σπίτι της Nasha και θα ζητήσει για δεύτερη φορά τη βοήθειά της, θέτοντας την ίδια και την οικογένειά της σε μεγάλο κίνδυνο. Ο καθηγητής Novotny συλλαμβάνεται, μαζί με εκατοντάδες άλλους αθώους Τσεχοσλοβάκους, από την Γκεστάπο κι η Nasha, μην έχοντας άλλη επιλογή, σιωπά, ελπίζοντας στη σωτηρία του πατέρα της.

Η κριτική
Η ταινία "Και οι δήμιοι πεθαίνουν", είναι ένα μοναδικό δημιούργημα δυο μεγάλων προσωπικοτήτων των τεχνών, καθώς το σενάριό της υπογράφει, μέσω του John Wexley, ο Bertolt Brecht και την σκηνοθεσία της ο Fritz Lang. Όντας, λοιπόν, κράμα δυο πολύ διαφορετικών δημιουργών, το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε παρά να φέρει χαρακτηριστικά και των δυο και να μην αποτελεί χαρακτηριστικό έργο ενός εξ αυτών.
Κατά την περίοδο του 1942, ο Fritz Lang είχε ήδη γίνει αποδεκτός και αγαπητός στα Χολιγουντιανά πλατό, όμως ο Bertolt Brecht δεν ανήκε στην ίδια κατηγορία. Ο ρεαλισμός που προσπαθούσε ν' αποδώσει στα σενάριά του, αλλά κι η άρνησή του να συμβιβαστεί με τα αμερικάνικα κλισέ, έκαναν τους παραγωγούς ν' απορρίπτουν τα έργα του, παρά την ευρεία θεματική τους. Παρόλα αυτά, κανένας άλλος συγγραφέας δεν θα μπορούσε να έχει συμβάλλει, τόσο πετυχημένα, στο σενάριο της συγκεκριμένης ταινίας.
Βασιζόμενοι στην πραγματική δολοφονία του Reinhard Heydrich, στην Πράγα, ο Brecht κι ο Lang ξεκίνησαν να ερευνούν τον θάνατό του, έχοντας στο μυαλό τους τη δημιουργία μιας ταινίας, όταν θα κατάφερναν να συλλέξουν τα απαραίτητα στοιχεία. Από τις πολλές και διαφορετικές μαρτυρίες, όμως, στάθηκε αδύνατη η συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών για την συγγραφή ενός σεναρίου που θ' αναπαριστούσε το πραγματικό χρονικό της δολοφονίας του Προστάτη του Γ' Ράιχ κι έτσι οι δυο τους, χρησιμοποίησαν το γεγονός της δολοφονίας για τη δημιουργία μιας πλασματικής, αντιφασιστικής, ιστορίας.
Στο έργο, εν τέλει, ως εκτελεστή γνωρίζουμε τον νεαρό γιατρό Franticek Svoboda, όμως ο Brecht, δεν αργεί να ταυτίσει το πρόσωπό του, μ' ολόκληρο το έθνος της τότε Τσεχοσλοβακίας, αφαιρώντας από πάνω του την όποια ευθύνη. Στην προσπάθεια των Γερμανών να συλλάβουν τον δράστη, βέβαια, θυσιάστηκαν ένα σωρό αθώοι πολίτες, οι οποίοι λειτούργησαν ως αφορμή για τον διχασμό ενός ολόκληρου έθνους. Αυτό που ζητούσαν, όμως, οι Γερμανοί και που κατάφερε να τους δώσει τελικά ο λαός, ήταν ένα εξιλαστήριο θύμα κι ουσιαστικά αυτή η ικανότητα μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων να νικήσει το κακό με την κατάλληλη συνεργασία, είναι που προβάλλεται πολύ έντονα στο έργο.
Φυσικά, όμως, αν αναλογιστεί κάποιος την εποχή, με μεγάλη ευκολία συνειδητοποιεί ότι ένα τέτοιο έργο ήταν αδύνατον να υπάρξει χωρίς τις κατάλληλες τροποποιήσεις που θα το έκαναν να μοιάζει λιγότερο επαναστατικό και περισσότερο θελκτικό στον θεατή της δεκαετίας του 1940. Έτσι, η ιστορία σώζεται με την εισαγωγή της δεσποινίδος Nasha Novotny και της οικογενείας της.
Η νεαρή δεσποινίς, από τις προετοιμασίες του γάμου της, μην έχοντας άλλη επιλογή, καταλήγει να βοηθά την αντίσταση και τον νούμερο ένα καταζητούμενο. Φυσικά η ίδια, πληρώνει το τίμημα με την σύλληψη του πατέρα της, καθηγητή Novotny, κι η κατάσταση της οικογενείας της, μετά την σύλληψη, μοιάζει τραγική. Καθώς οι μόνοι δυο που γνωρίζουν την ταυτότητα του δράστη είναι η Nasha κι ο συλληφθείς, όλοι οι υπόλοιποι, εκφράζουν ό,τι θα σκεφτόταν η οποιαδήποτε οικογένεια που κινδύνευε να χάσει κάποιο μέλος της, χωρίς να έχουν συναίσθηση ότι οι ίδιοι έχουν, εν αγνοία τους, υποθάλψει τον εγκληματία.
Η εξέλιξη της πλοκής, λοιπόν, στήνεται λιθαράκι-λιθαράκι, περιέχοντας οτιδήποτε θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο στην εύκολη πρόσληψη του αντιπολεμικού μηνύματος και την αναγκαιότητα της συνεργασίας του λαού. Το "Και οι δήμιοι πεθαίνουν", με άλλα λόγια, αποτελεί ένα πολύ όμορφο δείγμα αντιναζιστικού φιλμ νουάρ, που παρά την μεγάλη του διάρκεια, προτείνεται σε όλους τους λάτρεις του καλού ασπρόμαυρου κινηματογράφου.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 1943, βασισμένο σε ιστορία των Fritz Lang και Bertolt Brecht, σενάριο του John Wexley και σκηνοθεσία του Fritz Lang, διάρκειας 134 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Brian Donlevy, Anna Lee, Walter Brennan, Nana Bryant, William Roy, Margaret Wycherly, Gene Lockhart, Alexander Granach, Dennis O'Keefe και Hans Heinrich von Twardowski.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb 
Rotten Tomatoes 

28 Δεκεμβρίου 2012

(2011) Ο κυνηγός

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The hunter


Η υπόθεση
Ο Martin David (Willem Dafoe) είναι ένας αποτελεσματικός κυνηγός που συνηθίζει να δουλεύει μόνος. Στον άντρα αυτόν, θ' ανατεθεί να ταξιδέψει στην Τασμανία και να φέρει σε πέρας μια σχεδόν ακατόρθωτη δουλειά. Ο εργοδότης είναι μια στρατιωτική βιο-τεχνολογική εταιρεία, η RedLeaf, η οποία αναζητά δείγματα από την τίγρη της Τασμανίας, ένα είδος που θεωρείται εξαφανισμένο από το 1936, όμως υπάρχουν πληροφορίες ότι στην πραγματικότητα δεν έχει εκλείψει. Έχοντας σαν δεδομένο ότι υπάρχει μια τελευταία τίγρης του είδους, ο Martin θα προσπαθήσει να την εντοπίσει, όμως τα σχέδιά του θ' αλλάξουν, όταν η οικογένεια ενός εξαφανισμένου ακτιβιστή κι οι κάτοικοι της περιοχής, τον κάνουν να δει ότι αυτό που έχει αναλάβει είναι πολύ περισσότερο από μια απλή δουλειά.

Η κριτική
"Ο κυνηγός" αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα κοινωνικο-πολιτική, δραματική, περιπέτεια με έντονο οικολογικό χαρακτήρα. Το σενάριο της βασίζεται σε διάφορες ιστορίες που αφορούν ένα "μυθικό" πλάσμα, με προέλευση το νησί της Τασμανίας, που ενώ πιστεύεται ότι έχει εκλείψει, υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ντόπιων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι το είδος αυτό βρίσκεται ακόμα εν ζωή, χωρίς όμως να έχει επιβεβαιωθεί, ποτέ, κάτι τέτοιο.
Ως κεντρικό ήρωα, γνωρίζουμε έναν άντρα που αποτελεί τον ορισμό του μοναχικού, συγκροτημένου και ψυχολογικά τραυματισμένου ανθρώπου. Παρόλο που οι σεναριογράφοι δεν εστιάζουν τόσο στην ψυχολογική σκιαγράφηση των χαρακτήρων, ο σκηνοθέτης της έχει φροντίσει να δώσει στον θεατή, μέσω της εικόνας και της σιωπής, τις πολύ βασικές πληροφορίες που χρειάζεται για να σκιαγραφήσει, από μόνος του, το προφίλ του καθενός ξεχωριστά.
Με αυτόν τον τρόπο, οι δημιουργοί της ταινίας, καταφέρνουν να εστιάσουν ταυτόχρονα στο οικογενειακό και προσωπικό δράμα των πρωταγωνιστών, στην οικολογική καταστροφή που προκαλεί το εμπόριο με την Δύση στο οικοσύστημα της Τασμανίας, αλλά και το οικονομικό πρόβλημα που προκαλεί στους κατοίκους της περιοχής η ύπαρξη ακτιβιστών, οι οποίοι εμποδίζουν τους γηγενείς να δουλέψουν με κανονικούς ρυθμούς. Η ταινία γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα όταν, στο παιχνίδι, βλέπουμε να μπαίνουν τα συμφέροντα δυτικών εταιριών, για τις οποίες το μόνο που μετρά είναι το κέρδος και δεν διστάζουν, προκειμένου να πάρουν αυτό που θέλουν, να πατήσουν επί πτωμάτων.
Ο Martin, με την άφιξή του στην πανέμορφη αυτή γη, θα έρθει αντιμέτωπος με ένα παρατημένο σπίτι, στο οποίο θα πρέπει να ζήσει για όσο διάστημα εργάζεται πάνω στην εύρεση της τίγρης, αλλά και με τους αφιλόξενους κατοίκους της περιοχής. Η ατμόσφαιρα της ταινίας, αμέσως, δημιουργεί στον θεατή μια εχθρική αίσθηση, που αφήνει να εννοηθεί κάποια πιθανή απειλή κατά της ζωής του πρωταγωνιστή στη διάρκεια της εκεί παραμονής του. Σιγά-σιγά, βέβαια, τα δεδομένα αλλάζουν, καθώς τα παιδιά του εξαφανισμένου ακτιβιστή, θα κάνουν, με το "έτσι θέλω", μέλος της οικογενείας τους τον εσωστρεφή κυνηγό, κάνοντάς τον, ταυτόχρονα, ν' ανοίξει τα μάτια του και να θελήσει να μάθει, για την περιοχή, περισσότερα απ' τα όσα του έχει γνωστοποιήσει ο εργοδότης του.
Έχοντας έναν εξαίρετο Willem Dafoe σε ρόλο πρωταγωνιστή κι ανάλογο cast στους δευτερεύοντες ρόλους, ο Daniel Nettheim, παρουσιάζει μια περιπέτεια που αγγίζει τα όρια του ψυχολογικού θρίλερ και των ταινιών με κοινωνικό ή οικολογικό χαρακτήρα, χωρίς να συγκαταλέγεται όμως στις δυνατές ταινίες του είδους. Μεταφέροντας επί της οθόνης, ένα βιβλίο που έχει ως τόπο δράσης το μελαγχολικό, αλλά υπέροχο τοπίο της Τασμανίας και χρησιμοποιώντας με πολύ όμορφο τρόπο την μουσική, αλλά και την σιωπή ως μέσο έκφρασης, ο σκηνοθέτης της καταφέρνει να δημιουργήσει μια ταινία με πολλά νοήματα και συμβολισμούς, που λόγω των αναγκαίων, αργών ρυθμών της, απευθύνεται κατά βάση στους σινεφίλ θεατές της περιπέτειας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αυστραλιανή περιπέτεια του 2011, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Julia Leigh, σε σενάριο των Wain Fimeri και Alice Addison και σκηνοθεσία του Daniel Nettheim, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Willem Dafoe, Sam Neill, Frances O'Connor, Morgana Davies, Finn Woodlock και Jacek Koman.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

27 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Η ωραία κοιμωμένη

Πρωτότυπος τίτλος: Bella addormentata
Αγγλικός τίτλος: Dormant beauty


Η υπόθεση
Η επικείμενη ευθανασία της Eluana Englaro συγκλονίζει την Ιταλία του 2009. Κατά την διάρκεια των τελευταίων επτά ημερών της στην ζωή, εξελίσσονται τρεις, φαινομενικά, ασύνδετες ιστορίες, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για την ζωή και τον θάνατο. Η κόρη ενός γερουσιαστή, που θέλει να καταψηφίσει τον νόμο για την απαγόρευση της ευθανασίας, διαδηλώνει, έξω από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται η Eluana, για τα δικαιώματα της νεαρής κοπέλας να παραμείνει στην ζωή. Η κόρη μιας πολύ μεγάλης ηθοποιού βρίσκεται σε κώμα και διατηρείται στην ζωή με μηχανική υποστήριξη. Τέλος, μια ναρκομανής επιχειρεί ν' αυτοκτονήσει έξω από ένα νοσοκομείο, όμως ένας από τους γιατρούς που εργάζονται εκεί, αρνείται να την αφήσει να πεθάνει.

Η κριτική
"Η ωραία κοιμωμένη" του Marco Bellocchio, δεν έχει καμία σχέση με την ωραία κοιμωμένη του παραμυθιού. Αντίθετα, ο τίτλος της αναφέρεται στην πραγματική ιστορία της Eluana Englaro, μιας Ιταλίδας που βρισκόταν επί 17 ολόκληρα χρόνια σε κώμα, μέχρι την στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο επέτρεψε στον πατέρα της ν' απαλλάξει την κόρη του από το μαρτύριό της. Έτσι, νωρίς το βράδυ της 9ης Φεβρουαρίου του 2009, την ίδια ώρα που στο ιταλικό κοινοβούλιο ψηφιζόταν το νομοσχέδιο που θα καταργούσε το δικαίωμα της ευθανασίας στο ανθρώπινο είδος, η κοπέλα απεβίωσε. Χρησιμοποιώντας, λοιπόν, ως σημείο αναφοράς μια πραγματική ιστορία, που συγκλόνισε την Ιταλία, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, ο Bellocchio, δημιουργεί ένα έργο που παρουσιάζει τρεις διαφορετικές απόψεις για την ζωή και τον θάνατο.
Η αλήθεια είναι ότι με το θέμα της ευθανασίας έχουν ασχοληθεί, πριν τον Bellocchio, κι άλλοι κινηματογραφιστές, έχοντας δώσει στον κινηματογράφο ταινίες που δύσκολα τις ξεπερνά κανείς. Όμως, είναι η πρώτη φορά που κάποιος σκηνοθέτης αποπειράται να χρησιμοποιήσει ένα πραγματικό περιστατικό ως βάση της ιστορίας του, της οποίας κεντρικός άξονας δεν είναι η ευθανασία καθεαυτή, αλλά ένας διάλογος ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία.
Σε πρώτο πλάνο, έχουμε την πλασματική ιστορία ενός γερουσιαστή, του Uliano Beffardi  (Toni Servillo), ο οποίος, έχοντας βρεθεί σε ανάλογη θέση με αυτή του πατέρα της Eluana, προτίθεται να διακινδυνέψει τη θέση του στο ιταλικό κοινοβούλιο, καταψηφίζοντας τον νόμο περί κατάργησης της ευθανασίας. Στον αντίποδα του δικού του δράματος, όμως, συναντάμε την κόρη του, Maria (Alba Rohrwacher), η οποία, έχοντας εκλάβει πολύ διαφορετικά, απ' τον πατέρα της, τον θάνατο της μητέρας της, διαδηλώνει ενάντια στην απόφαση της οικογένειας Englaro. Στη ζωή της Maria, όμως, θα μπει ο Roberto (Michele Riondino), ένας νεαρός που πιθανώς να την κάνει να καταλάβει την θέση του πατέρα της απέναντι στην οικογενειακή τους απώλεια.
Σε δεύτερο πλάνο, θα δούμε να εξελίσσεται, παράλληλα, η ιστορία μιας μάνας, που όλοι την αποκαλούν "Αγία Μητέρα" (Isabelle Huppert), η οποία συντηρεί την κόρη της στην ζωή με μηχανική υποστήριξη. Η γυναίκα αυτή, όπως μαθαίνουμε στην πορεία, ήταν κάποτε μια σπουδαία ηθοποιός που παραιτήθηκε, πρακτικά, από την ζωή της, μετά το ατύχημα της κόρης της και πλέον, αναπνέει μόνο για να φροντίζει και να προσεύχεται για το παιδί της. Έχοντας ξεχάσει τι είναι να συνομιλεί κανείς ή να ενδιαφέρεται για τους ζωντανούς, έχει αφήσει τον σύζυγο και τον γιό της εκτός της ζωής της ως ζωντανή-νεκρή και βλέπουμε ότι για 'κείνη, το μόνο που έχει σημασία είναι η εξέλιξη της κατάστασης της Eluana, καθώς αποτελεί τον λόγο της ελπίδας ή της απελπισίας της για το δικό της παιδί.
Η τελευταία ιστορία τώρα, αφορά μια γυναίκα που ζει, τα τελευταία χρόνια, υπό την επήρεια ουσιών, την Rossa (Maya Sansa). Έχοντας χάσει, λοιπόν, λόγω της εξάρτησής της, την ικανότητα να νιώσει διάφορα συναισθήματα, αισθάνεται ότι δεν έχει λόγο να διατηρείται, σ' αυτήν την κατάσταση, στην ζωή και προσπαθεί επανειλημμένα ν' αυτοκτονήσει. Όμως, στο δρόμο της νεαρής γυναίκας θα βρεθεί ένας γιατρός που δεν επιτρέπει στον εαυτό του ν' αφήσει κάποιον να εγκαταλείψει μ' αυτόν τον τρόπο τη ζωή. Έτσι ο Δρ. Pallido (Pier Giorgio Bellocchio), αναλαμβάνει τον ρόλο του φύλακα άγγελού της, προσπαθώντας με σκληρό τρόπο να την μεταπείσει.
Κατά γενική ομολογία, το συγκεκριμένο θέμα είναι πολύ λεπτό, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρουσιάσει κανείς, με απενοχοποιημένο τρόπο, ιστορίες που να δίνουν στον θεατή την δυνατότητα να σχηματίσει μια δική του άποψη πάνω στο θέμα της ελευθερίας της βούλησης, όταν αυτό αφορά στην ζωή και τον θάνατο.
Στα συν της συγκεκριμένης ταινίας, λοιπόν, συγκαταλέγεται ο τρόπος με τον οποίο ο δημιουργός της προσεγγίζει την ελευθερία του ανθρώπου στο συγκεκριμένο θέμα, αφήνοντάς τον θεατή ν' αναπτύξει από μόνος του, την άποψη που του ταιριάζει. Επίσης, αξίζει ν' αναφέρουμε ότι οι ερμηνείες είναι άριστες, αναδεικνύοντας έτσι την κάθε ιστορία. Στα μειονεκτήματά της τώρα, συγκαταλέγονται οι αναγκαίοι αργοί ρυθμοί της, που πιθανόν να κουράσουν με μεγάλη ευκολία ένα κοινό που περιμένει να δει κάτι σαν τη "Θάλασσα μέσα μου".
Παρόλα αυτά, αν το θέμα της σας κεντρίζει το ενδιαφέρον, ο Marco Bellocchio, έχει κάνει μια πολύ όμορφη, απλή κι αληθινή προσέγγισή αυτού, χωρίς να δημιουργεί, όμως, μια δυνατή ή συγκλονιστική ταινία. Προτείνεται λοιπόν, κατά κύριο λόγο, στο σινεφίλ κοινό, που το συναρπάζει η ιδέα μιας ταινίας που πραγματεύεται την ζωή και τον θάνατο, μέσα από το πρίσμα της ελεύθερης επιλογής ανάμεσα στα δυο.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ιταλικό δράμα του 2012, βασισμένο σε ιστορία του Marco Bellocchio, σε σενάριο των Marco Bellocchio, Veronica Raimo και Stefano Rulli και σκηνοθεσία του Marco Bellocchio, διάρκειας 115 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Toni Servillo, Alba Rohrwacher, Michele Riondino, Fabrizio Falco, Isabelle Huppert, Gianmarco Tognazzi, Brenno Placido, Carlotta Cimador, Maya Sansa, Pier Giorgio Bellocchio, Gigio Morra και Roberto Herlitzka.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

26 Δεκεμβρίου 2012

(1984) Χριστουγεννιάτικα κάλαντα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: A Christmas carol


Η ιστορία
Ο Ebenezer Scrooge (George C. Scott) είναι ένας πλούσιος, αλλά σκληρός άνθρωπος, που ζει κατά την βικτωριανή εποχή και θεωρεί τα Χριστούγεννα μια ανούσια γιορτή μέσα στον χρόνο. Θεωρώντας σημαντικό μόνο το οικονομικό όφελος, αδιαφορεί για τους ανθρώπους γύρω του, ακόμα και για τα συγγενικά του πρόσωπα. Όλα όμως θ' αλλάξουν μια παραμονή Χριστουγέννων, όταν το φάντασμα του νεκρού συνεταίρου του, Jacob Marley (Frank Finlay), αλλά και τα πνεύματα του παρελθόντος (Angela Pleasence), του παρόντος (Edward Woodward) και του μέλλοντος (Michael Carter), τον επισκεφθούν, κάνοντάς τον ν' αναθεωρήσει τον τρόπο ζωής του.

Η κριτική
Η "Χριστουγεννιάτικη ιστορία" του Charles Dickens αποτελεί, ίσως, την πιο κλασική χριστουγεννιάτικη ιστορία και γι' αυτόν το λόγο, έχουν υπάρξει άπειρες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εκδοχές αυτής. Μια από τις αγαπημένες μου μεταφορές, λοιπόν, της ιστορίας του Dickens, και παράλληλα μια ταινία που βλέπω κάθε χρόνο ανήμερα των Χριστουγέννων, είναι η τηλεοπτική εκδοχή του 1984, με πρωταγωνιστή τον George C. Scott.
Η ιστορία, σαν πλοκή, είναι μαγική, καθώς συστήνει στο κοινό το απόλυτο θαύμα των Χριστουγέννων, που δεν είναι άλλο από την ελεύθερη επιλογή μιας δεύτερης ευκαιρίας στη ζωή. Ως κεντρικό ήρωα γνωρίζουμε έναν τραπεζίτη, που λόγω των άσχημων βιωμάτων του, έχει χάσει την ικανότητα να συναισθάνεται τους συνανθρώπους του και θεωρεί ότι το νόημα της ύπαρξης περιορίζεται στην δουλειά και το κέρδος. Ο ίδιος αυτός άνθρωπος, θεωρεί την φτώχεια ένα μέσο ξεκαθαρίσματος του επίγειου πληθυσμού και την ευτυχία των ανθρώπων κάτι περιττό.
Την παραμονή, λοιπόν, των Χριστουγέννων, ο πρώην συνέταιρός του, που τώρα είναι νεκρός, θα του κάνει το μεγαλύτερο δώρο της ζωής του, καθώς με την, ως φάντασμα, επίσκεψη του ιδίου, αλλά και των πνευμάτων που θα θυμίσουν στον Scrooge το παρελθόν και θα του δείξουν το παρόν και το μέλλον, θα του δώσει την ευκαιρία ν' αλλάξει την τραγικότητα της ζωής του. Με αυτόν τον τρόπο, ο Charles Dickens, υπενθυμίζει στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ότι ποτέ δεν είναι αργά ν' αναθεωρήσει κάποιες λανθασμένες επιλογές του, που λειτουργούν σε βάρος του ιδίου αλλά και των γύρω του.
Σαν επί της οθόνης μεταφορά, λοιπόν, θυμάμαι ότι αυτό που μου είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον ως παιδί, ήταν το φάντασμα του Jacob Marley, που κατά έναν περίεργο τρόπο με φόβιζε πάρα πολύ, αλλά κι η εκπληκτική αναπαράσταση του πνεύματος του παρόντος που μου έφερνε στο μυαλό κάτι από Αϊ-Βασίλη κι αρχαιο-ελληνικό θεό. Μεγαλώνοντας, αυτό που με τραβούσε όλο και περισσότερο στην συγκεκριμένη εκδοχή, ήταν η προσπάθεια ν' αναπαρασταθεί πειστικά η εποχή, οι ερμηνείες των ηθοποιών και το γεγονός ότι ήταν μια δραματική κι ελπιδοφόρα ταινία. Νομίζω, δε, ότι όταν συνειδητοποίησα ότι η αίσθηση που μου έδινε το πνεύμα του παρόντος, ως Άγιος Βασίλης, δεν ήταν λανθασμένη, τότε ήταν που την λάτρεψα και την καθιέρωσα ως ετήσια χριστουγεννιάτικη προβολή.
Το καταπληκτικό με την συγκεκριμένη ιστορία, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι δίνεται στον Scrooge η επιλογή ν' αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα κι ενεργεί, αλλά ταυτόχρονα, όπως ο μυθιστοριογράφος δείχνει στον ήρωά του τις διάφορες δυσάρεστες πλευρές της ζωής, που αρνείται από μόνος του να δει, με τον ίδιο τρόπο, βάζει και τον αναγνώστη σε ανάλογη θέση, δείχνοντάς του τους λόγους που ο πρωταγωνιστής συμπεριφέρεται μιμούμενος την άσχημη συμπεριφορά του πατέρα του.
Από πλευράς μου, η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί μια υπέροχη χριστουγεννιάτικη πρόταση για όλη την οικογένεια. Παρόλα αυτά, υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές κι υπέροχες εκδοχές της συγκεκριμένης ιστορίας, που όποια κι αν θελήσετε ή τύχει να δείτε, σίγουρα θα την απολαύσετε εξίσου.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Βρετανική οικογενειακή ταινία του 1984, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Charles Dickens, σε σενάριο του Roger O. Hirson και σκηνοθεσία του Clive Donner, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους George C. Scott, Frank Finlay, Angela Pleasence, Edward Woodward, Michael Carter, David Warner, Anthony Walters, Susannah York, Roger Rees και Caroline Langrishe.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

16 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Η ζωή του Πι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Life of Pi


Η υπόθεση
Ο Pi (Suraj Sharma) γεννιέται και μεγαλώνει στον ζωολογικό κήπο του Pondicherry της Ινδίας, καθώς η διαχείριση, βρίσκεται στα χέρια του πατέρα του. Ως παιδί διδάσκεται τον Ινδουισμό, όμως στα 12 του χρόνια θα γνωρίσει τον Χριστιανισμό κι έπειτα τον Ισλαμισμό και θ' ασπαστεί και τις τρεις θρησκείες ταυτόχρονα. Λίγα χρόνια αργότερα, τα πράγματα στην χώρα του θα πάρουν άσχημη τροπή κι η οικογένειά του θα εγκαταλείψει την Ινδία και θα επιβιβαστεί, με όλα τα ζώα του κήπου, σ' ένα ιαπωνικό πλοίο με προορισμό τον γαλλόφωνο Καναδά. Σε μια θύελλα, το πλοίο θα βυθιστεί, όμως ο Pi θα προλάβει να μπει σε μια σωσίβια λέμβο, μαζί με μια ζέβρα, έναν ουρακοτάγκο, μια ύαινα και μια τίγρη της Βεγγάλης, τον Richard Parker. Μαζί τους, θα ζήσει μια απίστευτη εμπειρία, η οποία μ' ένα μαγικό τρόπο θα του αλλάξει ολόκληρη τη ζωή.

Η κριτική
Τα τελευταία χρόνια σπανίζουν οι ταινίες που, χωρίς ν' απευθύνονται σ' ένα σινεφίλ κοινό, διαθέτουν την ικανότητα να σε διδάξουν για την ζωή και τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο, αλλά που, παράλληλα, αποτελούν ένα αριστούργημα γραφικών και φωτογραφίας, του οποίου η θέαση καταφέρνει να σε ταξιδέψει σε κόσμους πέρα από κάθε φαντασία. "Η ζωή του Πι" λοιπόν, ανήκει σ' αυτήν την κατηγορία ταινιών, καθώς μιλάμε για ένα αριστούργημα, απ' όλες τις απόψεις, το οποίο απευθύνεται σ' ένα ευρύ κοινό, ανεξαρτήτως φύλου κι ηλικίας.
Ο Ang Lee, στην νέα του αυτή ταινία, βασίζεται σ' ένα βιβλίο στο οποίο περιγράφεται ένας επίγειος παράδεισος. Σαφώς, το εγχείρημα της μεταφοράς των εικόνων αυτών, στο μεγάλο πανί, μοιάζει ακατόρθωτο, καθώς ακόμα και το τεχνικά άψογο "Avatar" έχει το πλεονέκτημα της αναφοράς σ' έναν υποθετικό, παραδεισένιο κόσμο κι όχι σε υπαρκτές εικόνες, τις οποίες μέσω της ανάγνωσης ο καθένας έχει την δυνατότητα να ζωντανέψει στο δικό του μυαλό όπως επιθυμεί. Το να μπορέσεις, λοιπόν, ν' αναπαραστήσεις πραγματικές εικόνες, που πείθουν για την πιστότητά τους, μ' έναν άκρως φανταστικό τρόπο, ο οποίος ισοβαθμεί τον τρόπο αναπαράστασής στο μυαλό του αναγνώστη, είναι κάτι πρωτόγνωρο κι απερίγραπτο με λέξεις.
Φυσικά όμως, πέρα από την αψεγάδιαστη φωτογραφία του, η οποία ακόμα και στην δισδιάστατη εκδοχή φαντάζει εκπληκτική, και τα φοβερά γραφικά του, που κάνουν την τρισδιάστατη εικόνα μια εμπειρία ζωής που ξεπερνά κατά πολύ το ανυπέρβλητο "Avatar", η ταινία βασίζεται σε μια ιστορία που μιλά για τις δυνατότητες του ανθρώπου, για την ύπαρξη του Θεού, στην οποιαδήποτε μορφή και ονομασία που μπορεί να έχει λάβει Αυτός, αλλά και για το σύμπαν ολόκληρο, στα πλαίσια του πραγματικού κι όχι μιας βολικής ωραιοποίησης.
Η αφορμή για την αφήγηση της ιστορίας του Pi, είναι η παρουσία ενός νεαρού συγγραφέα (Rafe Spall) στο σπίτι του πρωταγωνιστή. Ο συγγραφέας, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ινδία, γνώρισε τον Mamaji (Elie Alouf), έναν άνθρωπο που του είπε ότι ξέρει κάποιον του οποίου η ιστορία θα τον κάνει να πιστέψει στον Θεό κι αυτός ο κάποιος, δεν είναι άλλος απ' τον Pi. Έτσι λοιπόν, ακριβώς όπως κι ο συγγραφέας, ο θεατής, πρόκειται να παρακολουθήσει μια ιστορία, η οποία έχει την δυνατότητα να κάνει ακόμα κι έναν άθεο, να πιστέψει στον Θεό.
Η παγίδα, βέβαια, είναι ότι δεν μιλάμε για μια θρησκευτική ταινία που αποσκοπεί στον προσηλυτισμό, αλλά για μια καθαρά ουμανιστική απόδοση της ουσίας του Θεού και της γνώσης που αποκτά ο άνθρωπος μέσω των βιωμάτων του, η οποία αν χρησιμοποιηθεί καταλλήλως, έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει σωτήρια. Είναι όμως, καθαρά στην ευχέρεια του καθενός το τί θα πάρει φεύγοντας από την κινηματογραφική αίθουσα. Κάποιοι από εσάς δεν αποκλείεται ν' απολαύσετε απλώς την ταινία ή ακόμα και να θεωρήσετε πως κάνει μια μικρή κοιλιά, που αναπληρώνεται από τα γραφικά της, στην μέση της ταινίας. Κάποιοι μπορεί να πάρετε ουσιαστικά πράγματα που θα σας βοηθήσουν να βελτιώσετε την ποιότητα της ζωής σας. Κάποιοι, πάλι, μπορεί να το δείτε σαν αφορμή να περιπλανηθείτε στον εσωτερικό σας κόσμο αναζητώντας την δική σας αλήθεια.
Αν και μπορεί ν' ακουστεί υπερβολικό, "Η ζωή του Πι" είναι μια από τις ελάχιστες ταινίες που αξίζει να την παρακολουθήσετε, οι ίδιοι, η παρέα σας, ο σύντροφος ή τα παιδιά σας, σε κινηματογραφική αίθουσα, όχι μόνο γιατί σε μικρή οθόνη χάνεται μεγάλο μέρος της μαγείας της εικόνας και των γραφικών της, αλλά γιατί μέσω μιας φανταστικής αλληγορίας, παρουσιάζεται μια ιστορία που μιλά για τον Θεό, τον άνθρωπο και την ζωή, επί της ουσίας. Γι' αυτό το λόγο, προτείνεται σε όλους, με την συμβουλή να προτιμήσετε την τρισδιάστατη εκδοχή της, στην περίπτωση που έχετε την δυνατότητα.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο-Κινέζικη ταινία μυθοπλασίας του 2012, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Yann Martel, σε σενάριο του David Magee και σκηνοθεσία του Ang Lee, διάρκειας 127 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Suraj Sharma, Irrfan Khan, Rafe Spall, Adil Hussain, Tabu, Gérard Depardieu και Bo-Chieh Wang.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

15 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Παπαδόπουλος & ΣΙΑ

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Papadopoulos & sons


Η υπόθεση
Ο Χάρης Παπαδόπουλος (Stephen Dillane) τα έχει όλα. Κατοικεί σε μια έπαυλη, η επιχείρησή του είναι μια από τις μεγαλύτερες της Βρετανικής χερσονήσου και βρίσκεται στα πρόθυρα ενός ακόμα πιο κερδοφόρου ανοίγματος. Η παγκόσμια ύφεση, όμως, δεν αργεί να πλήξει την ήρεμη ζωή του, καθώς λόγω ενός υπέρογκου δανείου η τράπεζα δεσμεύει οτιδήποτε βρίσκεται στην κατοχή του, αφήνοντας τον ίδιο και την οικογένειά του στους πέντε δρόμους. Η μόνη του επιλογή τώρα, είναι να στραφεί στον αδελφό του, Σπύρο (Γιώργο Χωραφά), και να επαναλειτουργήσει μαζί του την, για χρόνια κλειστή, fish & chips επιχείρησή τους, με την ονομασία "Τα τρία αδέλφια". Αναγκασμένος απ' τα σαλόνια να βρεθεί, έστω και προσωρινά, πίσω στ' αλώνια, ο Χάρης θα επαναπροσδιορίσει την έννοια της επιτυχίας, αλλά και της ευτυχίας.

Η κριτική
Το "Παπαδόπουλος & ΣΙΑ" είναι μια ταινία για την Ελλάδα της κρίσης, που δεν διαδραματίζεται, μεν, στην χώρα μας, αλλά χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη τους Έλληνες, για να μιλήσει για την σημερινή παγκόσμια ύφεση με επίκεντρο την Ελλάδα, μέσω μιας ευχάριστης κι ιδιαίτερα εύστοχης κωμωδίας, χωρίς να κουράζει ψυχολογικά τον ήδη κουρασμένο, από τα δικά του προβλήματα, θεατή.
Η ταινία, βασίζεται στο γνωστό πρότυπο του Έλληνα μετανάστη, ο οποίος ξεκινώντας από χαμηλά, ως σερβιτόρος, μεγαλοπιάνεται, κάνει καριέρα και καταφέρνει να γίνει ένας από τους σημαντικότερους επιχειρηματίες της Ευρώπης. Η απληστία του ανθρώπου, όμως, που επιζητά την κοινωνικο-οικονομική καταξίωση σε βάρος της ικανοποίησης που προσφέρει η ενασχόληση μ' αυτό που πραγματικά τον γεμίζει, έστω κι αν τα κέρδη που του αποφέρει αυτό είναι λίγα, λειτουργεί σε βάρος του, αφού μια μέρα αναγκάζεται να γυρίσει πίσω στις ρίζες του, να ξανασυστηθεί στον εαυτό του και ν' αρχίσει πάλι απ' την αρχή, τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα θα πάρει να συμφωνηθεί η επαναγορά του χρέους του.
Με λίγα λόγια, ο Χάρης, κάλλιστα θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια ολόκληρη χώρα που φοβάται να τα τινάξει όλα στον αέρα, να πει στις τράπεζες να τα βρούνε μόνες τους και να ξεκινήσει να παράγει πάλι αυτά που ξέρει καλύτερα απ' τον οποιονδήποτε πώς να παράγει. Κι όπως κι η Ελλάδα, έτσι κι ο Χάρης χρησιμοποιεί ως πρόσχημα το ευ ζην των παιδιών του, τα οποία δεν πρέπει να ζήσουν την ζωή που έζησε εκείνος μέχρι να γίνει μεγάλος και τρανός... όμως, για μισό λεπτό... γιατί τα παιδιά του μοιάζουν να το διασκεδάζουν, όταν για πρώτη φορά στη ζωή τους ξεκινάνε οι ετοιμασίες για το άνοιγμα των "Τριών αδελφιών";
Ο Σπύρος, πάλι, ίσως θυμίζει το αθάνατο ελληνικό πνεύμα, που πίνει, τρώει, χορεύει, γλεντάει, σπαταλάει, αλλά ζει. Όταν λοιπόν, ένα ολόκληρο έθνος χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του θα στραφεί σ' αυτό το πρόσωπο, για να του θυμίσει τον λόγο της ύπαρξής του και να το βοηθήσει να σωθεί ξανά.
Με μια πρώτη ματιά, η ταινία, θυμίζει αρκετά την πετυχημένη ταινία "Γάμος αλά Ελληνικά", εστιάζοντας όμως περισσότερο στην ελληνική νοοτροπία κι όχι τόσο στα έθιμά μας ή στον τρόπο που λειτουργεί μια ελληνική κοινότητα στο εξωτερικό. Άλλωστε στην Μεγάλη Βρετανία δεν υπάρχει τόση ανάγκη να διατηρηθούν άθικτες οι παραδόσεις της πατρίδας. Έτσι, ως κεντρικούς πρωταγωνιστές έχουμε ουσιαστικά μια οικογένεια με πατέρα έναν αγγλοποιημένο Έλληνα και παιδιά τρία Αγγλάκια, στα οποία ρέει αίμα ελληνικό.
Αν και πιστεύω ότι στο εξωτερικό θα έχει αρκετά μεγάλη επιτυχία, γιατί ο τρόπος που μιλάει για την παγκόσμια ύφεση είναι πολύ απλός, κατανοητός και λογικός, νομίζω ότι στον Έλληνα της σημερινής εποχής δεν αποκλείεται να φανεί άλλη μια ελπιδοφόρα ταινία που προσπαθεί να του αφυπνίσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε εθνικά την έννοια της ζωής και που όλοι γύρω μας, τον έχουν κάνει να μοιάζει με τον λόγο που βρισκόμαστε σήμερα σ' αυτήν την κατάσταση. Ε, λοιπόν, νομίζω ότι ισχύει το αντίθετο κι η ταινία το δείχνει με μεγάλη ειλικρίνεια.
Έχοντας μια εξαιρετική φωτογραφία, νοσταλγικά ελληνικά τραγούδια κι εξαιρετικές ερμηνείες, νομίζω ότι η ταινία είναι μια ιδανική πρόταση για τον οποιονδήποτε θέλει να περάσει ευχάριστα κάτι λιγότερο από δυο ώρες ή για όσους χρειάζονται μια αναπτέρωση του ηθικού τους. Γιατί όπως και να το κάνεις, μόνο ο θάνατος κι οι φόροι είναι αδύνατον ν' αποφευχθούν σ' αυτή τη ζωή... εκτός κι αν είσαι Έλληνας... τότε είναι μόνο ο θάνατος.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανική κωμωδία του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Μάρκου Μάρκου, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Stephen Dillane, Γιώργο Χωραφά, Georgia Groome, Frank Dillane, Thomas Underhill, Selina Cadell, Ed Stoppard, Cosima Shaw, George Savvides και Cesare Taurasi.

Οι σύνδεσμοι

(2012) Το μερίδιο των αγγέλων

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The angels' share


Η υπόθεση
Ο Robbie (Paul Brannigan) είναι ένας νεαρός Σκωτσέζος, ο οποίος κατάγεται από μια οικογένεια εγκληματιών και του είναι αδύνατον να ξεμπλέξει από τον κόσμο αυτό. Όταν, υπό την επήρρεια ναρκωτικών, ξυλοκοπήσει άγρια έναν νεαρό φοιτητή, θα του επιβληθεί, χαρισματικά, ποινή 300 ωρών κοινωφελούς εργασίας, μιας και, σε λιγότερο από 10 μέρες, πρόκειται να γίνει πατέρας. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του μέρας έκτισης της ποινής του, η κοπέλα του, Leonie (Siobhan Reilly), θα γεννήσει τον γιό του κι ο οδηγός του φορτηγού που μεταφέρει τους εγκληματίες, Harry (John Henshaw), θ' αναλάβει να τον πάει στο νοσοκομείο. Εκεί ο Harry, βλέποντας τον κόσμο στον οποίο ζει ο νεαρός, θα θελήσει να τον βοηθήσει και σταδιακά θ' ανακαλύψει ότι ο Robbie έχει την ικανότητα ενός έμπειρου δοκιμαστή whisky. Ίσως αυτή να είναι κι η ευκαιρία του νεαρού Robbie να αφήσει πίσω του, μια για πάντα, τη ζωή του μκρο-κακοποιού και να ξεκινήσει απ' την αρχή.

Η κριτική
"Το μερίδιο των αγγέλων" είναι μια δραματική κωμωδία, που βασίζεται στην ζωή κάποιων Σκωτσέζων του υποκόσμου και παρουσιάζει την δική τους οπτική πάνω στην εγκληματικότητα και την κοινωνία γενικότερα, με έναν πολύ ανάλαφρο, διασκεδαστικό και ρεαλιστικό τρόπο.
Ως κεντρικό ήρωα, γνωρίζουμε τον Robbie, ένα παιδί που φέρει στο πρόσωπο μια ουλή, που του στερεί κάθε πιθανότητα να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, με μια φυσιολογική δουλειά, που θα τον βοηθήσει ν' αφήσει πίσω του το κατεστραμμένο παρελθόν του, το οποίο ορίζει το παρόν και πιθανώς και το μέλλον του.
Ευτυχώς, βέβαια, για τον Robbie, στην ζωή του θα βρεθεί κάποια στιγμή η Leonie, μια κοπέλα που παραβλέπει το περιτύλιγμα αυτού του νεαρού και θέλει να δημιουργήσει, μαζί του, μια οικογένεια. Αν κι ο πατέρας της, δεν θεωρεί το παλικάρι, το κατάλληλο πρόσωπο για την κόρη του και κάνει τα πάντα για να τους χωρίσει, η εμπιστοσύνη που δείχνει στο πρόσωπο του Robbie η Leonie, αλλά κι η ευθύνη ενός μωρού, του δίνουν την θέληση να διεκδικήσει κάτι καλύτερο στην ζωή του.
Για συνοδοιπόρους στο ταξίδι του προς ένα καλύτερο αύριο, θ' αποκτήσει κι άλλους απόβλητους της κοινωνίας. Ένας χαζούλης αλκοολικός, ένας βάνδαλος και μια κλεπτομανής, αποτελούν την παρέα του νεαρού Robbie και με οδηγό έναν λάτρη του whisky, θα μυηθούν στον κόσμο του πιο διάσημου προϊόντος της Σκωτίας. Όταν ο Robbie ανακαλύψει το έμφυτο ταλέντο της όσφρησης και της γεύσης του, όλοι οι μικρο-εγκληματίες θα ξεκινήσουν για μια περιπέτεια που θα τους ξελασπώσει οικονομικά κι επαγγελματικά. Στόχος, λοιπόν, είναι να κλέψουν το τελευταίο βαρέλι ενός από τα αρτιότερα whisky που έχουν παραχθεί στην ιστορία και να το πουλήσουν στην μαύρη αγορά.
Μέσα από αυτή την κωμικο-τραγική προσπάθεια να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους, θα οργανώσουν το πιο απλό, αλλά ταυτόχρονα πανέξυπνο, σχέδιο που θα τους δώσει πρόσβαση στην τοποθεσία που φυλάσσεται το βαρέλι. Με την παρουσία τους εκεί, θ' αποκαλύψουν στον θεατή την υποκρισία ενός νόμιμου κυκλώματος που δεν έχει αναστολές να ξεγελάσει τους υποψήφιους αγοραστές ή ενός κόσμου, ο οποίος είναι πρόθυμος να ξοδέψει ένα σκασμό λεφτά για ένα προϊόν, την αξία του οποίου είναι ανίκανος να εκτιμήσει.
Η ταινία, στο σύνολό της, είναι ιδιαίτερα απλή, ειλικρινής κι αρκετά πρωτότυπη. Η ιστορία της, αν κι αρχικά μοιάζει αδιάφορη, καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, παρουσιάζοντας την καθημερινότητα ενός ξοφλημένου ανθρώπου με ξεχωριστά χαρίσματα. Ακριβώς με τον ίδιο, φυσικό τρόπο, είναι προσανατολισμένη κι η σκηνοθεσία, η μουσική που χρησιμοποιείται, αλλά κι οι ερμηνείες των ηθοποιών, τα οποία συνθέτουν ένα δράμα με αρκετά κωμικά στοιχεία, που ωθεί τον θεατή ν' αναλογιστεί τι είναι παράβαση, τι νομιμότητα, τι εξαπάτηση και ποιά η διαφορά τους.
Εφόσον κυρίαρχο θέμα της, είναι το whisky, θα έλεγα ότι αποτελεί μια ιδιαίτερα καλή επιλογή για όλους τους λάτρεις του σκωτσέζικου αυτού ποτού, καθώς μέσα από την μύηση των πρωταγωνιστών θα σας ξυπνήσει γεύσεις και αρώματα των πιο ακριβών προϊόντων του είδους. Έπειτα, προτείνεται σε όλους όσους ψάχνουν για μια διαφορετική ταινία, που φέρει κάποιο μήνυμα, αλλά που δεν θα κουράσει ο τρόπος με τον οποίο το μεταδίδει.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανική κωμωδία του 2012, σε σενάριο του Paul Laverty και σκηνοθεσία του Ken Loach, διάρκειας 101 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Paul Brannigan, Siobhan Reilly, John Henshaw, John Henshaw, Gary Maitland και asmin Riggins.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

12 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Teddy bear

Πρωτότυπος τίτλος: 10 timer til paradis
Αγγλικός τίτλος: Teddy bear


Η υπόθεση
Ο Dennis (Kim Kold) είναι ένας 38χρονος body-builder, που ζει στο ίδιο σπίτι με την δεσποτική μητέρα του. Κάποια μέρα, ο θείος του, θα του προτείνει να τεξιδέψει για λίγες μέρες στην Ταϊλάνδη, ένα μέρος που οι κοινωνικές συναναστροφές με το αντίθετο φύλο είναι πιο εύκολες. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του εκεί, ο Dennis θα γνωρίσει την Toi (Lamaiporn Hougaard), μια χήρα, ιδιοκτήτρια ενός γυμναστηρίου κι ανάμεσά τους θ' αναπτυχθεί μια πολύ όμορφη σχέση.

Η κριτική
Το "Teddy bear" με δυο λέξεις μπορεί να περιγραφεί ως μια ιδιαίτερα αληθινή και γλυκιά δραματική ταινία, που βασίζεται στην ζωή ενός άντρα, του οποίου το τερατώδες μέγεθος ξεγελά. Ο Dennis είναι ένας καλοκάγαθος ενήλικας, μ' ένα εξαιρετικά γυμνασμένο σώμα, που διαθέτει, όμως, την αθωότητα ενός παιδιού.
Ο Mads Matthiesen από την πρώτη σκηνή της ταινίας του παρουσιάζει το πρόβλημα του Dennis να επικοινωνήσει ουσιαστικά με το αντίθετο φύλο, κάτι που αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τον ίδιο, όταν, έχοντας φτάσει 38 χρονών, δεν έχει μάθει ακόμα πώς να διεκδικήσει μια γυναίκα και, φυσικά, δεν έχει μπορέσει να δημιουργήσει μια οικογένεια.
Στην ακόλουθη σκηνή, χωρίς περιττά λόγια, ο θεατής θα γνωρίσει την μητέρα του συνεσταλμένου αυτού γίγαντα, κι αμέσως θ' αντιληφθεί την επιρροή που ασκεί αυτή πάνω του και θα καταλάβει τον λόγο που ο Dennis συμπεριφέρεται ακόμα σαν έφηβος. Στην συνέχεια, βέβαια, ο σκηνοθέτης, φροντίζει να κάνει σαφή και τον βαθμό στον οποίο ο συμπαθητικός αυτός άντρας είναι ευνουχισμένος, με την προβολή σκηνών, όπου η μάνα μπαίνει στην τουαλέτα όσο ο γιός κάνει μπάνιο ή που τον στέλνει πίσω να ελέγξει αν έχει, όντως, κλειδώσει την πόρτα.
Η ζωή του Dennis, με απλά λόγια περιστρέφεται γύρω από το σπίτι, την δουλειά και τις λίγες στιγμές ευτυχίας που βρίσκει στο γυμναστήριο, οι οποίες όσο περνάνε τα χρόνια, σταματούν να καλύπτουν το συναισθηματικό κενό που έχει δημιουργήσει η απώλεια της ανθρώπινης επαφής. Κατά τη διάρκεια του γάμου ενός θείου του, ο Dennis, θα παρατηρήσει την ευτυχία του νεόνυμφου ζεύγους και σ' ένα σύντομο χρονικό διάστημα, με την βοήθεια του γαμπρού, θα κάνει ένα ταξίδι αναψυχής στην χώρα καταγωγής της νύφης, την Ταϊλάνδη.
Έχοντας πει, λοιπόν, ψέματα στην μητέρα του για τον πραγματικό προορισμό του, ο Dennis, ταξιδεύει στην Ασία, όπου θα συναντήσει αρκετές εκπορνευόμενες γυναίκες, οι οποίες πρόθυμα θα μείνουν στον ίδιο χώρο μαζί του. Όμως, ο Dennis, δεν έχει ανάγκη από σαρκική επαφή κι από την ικανοποίηση που θα του δώσει η αντίδραση της αποκάλυψης του σώματός του στις νεαρές κοπέλες. Έτσι, όντας δυσαρεστημένος από την ανικανότητά του να "επικοινωνήσει" με το άλλο φύλο, θα καταφύγει στο μόνο μέρος που θα του δώσει λίγες στιγμές απόλαυσης, που δεν είναι άλλο από το τοπικό γυμναστήριο.
Εκεί, θα τον υποδεχτεί με χαρά ένας νεαρός θαυμαστής του και μέσω αυτού, θα γνωρίσει την ιδιοκτήτρια του γυμναστηρίου, την Toi. Η αμοιβαία συμπάθεια των δυο βασανισμένων πλασμάτων, θα εξελιχθεί σε μια αγνή αγάπη, η οποία θα λειτουργήσει σωτήρια και για τους δυο, καθώς θα δώσει την δύναμη στον Dennis να διεκδικήσει τα αυτονόητα και θα βγάλει από την μίζερη κι άνευ ουσίας ζωή της την Toi.
O Mads Matthiesen, πέντε χρόνια μετά την μικρού μήκους ταινία του "Dennis" αποφασίζει να γυρίσει την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, με κεντρικό ήρωα τον ίδιο αξιολάτρευτο χαρακτήρα. Με μια πρώτη ματιά, ο θεατής, καταλαβαίνει ότι τα φαινόμενα, πολλές φορές, απατούν, καθώς αυτό το 38χρονο τέρας, συμπεριφέρεται ως ένα αγνό πρόβατο. Σε δεύτερο πλάνο, όμως, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, βρισκόμαστε απέναντι σε μια βαριά τραυματισμένη ψυχή που βρίσκει επιτέλους το κουράγιο να κάνει μερικά μικρά κι αργά βήματα για την ικανοποίηση των φυσικών αναγκών της.
Το "Teddy bear" διαθέτει άκρως φυσικές ερμηνείες, με τον Kim Kold να αγγίζει τα όρια του αξιολάτρευτου, και μια ήρεμη σκηνοθεσία. Η ταινία είναι τραβηγμένη με κάμερα στο χέρι, χωρίς όμως να μοιάζει με τις ταινίες του Δόγματος, καθώς με τους χαρακτήρες που παρουσιάζει καταφέρνει να δημιουργήσει μια γλυκιά ατμόσφαιρα, η οποία ενισχύεται κι από τη μουσική επένδυση, κι εστιάζει περισσότερο στο να πει την ιστορία του ανθρώπου αυτού, παρά στο να κάνει κάποια δήλωση. Έχοντας αργούς ρυθμούς, κατά κύριο λόγο προτείνεται στο σινεφίλ κοινό, που έχει την διάθεση να δει μια όμορφη, αλλά καθυστερημένη ιστορία ενηλικίωσης.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Δανέζικο δράμα του 2012, σε σενάριο των Mads Matthiesen και Martin Zandvliet και σκηνοθεσία του Mads Matthiesen, διάρκειας 92 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Kim Kold, Lamaiporn Hougaard και Elsebeth Steentoft.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

11 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Τα πλεονεκτήματα του να είσαι στο περιθώριο

Πρωτότυπος/Αγγλικος τίτλος: The perks of being a wallflower


Η υπόθεση
Ο Charlie (Logan Lerman) είναι ένα 15χρονο αγόρι, όχι ιδιαίτερα κοινωνικό, που όνειρο του είναι να γίνει μια μέρα συγγραφέας. Όταν ξεκινά το σχολείο, προσπαθεί να προσεγγίσει κάποιους παλιούς γνωστούς του, όμως κανείς δεν θέλει να κάνει παρέα μαζί του. Έτσι, κάποια μέρα θα πάει μόνος του σ' ένα γήπεδο, όπου θα συναντήσει δυο ετεροθαλή αδέλφια, τελειόφοιτους, τον Patrick (Ezra Miller) και την Sam (Emma Watson). Αποκαλύπτοντάς τους, ότι ο κολλητός του αυτοκτόνησε πριν λίγο καιρό, ο Charlie, θα γίνει μέλος της παρέας τους και μέχρι να τελειώσει η χρονιά, θα έχει αναπτυχθεί μια πολύ δυνατή σχέση που ενώνει τους τρεις τους.

Η κριτική
"Τα πλεονεκτήματα του να είσαι στο περιθώριο" είναι μια πολύ γλυκιά και πολύ αληθινή ταινία που μιλά για τις ανησυχίες κάθε έφηβου νέου. Άσχετα από το αν κάποιος είναι δημοφιλής ή αφανής, η εφηβεία είναι μια ηλικιακή περίοδος που όλοι προβληματιζόμαστε κι αναζητούμε την σεξουαλική μας ταυτότητα ή την θέση μας στην κοινωνία. Έτσι, εδώ, θα γνωρίσουμε τρία νεαρά παιδιά, όπου το καθένα με τον τρόπο του κι ανάλογα με τον χαρακτήρα του, προσπαθεί να γίνει αποδεκτό από τους γύρω του και να πετύχει τους στόχους του, έστω κι αν έχει καθυστερήσει ν' ανακαλύψει ποιοί είναι αυτοί.
Ο κεντρικός ήρωας, ο Charlie, είναι κι αυτός με τον οποίο ταυτίζεται η πλειοψηφία των νεαρών εφήβων. Ο Charlie είναι ένα εσωστρεφές παιδί, μη αποδεκτό από την κοινωνία του σχολείου του, ο οποίος βιώνει την απώλεια του καλύτερού του φίλου αλλά κι έναν παλαιότερο θάνατο ενός συγγενικού του προσώπου. Παρόλα αυτά όμως, βλέπουμε τον νεαρό ήρωα να προσπαθεί με κάθε τρόπο να σταθεί στα πόδια του και να μην αντιμετωπίσει τον εαυτό του ως κοινωνικό απόβλητο. Αυτή η θέληση που έχει να γνωρίσει καινούργια άτομα και να συνεχίσει να ζει την ζωή του, είναι που τον οδηγεί να πάει μόνος του στον ποδοσφαιρικό αγώνα που θα γνωρίσει τον Patrick και την Sam.
Η Sam τώρα, είναι μια κοπέλα που έχει περάσει από το στάδιο του δημοφιλούς κοριτσιού, αλλά που έχει κάνει πολλές θυσίες σε βάρος του εαυτού της για ν' ανήκει σ' αυτήν την ελιτίστικη κατηγορία παιδιών. Τώρα λοιπόν, έχοντας μια λίγο πιο ώριμη σκέψη, καταλαβαίνει ότι αυτό που χρειάζεται πραγματικά, δεν είναι τα πάρτυ, τα μεθύσια και τα ακατάλληλα αγόρια, αλλά μια δεύτερη ευκαιρία να κάνει κάτι για τον εαυτό της, περνώντας στο πανεπιστήμιο.  Φυσικά τα κενά που έχει στην μόρφωσή της, αποτελούν μεγάλο πρόβλημα για την ίδια, αφού δεν καταφέρνει να πιάσει τη βαθμολογία που χρειάζεται, όμως με την βοήθεια του Charlie, μελετά και συνεχίζει να προσπαθεί.
Φυσικά, στο τέλος, θα γνωρίσουμε τον Patrick, το αγόρι που έχει αποδεχτεί τον εαυτό του γι' αυτό που πραγματικά είναι και που βγάζει την αυτοπεποίθησή του μέσω του χιούμορ. Με άλλα λόγια, ο Patrick, είναι ο κλόουν της παρέας, το παιδί που φαινομενικά δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα κατά την εφηβεία του και που τα έχει βρει με τον εαυτό του. Η αλήθεια είναι ότι ο Patrick έχει όντως αποδεχτεί τον εαυτό του γι' αυτό που πραγματικά είναι, ομοφυλόφιλος δηλαδή. Όμως, συνάπτει μια σχέση, την οποία αναγκάζεται να κρατήσει μυστική, καθώς ο φίλος του δεν έχει αποκαλύψει τις σεξουαλικές του προτιμήσεις στον κύκλο και την οικογένειά του. Έτσι, ο Patrick αντιπροσωπεύει όλους τους εφήβους που αναγκάζονται να καταπιέσουν τους εαυτούς τους, για χάρη κάποιου άλλου προσώπου. Σαφώς κι ο Patrick, έχει ανασφάλειες, όπως κάθε παιδί της ηλικίας του, απλώς δεν είναι οι δικές του ανασφάλειες, είναι αυτές της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Μέσω αυτών των τριών βασικών ηρώων, θα γνωρίσουμε και τα υπόλοιπα μέλη της παρέας τους, οι οποίοι είναι εξίσου ρεαλιστικοί χαρακτήρες και θα συμβάλλουν ο καθένας με τον τρόπο του στην εξέλιξη της ιστορίας. Επίσης, θα έρθουμε σε επαφή με την οικογένεια του Charlie, η οποία προσπαθεί να υποστηρίξει το νεαρότερο μέλος της με όποιον τρόπο είναι δυνατόν, αλλά και με τον καθηγητή λογοτεχνίας του νεαρού παιδιού, που αναγνωρίζει τις δυνατότητές του και προσπαθεί να ενισχύσει το έμφυτο ταλέντο του.
Η σκηνοθεσία του έργου, είναι κι αυτή με τη σειρά της πολύ γλυκιά κι όμορφη κι επικεντρώνεται στην ανάδειξη της ιστορίας του. Πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι γίνεται αναφορά στα ναρκωτικά και τα αλκοολούχα ποτά που ρέουν ελεύθερα στα πάρτυ ανηλίκων, χωρίς όμως το γεγονός να κατακρίνεται. Αντίθετα, ίσως σε κάποιο σημείο να φαίνεται πως υπερασπίζεται την χρησιμότητά τους, χωρίς όμως να την επιβραβεύει. Είναι σημαντικό, πάντως, σ' ένα έργο που απευθύνεται στο νεανικό κοινό να μην δείχνεις μια ατόφια παιδευτική διάθεση, αλλά να προσπαθήσεις να πιάσεις τον παλμό του, δείχνοντας την πραγματική εικόνα του κόσμου του και συμπάσχοντας μαζί του. Η επιλογή των ηθοποιών να ενσαρκώσουν τους ρόλους, επίσης, δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ταιριαστή. Όλοι οι νεαροί ηθοποιοί, ανταποκρίνονται άψογα στους ρόλους τους, δίνοντας ακόμα περισσότερο ρεαλισμό μέσω αυτών.
Χωρίς να μιλάμε για κάτι το εξωφρενικά πρωτότυπο ή για μια ταινία σταθμό στην ιστορία του κινηματογράφου, "Τα πλεονεκτήματα του να είσαι στο περιθώριο" είναι μια γλυκιά ταινία της νιότης, που απευθύνεται σε όλους τους χαμένους εφήβους που ψάχνουν να βρουν το νόημα της ζωής, αλλά και σε όλους τους ενήλικες νοσταλγούς της γλυκιάς αυτής περιόδου, καθώς το μόνο σίγουρο είναι ότι θα θυμηθούν τα δικά τους προσωπικά βιώματα, μέσω αυτής.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Stephen Chbosky, σε σενάριο και σκηνοθεσία του ιδίου, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους, Logan Lerman, Emma Watson, Ezra Miller, Mae Whitman, Erin Wilhelmi, Johnny Simmons, Dylan McDermott, Kate Walsh, Melanie Lynskey, Nina Dobrev, Paul Rudd και Joan Cusack.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes 

9 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Έγκλημα στη λίμνη

Πρωτότυπος τίτλος: La sirga
Αγγλικός τίτλος: The towrope


Η υπόθεση
Η Alicia (Joghis Seudin Arias) είναι μια νεαρή κοπέλα που έχασε και τους δυο γονείς της κατά την τελευταία επίθεση στο χωριό της. Μην έχοντας πια πού να μείνει, ξεκινά να βρει τον μοναδικό συγγενή της, τον αδελφό του πατέρα της, Oscar (Julio César Roble), κι ιδιοκτήτη ενός εγκαταλελειμμένου κι ετοιμόρροπου πανδοχείου στην άκρη μιας λίμνης. Κατά την παραμονή της εκεί, θα βοηθήσει τον Oscar να επιδιορθώσει τις ζημιές, που έχουν προκληθεί από τον χρόνο και τις καιρικές συνθήκες.

Η κριτική
Το "Έγκλημα στη λίμνη" είναι ένα δραματικό έργο, που εστιάζει στην καταγραφή της καθημερινής ζωής μιας ολόκληρης κοινότητας, η οποία προσπαθεί, με τα όποια μέσα διαθέτει, να ξαναφτιάξει όλα όσα έχουν καταστραφεί.
Η ταινία ξεκινά, δείχνοντας εικόνες από τα απομεινάρια κάποιας επίθεσης, έπειτα ακολουθεί μια εικόνα του τοπίου της περιοχής και μετά εμφανίζει την εικόνα ενός "λόφου", ο οποίος παρά τα όσα συμβαίνουν στον περιβάλλοντα χώρο, συνεχίζει να επιπλέει στο νερό της λίμνης και να κατευθύνεται προς έναν άγνωστο τόπο. Η εισαγωγή στο κεντρικό θέμα του έργου, ολοκληρώνεται με δυο γαλότσες που διασχίζουν το υγρό έδαφος και με την Alicia να σωριάζεται, από την ταλαιπωρία, στη γη.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ολόκληρο το έργο είναι ένας συνεχής συμβολισμός κι ότι η Alicia δεν είναι στην πραγματικότητα κάποιο πρόσωπο, αλλά μια ιδέα ή μια έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να καλυτερεύσει την ζωή του, ακόμα κι όταν η απειλή μιας επικείμενης εχθρικής εισβολής είναι πιο κοντά από ποτέ, καθώς η παρουσία της, γεννά ταυτόχρονα ελπίδα και φόβο.
Με το που θα μεταφερθεί η Alicia στο πανδοχείο του θείου της κι αφού γίνουν οι απαραίτητες συστάσεις, βλέπουμε ότι η κοπέλα θα παραμείνει ως φιλοξενούμενη εκεί, όμως για την στέγη που της προσφέρεται θα πρέπει να προσφέρει κι αυτή τα ελάχιστα στον οικοδεσπότη της. Έτσι, ξεκινά με το μαγείρεμα και σιγά-σιγά, θα πάρει την πρωτοβουλία να βοηθήσει στις επιδιορθώσεις του κτηρίου.
Η Alicia, είναι ένα βασανισμένο πλάσμα, με μόνο δείγμα των τραυμάτων που φέρει, το γεγονός ότι μετά από πολλά χρόνια, ξεκινά πάλι να υπνοβατεί. Παρόλα αυτά, η παρουσία της σ' ένα μέρος που οι κάτοικοί του είναι συμβιβασμένοι με την ρουτίνα της καθημερινότητας, λειτουργεί ανανεωτικά. Η Alicia θα ξυπνήσει την περιέργεια των κατοίκων, θα τους κάνει να την ερωτευτούν και να ονειρευτούν κάτι διαφορετικό απ' αυτό που ζουν, αλλά ταυτόχρονα, η παρουσία της εκεί, θα σημάνει για πολλούς τον κίνδυνο μιας επίθεσης.
Η διάθεση, όμως, που δείχνει αυτό το πλάσμα για τη ζωή, λειτουργεί ανανεωτικά για όλα τα άτομα που θα την συναναστραφούν. Μετά την έλευσή της και με την βοήθεια που θα προσφέρει ως αντάλλαγμα, θα δούμε ότι το πανδοχείο θα πάρει την καλύτερη μορφή που είχε ποτέ, ο, για καιρό εξαφανισμένος ξάδελφός, της επιστρέφει, ο θείος της ξεκινά να εκτρέφει πέστροφες, ο νεαρός βαρκάρης την ερωτεύεται κι όλα γύρω της παρουσιάζουν μια ρεαλιστική τάση καλυτέρευσης. Μπορεί οι άνθρωποι του χωριού να κάνουν συνεχώς προσπάθειες για βελτίωση και να ονειρεύονται, όμως, κανείς δεν ξέρει αν τα όνειρά τους θα πραγματοποιηθούν τελικά.
Ο William Vega έχει δημιουργήσει ένα έργο που μιλά μέσω των εικόνων που παρουσιάζει κι όχι τόσο μέσω της αφήγησης. Προβάλλοντας μια καθημερινότητα κι εστιάζοντας σε κάποιες ανεπαίσθητες λεπτομέρειες του περιβάλλοντος, που χάνονται στην συνολική εικόνα, δίνει στο κοινό ένα περισσότερο ποιητικό και τεχνικό έργο, με θέμα την ζωή των ανθρώπων στις απομακρυσμένες και τρομοκρατούμενες περιοχές γύρω από τις Άνδεις. Όντας λοιπόν μια ρεαλιστική, αλλά ταυτόχρονα κι άκρως αλληγορική ταινία, προτείνεται κατά κύριο λόγο στους σινεφίλ θεατές του χώρου.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Κολομβιανό δράμα του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του William Vega, διάρκειας 88 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Joghis Seudin Arias, Julio César Roble, David Guacas, Floralba Achicanoy και Heraldo Romero.

Οι σύνδεσμοι
Trailer 
Imdb 
Rotten Tomatoes

(2012) Άνθρωποι σαν κι εμάς

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: People like us



Η υπόθεση
Ο Sam (Chris Pine) είναι ένας από τους καλύτερους συμβούλους εμπορίου μιας μεγάλης εταιρίας του κλάδου. Την ημέρα που κλείνει την μεγαλύτερη συμφωνία του, από της οποίας την προμήθεια ελπίζει να ξεχρεώσει, το αφεντικό του μαθαίνει ότι εξαιτίας των περικοπών που έκανε ο νεαρός, για να εξασφαλίσει στην εταιρία μεγαλύτερο κέρδος, εξερράγη ένα τρένο με ντοματόσουπες στο Μεξικό. Όλη η εταιρία απειλείται με μήνυση και γι' αυτό, ο Sam θα πρέπει τώρα ν' αναλάβει, με τα χρήματα της πολυπόθητης προμήθειας, να λαδώσει κάποιον αρμόδιο. Την ίδια μέρα, η μητέρα του, καλεί επίμονα στο κινητό, όμως εκείνος της το κλείνει. Φτάνοντας σπίτι, η κοπέλα του, του ανακοινώνει ότι πέθανε ο πατέρας του. Αναγκαστικά, μέσα σε όλα του τα προβλήματα, ο Sam, θα πρέπει να ταξιδέψει στο πατρικό του για τα συλλυπητήρια. Αν και δεν έχει σκοπό να μείνει παραπάνω από μια διανυκτέρευση, πριν την αναχώρησή του, θα του δοθεί ένα ποσό 150.000 δολαρίων μ' ένα σημείωμα από τον πατέρα του, να τα παραδώσει σε κάποιον Josh (Michael Hall D'Addario). Στην προσπάθειά του να καταλάβει για ποιό λόγο ο αποθανών, αντί ν' αφήσει τα χρήματα σ' εκείνον, επέλεξε κάποιον άγνωστο, θα γνωρίσει την Frankie (Elizabeth Banks), την μητέρα του Josh, η οποία μοιάζει καταπληκτικά με τον πατέρα του. Στην ανάγκη του να μάθει περισσότερα γι' αυτήν την γυναίκα, θα παρατείνει την παραμονή του εκεί και θ' αναθεωρήσει τις απόψεις του για την οικογένεια.

Η κριτική
Το "Άνθρωποι σαν κι εμάς" είναι ένα δράμα που μιλά για τους δεσμούς της οικογένειας και προβάλλει την ανθρώπινη αδυναμία ως μέρος των λανθασμένων αποφάσεων που παίρνουν μερικές φορές οι γονείς κι επηρεάζουν μ' αυτές τα παιδιά τους. Παρόλα αυτά, ακόμα και μετά θάνατον, μπορεί να δοθεί σε κάποιον η ευκαιρία να διορθώσει τα λάθη του και να λάβει άφεση αμαρτιών.
Στην συγκεκριμένη ταινία, θα δούμε δυο παράλληλες ιστορίες να ξετυλίγονται, με τον πρωταγωνιστικό ρόλο να έχει αναλάβει ο νόμιμος γιός του αποθανόντος μουσικού παραγωγού Jerry Harper (Dean Chekvala). Ο Jerry, όντας ένας άνθρωπος της μουσικής ροκ σκηνής, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είχε έναν χαρακτήρα πιο απελευθερωμένο απ' αυτόν ενός απλού οικογενειάρχη. Έτσι, παρόλη την αγάπη που έτρεφε για το πρόσωπο της γυναίκας του, Lillian (Michelle Pfeiffer), είχε παράλληλα και μια κόρη, εκτός γάμου, την Frankie, την οποία κι εγκατέλειψε όταν εκείνη ήταν 8 χρονών.
Με τις επιλογές του αυτές, βέβαια, ο Jerry, κατάφερε απλώς από την μια ν' απομακρυνθεί από το γιό του και να του  δημιουργήσει μια απέχθεια για οτιδήποτε τείνει να μοιάσει σε οικογένεια κι από την άλλη, η εγκατάλειψη της Frankie, ώθησε την νεαρή κοπέλα να κατηγορήσει τον εαυτό της και να οδηγηθεί στις καταχρήσεις. Το καθένα από τα δυο του παιδιά, μεγάλωσε με την δική του προσωπική ιστορία απώλειας του πατρικού προτύπου και τα δυο όμως, εξαιτίας αυτού, φέρουν πληγές που επηρεάζουν την ενήλικη συμπεριφορά τους.
Όταν οι δρόμοι των δυο ετεροθαλών αδελφών, διασταυρωθούν, τον Sam, θα τον τραβήξει κάτι πολύ οικείο στην Frankie, αλλά κι εκείνη, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική ταυτότητα του νεαρού αγνώστου, θα νιώσει σαν να τον γνωρίζει από παλιά. Σιγά-σιγά, θα δούμε ότι θ' αρχίσει ν' αναπτύσσεται ένας αληθινός δεσμός, ανάμεσα στα δυο ετεροθαλή αδέλφια, ο οποίος θα τους βοηθήσει να κατανοήσουν την συμπεριφορά του πατέρα τους, ν' αναθεωρήσουν τις ζωές τους και να βρουν επιτέλους τη γαλήνη που λείπει κι απ' τους δυο τους.
Το έργο, βασίζεται κατά κύριο λόγο στην γνωστή παροιμία: "Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα", χωρίς όμως να στοχεύει σ' ένα "κατηγορώ" των γονεϊκών αποφάσεων που μας οδηγούν να εξελιχθούμε σ' αυτό που είμαστε σήμερα. Αντίθετα, η ταινία προσπαθεί μ' έναν πολύ όμορφο τρόπο, να δείξει ότι για το ίδιο πρόσωπο, υπάρχουν διάφορες αλήθειες, οι οποίες μπορεί κάποιες φορές να μοιάζουν αντικρουόμενες, όμως αν τις συνθέσει κανείς καταλλήλως, μπορεί να φτάσει σε μια κοινή αλήθεια και να κατανοήσει επιτέλους τα "γιατί" που θα τον βοηθήσουν να λυτρωθεί.
Ενδιαφέρον, παρουσιάζει το γεγονός ότι η ταινία, δεν είναι ένα καθαρό οικογενειακό δράμα, αλλά τείνει λίγο σε ρομαντική κομεντί, γεγονός που την κάνει λίγο πιο ανάλαφρη κι ευχάριστη. Έχοντας ταυτόχρονα μια συμπαθητική σκηνοθεσία κι ικανοποιητικές ερμηνείες, με αυτήν της Michelle Pfeiffer να ξεχωρίζει ευχάριστα γι' ακόμα μια φορά, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους δημιουργούς της για κάποιες μικρές ατέλειες της ταινίας. Για παράδειγμα, η Elizabeth Banks, είναι τόσο περιποιημένη που είναι αδύνατον να πιστέψει κανείς ότι είναι πρώην αλκοολική ή η συμπεριφορά του μικρού Josh, μοιάζει μ' αυτήν ενός αρκετά συνειδητοποιημένου παιδιού, κάτι το οποίο δεν δικαιολογεί τα προβλήματα που δημιουργεί, αλλά ούτε και το πώς ένα ορφανό αγόρι, με μια προβληματική μάνα, απέκτησε τέτοιον σταθερό χαρακτήρα.
Αλλά όπως προείπα, το επίκεντρο του έργου, δεν είναι η ανάδειξη των προβληματικών τόσο, όσο η δημιουργία μιας όμορφης αίσθησης κι η ανάπτυξη ενός θετικού τρόπου σκέψης για την ζωή, αλλά και για τα όσα μας έχουν διαμορφώσει. Γι' αυτό το λόγο, προτείνεται σε όσους ψάχνουν για μια καλή δραματική, αλλά παράλληλα κι ανάλαφρη ταινία που θα τους ταξιδέψει για δυο ώρες περίπου.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, σε σενάριο των Alex Kurtzman, Roberto Orci και Jody Lambert και σκηνοθεσία του Alex Kurtzman, διάρκειας 114 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Chris Pine, Elizabeth Banks, Michael Hall D'Addario, Michelle Pfeiffer και Olivia Wilde.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

6 Δεκεμβρίου 2012

(2012) Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο

Πρωτότυπος τίτλος: Dans la maison
Αγγλικός τίτλος: In the house


Η υπόθεση
Ο Claude (Ernst Umhauer), είναι ένας 16χρονος νέος, ο οποίος με μια έκθεσή του θα κεντρίσει το ενδιαφέρον του καθηγητή λογοτεχνίας του, Germain (Fabrice Luchini), καθώς από το κείμενό του, φαίνεται πως, ο μαθητής αυτός, έχει εξαιρετικό ταλέντο στο γράψιμο. Ο Germain θέλοντας να βοηθήσει τον νεαρό Claude να βελτιώσει την τεχνική γραφής του, θα του παράσχει επιπλέον ώρες ιδιαιτέρων μαθημάτων, στις οποίες θα του δίνει οδηγίες για τον τρόπο που πρέπει να συνεχίσει την ιστορία του και θα του επισημαίνει τα λάθη του. Το ζήτημα είναι ότι ο Claude χρησιμοποιεί ως κεντρικούς ήρωες της ιστορίας του τα πρόσωπα της οικογένειας ενός συμμαθητή του, του Rapha (Bastien Ughetto), στο σπίτι του οποίου έχει καταφέρει να εισχωρήσει, βοηθώντας τον στα μαθηματικά. Όμως, μήπως αυτή η ιδιότυπη σχέση που αναπτύσσει σταδιακά ο Claude με τα μέλη της οικογένειας του Rapha, δεν είναι και τόσο αθώα όσο δείχνει;

Η κριτική
Το νέο έργο του François Ozon, είναι κατά βάση μια μυστηριώδης δραματική ιστορία, που αφορά ένα έφηβο αγόρι, το οποίο εισχωρεί, μ' έναν αρκετά έξυπνο τρόπο, στην ζωή μιας, φαινομενικά, τέλειας οικογένειας. Βασιζόμενο στο θεατρικό έργο του Juan Mayorga, "Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο", θα έλεγε κανείς ότι σαν θέμα, η ιστορία παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον, το οποίο όμως δεν καταφέρνει να διατηρηθεί ακέραιο στην κινηματογραφική μεταφορά του έργου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάζει το γεγονός, ότι ο νεαρός Claude, καθώς εισχωρεί, σταδιακά όλο και περισσότερο, στην ζωή της οικογένειας του Rapha, δεν αρκείται στην απλή καταγραφή κάποιων συμπεριφορών ή στην χρήση της φαντασίας του, για να γράψει την συνέχεια της ιστορίας του, αλλά αντίθετα, προσπαθεί να τροποποιήσει την καθημερινότητα των μελών της, έτσι ώστε να γίνει κι ο ίδιος μέλος της και να καλύψει με αυτόν τον τρόπο και τις δικές του ανάγκες, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την ικανοποίηση των επιθυμιών του κεντρικού ήρωα, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο.
Έχοντας ένα ιδιαίτερο χάρισμα, αυτό της συγγραφής, καταφέρνει να μαγέψει με το ταλέντο του τον καθηγητή λογοτεχνίας, Germain, ωθώντας τον να συμμετάσχει κι αυτός στο διεστραμμένο σχέδιό του, να κατακτήσει την καρδιά της μητέρας του Rapha, Esther (Emmanuelle Seigner), να γίνει ο πατέρας Rapha (Denis Ménochet) στην θέση του πατέρα και ταυτόχρονα κι ο γιός Rapha στην θέση του γιού.
Μην έχοντας ο ίδιος μια φυσιολογική οικογένεια, καθώς η μητέρα του τον εγκατέλειψε σε μικρή ηλικία κι ο πατέρας του έμεινε ανάπηρος, κι όντας, παράλληλα, σε μια ηλικία που αναζητά έντονα την ταυτότητά του, μαγεύεται από την εικόνα της στοργικής μητέρας, του φιλικού πατέρα και του αδύναμου γιού, που ενώ τα έχει όλα δεν έχει εξελιχθεί στο δυναμικό άτομο που θα έπρεπε, κι, αρχικά από περιέργεια κι έπειτα επειδή απλώς μπορεί, αποφασίζει να γνωρίσει καλύτερα τον κάθε χαρακτήρα και στην πορεία να τους χρησιμοποιήσει για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του.
Η αλήθεια είναι ότι στην ταινία, κυριαρχεί η αίσθηση μιας δραματικής ιστορίας κι όχι τόσο το στοιχείο του ψυχολογικού θρίλερ και το γεγονός ότι δεν προσανατολίζεται κάπου συγκεκριμένα, είναι και το βασικότερό της ελάττωμα. Το μόνο πράγμα που παραπέμπει σε θρίλερ, είναι αυτή η διαστροφή που υπάρχει, αρχικά στον Claude ότι μπορεί να χειραγωγήσει τους πάντες, κι έπειτα, θα δούμε ότι γεννιέται και στον καθηγητή ένα διαφορετικό είδος διαστροφής, αυτό του ηδονοβλεψία στην ζωή ενός άλλου ζεύγους. Το κοινό τους όμως στοιχείο διαστροφής, είναι αυτός ο αλλόκοτος τρόπος που διαλέγουν να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους. Ο Claude αποκτά την οικογένεια που του στερήθηκε κι ο Germain, με τη σειρά του, αποκτά το γιό που ποτέ δεν αξιώθηκε ν' αποκτήσει. Οι δυό τους, χάνονται μέσα στην φαντασίωση και καταλήγουν να ζουν κυρίως μέσα σ' αυτήν. Ωστόσο, όπως ανέφερα, τα παραπάνω δεν είναι τόσο ευδιάκριτα, καθώς δίνεται περισσότερη έμφαση στο ονειρικό στοιχείο της φαντασίωσης κι όχι τόσο στα σκοτεινά της κομμάτια.
Έχοντας μια συμπαθητική, αλλά όχι ιδιαίτερη, σκηνοθεσία κι εξίσου συμπαθητική φωτογραφία, μουσική επένδυση κι ερμηνείες, προτείνεται κατά κύριο λόγο, σε όσους αρέσει το γαλλικό σινεμά και δεν τους ενοχλεί η φλυαρία στην οποία εμπίπτει κάποιες φορές αυτό.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Γαλλικό δράμα του 2012, βασισμένο στο θεατρικό έργο "Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο" του Juan Mayorga, σε σενάριο και σκηνοθεσία του François Ozon, διάρκειας 105 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Ernst Umhauer, Fabrice Luchini, Kristin Scott Thomas, Emmanuelle Seigner, Bastien Ughetto και Denis Ménochet.

Οι σύνδεσμοι
Imdb