Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2012. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2012. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

13 Μαρτίου 2013

(2012) Σαββατοκύριακο στο Hyde Park

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hyde Park on Hudson


Η υπόθεση
Μετά από ένα απρόσμενο τηλεφώνημα, η Daisy Suckley (Laura Linney), πέμπτη εξαδέλφη του Προέδρου των Η.Π.Α. Franklin D. Roosevelt (Bill Murray), θα βρεθεί στο σπίτι του εξαδέλφου της, με αφορμή μια ιγμορίτιδα. Ανάμεσα στους δυο τους θ' αρχίσει με τον καιρό ν' αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη ερωτική σχέση, κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται κι η πρώτη επίσκεψη του Άγγλου βασιλιά Γεωργίου ΣΤ' (Samuel West) και της βασίλισσας Ελισάβετ Bowes-Lyon (Olivia Colman), όπου θ' αποκατασταθούν οι σχέσεις των δυο κρατών.

Η κριτική
Τ' όνομα του Franklin D. Roosevelt, για την αμερικάνικη ιστορία είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την οικονομική ανάκαμψή της μετά το Κραχ του 1929, αλλά και την συμμετοχή της στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο αξιαγάπητος FDR όμως, στην προσωπική του ζωή είχε αδυναμία στο ωραίο φύλο, πολύ καλή αίσθηση του χιούμορ κι ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, λόγω μιας βαριάς μορφής πολιομυελίτιδας που πέρασε το 1921. Έτσι, μέσα από την αφήγηση της Daisy, γίνεται μια απόπειρα ν' αποτυπωθούν όλα τα παραπάνω σε μια ταινία μιάμισης ώρας.
Χωρίς να μπορεί κανείς να κατατάξει το "Σαββατοκύριακο στο Hyde Park" στα καθαρό-αιμα ιστορικά έργα, αλλά ούτε και στα αμιγώς ρομαντικά δράματα, ο ταλαντούχος Roger Michell δημιουργεί ένα υπέροχο κράμα ρομαντισμού και ιστορίας, στο οποίο απεικονίζεται πεντακάθαρα η εξαίρετη προσωπικότητα του Roosevelt, η προσφορά του στο αμερικάνικο έθνος κι οι όποιες αδυναμίες θα μπορούσε να κρύβει ένας ισχυρός άντρας.
Μέσω της αφήγησης της Daisy, δίνεται στον θεατή το γενικό ιστορικό πλαίσιο της περιόδου στην οποία ανέλαβε την Προεδρία ο Roosevelt, αφήνοντας μονάχα την αποκατάσταση των Αγγλο-Αμερικάνικων σχέσεων ν' αναπαρασταθεί επί της οθόνης. Αξιοπρόσεκτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης για ένα εύλογο χρονικό διάστημα παίζει με τον θεατή του, καθώς αποφεύγει ν' αναφέρει τ' όνομα του άνδρα που προσωπογραφεί κι αρκείται στην απλή αναφορά διαφόρων χαρακτηριστικών του, προσπαθώντας κατ' αυτόν τον τρόπο να κάνει σαφές στο κοινό ότι το συγκεκριμένο πορτραίτο δεν βασίζεται απλώς σ' ένα όνομα, αλλά στον άνθρωπο πίσω απ' αυτό.
Παράλληλα αυτό που τραβά το βλέμμα του θεατή είναι τα εκπληκτικά χρώματα της αμερικάνικης επαρχίας που χρησιμοποιεί ο Michell, τα οποία σε συνδυασμό με το υπόλοιπο καδράρισμα και την έξοχη φωτογραφία, αναπαριστούν την ζωντάνια στον εσωτερικό κόσμο του Αμερικανού Προέδρου. Αντίστοιχα, βλέπουμε ότι οι σκηνές της συναισθηματικής πτώσης της πρωταγωνίστριας, διαδραματίζονται πριν την ανατολή του ηλίου, μεταφέροντας υποσυνείδητα στον θεατή μια ανάλογη ψυχολογική διάθεση.
Τέλος, αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι η πληρότητα με την οποία παρουσιάζονται οι διαφορές ανάμεσα στους Άγγλους και τους Αμερικάνους, αλλά κι ο διακριτικός τρόπος με τον οποίο εξυμνείται παράλληλα με τον Roosevelt κι ο βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ' για τον διαφορετικό τρόπο σκέψης του.
Εν κατακλείδι, το έργο αυτό, στο οποίο αρμόζει περισσότερο ο χαρακτηρισμός του δράματος εποχής, αποτελεί μια αξιόλογη πρόταση τόσο για τους λάτρεις των ιστορικών δραμάτων, όσο και για το κοινό των πιο συγκινητικών ιστοριών, καθώς ερμηνευτικά και σκηνοθετικά το "Σαββατοκύριακο στο Hyde Park" ανταποκρίνεται απόλυτα στις προσδοκίες των υποψήφιων θεατών του.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Βρετανικό δράμα εποχής του 2012, σε σενάριο του Richard Nelson και σκηνοθεσία του Roger Michell, διάρκειας 94 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bill Murray, Laura Linney, Olivia Williams, Elizabeth Marvel, Elizabeth Wilson, Samuel West και Olivia Colman.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

12 Μαρτίου 2013

(2012) Η επίθεση

Πρωτότυπος τίτλος: L' attentat
Αγγλικός τίτλος: The attack


Η υπόθεση
Ο αραβικής καταγωγής Amin Jaafari (Ali Suliman) έχει καταφέρει να χτίσει μια πετυχημένη καριέρα ως χειρούργος στο Ισραήλ. Ο κόσμος του όμως διαλύεται όταν πληροφορείται ότι η σύζυγός του βρέθηκε νεκρή μετά από μια βομβιστική επίθεση για την οποία ευθύνεται η ίδια. Αρνούμενος να πιστέψει τις εξωφρενικές κατηγορίες, ανακαλύπτει αδιάσειστα στοιχεία για την ενοχή της και ξεκινά ένα ταξίδι στην γενέτειρά του, με σκοπό να καταλάβει τους λόγους που την οδήγησαν στην εγκληματική αυτή πράξη.

Η κριτική
Βλέποντας κανείς την νέα ταινία του λιβανέζικης καταγωγής Ziad Doueiri σίγουρα μαγεύεται από την απλότητα και την ειλικρίνεια με την οποία παρουσιάζεται πλήρως απογυμνωμένος ο ακατανόητος, για εμάς τους Δυτικούς, πόλεμος ανάμεσα στους δυο αιώνιους εχθρούς, τους Ισραηλινούς και τους Παλαιστινίους.
Με την επιλογή ενός άντρα αραβικής καταγωγής, στον οποίο έχει δοθεί η ευκαιρία να μορφωθεί, να κάνει καριέρα χειρούργου στο Ισραήλ και που παράλληλα έχει κερδίσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη της τοπικής ιατρικής κοινότητας, τίθενται οι βάσεις για ένα έργο στο οποίο ερευνώνται τα επιχειρήματα και των δυο πλευρών, αφού ο σκεπτόμενος θεατής ταυτίζεται με τον σκεπτόμενο ήρωα, ο οποίος θα βρεθεί άθελά του μέσα σ' αυτήν τη διαμάχη που συνειδητά έχει επιλέξει ν' αγνοεί.
Ως βάση επίσης για την εξέλιξη της ιστορίας, θα δούμε ότι θα χρησιμεύσει η σχέση που είχε αναπτυχθεί ανάμεσα στον Amin και την σύζυγό του. Μια σχέση στην οποία, παρά τα έντονα συναισθήματα και τον κοινό βίο, ο καθένας κατάφερε να διατηρήσει ακέραια τα πιστεύω του και την προσωπική του ελευθερία, αλλά κι η οποία όπως βλέπουμε λειτουργεί ως καταφύγιο για τον ήρωα μας, καθώς συνεχώς ανατρέχει στις αναμνήσεις του και σε φανταστικούς διαλόγους με την αγαπημένη του. Έτσι, ανάγοντας την ιστορία στη σφαίρα των ανθρωπίνων σχέσεων και με την απουσία ενός πολιτικού υπόβαθρου, ο θεατής βρίσκεται πλέον στην κατάλληλη θέση να δεχτεί μαζί με τα επιχειρήματα του "πολιτισμένου" Ισραήλ κι αυτά της "απολίτιστης" και "φανατισμένης" Παλαιστίνης.
Από σκηνοθετικής απόψεως, ο Doueiri έχει καταφέρει ν' αναδείξει με πολύ όμορφο τρόπο το επίφοβο Μεσανατολικό ζήτημα. Απλός και περιεκτικός, εκμεταλλεύεται κατάλληλα τον κινηματογραφικό χρόνο, αποφεύγει να περιττολογήσει και προβάλει μόνο ό,τι κρίνεται απαραίτητο για να προωθηθεί η πλοκή. Όσο για την παρεμβολή των σκηνών, στις οποίες ο πρωταγωνιστής είτε συνομιλεί με την αποθανούσα, είτε ανασύρει μνήμες, παρόλο που δεν υπάρχει κάτι χαρακτηριστικό που να τις διαχωρίζει από την πραγματικότητα, η λειτουργία τους είναι συμπληρωματική κι απόλυτα ταιριαστή, χωρίς ο θεατής να χάνεται ανάμεσα σε παρόν-παρελθόν και πραγματικότητα-φαντασία.
Λαμβάνοντας υπ' όψιν έτσι ότι κύριο μέλημα του έργου είναι η παράθεση και των δυο πλευρών ενός νομίσματος, χωρίς να προωθείται περισσότερο μια εξ αυτών, η ταινία αποτελεί μια πολύ καλή πρόταση για όσους θα ήθελαν ν' ανακαλύψουν τις αιτίες πίσω από τις πολύνεκρες επιθέσεις αυτοκτονίας που σημειώνονται διαρκώς στις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Λιβανέζικο δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Yasmina Khadra, σε σενάριο των Ziad Doueiri και Joelle Touma και σκηνοθεσία του Ziad Doueiri, διάρκειας 102 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Ali Suliman, Reymond Amsalem και Evgenia Dodena.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

11 Μαρτίου 2013

(2012) Ένα πλοίο για την Παλαιστίνη

Πρωτότυπος τίτλος: Ένα πλοίο για την Παλαιστίνη
Αγγλικός τίτλος: A ship to Palestine


Η υπόθεση
Ο Ιορδάνης Κύρογλου (Θεοδόσης Ζάννης) είναι ένας πλούσιος ιδιοκτήτης κάποιας βιομηχανίας σ' ένα λιμάνι στον Νότο της Πελοποννήσου. Μαζί με τον Γιατράκο (Γιώργο Κοψιδά), τον αρχηγό της αστυνομίας, προσπαθεί να συλλέξει πληροφορίες για την έλευση του πλοίου "Ναόμι", που έρχεται από τον Παναμά μεταφέροντας σιτάρι. Η κόρη του Κύρογλου, του αρχηγού των Μασόνων, συνευρίσκεται με τον Γερμανό ακόλουθο του πατέρα της, Κουρτ (Ιερώνυμο Καλετσάνο), όμως στην προσπάθειά της να μάθει ποιός ευθύνεται για τον θάνατο της Εβραίας μητέρας της, ερωτεύεται έναν Παλαιστίνιο αντάρτη, τον Αμπντουλά (Μανώλη Παπαδάκη). Ταυτόχρονα, μέσα από πλάνα αρχείου της εφημερίδας "Η φωνή" ακούγονται οι ιστορίες διαφόρων γυναικών των Βαλκανικών κι Ανατολικών χωρών.

Η κριτική
Ο Νίκος Κούνδουρος, μετά από την μακρόχρονη προσφορά του στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο, δημιουργεί μια πολύπλοκη κι αρκετά ιδιαίτερη ταινία, για την οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλήσει κανείς, καθώς μέσα στις δυο ώρες διάρκειάς του το "Ένα πλοίο για την Παλαιστίνη" προβάλλει μια πληθώρα πολιτικών θεμάτων που με μεγάλη δυσκολία θα μπορούσαν να συνδυαστούν αρμονικά σε μια δίωρη παραγωγή.
Ως κεντρικό άξονα για την ανάπτυξη της ιστορίας του, ο μεγάλος Έλληνας δημιουργός, χρησιμοποιεί την πραγματική ιστορία ενός πλοίου που μετέφερε σίτο από τον Παναμά και τα ίχνη του χάθηκαν ανάμεσα στη Σύμη και την Ρόδο. Το πλοίο όμως αυτό, δεν κάνει ποτέ την εμφάνισή του επί της οθόνης κι οι μόνες πληροφορίες που δίνονται στον θεατή βασίζονται σε εικασίες και στην ελπίδα ότι υπάρχει κάποιο πρόσωπο, το οποίο θα γνωρίζει κάτι περισσότερο από τους υπόλοιπους χαρακτήρες. Κανείς όμως δεν γνωρίζει αν τα όσα λέγονται για το "Ναόμι" είναι αληθή και η αμφιβολία υπάρχει διάσπαρτη καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο λοιπόν, θα μας συστηθεί ένας βαθύπλουτος Έλληνας Μασόνος, ο οποίος ό,τι έχει καταφέρει το οφείλει στον γάμο του με μια πλούσια Εβραία, που δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Αν λάβουμε υπ' όψιν μας την επαναλαμβανόμενη ρήση ότι οι Εβραίοι είναι το χρήμα κι οι Μασόνοι η εξουσία, τότε εύκολα μπορούμε να κατανοήσουμε τον συμβολισμό του γάμου αυτού, αλλά και την συνεχή επαφή της εξουσίας με τον αρχηγό της αστυνομίας, που παρουσιάζεται ως το κράτος.
Επίσης, δεδομένης της συμμετοχής των Εβραίων στην ταινία, θα μπορούσε να δικαιολογήσει κανείς και την ύπαρξη των Παλαιστινίων, αλλά και την παρουσία ενός Γερμανού Ναζί. Αυτό που μπερδεύει όμως τον θεατή και τον οδηγεί σε σύγχυση είναι ο συνδυασμός όλων των παραπάνω, μαζί με την αναφορά στον τύπο, στις μαρτυρίες των γυναικών που ήρθαν στην Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, την οποία ποτέ τους δεν πλησίασαν και στον έρωτα της κόρης του Μασόνου και της Εβραίας με τον Παλαιστίνιο αντάρτη. Μπορεί η τελευταία ν' αποτελεί θεωρητικά τον συνδετικό κρίκο όλων αυτών, καθώς εκείνη σχετίζεται με δεσμούς αίματος με τον Κύρογλου, εκείνη δουλεύει στον τύπο, εκείνη έχει τραβήξει τα πλάνα αρχείου με τις μαρτυρίες, εκείνη συνουσιάζεται με τον Γερμανό κι ερωτεύεται τον Άραβα, όμως πέραν μιας άκρως επιφανειακής συνάφειας, είναι ακατανόητη η ύπαρξη τόσο πολλών και διαφορετικών νοηματικών.
Παράλληλα, ακόμη κάτι που ξενίζει είναι ο απόλυτα αποστειρωμένος σκηνικός χώρος, ο οποίος δεν ταιριάζει σε κανένα γνωστό χωρο-χρόνο, οι ερμηνείες των ηθοποιών οι οποίες είναι ανάλογες μιας αρχαίας τραγωδίας και πλήρως ακατάλληλες για μια σύγχρονη ταινία κι ο λόγος αυτών, που αντί να απευθύνεται έμμεσα στον θεατή μέσω του μεταξύ των ηρώων διαλόγου, απευθύνεται άμεσα σ' αυτόν μέσω της οπτικής επαφής με τον κινηματογραφικό φακό.
Με άλλα λόγια, κανείς δεν μπορεί ν' αμφισβητήσει έναν καθιερωμένο σκηνοθέτη, όπως είναι ο Νίκος Κούνδουρος και σίγουρα κατά την παρακολούθηση του νέου του πονήματος, το κοινό θα κληθεί ν' ανακαλύψει και ν' αποκρυπτογραφήσει συμβολισμούς και "κατηγορώ" του δημιουργού του. Το ζήτημα όμως είναι ότι παρά τα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα στα οποία μπορεί να καταλήξει έκαστος, νομίζω ότι είναι αδύνατον να δοθεί μιας σαφής και σφαιρική εικόνα επί του συνόλου, καθώς τα επί μέρους παραμένουν έως τους τίτλος τέλους ασύνδετα, αφήνοντας μια ασυνάρτητη αίσθηση, χωρίς ν' αποκλείεται βέβαια αυτός να είναι κι ο σκοπός.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Ελληνικό δράμα του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Νίκου Κούνδουρου, διάρκειας 120 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Θεοδόση Ζάννη, Γιώργο Κοψιδά, Εύα Ψυλλάκη, Μανώλη Παπαδάκη, Ιερώνυμο Καλετσάνο, Ερρίκο Λίτση, Αγάπη Μανουρά, Δέσποινα Μοίρου και Ελένη Κωνσταντίνου.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

6 Μαρτίου 2013

(2012) Το πρόσωπο της ομίχλης

Πρωτότυπος τίτλος: В тумане (V tumane)
Αγγλικός τίτλος: In the fog


Η υπόθεση
Στην Σοβιετική Ένωση του 1942, ενώ η χώρα βρίσκεται υπό γερμανική κατοχή, δυο μέλη της αντίστασης, επισκέπτονται το σπίτι της οικογένειας του Sushenya (Vladimir Svirskiy) και παίρνουν μαζί τους τον νεαρό άντρα, με σκοπό να τον σκοτώσουν ως τιμωρία για την προδοσία που πιστεύεται ότι διέπραξε και που οδήγησε στην κρεμάλα τους τρεις αντιστασιακούς συνεργάτες του. Λίγο πριν την δολοφονία του όμως, οι τρεις άντρες δέχονται επίθεση με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του Burov (Vladislav Abashin) κι ο Sushenya, με την συνοδεία του Voitik (Sergei Kolesov), θα πάρει την απόφαση να μεταφέρει τον μισο-πεθαμένο Burov εκεί που θα του ζητηθεί.

Η κριτική
Ο Sergei Loznitsa στηριζόμενος σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα του Vasili Bykov, στην δεύτερη ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί, αποπειράται ν' αποδώσει όσο το δυνατόν πιστότερα το ηθικό δράμα που βίωσαν οι απλοί άνθρωποι που έζησαν την βιαιότητα της γερμανικής κατοχής.
Επιλέγοντας ως ήρωες τρεις άκρως διαφορετικούς χαρακτήρες, των οποίων τις ιστορίες θα δούμε να παρεμβάλλονται με την μορφή ιντερλούδιου κατά την διάρκεια εξέλιξης της πλοκής, εμπλουτίζοντας τοιουτοτρόπως την μακρόσυρτη πορεία των ηρώων προς μια "άγνωστη" κατεύθυνση, ο Loznitsa προσπαθεί να αναδείξει όλες τις ανθρώπινες φιγούρες που συμμετείχαν ενεργά ή μη στον αγώνα των αντιστασιακών.
Ως κεντρικό ήρωα έτσι, γνωρίζουμε τον Sushenya, έναν άντρα που έχει αδικηθεί από τον περίγυρό του, αλλά κι από τον ίδιο του τον εαυτό, ο οποίος σταδιακά οδεύει προς την αγιοποίησή του, καθώς το ηθικό του σθένος ξεπερνά το έμφυτο ένστικτο της επιβίωσης και τον υποχρεώνει να κρατήσει έναν ακέραιο χαρακτήρα ακόμα κι απέναντι σε έναν άνθρωπο που πρόθυμα θα τον θανάτωνε. Έπειτα παρουσιάζεται ο χαρακτήρας του Burov, ενός αντιστασιακού, που αρνείται ν' αφήσει την πατρίδα του στα χέρια ανάξιων ανδρών, χωρίς έστω να δώσει τον δικό του αγώνα να υπερασπιστεί αυτά που ανήκουν στον λαό του και τέλος, μας συστήνεται ο Voitik, ένα εγωκεντρικό πλάσμα που δίνει την αίσθηση ότι τυχαία βρέθηκε να υπηρετεί την αντίσταση.
Μέσα από την συνάντηση των τριών αυτών ανδρών και την πορεία τους στα ομιχλώδη δάση των δυτικών συνόρων της Σοβιετικής Ένωσης, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια προσπάθεια απεικόνισης της εμπόλεμης υπαίθρου, μέσα από ένα θρησκευτικό πρίσμα, στο οποίο ο πρωταγωνιστής προσομοιώνεται με τον Χριστό που εδώ, αντί να κουβαλά στον Γολγοθά του ένα σταυρό, κουβαλά με απαράμιλλη υπομονή τον παρ' ολίγον δολοφόνο του. Ταυτόχρονα όμως κι οι δυο αντάρτες μοιάζουν να αναπαριστούν τους δυο ληστές της Σταύρωσης.
Με την ιστορία του Burov να προηγείται, αυτή του Sushenya ν' ακολουθεί και του Voitik να κλείνει τον κύκλο των αναδρομών, είναι σαν να παρουσιάζεται στον θεατή η εικόνα της Σταύρωσης, όπου στην μέση βρίσκεται ο Μεσσίας, εκ δεξιών ο καλός κι εξ αριστερών ο κακός ληστής. Παρόλο το συμβολισμό της όμως, οι ρυθμοί της ταινίας είναι βασανιστικά αργοί, χωρίς παράλληλα η φωτογραφία της να εξισορροπεί στο ελάχιστο την αραιή αφηγηματική της, γεγονός που αφήνει τον θεατή να χαθεί στις σκέψεις του και δεν τον κρατά ενεργό κατά την διάρκειά της, κάνοντας έτσι την παραγωγή στο σύνολό της να μοιάζει ανούσια και ξεπερασμένη.
Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν "Το πρόσωπο της ομίχλης" προτείνεται κυρίως στο φεστιβαλικό κοινό των κινηματογραφικών αιθουσών, καθώς δύσκολα θα εκτιμηθεί ακόμα κι από το εν γένει σινεφίλ κοινό.

Βαθμολογία: 1/5

Τα σχετικά
Ρώσικο δράμα του 2012, βασισμένο σε μυθιστόρημα του Vasili Bykov, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Sergei Loznitsa, διάρκειας 127 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Vladimir Svirskiy, Vladislav Abashin και Sergei Kolesov.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

5 Μαρτίου 2013

(2012) Κατερίνα Γώγου: Για την αποκατάσταση του μαύρου

Πρωτότυπος τίτλος: Κατερίνα Γώγου: Για την αποκατάσταση του μαύρου
Αγγλικός τίτλος: Katerina Gogou: Reinstating the dark side


Η υπόθεση
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε το 1940. Στην αρχή της καριέρας της ασχολήθηκε με την υποκριτική κι έπειτα κυρίως με την συγγραφή αντισυμβατικών ποιημάτων που αναφέρονταν πάντα στους αντι-ήρωες των Εξαρχείων και των γύρω περιοχών. Λίγο καιρό πριν αυτοκτονήσει, μπλέκει στον κόσμο των ναρκωτικών και σήμερα, μαζί με τον Παύλο Σιδηρόπουλο και τον Νικόλα Άσιμο θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ροκ είδωλα της ασυμβίβαστης γενιάς.

Η κριτική
Η Κατερίνα Γώγου είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα ροκ είδωλα που έζησαν κι επηρεάστηκαν βαθειά από τις κοινωνικο-πολιτικές αναταράξεις της Ελλάδας της περιόδου του 1960-1980, αφήνοντας πίσω της ένα σημαντικό όγκο ποιημάτων, στα οποία εκφράζει τον πόνο των αδυνάτων με έναν τρόπο άκρως αντισυμβατικό και ταυτόχρονα απόλυτα ποιητικό.
Αρκετά από τα ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί από σημαντικούς καλλιτέχνες της εναλλακτικής μουσικής σκηνής κι η ίδια διεκδικεί τον σεβασμό, αλλά και τον θαυμασμό διεθνώς αναγνωρισμένων Ελλήνων, και μη, ποιητών. Ακόμα κι αν τ' όνομά της δεν είναι τόσο γνωστό στο ευρύ κοινό, όσο τα ονόματα άλλων ηρώων της ασυμβίβαστης γενιάς, τα ποιήματά της, το τελευταίο διάστημα, διαδίδονται όλο και περισσότερο στην νεολαία της κρίσης, αυξάνοντας το ενδιαφέρον τους να γνωρίσουν το πρόσωπο πίσω από τις λέξεις.
Για πολλούς βέβαια, το όνομα της Κατερίνας Γώγου δεν σημαίνει κάτι περισσότερο από μια ανάλαφρη και ζωηρή παρουσία στις ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του '60, που έχει μείνει στην ιστορία για την φράση της: "Εγώ κοιτούσα την Γιαδικιάρογλου, που κοιτούσε την Πετροπούλου, που κοιτούσε την Πετροβασίλη". Αυτή η γλυκιά ύπαρξη όμως, είναι η ίδια γυναίκα που πρωταγωνιστεί στο "Βαρύ πεπόνι", στην "Παραγγελιά" και στο "Όστρια: Το τέλος του παιχνιδιού".
Όπως και να την έχει γνωρίσει βέβαια ο καθένας, η Γώγου των δευτερευόντων κωμικών ρόλων κι η Γώγου των πρωταγωνιστικών ρόλων και των αντισυμβατικών ποιημάτων δεν παύουν να είναι το ίδιο πρόσωπο κι αυτό αποπειράται να παρουσιάσει μέσα απ' αυτό το ντοκιμαντέρ, ο Αντώνης Μποσκοΐτης. Το ζήτημα όμως είναι ότι σαν αποτέλεσμα, το έργο του Μποσκοΐτη πλησιάζει περισσότερο σ' αυτό που θα χαρακτήριζε κάποιος "αφιέρωμα για ένα περιορισμένο κοινό" απ' ό,τι σ' ένα ντοκιμαντέρ που καταφέρνει να παρουσιάσει σφαιρικά την πολύπλευρη προσωπικότητά της.
Μέσω αποσπασμάτων από ταινίες στις οποίες συμμετέχει και πρωταγωνιστεί, σπάνιων ντοκουμέντων στα οποία την βλέπουμε να κινείται και να αλληλεπιδρά με τους γύρω της, μαρτυριών από άτομα που διασταυρώθηκαν απλώς οι δρόμοι τους ή μοιράστηκαν μαζί της ένα μέρος της ζωής τους, αναγνώσεων σημαντικών ποιημάτων της και εξιστόρηση των κοινωνικών αναταράξεων στις οποίες συμμετείχε ενεργά η ίδια, γίνεται μια προσπάθεια να δοθεί μια εικόνα του φαινομένου που ακούει στ' όνομα Γώγου. Δυστυχώς όμως, η έλλειψη γραμμικότητας, αλλά κι η ανεξήγητη παραβολή διάφορων δρώμενων με την Λουκία Μιχαλοπούλου να ενσαρκώνει την Κατερίνα Γώγου, η οποία ερμηνευτικά αξίζει ν' αναφερθεί ότι είναι εκπληκτική, συμβάλλουν στην δημιουργία μιας θολής εικόνας που περισσότερο μπερδεύει, παρά αναδεικνύει την προσωπικότητα της κεντρικής ηρωίδας.
Έτσι λοιπόν, το ασπρόμαυρο αυτό αφιέρωμα απευθύνεται αποκλειστικά σε όσους ήδη γνωρίζουν ποιά και τί ήταν η Κατερίνα Γώγου κι αναζητούν αφορμή να ξαναέρθουν, έστω και για λίγο, σ' επαφή με την ίδια και το έργο της.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αντώνη Μποσκοΐτη, διάρκειας 67 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Κατερίνα Γώγου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Γιώργο Κορδέλα, Νάνο Βαλαωρίτη, Λένα Πλάτωνος, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Αντώνη Καφετζόπουλο, Όλια Λαζαρίδου, Εύα Κουμαριανού, Μαρία Λαγγουρέλη, Αντρέα Θωμόπουλο και Νίκο Καλογερόπουλο.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Μαρτίου 2013

(2012) Χαμένος παράδεισος

Πρωτότυπος τίτλος: Tabu
Ελληνικός τίτλος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2012: Σαν σε όνειρο


Η υπόθεση
Η Pilar (Teresa Madruga) είναι μια καλοκάγαθη γυναίκα που προσπαθεί συνεχώς να φαίνεται χρήσιμη, αλλά και να χαροποιεί, τους ανθρώπους που την περιβάλλουν. Η κύρια έννοια της Pilar όμως, είναι η ηλικιωμένη γειτόνισσά της, η Aurora (Laura Soveral), η οποία φαίνεται να έχει χάσει τα λογικά της, είναι εξαρτημένη από τα τυχερά παιχνίδια κι έχει μια ιδιότυπη σχέση με την κόρη της. Όταν κάποια στιγμή η Aurora φτάσει κοντά στον θάνατο, θα ζητήσει από την Pilar και την υπηρέτριά της, την Santa (Isabel Muñoz Cardoso), να εντοπίσουν και να καλέσουν κοντά της έναν άγνωστο άνδρα που ακούει στ' όνομα Gian Luca Ventura (Henrique Espírito Santo), ο οποίος και θ' αφηγηθεί στις δυο γυναίκες την ιστορία του ίδιου και της Aurora.

Η κριτική
Η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του πολυτάλαντου Miguel Gomes αποδεικνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για το σινεφίλ κοινό, καθώς μέσα από την αντιπαραβολή των δυο μερών στα οποία είναι χωρισμένη, παρουσιάζεται λιτά κι ωστόσο εξαίσια η διαφορά ανάμεσα στο σημερινό σουρεαλιστικό κόσμο στον οποίο κατοικούμε και σ' έναν παράδεισο που έχει παρέλθει κι έχει υπάρξει σ' έναν τόπο πολύ μακρινό και πολύ διαφορετικό απ' τον δικό μας.
Παραπέμποντας με τον τίτλο του στο ομώνυμο έργο ("Tabu") του F. W. Murnau, ο Gomes αποδίδει έναν φόρο τιμής στον μεγάλο Γερμανό δημιουργό, χρησιμοποιώντας όμως τις ενότητες του "Παραδείσου" και του "Χαμένου παραδείσου" με αντίστροφη σειρά απ' αυτή που προτιμά ο Murnau στην ταινία του 1931.
Ξεκινώντας με μια σουρεαλιστική προλογική σκηνή, την οποία παρακολουθεί η Pilar σε μια άδεια κινηματογραφική αίθουσα, ο Gomes, καταφέρνει μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα ν' αποδώσει τα κύρια στοιχεία του ψυχισμού αυτής της μεσήλικης γυναίκας, η οποία έχει επιλέξει ν' αναλάβει τον ρόλο ενός απλού παρατηρητή των ζωών των γύρω της. Με τον ίδιο μεστό τρόπο λοιπόν, ο σκηνοθέτης, συνεχίζει να παρουσιάζει έναν στυλιζαρισμένο και κουραστικό "Χαμένο παράδεισο" στην Λισαβόνα των Χριστουγέννων του 2010. Οι σκηνές μακρόσυρτες, ακαταλαβίστικες πολλές φορές, οι μονόλογοι τεράστιοι και κενοί, όπως κι η ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα κι ο θεατής προβληματισμένος και χαμένος στις δικές του σκέψεις να προσπαθεί να κατανοήσει τον λόγο και την εικόνα που παρακολουθεί.
Εκεί λοιπόν, είναι που κάνει την εμφάνισή του ο μυστηριώδης άνδρας από το παρελθόν της Aurora, ο Gian Luca Ventura, ο οποίος με την αφήγησή του θα δώσει χρώμα στην μουντή καθημερινότητα του σήμερα. Χωρίς το παραμικρό ίχνος διαλογικού μέρους, παρά μόνο με την voice off αφήγηση του Ventura, το κοινό θα κλιθεί να παρακολουθήσει μια ιστορία αγάπης, με διάρκεια όχι μεγαλύτερη του ενός έτους, η οποία άλλαξε σταδιακά τις ζωές και τις προσδοκίες των δυο εραστών.
Μέσω μιας εκπληκτικής σκηνοθεσίας, που χρησιμοποιεί το ανούσιο πρώτο μέρος ως "σκαλοπάτι" για ν' αναδείξει ακόμα περισσότερο το "παραδεισένιο" κι ωστόσο αληθοφανές δεύτερο μέρος της, ο "Χαμένος παράδεισος" καταφέρνει μέσα από την απλή εξιστόρηση μιας ανάμνησης, όμοια με ανάγνωση ενός λογοτεχνικού κειμένου, να παρασύρει τον θεατή σ' ένα υπέροχο ταξίδι που αναβιώνει ως ένα βαθμό την μαγεία που κρύβει η εικόνα του βωβού σινεμά. Σαν παιχνίδι ανάμεσα στο χτες και το σήμερα, τα δυο μέρη βρίσκονται σε συνεχή διάλογο, ωθώντας τον θεατή ν' ανατρέχει και ν' αναθεωρεί συνεχώς τα όσα έχει παρακολουθήσει κατά την διάρκεια του πρώτου μισού.
Συμπληρώνοντας επίσης την αφήγηση, με ήχους που προέρχονται από το φυσικό περιβάλλον ή με μουσικές που κάνουν τον θεατή ν' αναπολήσει περασμένες δεκαετίες, ο Miguel Gomes, κάνει το έργο του να μοιάζει πλήρες μέσα στην απλότητά του. Συνεπώς, ο "Χαμένος παράδεισος" αποτελεί μια ιδανική πρόταση για το σινεφίλ κοινό, που εκτιμά την άμεση και διαφορετική ματιά ενός εναλλακτικού σκηνοθέτη.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Πορτογαλικό δράμα του 2012, σε σενάριο των Miguel Gomes και Mariana Ricardo και σκηνοθεσία του Miguel Gomes, διάρκειας 118 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Laura Soveral, Teresa Madruga, Isabel Muñoz Cardoso, Henrique Espírito Santo, Ana Moreira, Carloto Cotta, Manuel Mesquita και Ivo Müller.

Τα σχετικά

27 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Ξημέρωμα

Πρωτότυπος τίτλος: Agon


Η υπόθεση
Ο Saimir (Marvin Tafaj) κι ο Vini (Guliem Kotorri) είναι δυο αδελφοί από την Αλβανία, οι οποίοι έχουν έρθει στην Ελλάδα προς αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος. Ο Saimir έχοντας καταφέρει να βρει μια αξιοπρεπή δουλειά σ' ένα συνεργείο αυτοκινήτων κι όντας στα σκαριά ενός γάμου με την κόρη του ιδιοκτήτη μοιάζει να έχει πετύχει τ' όνειρό του. Για τον Vini όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, καθώς αρνείται να συμβιβαστεί με μια μίζερη ζωή κι αναζητά κάτι καλύτερο. Έτσι θα μπλεχτεί με την αλβανική μαφία της Θεσσαλονίκης, όπου θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί την γυναίκα του αρχηγού της, κάτι που κρύβει πολλούς κινδύνους και για τους δυο αδελφούς.

Η κριτική
Το "Ξημέρωμα" αποτελεί την ιστορία δυο αδελφών από την Αλβανία, οι οποίοι έχουν έρθει στην Ελλάδα, διεκδικώντας με πολύ διαφορετικά μέσα μια καλύτερη ζωή. Ο Robert Budina, επιλέγοντας να τοποθετήσει μέσα στην ίδια οικογένεια και τους δυο τύπους του έντιμου Αλβανού μετανάστη, συνθέτει ένα δράμα, στο οποίο παρουσιάζεται το μεταναστευτικό πρόβλημα από μια πολύ διαφορετική κι ενδιαφέρουσα οπτική γωνία.
Αρχικά οι δυο πρωταγωνιστές της ταινίας, ανταποκρίνονται στους χαρακτήρες του έντιμου και δουλοπρεπή μετανάστη και του ανυπότακτου και μαχόμενου ονειροπόλου νέου. Ο Saimir, ο μεγαλύτερος αδελφός, έχει καταφέρει ν' αποκτήσει μια ήρεμη και φιλήσυχη ζωή στην Ελλάδα, καθώς έχει συμβιβαστεί πλήρως με τη δουλειά του μηχανικού στο συνεργείο αυτοκινήτων του μέλλοντα πεθερού του κι ετοιμάζεται να κάνει μια νέα αρχή, ως μέλος μιας οικογένειας Ελλήνων. Ο Vini από την άλλη, ο μικρός αδελφός, αποζητά μια ευκαιρία να ζήσει με πάθος την ζωή του κι αρνείται να υποταχθεί, όπως ο αδελφός του, σ' αυτούς που τον θεωρούν κατώτερο άνθρωπο και δεν του δείχνουν ούτε δείγμα σεβασμού.
Ο θεατής λοιπόν, μέσω των διαφορετικών επιλογών του καθενός, έχει την ευκαιρία να έρθει σ' επαφή τόσο με τον μετανάστη που έχει κατορθώσει να γίνει αποδεκτός από τον περίγυρό του, βρισκόμενος όμως σε συνεχή σύγκρουση με τον ίδιο του τον εαυτό και τις ρίζες του, όσο και με τον μετανάστη που δεχόμενος την αρνητική στάση των γύρω του, καταλήγει ν' αντιδράσει βίαια κι ανάρμοστα, όμως πλήρως δικαιολογημένα, απέναντι στο χέρι που τον ταΐζει.
Σημαντικό ρόλο στην υπόθεση όμως, παίζει και η εμφάνιση της αλβανικής μαφίας, στην οποία καταλήγει να μπλεχτεί άθελά του ο νεαρός Vini. Αν κι ο δημιουργός της δεν εστιάζει τόσο στο πρόβλημα που αποτελεί το κύκλωμα αυτό τόσο για την αλβανική, όσο και για την ελληνική κοινότητα της βορείου Ελλάδος, αλλά την χρησιμοποιεί ως μέσο για να προωθήσει την πλοκή και να μετατρέψει το κοινωνικό δράμα σε μελοδραματική ιστορία αγάπης, η αναφορά και μόνο στα εγκλήματα που διαπράττονται από την συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, αρκεί για να γίνει εμφανής η διαφορά ανάμεσα σ' αυτούς που έχουν δημιουργήσει το άσχημο όνομα στους Αλβανούς μετανάστες και σ' αυτούς που υπομένουν τις συνέπειες του ονόματος αυτού.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, το έργο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς δίνει την ευκαιρία στην άλλη πλευρά να εκφράσει πώς αντιλαμβάνεται εκείνη, την προβληματική συνύπαρξη των δυο γειτονικών λαών. Χωρίς να δίνεται βάρος στον ρατσισμό με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι Έλληνες τους ξένους, αλλά εστιάζοντας στον τρόπο που αντιμετωπίζει την συμπεριφορά αυτή ο κάθε ήρωας χωριστά, η ταινία μοιάζει να έχει όλα τα εφόδια να εκφράσει σφαιρικά την ισχύουσα κατάσταση. Δυστυχώς όμως, η εξέλιξη της ιστορίας σε μελόδραμα, καταφέρνει ν' ακυρώσει τις καλές κοινωνικές της βάσεις, καθώς δίνει την αίσθηση ότι χρησιμοποιεί το πρόβλημα των μεταναστών απλώς για ν' αναπτύξει μια ιστορία που θα εκβιάσει το συναίσθημα του κοινού, ξεπερνώντας τα όρια του υπερβολικού. Παρά λοιπόν τις καλές προδιαγραφές του, αλλά και τους ικανούς ηθοποιούς που το στελεχώνουν, το "Ξημέρωμα" δεν είναι κάτι περισσότερο από μια μέτρια βαλκανική παραγωγή που χάνεται στις εναλλαγές του ύφους της.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Αλβανικό δράμα του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Robert Budina, διάρκειας 106 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Guliem Kotorri, Marvin Tafaj, Αντώνη Καφετζόπουλο, Ιζαμπέλλα Κογιεβίνα, Dzevdet Jasari, Eglantina Cenomeri και Λαέρτη Βασιλείου.

Οι σύνδεσμοι

23 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Ο έρωτας της βασίλισσας

Πρωτότυπος τίτλος: En kongelig affære
Αγγλικός τίτλος: A royal affair


Η υπόθεση
Στα τέλη του 18ου αιώνα, η νεαρή Καρολίνα Ματθίλδη (Alicia Vikander) εγκαταλείπει την γενέτειρά της, την Αγγλία, για να παντρευτεί τον παράφρονα βασιλιά της Δανίας Χριστιανό τον VII (Mikkel Boe Følsgaard). Όταν η νεαρή βασίλισσα γνωρίζει τον προσωπικό γιατρό του συζύγου της, Γιόχαν Στρουένζεε (Mads Mikkelsen), γοητεύεται από το φιλελεύθερο πνεύμα του και πολύ σύντομα συνάπτει δεσμό μαζί του. Οι δυο εραστές, με τη βοήθεια της επιρροής που ασκεί ο Γιόχαν στο πρόσωπο του βασιλιά, καταφέρνουν να μετατρέψουν την Δανία σε μια χώρα φιλόξενη για τον λαό της, κάνοντας πραγματικότητα το ουμανιστικό τους όνειρο. Η ευτυχία του ζεύγους όμως, διαλύεται την στιγμή που η σχέση τους μαθεύεται.

Η κριτική
Ο πολυτάλαντος Δανός σκηνοθέτης, Nikolaj Arcel, στην προσπάθειά του να παρουσιάσει την ιστορία της χώρας του, μέσω ενός έργου που θα τραβήξει το ενδιαφέρον του κοινού, καταπιάνεται με την ιστορία της βασίλισσας Καρολίνας Ματθίλδης, η οποία συνέβαλε τα μέγιστα στην εγκαθίδρυση των ιδεών του Διαφωτισμού στην μέχρι τότε θρησκόληπτη και μεσαιωνική Δανία.
Με την επιλογή του σκηνοθέτη να ξεκινήσει η ταινία, ενημερώνοντας τον θεατή της για τα σημαντικά κοινωνικά δρώμενα της εποχής, αμέσως γίνεται σαφές ότι στην πραγματικότητα η ταινία δεν εστιάζει στον παράνομο ερωτικό δεσμό της βασίλισσας κι ενός υψηλά ιστάμενου άνδρα της Αυλής, αλλά στις αλλαγές που επέφερε στην ιστορία της χώρας η συνύπαρξη δυο φιλελεύθερων πνευμάτων μέσα στον χώρο του παλατιού.
Κατά μια έννοια λοιπόν, το έργο αποτελεί έναν απολογισμό ή αν προτιμάτε μια εξομολόγηση της βασίλισσας Καρολίνας στα δυο παιδιά της, τα οποία δεν έχει δικαίωμα να συναναστραφεί έως το τέλος της ζωής της. Φυσικά, είναι αυτονόητο πως η πρωταγωνίστρια δεν απευθύνεται μονάχα στους βιολογικούς απογόνους της, αλλά σε ολόκληρη την σημερινή κοινωνία τόσο της Δανίας όσο και την παγκόσμια, η οποία έχει αναπτυχθεί πάνω στις βάσεις που έθεσαν οι Διαφωτιστές φιλόσοφοι.
Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν της βασίλισσας Καρολίνας κι αναφέροντας την αγγλική καταγωγή της, ο θεατής παίρνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την φιλελεύθερη παιδεία που είχε λάβει ως νεαρή κοπέλα από το σπίτι της. Ταυτόχρονα όμως με την απλή αναφορά της απαγόρευσης εισαγωγής κάποιων λογοτεχνικών κειμένων που έχει φέρει μαζί της από την Αγγλία, το κοινό υποψιάζεται, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει, πως στην Δανία της εποχής κυριαρχούσαν οι αρχές του Μεσαίωνα.
Σταδιακά λοιπόν, όσο το δράμα αναπτύσσεται θα γνωρίσουμε τον επαρχιώτη γιατρό Γιόχαν Στρουένζεε, ο οποίος καταφέρνει να κερδίσει τη θέση του προσωπικού γιατρού, αλλά και την πλήρη εμπιστοσύνη του βασιλιά, καθώς λόγω των ουμανιστικών ιδεών του, αρνείται να ενστερνιστεί την γενικευμένη αντίληψη ενός ψυχολογικά διαταραγμένου ηγέτη κι επιλέγει μια ανθρώπινη και συγκαταβατική συμπεριφορά απέναντι στον Χριστιανό τον VII. Η πίστη του αυτή όμως στην δύναμη της ανθρώπινης φύσης, δεν τον βοηθά μονάχα να κερδίσει την τυφλή εμπιστοσύνη του Χριστιανού, αλλά συμβάλει και στην διεκδίκηση της καρδιάς της βασίλισσας. Με το ενδιαφέρον για το κοινό καλό να ενώνει τους δυο πρωταγωνιστές, ο έρωτας του παράνομου ζεύγους αναδεικνύεται σε κάτι πολύ περισσότερο από μια ευτελή σαρκική ένωση.
Οι ουσιαστικές βάσεις του δράματος λοιπόν, που μετατρέπουν μια ερωτική ιστορία σε ένα ιστορικό δράμα εποχής, σε συνδυασμό με την εξαιρετικά προσεγμένη αναπαράσταση της εποχής, την έξοχη φωτογραφία του, τις λεπτές σκηνοθετικές αποχρώσεις, τις υπέροχες ερμηνείες των πρωταγωνιστών, αλλά και την συμμετοχή του διεθνώς αναγνωρισμένου και λαμπρού ηθοποιού, Mads Mikkelsen, συμβάλουν στην δημιουργία ενός άρτιου ερωτικο-ιστορικού δράματος που αξίζει να παρακολουθηθεί τόσο από τους λάτρεις των δραμάτων εποχής, όσο κι από τους θαυμαστές των ταινιών με κεντρικό θέμα την προβολή μιας ιδεολογίας.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Δανέζικο ιστορικό δράμα του 2012, βασισμένο σε μυθιστόρημα της Bodil Steensen-Leth, σε σενάριο των Rasmus Heisterberg και Nikolaj Arcel και σκηνοθεσία του Nikolaj Arcel, διάρκειας 137 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Alicia Vikander, Mads Mikkelsen και Mikkel Boe Følsgaard.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

21 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Zero dark thirty

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Zero dark thirty


Η υπόθεση
Μετά την πολύνεκρη επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες οργανώνουν μια αποστολή με σκοπό τον εντοπισμό του εγκεφάλου αυτής της τρομοκρατικής επίθεσης. Για σχεδόν μια δεκαετία, οι πράκτορες της C.I.A. ανακρίνουν μέλη, αλλά και άτομα που φαίνεται να σχετίζονται με την al-Qaeda, προσπαθώντας να βρουν το μέρος που βρίσκεται κρυμμένος ο αρχηγός της τρομοκρατικής οργάνωσης, ο Osama bin Laden.

Η κριτική
Η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, με τα χιλιάδες θύματα και τα γεγονότα που προκάλεσε αυτή, αποτελεί σίγουρα ένα από τα σημεία-σταθμούς της σύγχρονης ιστορίας. Μετρώντας μόλις 11,5 χρόνια μετά την επίθεση και σχεδόν 2 από την ανακοίνωση του θανάτου του Osama bin Laden, τα όσα σχετίζονται με την συγκεκριμένη υπόθεση, είναι αδύνατον να ειδωθούν μέσα από ένα αντικειμενικό, ερευνητικό πρίσμα και να δοθεί στην δημοσιότητα ένας σαφής κι ολοκληρωμένος απολογισμός.
Ωστόσο, η τρομοκρατία που έχει ασκηθεί στον δυτικό κόσμο από τις συνεχείς τρομοκρατικές επιθέσεις της al-Qaeda, έχει δώσει λαβή για πολλές κοινωνικο-πολιτικές αναταράξεις, στις οποίες συγκαταλέγονται ρατσιστικές αντιδράσεις απέναντι σε άτομα αραβικών φυλών, αλλά και διάφορα σενάρια συνωμοσίας, εκ των οποίων μερικά μοιάζουν αρκετά αληθοφανή. Άσχετα όμως από το αν ευσταθούν οι διάφορες εικασίες ή όχι, καθώς με την πάροδο του χρόνου η αλήθεια θ' αποκαλυφθεί, το σίγουρο είναι ότι έπειτα από μια δεκαετία, το όνομα του Osama bin Laden συνεχίζει ν' αποτελεί ανοιχτή πληγή για τις Η.Π.Α., αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο κι οποιαδήποτε καινούργια πληροφορία δίνεται σχετικά με την οργάνωση της al-Qaeda αμέσως αναδεικνύεται σε κύρια και σημαντική είδηση.
Έτσι, παρόλο που βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή όπου καμία σχετική είδηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ιστορικό τεκμήριο, βλέπουμε ότι οι προσπάθειες να δοθεί στη δημοσιότητα μια όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη εικόνα γι' αυτή την τρομοκρατική οργάνωση, αλλά και τη δεκαετή έρευνα των Αμερικανών, είναι ανάγκη πολλών εμπνευσμένων δημιουργών. Ακριβώς σ' αυτό το πλαίσιο λοιπόν κινείται κι η συγκεκριμένη προσπάθεια απεικόνισης του χρονικού που οδήγησε στον θάνατο του Osama bin Laden.
Η Kathryn Bigelow, κάνοντας χρήση των στοιχείων που έχει καταφέρει να συλλέξει από διάφορες έρευνες, αλλά και των ντροπιαστικών εικόνων από τα βασανιστήρια των Αμερικανών πρακτόρων σε Ισλαμιστές αιχμαλώτους, οι οποίες διέρρευσαν στον διεθνή τύπο, δημιουργεί ένα έργο που προσπαθεί να κρατήσει τις αποστάσεις ενός ντοκιμαντέρ από τα γεγονότα, αλλά που παράλληλα δεν χάνει το στοιχείο της μυθοπλασίας.
Έτσι λοιπόν, μέσα σε μια διάρκεια δυόμισι ωρών, ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει μια σειρά επεισοδίων, που δεν του επιτρέπουν να ταυτιστεί με κάποιον από τους ήρωες και που ταυτόχρονα αποφεύγουν να βάλουν σε καλούπια τα πρόσωπα που εμφανίζονται. Θεωρώντας ως δεδομένο επίσης, ότι ολόκληρος ο κόσμος γνωρίζει την ιστορία της πτώσης των Δίδυμων Πύργων, των τρομοκρατικών επιθέσεων που την ακολούθησαν, αλλά και την ουσία της οργάνωσης της al-Qaeda και του ιερού αγώνα (Jihad) των Ισλαμιστών, η σκηνοθέτης εστιάζει στην παρουσίαση των γεγονότων που συμπληρώνουν σφαιρικά και προωθούν την εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς ν' αναλώνει περιττό χρόνο σε επεξηγήσεις βασικών εννοιών.
Η αλήθεια είναι ότι η διάρκεια της ταινίας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το έργο στην ουσία του είναι καθαρά ιστορικό, κουράζουν τον μέσο θεατή. Παρόλα αυτά, το ζήτημα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο κι η προσπάθεια της Bigelow να κάνει καταγραφή των γεγονότων χωρίς να παίρνει θέση, είναι αν μη τι άλλο έντιμη κι άξια προσοχής. Προτείνεται λοιπόν κατά κύριο λόγο στους λάτρεις των πολιτικο-ιστορικών ταινιών.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο ιστορικό δράμα του 2012, σε σενάριο του Mark Boal και σκηνοθεσία της Kathryn Bigelow, διάρκειας 157 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jessica Chastain, Jason Clarke, Reda Kateb, Kyle Chandler, Jennifer Ehle, Harold Perrineau, Jeremy Strong και J.J. Kandel.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Μαθήματα ενηλικίωσης

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The sessions


Η υπόθεση
Ο Mark O'Brien (John Hawkes) είναι ένας τετραπληγικός 38-χρονος ποιητής, ο οποίος παίρνει την απόφαση, έστω και καθυστερημένα, να ενηλικιωθεί σεξουαλικά. Μέσω μιας σεξο-θεραπεύτριας, ο Mark έρχεται σ' επαφή με την Cheryl (Helen Hunt), μια ειδικό στο σεξ, η οποία αναλαμβάνει να καθοδηγήσει βήμα-βήμα τον Mark στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης συνουσίας.

Η κριτική
Τα "Μαθήματα ενηλικίωσης" είναι μια γλυκιά κι ανάλαφρη ταινία, στην οποία ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει την αληθινή ιστορία του Mark O'Brien, ενός άντρα που λόγω τετραπληγίας βρίσκεται ολοκληρωτικά εξαρτώμενος από τον περίγυρο του, αλλά κι από έναν πνεύμονα σιδήρου, στον οποίο περνά αναγκαστικά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του.
Γνωρίζοντας σταδιακά την ιστορία του πρωταγωνιστή, μαθαίνουμε πως στην κατάσταση αυτή βρέθηκε σε ηλικία 6 ετών, όταν προσβλήθηκε από τον ιό της πολιομυελίτιδας, γεγονός που του προκάλεσε ολική παράλυση, στερώντας του μια φυσιολογική παιδική ηλικία και κατά συνέπεια μια φυσιολογική εφηβεία κι ενηλικίωση. Ο Mark λοιπόν έχοντας ωριμάσει σωματικά και νοητικά, αλλά βιώνοντας μια πολύ περιορισμένη καθημερινότητα, ακόμη και για κάποιον που έχει σωματική αναπηρία, αντί να δεχθεί στωικά την μοίρα του, κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του όσο το δυνατόν πιο ποιοτικά: Εργάζεται, βγαίνει βόλτες, επισκέπτεται την εκκλησία κι εξομολογείται στον παπά, αποζητά τον σεβασμό στα πρόσωπα των γύρω του, ερωτεύεται, κάνει φιλίες και διεκδικεί την ζωή που αξίζει στον καθένα από μας.
Παρουσιάζοντας λοιπόν την προσπάθεια του Mark να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, η ταινία δεν καταπιάνεται με την αναμενόμενη παράθεση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους τα άτομα με κινητική αναπηρία, αλλά αντίθετα εστιάζει σ' ένα θέμα πιο οικουμενικό και καθαρά προσωπικό, που μας αφορά όλους. Καλώς ή κακώς η σεξουαλική ωρίμανση αποτελεί πρωτογενή ανάγκη για το ανθρώπινο είδος κι οι περισσότεροι καλούμαστε να την γνωρίσουμε κατά την εφηβεία ή την ενηλικίωσή μας, σε μια περίοδο δηλαδή που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τεράστιες αλλαγές στην ζωή μας και κατά την οποία η αντίληψή μας για τον κόσμο διέπεται από μια συναισθηματική υπερβολή, την οποία ως ενήλικοι την αναπολούμε με μια γλυκιά νοσταλγία.
Έτσι λοιπόν κι εδώ, ο Ben Lewin προσεγγίζει αυτή την ανάγκη του Mark με απόλυτη φυσικότητα, αποδίδοντάς της αυτό το νοσταλγικό συναίσθημα που απενοχοποιεί την σεξουαλική πράξη. Έχοντας δε ως κεντρικό ήρωα έναν άντρα νοητικά ώριμο, ο οποίος περιστοιχίζεται από άλλους ανθρώπους που έχουν μάθει να σέβονται τους συνανθρώπους τους, καταφέρνει να κάνει τον θεατή να παρακολουθήσει την ταινία με τον απαιτούμενο σεβασμό και κατ' αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει να κάνει το κοινό περισσότερο δεκτικό ως προς το γυμνό σώμα που του παρουσιάζεται. Σημαντικό στοιχείο βέβαια στην αποδοχή του σώματος ως μέσο έκφρασης της ανθρώπινης φύσης κι όχι ως ταμπού, παίζει και το γεγονός ότι η όλη διαδικασία ξεκινά αφού ο Mark έχει λάβει την ευχή ενός ουμανιστή ιερέα, ο οποίος ουσιαστικά λειτουργεί περισσότερο ως ψυχολόγος και φίλος του ήρωά μας.
Με τις υπέροχες ερμηνείες λοιπόν τόσο των πρωταγωνιστών, όσο και των δευτεραγωνιστών, με τα χιουμοριστικά στοιχεία, τον τρόπο ανάπτυξης ουσιαστικών δεσμών και τα ζωντανά χρώματα των εικόνων, ο Lewin πετυχαίνει να παρουσιάσει μια ευχάριστη δραματική ιστορία, που θα κάνει τον θεατή της να σχηματίσει ένα γλυκό χαμόγελο στους τίτλους τέλους της.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο σε άρθρο του Mark O'Brien, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Ben Lewin, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους John Hawkes, Helen Hunt, William H. Macy, Moon Bloodgood, Jennifer Kumiyama και Annika Marks.

Οι σύνδεσμοι

14 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Οι άθλιοι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Les misérables


Η υπόθεση
Στην Γαλλία των αρχών του 19ου αιώνα, ο Γιάννης Αγιάννης (Hugh Jackman) καταδικάζεται για την κλοπή ενός καρβελιού ψωμί. Όταν ελευθερώνεται με αναστολή, επειδή κανένας δεν του δίνει την ευκαιρία να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, σκίζει τα χαρτιά του, διαγράφοντας τον εγκληματία Γιάννη Αγιάννη και καταφέρνει ν' ανέλθει κοινωνικά, φτάνοντας μετά από χρόνια να κατακτήσει το αξίωμα του δημάρχου. Έχοντας την ανάγκη να βοηθά όσους τον χρειάζονται, ο Γιάννης Αγιάννης θα γνωρίσει την Φαντίν (Anne Hathaway), μια γυναίκα που αναγκάζεται να καταφύγει στην πορνεία για να μπορέσει να ζήσει την κόρη της, Κοζέτ (Isabelle Allen, Amanda Seyfried) και λίγο πριν ξεψυχήσει, θα της υποσχεθεί να βρει και ν' αναθρέψει την Κοζέτ ως δικό του παιδί, υπόσχεση που πραγματοποιεί. Καταδιωκόμενος όμως από τον αστυνόμο Ιαβέρη (Russell Crowe), ο οποίος αναγνωρίζει στο πρόσωπο του δημάρχου τον κατάδικο 24601, θ' αναγκαστεί να ζήσει σαν κυνηγημένος την υπόλοιπη ζωή του, γνωρίζοντας και βοηθώντας συνεχώς ανθρώπους που τον έχουν ανάγκη.

Η κριτική
"Οι άθλιοι" είναι ένα μυθιστόρημα που συγκαταλέγεται δικαίως στα καλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φέροντας την υπογραφή ενός εξαίρετου συγγραφέα, του Victor Hugo, το κείμενο διέπεται από ρεαλισμό, οικουμενικότητα και διαχρονικότητα, κάτι που έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην παγκόσμια αποδοχή του. Έτσι, το 1978 οι Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg μεταφέρουν επί σκηνής, σε μορφή musical, αυτό το αριστούργημα, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία, γεγονός που κατέστησε την συγκεκριμένη παραγωγή μια από τις δημοφιλέστερες επιλογές για μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά. Ο λόγος που η πραγματοποίηση αυτού του ονείρου άργησε τόσο πολύ, δεν είναι άλλος από την επιθυμία να μεταφερθεί όσο το δυνατόν πιο άρτια κι ορθά στο μεγάλο πανί. Εν έτει 2012 λοιπόν, το όνειρο υλοποιείται και μια κινηματο-θεατρική υπερπαραγωγή γεννιέται.
Οι ήρωες του έργου, όπως όλοι οι άνθρωποι, ταλαντεύονται ανάμεσα στο καλό και το κακό, πάσχουν, βοηθούν, εξαθλιώνονται και διεκδικούν ό,τι καλύτερο μπορούν με τα μέσα που τους δίνονται. Μέσα από μια πολυπρόσωπη ιστορία που εκτυλίσσεται σε μια περίοδο 20 ετών, παρουσιάζεται η συνεχής αποδόμηση της κοινωνίας και με την συνοδεία του Γιάννη Αγιάννη, ο θεατής θα συναναστραφεί διάφορους χαρακτήρες που αγωνίζονται για μια θέση στην ζωή.
Ως πρωταγωνιστή λοιπόν, γνωρίζουμε έναν άντρα που αναγκάζεται κάποια στιγμή στην ζωή του, για να θρέψει τον ανηψιό του, να παρανομήσει, κλέβοντας ένα καρβέλι ψωμί. Ο ήρωάς μας όμως συλλαμβάνεται, καταδικάζεται για την εγκληματική του πράξη και στιγματίζεται εφ' όρου ζωής από αυτήν. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει από αυτόν τον κλοιό που του στερεί την όποια ευκαιρία να ορθοποδήσει, σκίζει τα χαρτιά του, ξεγράφοντας από την ζωή τον λωποδύτη Γιάννη Αγιάννη και ξεκινά μια νέα αρχή, βοηθώντας τους συνανθρώπους του και φτάνοντας στο σημείο να εκλεγεί δήμαρχος. Ποτέ του όμως δεν ξεχνά την καταγωγή του και ποτέ δεν παύει να προσφέρει, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους πιο εξαίρετους αντι-ήρωες όλων των εποχών.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες που γνωρίζουμε σταδιακά κι αναλύονται λιγότερο ή περισσότερο από τους κινηματογραφικούς δημιουργούς, ανταποκρίνονται με την σειρά τους στο ίδιο μοτίβο. Προσεκτικά επιλεγμένοι και κουβαλώντας ο καθένας στις πλάτες του ένα ξεχωριστό φορτίο, μοιάζουν οικείοι στον κινηματογραφικό θεατή, καθώς οι ελπίδες, οι προσπάθειες κι οι φόβοι του καθενός είναι πανομοιότυποι με τους δικούς μας, ωθώντας μας ν' ανασύρουμε απ' την μνήμη μας προσωπικά βιώματα και να μετέχουμε στην κάθε ξεχωριστή ιστορία.
Από σκηνοθετικής απόψεως, ο Tom Hooper έχει κάνει αριστουργηματική δουλειά, κατορθώνοντας ν' αποδώσει εξίσου καλά την λογοτεχνική, αλλά και την θεατρική ατμόσφαιρα, μέσα από μια κινηματογραφική ματιά. Η επιλογή των ηθοποιών που ενσαρκώνουν τους βασικούς, αλλά και τους δευτερεύοντες ρόλους επίσης, μοιάζει να είναι η καταλληλότερη που θα μπορούσε να γίνει, αφού εκτός του Hugh Jackman, ο οποίος έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του, επιδεικνύοντας παράλληλα και τις φωνητικές του ικανότητες, καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας, όλοι οι υπόλοιποι συγκλονίζουν με τις σύντομες ερμηνείες τους, μαγεύοντας και συγκινώντας το κοινό. Τέλος αξίζει ν' αναφέρει κανείς την υπέροχη μουσική προσαρμογή, αλλά και προσθήκη που έχει γίνει στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό εγχείρημα.
Αν κι ομολογώ ότι σπανίως μαγεύομαι από μουσικο-χορευτικά δρώμενα, τόσο στον θεατρικό, όσο και στον κινηματογραφικό χώρο, "Οι άθλιοι" συγκαταλέγονται στα έργα που είναι αδύνατον να τα προσπεράσει κανείς, χαρακτηρίζοντάς τα κάτι λιγότερο από ονειρικά. Όντας δουλεμένοι, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σε όλους τους τομείς, "Οι άθλιοι" του Tom Hooper είναι ένα έργο που θα ξετρελάνει εξίσου τους λάτρεις των musicals, των κλασικών έργων αλλά και των υπερπαραγωγών.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Βρετανικό μουσικο-χορευτικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό των Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Victor Hugo, σε σενάριο των William Nicholson, Alain Boublil, Claude-Michel Schönberg και Herbert Kretzmer και σκηνοθεσία του Tom Hooper, διάρκειας 158 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Hugh Jackman, Anne Hathaway, Russell Crowe, Amanda Seyfried, Eddie Redmayne, Helena Bonham Carter, Sacha Baron Cohen, Samantha Barks, Daniel Huttlestone, Aaron Tveit και Isabelle Allen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Παράδεισος του έρωτα

Πρωτότυπος τίτλος: Paradies: Liebe
Αγγλικός τίτλος: Paradise: Love



Η υπόθεση
Η Teresa (Margarete Tiesel) είναι μια μεσήλικη γυναίκα από την Αυστρία, η οποία επισκέπτεται την Κένυα για διακοπές. Κατά την παραμονή της εκεί θα συναντήσει τον έρωτα στα πρόσωπα των νεαρών Αφρικανών που πολιορκούν τους τουρίστες στις παραλίες της Κένυας, προσπαθώντας να τους πουλήσουνε διάφορα μικροπράγματα κι αναζητούν λευκές ερωμένες, με αντάλλαγμα το χρήμα.

Η κριτική
Η πρώτη ταινία της τριλογίας του "Παραδείσου" που ετοιμάζεται να συμπληρώσει με δυο συνέχειες ο πολλά υποσχόμενος Αυστριακός σκηνοθέτης Ulrich Seidl, πραγματεύεται εδώ το θέμα του έρωτα. Ως κεντρικό πρόσωπο, γνωρίζουμε την Terassa, μια μοναχική 50χρονη γυναίκα, που δεν ανταποκρίνεται ούτε στο ελάχιστο στα διεθνή πρότυπα ομορφιάς. Με την απόφασή της να ταξιδέψει στην Κένυα, η ηρωίδα γίνεται η αφορμή να παρουσιαστεί το εναλλακτικό, αλλά πολύ διαδεδομένο στις αφρικανικές χώρες, είδος του σεξουαλικού τουρισμού.
Στην Κένυα, κατά μήκος των πανέμορφων παραλιών είναι πολύ συχνό φαινόμενο η παρουσία μικρο-εμπόρων, των λεγόμενων "beach boys", οι οποίοι εκτός από το να πουλούν την πραμάτεια τους, επιδιώκουν την σύναψη σχέσεων με διάφορες μεσήλικες Ευρωπαίες τουρίστριες, με αντάλλαγμα διάφορα δώρα ή χρηματικές απολαβές. Οι γυναίκες αυτές είναι γνωστές με την ονομασία "sugar mamas" κι εν μέρει εν αγνοία της, εν μέρει εν γνώση της, "sugar mama" θα γίνει κι η πρωταγωνίστρια.
Ξεκινώντας ο θεατής να παρακολουθεί το ιδιόμορφο αυτό φιλμ, το πρώτο πράγμα που παρατηρεί είναι η πολιτισμικά τριτοκοσμική κατάσταση που υπάρχει σ' έναν παραδεισένιο μορφολογικά τόπο. Άνθρωποι χωρίς καμία αξιοπρέπεια, που δέχονται να γίνουν σεξουαλικά αντικείμενα αποκρουστικών γυναικών, που υπομένουν τον εξευτελισμό χωρίς να λένε κουβέντα, που προσπαθούν με ψέματα να εξασφαλίσουν κάποιο χρηματικό ποσό και που θεωρούν τα λεφτά και τις ευρωπαϊκές χώρες ως την μοναδική ευκαιρία να βγουν απ' την μιζέρια που είναι υποχρεωμένοι να ζουν.
Στα μάτια των ανθρώπων αυτών λοιπόν, ο έρωτας των μεσήλικων γυναικών προς το πρόσωπό τους αποτελεί με άλλα λόγια το εισιτήριό τους για τον παράδεισο κι αντίστοιχα, η αναζωογόνηση που προσφέρει ο έρωτάς τους στις λευκές τουρίστριες λειτουργεί θαυματουργά στην ψυχολογία τους. Όντας όμως σχέσεις άκρως επιφανειακές κι απέχοντας πολύ από το αγνό, ειλικρινές κι ουσιαστικό συναίσθημα του πραγματικού έρωτα, είναι καταδικασμένες ν' αποτύχουν. Βλέποντας λοιπόν, τον συμβιβασμό και την ανοχή και των δυο πλευρών, γεννάται στον θεατή ένα αίσθημα λύπησης προς άπαντες τους ήρωες.
Προσπαθώντας προφανώς, να θίξει ένα κοινωνικό φαινόμενο, απαράδεκτο κατά την προσωπική μου άποψη, ο Ulrich Seidl, δημιουργεί μια ταινία που βρίσκεται στα όρια του ντοκιμαντέρ και των ταινιών μυθοπλασίας. Έχοντας μια ενδιαφέρουσα βάση που έχει την δυνατότητα να εξελιχθεί σ' ένα εξίσου ενδιαφέρον έργο, ο "Παράδεισος του έρωτα" αποτυγχάνει ως πείραμα, καθώς παρά τις ρεαλιστικές ερμηνείες και την σπάνια θεματική του, αναλώνεται στην αναπαραγωγή μιας σειράς επεισοδίων που καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Χωρίς να προσφέρει λοιπόν, κάτι παραπάνω από την απλή προβολή μιας άγνωστης σ' εμάς και συνάμα θλιβερής κατάστασης κι επειδή θεωρώ προτιμότερη την άμεση κι ειλικρινή προσέγγιση τέτοιων κοινωνικών θεμάτων με την μορφή ντοκιμαντέρ, θα έλεγα ότι αποτελεί μια ευκαιρία για το σινεφίλ κοινό να γνωρίσει μια άλλη πλευρά του τουρισμού στις τριτοκοσμικές χώρες.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Αυστριανό δράμα του 2012, σε σενάριο των Ulrich Seidl και Veronika Franz και σκηνοθεσία του Ulrich Seidl, διάρκειας 120 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Margarete Tiesel, Peter και Kazungu.

Οι σύνδεσμοι