Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δράμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δράμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

27 Φεβρουαρίου 2013

(2011) Man at sea

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Man at sea


Η υπόθεση
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του πετρελαιοφόρου Sea Voyager, ο καπετάνιος του Άλεξ (Aντώνης Καρυστινός) θα σώσει μια ομάδα νεαρών ναυαγών μουσουλμανικής καταγωγής, αγνοώντας τις εντολές που του δίνει από τον ασύρματο η ιδιοκτήτρια εταιρεία. Μετά από μια σειρά αποτυχημένων προσπαθειών να οδηγήσει σε στέρεο έδαφος τους φιλοξενούμενούς του και με την ένταση ανάμεσα στους "λαθρεπιβάτες" και το πλήρωμά του ν' αυξάνεται συνεχώς, ο Άλεξ βρίσκεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεών του, τον προ τετραετίας μυστηριώδη χαμό του γιου του και την σκιά του ίδιου του του εαυτού που υψώνεται απειλητικά απέναντί του.

Η κριτική
Η νέα ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη παραγωγή, καθώς πραγματεύεται μ' έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο το σοβαρό μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι αναπτυγμένες χώρες και κυρίως η Ελλάδα. Μέσω ενός άκρατου συμβολισμού που αντιπροσωπεύει με μεγάλη πληρότητα την ισχύουσα κατάσταση, ο δημιουργός ωθεί τον θεατή του να φέρει στην επιφάνεια το ρατσιστικό θηρίο που κρύβει μέσα του, ν' αναγνωρίσει την ύπαρξή του και να πορευτεί μ' αυτό επιλέγοντας ο ίδιος την κατεύθυνση που θέλει ν' ακολουθήσει.
Κατά την έναρξη του έργου, ο θεατής βρίσκεται αντιμέτωπος με μια εικόνα ναυαγίου και με πολλούς νεαρούς μουσουλμάνους να θαλασσοπνίγονται, καθώς το πλοίο στο οποίο επέβαιναν έχει ναυαγήσει. Για καλή τους τύχη βέβαια, όσοι εκ των ναυαγών έχουν καταφέρει να επιβιώσουν διασώζονται από ένα πλοίο, του οποίου το πλήρωμα είναι, στην πλειοψηφία, του ελληνικής καταγωγής. Ο καπετάνιος, παραβαίνοντας τις απάνθρωπες εντολές της πλοιοκτήτριας εταιρείας που τον διατάσσει να μην τους ανεβάσει στο πλοίο, δρα με βάση την συνείδησή του, ελπίζοντας ότι θα καταφέρει γρήγορα να ξεφορτωθεί το "φορτίο" που με δική του ευθύνη αναλαμβάνει να μεταφέρει. Όσο όμως οι προσπάθειές του καταλήγουν στο κενό, τόσο αυξάνεται η απόγνωση των μελών του πληρώματος, αλλά και των "λαθραίων" επιβατών κι η σύγκρουση ανάμεσά τους δεν αργεί να έρθει.
Παραλληλίζοντας φανερά λοιπόν το βυθισμένο πλοίο με τις κατεστραμμένες μουσουλμανικές χώρες του Πακιστάν, του Αφγανιστάν, του Ιράν, του Ιράκ, κ.α. που έχουν αφήσει τους πολίτες τους να πνίγονται και το Sea Voyager με το ελληνικό κράτος που "απερίσκεπτα" δέχτηκε να βοηθήσει τους ανθρώπους αυτούς και τώρα δεν μπορεί να τους διώξει, γιατί κανένας άλλος δεν αναλαμβάνει να τους δεχτεί, ο Γιάνναρης απεικονίζει ρεαλιστικά το αδιέξοδο στο οποίο έχει βυθιστεί σταδιακά η χώρα κι εγείρει ερωτήματα φιλοσοφικά που αντιπαραθέτουν την έμφυτη ανάγκη για επιβίωση κι επικράτηση του ισχυρότερου και την ουμανιστική αντίληψη ότι όλοι είμαστε παιδιά ενός Θεού.
Χωρίς να ωραιοποιεί τις καταστάσεις, ο δημιουργός του "Man at sea" κάνει τον θεατή του να αισθανθεί άβολα με τον ίδιο του τον εαυτό, όταν τον ωθεί να λάβει θέση απέναντι στο ζήτημα αυτό, παρουσιάζοντάς του τα θύματα ως ανθρώπους με βούληση, που αντί να ευγνωμονούν τους σωτήρες τους, απαιτούν από εκείνους να τους βοηθήσουν να σωθούν και δυσανασχετούν όταν τους ανακοινώνεται ότι αντί της Ευρώπης το μέλλον τους πιθανώς και να είναι κάπου στην Αφρική. Και ταυτόχρονα αυτή η φωνή από τον ασύρματο που συνεχώς πιέζει τον πρωταγωνιστή να δώσει μια λύση στο πρόβλημα, πιέζει και τον θεατή να επιλέξει ανάμεσα στην καλή και την κακή του πλευρά, δημιουργώντας του έναν εκνευρισμό από τον οποίο είναι αδύνατον να ξεφύγει.
Η δευτερεύουσα ιστορία με την γυναίκα του καπετάνιου και τον χαμένο τους γιο, αν και προσωπικά μου φάνηκε περιττή κι αρκετά κουραστική, καθώς προσεγγίζεται με στυλιζαρισμένους διαλόγους, ενισχύει την εσωτερική σύγκρουση του πρωταγωνιστή και παρουσιάζει τα προσωπικά βάρη που φέρει, από τα οποία ο ίδιος έχει την ανάγκη να εξιλεωθεί.
Φέρνοντας στην επιφάνεια λοιπόν ερωτήματα που δεν είναι δυνατόν ν' απαντηθούν σ' ένα σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά αποτελούν βορά για στοχασμό, το "Man at sea" αποτελεί μια ενδιαφέρουσα πρόταση για το σινεφίλ κοινό του ελληνικού κινηματογράφου, με έφεση σε ταινίες κοινωνικού περιεχομένου κι την ανάγκη ν' αποδεχτεί όλα τα κομμάτια που συντελούν την προσωπικότητά του.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Ελληνικό δράμα του 2011, σε σενάρο και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, διάρκειας 92 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Aντώνη Καρυστινό, Θεοδώρα Τζήμου, Στάθη Παπαδόπουλο, Νίκο Τσουράκη, Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη, Θανάση Ταταύλαλη, Κωνσταντίνο Σειραδάκη, Rahim Rahimi και Chalil Ali Zada.

Οι σύνδεσμοι

(2013) Όμορφα πλάσματα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Beautiful creatures


Η υπόθεση
O Ethan Wate (Alden Ehrenreich) είναι ένας νεαρός έφηβος που ονειρεύεται μια μέρα να καταφέρει να φύγει από την επαρχιακή πόλη όπου μεγάλωσε, το Gatlin, και να γυρίσει τον κόσμο. Ένα πρωί θα κάνει την εμφάνισή της, στην αίθουσα του σχολείου, η γοητευτική Lena Duchannes (Alice Englert), ανηψιά του μυστηριώδη Macon Ravenwood (Jeremy Irons) κι ο Ethan θα νιώσει αμέσως κάτι να τον τραβάει πάνω της σαν μαγνήτης. Στην προσπάθειά του να την προσεγγίσει και να την γνωρίσει, ανακαλύπτει ότι η Lena δεν είναι μια συνηθισμένη έφηβη, αλλά όπως όλη της η οικογένεια, έτσι κι εκείνη έχει υπερφυσικές δυνάμεις. Η ασυνήθιστη φύση της νεαρής κοπέλας, αντί να τρομοκρατήσει τον Ethan, τον ενθουσιάζει κι οι δυο τους ερωτεύονται παράφορα. Ο έρωτας όμως μιας "μάντισσας" κι ενός κοινού θνητού είναι καταραμένος και το πρόβλημα είναι ότι με την κατάρα αυτή να βαραίνει τις πλάτες της Lena, όταν θα κληθεί να υπηρετήσει την αλήθινή της φύση, στα 16α γενέθλια της, είναι σχεδόν απίθανο να κληθεί να υπηρετήσει το Φως αντί του Σκότους.

Η κριτική
Ακολουθώντας την ολοένα αυξανόμενη τάση κινηματογραφικών μεταφορών εφηβικών best seller, με στοιχεία μυθοπλασίας και ρομάντζου, ο Richard LaGravenese αποφασίζει να δώσει κι αυτός το στίγμα του γυρίζοντας την πρώτη ταινία από την δημοφιλή τετραλογία των Kami Garcia και Margaret Stohl, "Τα χρονικά των Κάστερ".
Ξεκινώντας όπως κάθε παρόμοια ταινία του είδους, οι δυο πρωταγωνιστές μοιάζει να είναι μοιραίο να συναντηθούν και να ερωτευτούν. Φυσικά από την ταινία δεν θα μπορούσε να απουσιάζει κι η ύπαρξη μιας ανώτερης δύναμης που καθιστά τον έρωτα των δυο αυτών νέων "απαγορευμένο", καθώς η συνύπαρξή τους μόνο κακές συνέπειες θα μπορούσε να έχει, τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους γύρω τους. Επίσης τα κλασικά μοτίβα του καταπιεσμένου νέου που αποζητά την ευκαιρία ν' αποδράσει από τον μικρόκοσμό του, αλλά και της νεοφερμένης κοπέλας που αντιμετωπίζεται από τους συνομήλικους της ως κάτι το διαβολικό, δίνουν την αίσθηση ενός αναμασήματος, που βέβαια πολύ γρήγορα θα παραμεριστεί, αφού το αποτέλεσμα παρεκκλίνει πολύ από το αναμενόμενο.
Θέτοντας σε θέση ισχύος την γυναίκα κι αφήνοντας την μειονεκτική θέση για τον άντρα-κυνηγό, ο οποίος δεν παύει λόγω της κατωτερότητάς του να διεκδικεί αυτά που θέλει, οι συγγραφείς δημιουργούν μια όμορφη ισορροπία ανάμεσα στο αντρικό και το γυναικείο φύλο, απεικονίζοντας αρκετά ρεαλιστικά την σημερινή κοινωνία.
Παράλληλα βέβαια, μέσα απ' αυτήν την εφηβική ιστορία αγάπης, αρχίζει σταδιακά να ξεπροβάλλει το ηθικό δίλημμα ανάμεσα στο "καλό" και το "κακό", ένα δίλημμα που οι περισσότεροι ερχόμαστε αντιμέτωποι για πρώτη φορά στην εφηβεία μας και που ποτέ δεν σταματά να μας βασανίζει. Πάντα στην ζωή μας θα έρχεται η στιγμή της κρίσης στην οποία θ' αναγκαζόμαστε να παίξουμε τον ρόλο είτε του καλού, είτε του κακού και το αναπόφευκτο αυτής της κατάστασης, εμφανίζεται μέσα από την διαδικασία της Διεκδίκησης που πρόκειται να πραγματοποιηθεί κατά τα 16α γενέθλια της Lena.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο, είναι ότι οι έννοιες της ηθικής που προβάλλονται, δεν περνούν υποσυνείδητα στον θεατή, αλλά πρωτοστατούν στην πλοκή κι ο όρος "αγάπη" ξεπερνά τα τετριμμένα πλαίσια ενός ερωτικού δεσμού, περιγράφοντας κάτι πιο δυνατό, ανιδιοτελές, καθολικό κι αληθινό.
Από πλευράς ερμηνειών, οι συμμετοχές των Jeremy Irons, Emma Thompson, Viola Davis και Margo Martindale, προϊδεάζουν για κάτι ξεχωριστό, όπως επίσης κι οι δυο πρωτοεμφανιζόμενοι πρωταγωνιστές, χωρίς να συγκλονίζουν, ερμηνεύουν τους ρόλους τους μετρημένα και μεστά. Σκηνοθετικά επίσης, η αναπαράσταση της ιστορίας γίνεται πολύ σεμνά και με κάποια χιουμοριστική διάθεση, χωρίς ν' αφήνει έτσι περιθώρια γι' αρνητικές κριτικές. Όπως είναι αναμενόμενο δε, τα σκοτεινά χρώματα κυριαρχούν. Στα μειονεκτήματα βέβαια, ίσως να βρίσκονται τα ελαφρώς ψεύτικα εφέ της, τα οποία όμως χάνονται στο υπόλοιπο σύνολο.
Εν κατακλείδι λοιπόν, τα "Όμορφα πλάσματα" αποτελούν μια ευχάριστη έκπληξη των ταινιών του είδους που θα απολαύσουν οι φανατικοί. Στοχεύοντας, όπως όλες οι ταινίες αυτής της κατηγορίας, κατά κύριο λόγο στο εφηβικό κοινό, προτείνεται πρωτίστως σε άτομα νεαρής ηλικίας κι έπειτα ίσως κι οι λάτρεις των πιο ώριμων ταινιών μυθοπλασίας να την βρουν κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο ρομαντικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο των Kami Garcia και Margaret Stohl, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Richard LaGravenese, διάρκειας 124 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Alice Englert, Alden Ehrenreich, Jeremy Irons, Emma Thompson, Viola Davis, Margo Martindale και Emmy Rossum.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Ξημέρωμα

Πρωτότυπος τίτλος: Agon


Η υπόθεση
Ο Saimir (Marvin Tafaj) κι ο Vini (Guliem Kotorri) είναι δυο αδελφοί από την Αλβανία, οι οποίοι έχουν έρθει στην Ελλάδα προς αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος. Ο Saimir έχοντας καταφέρει να βρει μια αξιοπρεπή δουλειά σ' ένα συνεργείο αυτοκινήτων κι όντας στα σκαριά ενός γάμου με την κόρη του ιδιοκτήτη μοιάζει να έχει πετύχει τ' όνειρό του. Για τον Vini όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, καθώς αρνείται να συμβιβαστεί με μια μίζερη ζωή κι αναζητά κάτι καλύτερο. Έτσι θα μπλεχτεί με την αλβανική μαφία της Θεσσαλονίκης, όπου θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί την γυναίκα του αρχηγού της, κάτι που κρύβει πολλούς κινδύνους και για τους δυο αδελφούς.

Η κριτική
Το "Ξημέρωμα" αποτελεί την ιστορία δυο αδελφών από την Αλβανία, οι οποίοι έχουν έρθει στην Ελλάδα, διεκδικώντας με πολύ διαφορετικά μέσα μια καλύτερη ζωή. Ο Robert Budina, επιλέγοντας να τοποθετήσει μέσα στην ίδια οικογένεια και τους δυο τύπους του έντιμου Αλβανού μετανάστη, συνθέτει ένα δράμα, στο οποίο παρουσιάζεται το μεταναστευτικό πρόβλημα από μια πολύ διαφορετική κι ενδιαφέρουσα οπτική γωνία.
Αρχικά οι δυο πρωταγωνιστές της ταινίας, ανταποκρίνονται στους χαρακτήρες του έντιμου και δουλοπρεπή μετανάστη και του ανυπότακτου και μαχόμενου ονειροπόλου νέου. Ο Saimir, ο μεγαλύτερος αδελφός, έχει καταφέρει ν' αποκτήσει μια ήρεμη και φιλήσυχη ζωή στην Ελλάδα, καθώς έχει συμβιβαστεί πλήρως με τη δουλειά του μηχανικού στο συνεργείο αυτοκινήτων του μέλλοντα πεθερού του κι ετοιμάζεται να κάνει μια νέα αρχή, ως μέλος μιας οικογένειας Ελλήνων. Ο Vini από την άλλη, ο μικρός αδελφός, αποζητά μια ευκαιρία να ζήσει με πάθος την ζωή του κι αρνείται να υποταχθεί, όπως ο αδελφός του, σ' αυτούς που τον θεωρούν κατώτερο άνθρωπο και δεν του δείχνουν ούτε δείγμα σεβασμού.
Ο θεατής λοιπόν, μέσω των διαφορετικών επιλογών του καθενός, έχει την ευκαιρία να έρθει σ' επαφή τόσο με τον μετανάστη που έχει κατορθώσει να γίνει αποδεκτός από τον περίγυρό του, βρισκόμενος όμως σε συνεχή σύγκρουση με τον ίδιο του τον εαυτό και τις ρίζες του, όσο και με τον μετανάστη που δεχόμενος την αρνητική στάση των γύρω του, καταλήγει ν' αντιδράσει βίαια κι ανάρμοστα, όμως πλήρως δικαιολογημένα, απέναντι στο χέρι που τον ταΐζει.
Σημαντικό ρόλο στην υπόθεση όμως, παίζει και η εμφάνιση της αλβανικής μαφίας, στην οποία καταλήγει να μπλεχτεί άθελά του ο νεαρός Vini. Αν κι ο δημιουργός της δεν εστιάζει τόσο στο πρόβλημα που αποτελεί το κύκλωμα αυτό τόσο για την αλβανική, όσο και για την ελληνική κοινότητα της βορείου Ελλάδος, αλλά την χρησιμοποιεί ως μέσο για να προωθήσει την πλοκή και να μετατρέψει το κοινωνικό δράμα σε μελοδραματική ιστορία αγάπης, η αναφορά και μόνο στα εγκλήματα που διαπράττονται από την συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, αρκεί για να γίνει εμφανής η διαφορά ανάμεσα σ' αυτούς που έχουν δημιουργήσει το άσχημο όνομα στους Αλβανούς μετανάστες και σ' αυτούς που υπομένουν τις συνέπειες του ονόματος αυτού.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, το έργο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς δίνει την ευκαιρία στην άλλη πλευρά να εκφράσει πώς αντιλαμβάνεται εκείνη, την προβληματική συνύπαρξη των δυο γειτονικών λαών. Χωρίς να δίνεται βάρος στον ρατσισμό με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι Έλληνες τους ξένους, αλλά εστιάζοντας στον τρόπο που αντιμετωπίζει την συμπεριφορά αυτή ο κάθε ήρωας χωριστά, η ταινία μοιάζει να έχει όλα τα εφόδια να εκφράσει σφαιρικά την ισχύουσα κατάσταση. Δυστυχώς όμως, η εξέλιξη της ιστορίας σε μελόδραμα, καταφέρνει ν' ακυρώσει τις καλές κοινωνικές της βάσεις, καθώς δίνει την αίσθηση ότι χρησιμοποιεί το πρόβλημα των μεταναστών απλώς για ν' αναπτύξει μια ιστορία που θα εκβιάσει το συναίσθημα του κοινού, ξεπερνώντας τα όρια του υπερβολικού. Παρά λοιπόν τις καλές προδιαγραφές του, αλλά και τους ικανούς ηθοποιούς που το στελεχώνουν, το "Ξημέρωμα" δεν είναι κάτι περισσότερο από μια μέτρια βαλκανική παραγωγή που χάνεται στις εναλλαγές του ύφους της.

Βαθμολογία: 2/5

Τα σχετικά
Αλβανικό δράμα του 2012, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Robert Budina, διάρκειας 106 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Guliem Kotorri, Marvin Tafaj, Αντώνη Καφετζόπουλο, Ιζαμπέλλα Κογιεβίνα, Dzevdet Jasari, Eglantina Cenomeri και Λαέρτη Βασιλείου.

Οι σύνδεσμοι

23 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Ο έρωτας της βασίλισσας

Πρωτότυπος τίτλος: En kongelig affære
Αγγλικός τίτλος: A royal affair


Η υπόθεση
Στα τέλη του 18ου αιώνα, η νεαρή Καρολίνα Ματθίλδη (Alicia Vikander) εγκαταλείπει την γενέτειρά της, την Αγγλία, για να παντρευτεί τον παράφρονα βασιλιά της Δανίας Χριστιανό τον VII (Mikkel Boe Følsgaard). Όταν η νεαρή βασίλισσα γνωρίζει τον προσωπικό γιατρό του συζύγου της, Γιόχαν Στρουένζεε (Mads Mikkelsen), γοητεύεται από το φιλελεύθερο πνεύμα του και πολύ σύντομα συνάπτει δεσμό μαζί του. Οι δυο εραστές, με τη βοήθεια της επιρροής που ασκεί ο Γιόχαν στο πρόσωπο του βασιλιά, καταφέρνουν να μετατρέψουν την Δανία σε μια χώρα φιλόξενη για τον λαό της, κάνοντας πραγματικότητα το ουμανιστικό τους όνειρο. Η ευτυχία του ζεύγους όμως, διαλύεται την στιγμή που η σχέση τους μαθεύεται.

Η κριτική
Ο πολυτάλαντος Δανός σκηνοθέτης, Nikolaj Arcel, στην προσπάθειά του να παρουσιάσει την ιστορία της χώρας του, μέσω ενός έργου που θα τραβήξει το ενδιαφέρον του κοινού, καταπιάνεται με την ιστορία της βασίλισσας Καρολίνας Ματθίλδης, η οποία συνέβαλε τα μέγιστα στην εγκαθίδρυση των ιδεών του Διαφωτισμού στην μέχρι τότε θρησκόληπτη και μεσαιωνική Δανία.
Με την επιλογή του σκηνοθέτη να ξεκινήσει η ταινία, ενημερώνοντας τον θεατή της για τα σημαντικά κοινωνικά δρώμενα της εποχής, αμέσως γίνεται σαφές ότι στην πραγματικότητα η ταινία δεν εστιάζει στον παράνομο ερωτικό δεσμό της βασίλισσας κι ενός υψηλά ιστάμενου άνδρα της Αυλής, αλλά στις αλλαγές που επέφερε στην ιστορία της χώρας η συνύπαρξη δυο φιλελεύθερων πνευμάτων μέσα στον χώρο του παλατιού.
Κατά μια έννοια λοιπόν, το έργο αποτελεί έναν απολογισμό ή αν προτιμάτε μια εξομολόγηση της βασίλισσας Καρολίνας στα δυο παιδιά της, τα οποία δεν έχει δικαίωμα να συναναστραφεί έως το τέλος της ζωής της. Φυσικά, είναι αυτονόητο πως η πρωταγωνίστρια δεν απευθύνεται μονάχα στους βιολογικούς απογόνους της, αλλά σε ολόκληρη την σημερινή κοινωνία τόσο της Δανίας όσο και την παγκόσμια, η οποία έχει αναπτυχθεί πάνω στις βάσεις που έθεσαν οι Διαφωτιστές φιλόσοφοι.
Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν της βασίλισσας Καρολίνας κι αναφέροντας την αγγλική καταγωγή της, ο θεατής παίρνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την φιλελεύθερη παιδεία που είχε λάβει ως νεαρή κοπέλα από το σπίτι της. Ταυτόχρονα όμως με την απλή αναφορά της απαγόρευσης εισαγωγής κάποιων λογοτεχνικών κειμένων που έχει φέρει μαζί της από την Αγγλία, το κοινό υποψιάζεται, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει, πως στην Δανία της εποχής κυριαρχούσαν οι αρχές του Μεσαίωνα.
Σταδιακά λοιπόν, όσο το δράμα αναπτύσσεται θα γνωρίσουμε τον επαρχιώτη γιατρό Γιόχαν Στρουένζεε, ο οποίος καταφέρνει να κερδίσει τη θέση του προσωπικού γιατρού, αλλά και την πλήρη εμπιστοσύνη του βασιλιά, καθώς λόγω των ουμανιστικών ιδεών του, αρνείται να ενστερνιστεί την γενικευμένη αντίληψη ενός ψυχολογικά διαταραγμένου ηγέτη κι επιλέγει μια ανθρώπινη και συγκαταβατική συμπεριφορά απέναντι στον Χριστιανό τον VII. Η πίστη του αυτή όμως στην δύναμη της ανθρώπινης φύσης, δεν τον βοηθά μονάχα να κερδίσει την τυφλή εμπιστοσύνη του Χριστιανού, αλλά συμβάλει και στην διεκδίκηση της καρδιάς της βασίλισσας. Με το ενδιαφέρον για το κοινό καλό να ενώνει τους δυο πρωταγωνιστές, ο έρωτας του παράνομου ζεύγους αναδεικνύεται σε κάτι πολύ περισσότερο από μια ευτελή σαρκική ένωση.
Οι ουσιαστικές βάσεις του δράματος λοιπόν, που μετατρέπουν μια ερωτική ιστορία σε ένα ιστορικό δράμα εποχής, σε συνδυασμό με την εξαιρετικά προσεγμένη αναπαράσταση της εποχής, την έξοχη φωτογραφία του, τις λεπτές σκηνοθετικές αποχρώσεις, τις υπέροχες ερμηνείες των πρωταγωνιστών, αλλά και την συμμετοχή του διεθνώς αναγνωρισμένου και λαμπρού ηθοποιού, Mads Mikkelsen, συμβάλουν στην δημιουργία ενός άρτιου ερωτικο-ιστορικού δράματος που αξίζει να παρακολουθηθεί τόσο από τους λάτρεις των δραμάτων εποχής, όσο κι από τους θαυμαστές των ταινιών με κεντρικό θέμα την προβολή μιας ιδεολογίας.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Δανέζικο ιστορικό δράμα του 2012, βασισμένο σε μυθιστόρημα της Bodil Steensen-Leth, σε σενάριο των Rasmus Heisterberg και Nikolaj Arcel και σκηνοθεσία του Nikolaj Arcel, διάρκειας 137 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Alicia Vikander, Mads Mikkelsen και Mikkel Boe Følsgaard.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

21 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Zero dark thirty

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Zero dark thirty


Η υπόθεση
Μετά την πολύνεκρη επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες οργανώνουν μια αποστολή με σκοπό τον εντοπισμό του εγκεφάλου αυτής της τρομοκρατικής επίθεσης. Για σχεδόν μια δεκαετία, οι πράκτορες της C.I.A. ανακρίνουν μέλη, αλλά και άτομα που φαίνεται να σχετίζονται με την al-Qaeda, προσπαθώντας να βρουν το μέρος που βρίσκεται κρυμμένος ο αρχηγός της τρομοκρατικής οργάνωσης, ο Osama bin Laden.

Η κριτική
Η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, με τα χιλιάδες θύματα και τα γεγονότα που προκάλεσε αυτή, αποτελεί σίγουρα ένα από τα σημεία-σταθμούς της σύγχρονης ιστορίας. Μετρώντας μόλις 11,5 χρόνια μετά την επίθεση και σχεδόν 2 από την ανακοίνωση του θανάτου του Osama bin Laden, τα όσα σχετίζονται με την συγκεκριμένη υπόθεση, είναι αδύνατον να ειδωθούν μέσα από ένα αντικειμενικό, ερευνητικό πρίσμα και να δοθεί στην δημοσιότητα ένας σαφής κι ολοκληρωμένος απολογισμός.
Ωστόσο, η τρομοκρατία που έχει ασκηθεί στον δυτικό κόσμο από τις συνεχείς τρομοκρατικές επιθέσεις της al-Qaeda, έχει δώσει λαβή για πολλές κοινωνικο-πολιτικές αναταράξεις, στις οποίες συγκαταλέγονται ρατσιστικές αντιδράσεις απέναντι σε άτομα αραβικών φυλών, αλλά και διάφορα σενάρια συνωμοσίας, εκ των οποίων μερικά μοιάζουν αρκετά αληθοφανή. Άσχετα όμως από το αν ευσταθούν οι διάφορες εικασίες ή όχι, καθώς με την πάροδο του χρόνου η αλήθεια θ' αποκαλυφθεί, το σίγουρο είναι ότι έπειτα από μια δεκαετία, το όνομα του Osama bin Laden συνεχίζει ν' αποτελεί ανοιχτή πληγή για τις Η.Π.Α., αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο κι οποιαδήποτε καινούργια πληροφορία δίνεται σχετικά με την οργάνωση της al-Qaeda αμέσως αναδεικνύεται σε κύρια και σημαντική είδηση.
Έτσι, παρόλο που βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή όπου καμία σχετική είδηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ιστορικό τεκμήριο, βλέπουμε ότι οι προσπάθειες να δοθεί στη δημοσιότητα μια όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη εικόνα γι' αυτή την τρομοκρατική οργάνωση, αλλά και τη δεκαετή έρευνα των Αμερικανών, είναι ανάγκη πολλών εμπνευσμένων δημιουργών. Ακριβώς σ' αυτό το πλαίσιο λοιπόν κινείται κι η συγκεκριμένη προσπάθεια απεικόνισης του χρονικού που οδήγησε στον θάνατο του Osama bin Laden.
Η Kathryn Bigelow, κάνοντας χρήση των στοιχείων που έχει καταφέρει να συλλέξει από διάφορες έρευνες, αλλά και των ντροπιαστικών εικόνων από τα βασανιστήρια των Αμερικανών πρακτόρων σε Ισλαμιστές αιχμαλώτους, οι οποίες διέρρευσαν στον διεθνή τύπο, δημιουργεί ένα έργο που προσπαθεί να κρατήσει τις αποστάσεις ενός ντοκιμαντέρ από τα γεγονότα, αλλά που παράλληλα δεν χάνει το στοιχείο της μυθοπλασίας.
Έτσι λοιπόν, μέσα σε μια διάρκεια δυόμισι ωρών, ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει μια σειρά επεισοδίων, που δεν του επιτρέπουν να ταυτιστεί με κάποιον από τους ήρωες και που ταυτόχρονα αποφεύγουν να βάλουν σε καλούπια τα πρόσωπα που εμφανίζονται. Θεωρώντας ως δεδομένο επίσης, ότι ολόκληρος ο κόσμος γνωρίζει την ιστορία της πτώσης των Δίδυμων Πύργων, των τρομοκρατικών επιθέσεων που την ακολούθησαν, αλλά και την ουσία της οργάνωσης της al-Qaeda και του ιερού αγώνα (Jihad) των Ισλαμιστών, η σκηνοθέτης εστιάζει στην παρουσίαση των γεγονότων που συμπληρώνουν σφαιρικά και προωθούν την εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς ν' αναλώνει περιττό χρόνο σε επεξηγήσεις βασικών εννοιών.
Η αλήθεια είναι ότι η διάρκεια της ταινίας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το έργο στην ουσία του είναι καθαρά ιστορικό, κουράζουν τον μέσο θεατή. Παρόλα αυτά, το ζήτημα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο κι η προσπάθεια της Bigelow να κάνει καταγραφή των γεγονότων χωρίς να παίρνει θέση, είναι αν μη τι άλλο έντιμη κι άξια προσοχής. Προτείνεται λοιπόν κατά κύριο λόγο στους λάτρεις των πολιτικο-ιστορικών ταινιών.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο ιστορικό δράμα του 2012, σε σενάριο του Mark Boal και σκηνοθεσία της Kathryn Bigelow, διάρκειας 157 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Jessica Chastain, Jason Clarke, Reda Kateb, Kyle Chandler, Jennifer Ehle, Harold Perrineau, Jeremy Strong και J.J. Kandel.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Μαθήματα ενηλικίωσης

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The sessions


Η υπόθεση
Ο Mark O'Brien (John Hawkes) είναι ένας τετραπληγικός 38-χρονος ποιητής, ο οποίος παίρνει την απόφαση, έστω και καθυστερημένα, να ενηλικιωθεί σεξουαλικά. Μέσω μιας σεξο-θεραπεύτριας, ο Mark έρχεται σ' επαφή με την Cheryl (Helen Hunt), μια ειδικό στο σεξ, η οποία αναλαμβάνει να καθοδηγήσει βήμα-βήμα τον Mark στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης συνουσίας.

Η κριτική
Τα "Μαθήματα ενηλικίωσης" είναι μια γλυκιά κι ανάλαφρη ταινία, στην οποία ο θεατής καλείται να παρακολουθήσει την αληθινή ιστορία του Mark O'Brien, ενός άντρα που λόγω τετραπληγίας βρίσκεται ολοκληρωτικά εξαρτώμενος από τον περίγυρο του, αλλά κι από έναν πνεύμονα σιδήρου, στον οποίο περνά αναγκαστικά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του.
Γνωρίζοντας σταδιακά την ιστορία του πρωταγωνιστή, μαθαίνουμε πως στην κατάσταση αυτή βρέθηκε σε ηλικία 6 ετών, όταν προσβλήθηκε από τον ιό της πολιομυελίτιδας, γεγονός που του προκάλεσε ολική παράλυση, στερώντας του μια φυσιολογική παιδική ηλικία και κατά συνέπεια μια φυσιολογική εφηβεία κι ενηλικίωση. Ο Mark λοιπόν έχοντας ωριμάσει σωματικά και νοητικά, αλλά βιώνοντας μια πολύ περιορισμένη καθημερινότητα, ακόμη και για κάποιον που έχει σωματική αναπηρία, αντί να δεχθεί στωικά την μοίρα του, κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του όσο το δυνατόν πιο ποιοτικά: Εργάζεται, βγαίνει βόλτες, επισκέπτεται την εκκλησία κι εξομολογείται στον παπά, αποζητά τον σεβασμό στα πρόσωπα των γύρω του, ερωτεύεται, κάνει φιλίες και διεκδικεί την ζωή που αξίζει στον καθένα από μας.
Παρουσιάζοντας λοιπόν την προσπάθεια του Mark να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, η ταινία δεν καταπιάνεται με την αναμενόμενη παράθεση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους τα άτομα με κινητική αναπηρία, αλλά αντίθετα εστιάζει σ' ένα θέμα πιο οικουμενικό και καθαρά προσωπικό, που μας αφορά όλους. Καλώς ή κακώς η σεξουαλική ωρίμανση αποτελεί πρωτογενή ανάγκη για το ανθρώπινο είδος κι οι περισσότεροι καλούμαστε να την γνωρίσουμε κατά την εφηβεία ή την ενηλικίωσή μας, σε μια περίοδο δηλαδή που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τεράστιες αλλαγές στην ζωή μας και κατά την οποία η αντίληψή μας για τον κόσμο διέπεται από μια συναισθηματική υπερβολή, την οποία ως ενήλικοι την αναπολούμε με μια γλυκιά νοσταλγία.
Έτσι λοιπόν κι εδώ, ο Ben Lewin προσεγγίζει αυτή την ανάγκη του Mark με απόλυτη φυσικότητα, αποδίδοντάς της αυτό το νοσταλγικό συναίσθημα που απενοχοποιεί την σεξουαλική πράξη. Έχοντας δε ως κεντρικό ήρωα έναν άντρα νοητικά ώριμο, ο οποίος περιστοιχίζεται από άλλους ανθρώπους που έχουν μάθει να σέβονται τους συνανθρώπους τους, καταφέρνει να κάνει τον θεατή να παρακολουθήσει την ταινία με τον απαιτούμενο σεβασμό και κατ' αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει να κάνει το κοινό περισσότερο δεκτικό ως προς το γυμνό σώμα που του παρουσιάζεται. Σημαντικό στοιχείο βέβαια στην αποδοχή του σώματος ως μέσο έκφρασης της ανθρώπινης φύσης κι όχι ως ταμπού, παίζει και το γεγονός ότι η όλη διαδικασία ξεκινά αφού ο Mark έχει λάβει την ευχή ενός ουμανιστή ιερέα, ο οποίος ουσιαστικά λειτουργεί περισσότερο ως ψυχολόγος και φίλος του ήρωά μας.
Με τις υπέροχες ερμηνείες λοιπόν τόσο των πρωταγωνιστών, όσο και των δευτεραγωνιστών, με τα χιουμοριστικά στοιχεία, τον τρόπο ανάπτυξης ουσιαστικών δεσμών και τα ζωντανά χρώματα των εικόνων, ο Lewin πετυχαίνει να παρουσιάσει μια ευχάριστη δραματική ιστορία, που θα κάνει τον θεατή της να σχηματίσει ένα γλυκό χαμόγελο στους τίτλους τέλους της.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο σε άρθρο του Mark O'Brien, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Ben Lewin, διάρκειας 95 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους John Hawkes, Helen Hunt, William H. Macy, Moon Bloodgood, Jennifer Kumiyama και Annika Marks.

Οι σύνδεσμοι

14 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Οι άθλιοι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Les misérables


Η υπόθεση
Στην Γαλλία των αρχών του 19ου αιώνα, ο Γιάννης Αγιάννης (Hugh Jackman) καταδικάζεται για την κλοπή ενός καρβελιού ψωμί. Όταν ελευθερώνεται με αναστολή, επειδή κανένας δεν του δίνει την ευκαιρία να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, σκίζει τα χαρτιά του, διαγράφοντας τον εγκληματία Γιάννη Αγιάννη και καταφέρνει ν' ανέλθει κοινωνικά, φτάνοντας μετά από χρόνια να κατακτήσει το αξίωμα του δημάρχου. Έχοντας την ανάγκη να βοηθά όσους τον χρειάζονται, ο Γιάννης Αγιάννης θα γνωρίσει την Φαντίν (Anne Hathaway), μια γυναίκα που αναγκάζεται να καταφύγει στην πορνεία για να μπορέσει να ζήσει την κόρη της, Κοζέτ (Isabelle Allen, Amanda Seyfried) και λίγο πριν ξεψυχήσει, θα της υποσχεθεί να βρει και ν' αναθρέψει την Κοζέτ ως δικό του παιδί, υπόσχεση που πραγματοποιεί. Καταδιωκόμενος όμως από τον αστυνόμο Ιαβέρη (Russell Crowe), ο οποίος αναγνωρίζει στο πρόσωπο του δημάρχου τον κατάδικο 24601, θ' αναγκαστεί να ζήσει σαν κυνηγημένος την υπόλοιπη ζωή του, γνωρίζοντας και βοηθώντας συνεχώς ανθρώπους που τον έχουν ανάγκη.

Η κριτική
"Οι άθλιοι" είναι ένα μυθιστόρημα που συγκαταλέγεται δικαίως στα καλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φέροντας την υπογραφή ενός εξαίρετου συγγραφέα, του Victor Hugo, το κείμενο διέπεται από ρεαλισμό, οικουμενικότητα και διαχρονικότητα, κάτι που έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην παγκόσμια αποδοχή του. Έτσι, το 1978 οι Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg μεταφέρουν επί σκηνής, σε μορφή musical, αυτό το αριστούργημα, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία, γεγονός που κατέστησε την συγκεκριμένη παραγωγή μια από τις δημοφιλέστερες επιλογές για μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά. Ο λόγος που η πραγματοποίηση αυτού του ονείρου άργησε τόσο πολύ, δεν είναι άλλος από την επιθυμία να μεταφερθεί όσο το δυνατόν πιο άρτια κι ορθά στο μεγάλο πανί. Εν έτει 2012 λοιπόν, το όνειρο υλοποιείται και μια κινηματο-θεατρική υπερπαραγωγή γεννιέται.
Οι ήρωες του έργου, όπως όλοι οι άνθρωποι, ταλαντεύονται ανάμεσα στο καλό και το κακό, πάσχουν, βοηθούν, εξαθλιώνονται και διεκδικούν ό,τι καλύτερο μπορούν με τα μέσα που τους δίνονται. Μέσα από μια πολυπρόσωπη ιστορία που εκτυλίσσεται σε μια περίοδο 20 ετών, παρουσιάζεται η συνεχής αποδόμηση της κοινωνίας και με την συνοδεία του Γιάννη Αγιάννη, ο θεατής θα συναναστραφεί διάφορους χαρακτήρες που αγωνίζονται για μια θέση στην ζωή.
Ως πρωταγωνιστή λοιπόν, γνωρίζουμε έναν άντρα που αναγκάζεται κάποια στιγμή στην ζωή του, για να θρέψει τον ανηψιό του, να παρανομήσει, κλέβοντας ένα καρβέλι ψωμί. Ο ήρωάς μας όμως συλλαμβάνεται, καταδικάζεται για την εγκληματική του πράξη και στιγματίζεται εφ' όρου ζωής από αυτήν. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει από αυτόν τον κλοιό που του στερεί την όποια ευκαιρία να ορθοποδήσει, σκίζει τα χαρτιά του, ξεγράφοντας από την ζωή τον λωποδύτη Γιάννη Αγιάννη και ξεκινά μια νέα αρχή, βοηθώντας τους συνανθρώπους του και φτάνοντας στο σημείο να εκλεγεί δήμαρχος. Ποτέ του όμως δεν ξεχνά την καταγωγή του και ποτέ δεν παύει να προσφέρει, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους πιο εξαίρετους αντι-ήρωες όλων των εποχών.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες που γνωρίζουμε σταδιακά κι αναλύονται λιγότερο ή περισσότερο από τους κινηματογραφικούς δημιουργούς, ανταποκρίνονται με την σειρά τους στο ίδιο μοτίβο. Προσεκτικά επιλεγμένοι και κουβαλώντας ο καθένας στις πλάτες του ένα ξεχωριστό φορτίο, μοιάζουν οικείοι στον κινηματογραφικό θεατή, καθώς οι ελπίδες, οι προσπάθειες κι οι φόβοι του καθενός είναι πανομοιότυποι με τους δικούς μας, ωθώντας μας ν' ανασύρουμε απ' την μνήμη μας προσωπικά βιώματα και να μετέχουμε στην κάθε ξεχωριστή ιστορία.
Από σκηνοθετικής απόψεως, ο Tom Hooper έχει κάνει αριστουργηματική δουλειά, κατορθώνοντας ν' αποδώσει εξίσου καλά την λογοτεχνική, αλλά και την θεατρική ατμόσφαιρα, μέσα από μια κινηματογραφική ματιά. Η επιλογή των ηθοποιών που ενσαρκώνουν τους βασικούς, αλλά και τους δευτερεύοντες ρόλους επίσης, μοιάζει να είναι η καταλληλότερη που θα μπορούσε να γίνει, αφού εκτός του Hugh Jackman, ο οποίος έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του, επιδεικνύοντας παράλληλα και τις φωνητικές του ικανότητες, καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας, όλοι οι υπόλοιποι συγκλονίζουν με τις σύντομες ερμηνείες τους, μαγεύοντας και συγκινώντας το κοινό. Τέλος αξίζει ν' αναφέρει κανείς την υπέροχη μουσική προσαρμογή, αλλά και προσθήκη που έχει γίνει στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό εγχείρημα.
Αν κι ομολογώ ότι σπανίως μαγεύομαι από μουσικο-χορευτικά δρώμενα, τόσο στον θεατρικό, όσο και στον κινηματογραφικό χώρο, "Οι άθλιοι" συγκαταλέγονται στα έργα που είναι αδύνατον να τα προσπεράσει κανείς, χαρακτηρίζοντάς τα κάτι λιγότερο από ονειρικά. Όντας δουλεμένοι, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σε όλους τους τομείς, "Οι άθλιοι" του Tom Hooper είναι ένα έργο που θα ξετρελάνει εξίσου τους λάτρεις των musicals, των κλασικών έργων αλλά και των υπερπαραγωγών.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Βρετανικό μουσικο-χορευτικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό των Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Victor Hugo, σε σενάριο των William Nicholson, Alain Boublil, Claude-Michel Schönberg και Herbert Kretzmer και σκηνοθεσία του Tom Hooper, διάρκειας 158 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Hugh Jackman, Anne Hathaway, Russell Crowe, Amanda Seyfried, Eddie Redmayne, Helena Bonham Carter, Sacha Baron Cohen, Samantha Barks, Daniel Huttlestone, Aaron Tveit και Isabelle Allen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Παράδεισος του έρωτα

Πρωτότυπος τίτλος: Paradies: Liebe
Αγγλικός τίτλος: Paradise: Love



Η υπόθεση
Η Teresa (Margarete Tiesel) είναι μια μεσήλικη γυναίκα από την Αυστρία, η οποία επισκέπτεται την Κένυα για διακοπές. Κατά την παραμονή της εκεί θα συναντήσει τον έρωτα στα πρόσωπα των νεαρών Αφρικανών που πολιορκούν τους τουρίστες στις παραλίες της Κένυας, προσπαθώντας να τους πουλήσουνε διάφορα μικροπράγματα κι αναζητούν λευκές ερωμένες, με αντάλλαγμα το χρήμα.

Η κριτική
Η πρώτη ταινία της τριλογίας του "Παραδείσου" που ετοιμάζεται να συμπληρώσει με δυο συνέχειες ο πολλά υποσχόμενος Αυστριακός σκηνοθέτης Ulrich Seidl, πραγματεύεται εδώ το θέμα του έρωτα. Ως κεντρικό πρόσωπο, γνωρίζουμε την Terassa, μια μοναχική 50χρονη γυναίκα, που δεν ανταποκρίνεται ούτε στο ελάχιστο στα διεθνή πρότυπα ομορφιάς. Με την απόφασή της να ταξιδέψει στην Κένυα, η ηρωίδα γίνεται η αφορμή να παρουσιαστεί το εναλλακτικό, αλλά πολύ διαδεδομένο στις αφρικανικές χώρες, είδος του σεξουαλικού τουρισμού.
Στην Κένυα, κατά μήκος των πανέμορφων παραλιών είναι πολύ συχνό φαινόμενο η παρουσία μικρο-εμπόρων, των λεγόμενων "beach boys", οι οποίοι εκτός από το να πουλούν την πραμάτεια τους, επιδιώκουν την σύναψη σχέσεων με διάφορες μεσήλικες Ευρωπαίες τουρίστριες, με αντάλλαγμα διάφορα δώρα ή χρηματικές απολαβές. Οι γυναίκες αυτές είναι γνωστές με την ονομασία "sugar mamas" κι εν μέρει εν αγνοία της, εν μέρει εν γνώση της, "sugar mama" θα γίνει κι η πρωταγωνίστρια.
Ξεκινώντας ο θεατής να παρακολουθεί το ιδιόμορφο αυτό φιλμ, το πρώτο πράγμα που παρατηρεί είναι η πολιτισμικά τριτοκοσμική κατάσταση που υπάρχει σ' έναν παραδεισένιο μορφολογικά τόπο. Άνθρωποι χωρίς καμία αξιοπρέπεια, που δέχονται να γίνουν σεξουαλικά αντικείμενα αποκρουστικών γυναικών, που υπομένουν τον εξευτελισμό χωρίς να λένε κουβέντα, που προσπαθούν με ψέματα να εξασφαλίσουν κάποιο χρηματικό ποσό και που θεωρούν τα λεφτά και τις ευρωπαϊκές χώρες ως την μοναδική ευκαιρία να βγουν απ' την μιζέρια που είναι υποχρεωμένοι να ζουν.
Στα μάτια των ανθρώπων αυτών λοιπόν, ο έρωτας των μεσήλικων γυναικών προς το πρόσωπό τους αποτελεί με άλλα λόγια το εισιτήριό τους για τον παράδεισο κι αντίστοιχα, η αναζωογόνηση που προσφέρει ο έρωτάς τους στις λευκές τουρίστριες λειτουργεί θαυματουργά στην ψυχολογία τους. Όντας όμως σχέσεις άκρως επιφανειακές κι απέχοντας πολύ από το αγνό, ειλικρινές κι ουσιαστικό συναίσθημα του πραγματικού έρωτα, είναι καταδικασμένες ν' αποτύχουν. Βλέποντας λοιπόν, τον συμβιβασμό και την ανοχή και των δυο πλευρών, γεννάται στον θεατή ένα αίσθημα λύπησης προς άπαντες τους ήρωες.
Προσπαθώντας προφανώς, να θίξει ένα κοινωνικό φαινόμενο, απαράδεκτο κατά την προσωπική μου άποψη, ο Ulrich Seidl, δημιουργεί μια ταινία που βρίσκεται στα όρια του ντοκιμαντέρ και των ταινιών μυθοπλασίας. Έχοντας μια ενδιαφέρουσα βάση που έχει την δυνατότητα να εξελιχθεί σ' ένα εξίσου ενδιαφέρον έργο, ο "Παράδεισος του έρωτα" αποτυγχάνει ως πείραμα, καθώς παρά τις ρεαλιστικές ερμηνείες και την σπάνια θεματική του, αναλώνεται στην αναπαραγωγή μιας σειράς επεισοδίων που καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Χωρίς να προσφέρει λοιπόν, κάτι παραπάνω από την απλή προβολή μιας άγνωστης σ' εμάς και συνάμα θλιβερής κατάστασης κι επειδή θεωρώ προτιμότερη την άμεση κι ειλικρινή προσέγγιση τέτοιων κοινωνικών θεμάτων με την μορφή ντοκιμαντέρ, θα έλεγα ότι αποτελεί μια ευκαιρία για το σινεφίλ κοινό να γνωρίσει μια άλλη πλευρά του τουρισμού στις τριτοκοσμικές χώρες.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Αυστριανό δράμα του 2012, σε σενάριο των Ulrich Seidl και Veronika Franz και σκηνοθεσία του Ulrich Seidl, διάρκειας 120 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Margarete Tiesel, Peter και Kazungu.

Οι σύνδεσμοι

6 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Τα μυθικά πλάσματα του Νότου

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Beasts of the southern wild


Η υπόθεση
Η 6χρονη Hushpuppy (Quvenzhané Wallis) ζει μαζί με τον πατέρα της, Wink (Dwight Henry), στο Bathtub, ένα μέρος στην άκρη του κόσμου που χωρίζεται με τείχος από τον πολιτισμό. Οι κάτοικοι του Bathtub ζουν ελεύθεροι και γιορτάζουν την κάθε μέρα τους, περιμένοντας την καταστροφή του κόσμου από μια επερχόμενη καταιγίδα. Όταν μια καταιγίδα πλήττει το Bathtub, αναγκάζοντας τους διασωθέντες να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να επιζήσουν, ο Wink θα διδάξει την κόρη του πώς να επιβιώνει όταν εκείνος θα πάψει να βρίσκεται κοντά της κι η Hushpuppy θα περιπλανηθεί για να βρει και να φέρει στον πατέρα της κάτι που θα τον κάνει να φύγει ευτυχισμένος.

Η κριτική
Οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές οι πρώτες ταινίες, τόσο των μεγάλων όσο και των ανερχόμενων κινηματογραφιστών, σπανίως μου κεντρίζουν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον. Σίγουρα είναι κάτι φρέσκο, κάτι διαφορετικό και κάτι που αξίζει προσοχής, αλλά πάντα άνηκα στην κατηγορία αυτών που τους αρέσει να βλέπουν ότι το καθετί σ' ένα έργο εξυπηρετεί κάποιον σκοπό κι ως γνωστόν, για να επιτευχθεί μια καλή δόμηση χρειάζεται πείρα.
Βέβαια σ' αυτόν τον γενικότερο κανόνα, υπάρχουν κι οι εξαιρέσεις, όπως είναι "Τα μυθικά πλάσματα του Νότου". Η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Benh Zeitlin, δείχνει από την αρχή της ότι γνωρίζει επακριβώς τί θέλει να παρουσιάσει στον θεατή της. Χωρίς λοιπόν ν' αφήσει κανένα λεπτό της να περάσει ανεκμετάλλευτο, εισάγει ήδη από τους τίτλους της το κοινό στην επιθυμητή ατμόσφαιρα. Το έργο δεν είναι μια ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας, αλλά ούτε και καθαρά σουρεαλιστικό. Βλέποντας την πραγματικότητα μέσα απ' τα μάτια ενός εξάχρονου παιδιού, ακροβατεί ανάμεσα στο όνειρο και στην αληθινή ζωή και σε συνεπαίρνει σε μια θάλασσα μυθοπλασίας, φιλοσοφίας και δύναμης.
Παραπέμποντας σαφώς στις καταστροφές που προκάλεσε ο τυφώνας Katrina κατά το πέρασμά του από την Louisiana, ο Zeitlin πραγματοποιεί μια ταινία που παρουσιάζει την φύση ως ένα στοιχείο ανεξάρτητο, που είναι αδύνατον να χαλιναγωγηθεί ή να προβλεφθεί από τον άνθρωπο, αλλά που παράλληλα δεν παύει το ξέσπασμά της να εκφράζει και το ξέσπασμα μιας συναισθηματικής κατάστασης, κάνοντας τον άνθρωπο και τα φυσικά φαινόμενα να μοιάζουν αλληλένδετα κι αλληλοεξαρτώμενα.
Σ' αυτήν λοιπόν την κατάσταση όπου ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως έρμαιο της φύσης, γνωρίζουμε ένα μικρό κορίτσι, που μαθαίνει απ' τον πατέρα της να συμπεριφέρεται ως αρχηγός, πρώτα του εαυτού της κι έπειτα ολόκληρου του κόσμου. Ο ρόλος της Hushpuppy μαγεύει τον θεατή, καθώς παρά το νεαρό της ηλικίας της, κρύβει απίστευτη εσωτερική δύναμη και ξέρει ότι κάποια μέρα τα παιδιά στα σχολεία θα μαθαίνουν ότι κάποτε εκείνη κι ο πατέρας της έζησαν στο Bathtub. Αυτή η σιγουριά που δείχνει αυτό το πλάσμα για το μέλλον, σε κάνει να αντιληφθείς με άλλο τρόπο τον σκουπιδότοπο που οι κάτοικοί του αποκαλούν παράδεισο.
Πλαισιωμένη από εξαίρετες ερμηνείες, η ταινία του ανερχόμενου Benh Zeitlin προκαλεί αίσθηση στο σινεφίλ κοινό, κερδίζοντας επάξια τέσσερις υποψηφιότητες στα φετινά βραβεία της αμερικάνικης ακαδημίας. Η επιλογή της κάμερας στο χέρι, μπορεί να χαλάει λίγο την ευφάνταστη φωτογραφία της, αλλά συνάδει άριστα με την πλοκή και τα νοήματα του έργου. Τέλος, η μουσική επένδυση δεν λειτουργεί συμπληρωματικά, αλλά προκαλεί το συναίσθημα και οδηγεί τον θεατή προς μια κατάσταση αποδοχής της. Βέβαια, αξίζει ν' αναφέρω ότι παρά την εντύπωση που προκαλεί η θέασή της, δεν συγκαταλέγεται στις ταινίες που θα σου μείνουν αξέχαστες. Προτείνεται λοιπόν, ως μια εναλλακτική επιλογή, στους σινεφίλ θεατές που κυνηγούν το πρωτότυπο και το διαφορετικό.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο σε θεατρικό της Lucy Alibar, σε σενάριο των Lucy Alibar και Benh Zeitlin και σκηνοθεσία του Benh Zeitlin, διάρκειας 93 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Quvenzhané Wallis, Dwight Henry, Levy Easterly και Gina Montana.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Χίτσκοκ

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hitchcock


Η υπόθεση
Έπειτα από την παραγωγή του "Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων", ο Alfred Hitchcock (Anthony Hopkins), αποφασισμένος ν' αποδείξει στους πάντες ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα του ν' αποσυρθεί, παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο, αναλαμβάνοντας να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη ένα μυθιστόρημα δεύτερης διαλογής, το "Ψυχώ" του Robert Bloch. Υποθηκεύοντας το σπίτι του, ο Hitchcock καλύπτει το κόστος παραγωγής με δικά του χρήματα και με την υποστήριξη της γυναίκας του Alma Reville (Helen Mirren), κάνει ένα άλμα στο κενό, δημιουργώντας, ίσως, το σπουδαιότερο έργο της καριέρας του και παράλληλα ένα έργο σταθμό στην ιστορία του κινηματογράφου.

Η κριτική
Μετά από τα όσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον Alfred Hitchcock, όλοι γνωρίζουμε λίγα πράγματα γι' αυτή την εξέχουσα προσωπικότητα του κινηματογράφου. Το μόνο που αξίζει ν' αναφέρει κάποιος για τον μεγαλύτερο Βρετανό σκηνοθέτη στην ιστορία του κινηματογράφου, είναι ότι η ικανότητά του να διεισδύει στα άδυτα και να διαπερνά την ψυχή του θεατή, μπορεί να περιγραφεί με μια λέξη ως "μαγική" και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει λάβει τον χαρακτηρισμό: "Ο μετρ του τρόμου". Συνδυάζοντας το κλασικό με το μοντέρνο και το εμπορικό με το ποιοτικό, ο σπουδαίος δημιουργός, τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν συγκαταλέγεται απλώς στην λίστα των "κλασικών" κινηματογραφιστών, αλλά αποτελεί φαινόμενο, αφού με το πέρασμα των χρόνων το κοινό του διευρύνεται συνεχώς, με την προσθήκη θαυμαστών από τις νεώτερες γενιές θεατών. Μεγαλειώδης, λιτός και περιεκτικός, ο Hitchcock ποτέ δεν έπαψε να προσφέρει απόλαυση μέσω του έργου που άφησε ως κληρονομιά στους επόμενους, φτάνοντας έτσι στο 2012, μια ταινία που φέρει στον τίτλο της τ' όνομά του, ν' αποτελεί δικαιολογημένα είδηση.
Βασιζόμενοι λοιπόν σ' έναν "μύθο" του κινηματογραφικού στερεώματος, οι δημιουργοί του "Χίτσκοκ" σκιαγραφούν τον διορατικό αυτό σκηνοθέτη, μέσα από το πιο αναγνωρίσιμο έργο της καριέρας του, το "Ψυχώ". Ο Alfred Hitchcock, εκτός από την ταύτιση του ονόματός του με το στοιχείο του τρόμου, γεγονός που σφραγίστηκε με την συγκεκριμένη ταινία, έχει μείνει στην ιστορία και για διάφορες εμμονές του, όπως για παράδειγμα την προτίμησή του στις ξανθές πρωταγωνίστριες, τον φετιχισμό του, την αδυναμία του στις σκοτεινές υποθέσεις, το φαγητό, κ.α.. Όλα αυτά σαφώς, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από ένα έργο που αποτελεί, εν μέρει, την βιογραφία του, αλλά ταυτόχρονα, εφόσον είναι ευρέως γνωστά, κάτι περισσότερο από μια απλή αναφορά σε όλα όσα τον έχουν χαρακτηρίσει, θα ήταν υπερβολικό.
Έχοντας λοιπόν ως στόχο να παρουσιάσει τον άνθρωπο πίσω από το τιτάνιο όνομα Hitchcock, η ταινία επικεντρώνεται σ' ένα αφανές πρόσωπο στην ζωή του, στον άνθρωπο που πάντα ήταν εκεί να τον στηρίζει και να τον οδηγεί, την γυναίκα του Alma. Η Alma Reville, όντας μια γυναίκα δυναμική κι όχι μια τυπική νοικοκυρά, είχε συμβάλλει, με τον τρόπο της, στην επιτυχία του συζύγου της. Παρόλα αυτά, όπως είναι αναμενόμενο, το όνομά της έμεινε στην σκιά του μεγάλου σκηνοθέτη κι η ίδια στους κύκλους του Χόλιγουντ ήταν γνωστή ως "κυρία Hitch(cock)" κι όχι ως Reville. Ίσως βέβαια, αυτός να είναι κι ο λόγος που ο τίτλος της ταινίας περιορίζεται απλώς στο επώνυμο του ευφυούς δημιουργού, καθώς το περιεχόμενό της δεν αφορά μόνο στον Alfred αλλά και στην Alma.
Αφήνοντας όμως στην άκρη τις ιστορικές και βιογραφικές λεπτομέρειες, οι οποίες είναι κι αυτές που θα ωθήσουν το κοινό να παρακολουθήσει το φιλμ, κι εστιάζοντας στο έργο καθεαυτό, οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα αυτής της πολυαναμενόμενης παραγωγής είναι συγκριτικά με ό,τι θα περίμενε κανείς αδιάφορο. Πρώτα απ' όλα στην πλειοψηφία της, η ταινία είναι άνευρη, δίνοντας την αίσθηση ότι έχει επαναπαυθεί υπερβολικά στην αναφορά του ονόματος του Alfred Hitchcock. Έπειτα τα σκηνικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, θυμίζουν τις ταινίες της εποχής, στις οποίες τα πάντα ήταν καθαρά κι αστραφτερά, κάτι που μπορεί να λειτουργεί για τα σπίτια και τα σκηνικά εντός του στούντιο, αλλά όταν στην ίδια κατάσταση παρουσιάζονται τα πολυκαιρισμένα πλατό της Paramount, τότε το "πεντακάθαρο", παραπέμπει στο "ψεύτικο".
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το πολυσυζητημένο μακιγιάζ των ηθοποιών. Σαφώς κι είναι αδύνατον ο Anthony Hopkins να μεταλλαχθεί, με μαγικό τρόπο, σε Alfred Hitchcock, γεγονός που περιορίζει αρκετά τις επιλογές των υπευθύνων. Έτσι από την επιλογή ενός ασήμαντου σωσία ή τη δημιουργία ενός πλήρως παραμορφωμένου προσώπου, που δεν θα μπορεί να εκφραστεί στο ελάχιστο, οι αρμόδιοι έχουν κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι τους για να μοιάσει κάπως ο Hopkins στον Hitchcock. Η προσπάθεια αυτή βέβαια, αγγίζει τα όρια της παραμόρφωσης, κάνοντας το θέαμα ελάχιστα πειστικό κι αρκετά κωμικό, καθώς ο Hopkins καταλήγει να θυμίζει, εκτός από Hitchcock, και λίγο Dani DeVito ως Πιγκουίνο στο "Ο Batman επιστρέφει".
Όσον αφορά τις ερμηνείες τώρα, όλοι οι ηθοποιοί είναι προσεκτικά επιλεγμένοι και συνεπώς πάρα πολύ καλοί, χωρίς όμως κάποιος εξ αυτών να εκπλήσσει θετικά ή αρνητικά. Οι Anthony Hopkins κι Helen Mirren δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι λιγότερο από πειστικοί στους ρόλους τους, όπως επίσης κι η επιλογή της Scarlett Johansson για την ενσάρκωση της Janet Leigh δεν θα μπορούσε να είναι καταλληλότερη.
Συνεπώς, ο "Χίτσκοκ" είναι μια ταινία αρκετά κατώτερη από το αναμενόμενο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι απέχει πολύ από τον χαρακτηρισμό "καλή". Επίσης, μια ταινία που αναφέρεται σε ένα τέτοιο όνομα και που θα ξυπνήσει, άθελα ή ηθελημένα, αναμνήσεις από διάφορα έργα του, πιστεύω είναι αδύνατον να απογοητεύσει πλήρως το χιτσκοκικό κοινό. Γι' αυτόν τον λόγο όσοι την αναμένατε πώς και πώς, μην περιμένετε να δείτε το αριστούργημα της χρονιάς, αλλά μια συμπαθητική, σχεδόν καλή κι ευχάριστη ταινία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο βιογραφικό δράμα του 2012, βασισμένο σε βιβλίο του Stephen Rebello, σε σενάριο του John J. McLaughlin και σκηνοθεσία του Sacha Gervasi, διάρκειας 98 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Anthony Hopkins, Helen Mirren, Danny Huston, Scarlett Johansson, Jessica Biel, James D'Arcy, Michael Wincott και Toni Collette.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes 

31 Ιανουαρίου 2013

(2012) Οδηγός αισιοδοξίας

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Silver linings playbook


Η υπόθεση
Οκτώ μήνες μετά τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρικό ίδρυμα, ο Pat (Bradley Cooper) καταφέρνει να πάρει εξιτήριο, με την υποχρέωση να τηρεί ορισμένους κανόνες. Έχοντας χάσει το σπίτι, την γυναίκα και την δουλειά του, γυρνά στο πατρικό του, αποφασισμένος να διεκδικήσει πίσω την παλιά του ζωή και ν' αποδείξει στην πρώην γυναίκα του, Nikki (Brea Bee), ότι έχει αλλάξει κι αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Στην πορεία μάλιστα, θα βρεθεί στον δρόμο του μια νεαρή κοπέλα, η Tiffany (Jennifer Lawrence), η οποία θα προσφερθεί να τον βοηθήσει να επικοινωνήσει με την Nikki. Η Tiffany, έχοντας τα δικά της σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα θα εισχωρήσει στην ζωή του Pat, δίνοντάς του έναν λόγο να δει την ζωή από την θετική της πλευρά.

Η κριτική
Βλέποντας τον "Οδηγό αισιοδοξίας" ομολογώ ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν εάν η ταινία συγκαταλέγεται στο είδος της κωμωδίας ή του δράματος. Πολύ γρήγορα βέβαια, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι εναλλαγές που παρουσιάζονται ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό στοιχείο κι ο τρόπος που απεικονίζεται η γλυκό-πικρη αλήθεια της ζωής, είναι κι ο λόγος που έχει δημιουργηθεί τόσο μεγάλο σούσουρο γύρω απ' τ' όνομά της. Γιατί τα πράγματα από μόνα τους ποτέ δεν είναι "έτσι" ή "αλλιώς". Εμείς επιλέγουμε πώς θα τα δούμε, πώς θα τα διαχειριστούμε και πώς θα τα βαφτίσουμε.
Έτσι λοιπόν εδώ, θα κληθούμε να παρακολουθήσουμε την ζωή ενός συζύγου, που βρήκε την γυναίκα του να τον απατά με έναν άλλον άντρα, αντέδρασε βιαίως σε βάρος του εραστή της, και γι' αυτή του την πράξη κλείστηκε σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Φυσικά, εφόσον ο μισός αντρικός πληθυσμός θα έπραττε αναλόγως, αξίζει να σημειώσουμε ότι στον εγκλεισμό του συνετέλεσε το γεγονός ότι πάσχει από διπολικό σύνδρομο ή αλλιώς "μανιοκατάθλιψη". Γι' αυτόν τον λόγο λοιπόν, ο Pat θα πρέπει ν' ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή και να βρίσκεται υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση, μέχρι να θεραπευτεί πλήρως από αυτή την νευρολογική ασθένεια.
Η Tiffany τώρα, μπορεί να μην έχει νοσηλευτεί, όπως ο Pat, σε ψυχιατρείο, αλλά κι εκείνη με την σειρά της παίρνει αντικαταθλιπτικά, καθώς πριν από σύντομο χρονικό διάστημα έχασε σε ατύχημα τον σύζυγό της κι έκτοτε έχει αναπτύξει ένα είδος νυμφομανίας, γεγονός που την οδήγησε σε απόλυση και στην απόκτηση μιας κακής φήμης. Ίσως βέβαια, ψυχιατρικά, το πρόβλημα της Tiffany να μην μοιάζει τόσο σοβαρό όσο αυτό του Pat και παράλληλα ο δυναμισμός που δείχνει να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα βρίσκεται στον πρωταγωνιστή. Αν όμως αναλογιστούμε τους στόχους που έχει θέσει ο καθένας τους μακροπρόθεσμα, θα δούμε ότι ο Pat έχει δώσει στον εαυτό του περισσότερες πιθανότητες να ξεπεράσει την "αρρώστια" του απ' ό,τι η Tiffany.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι δυο βαριά τραυματισμένοι άνθρωποι γνωρίζονται και μετά από μερικές συναντήσεις με χαρακτηριστικούς κωμικούς κι ειλικρινείς διαλόγους, συμφωνούν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον να πετύχουν τα όνειρά τους. Το αξιοπερίεργο βέβαια είναι ότι η συνύπαρξη δυο ψυχολογικά ασταθών ατόμων, αντί να τους βυθίσει περισσότερο στην κατάθλιψη και την μιζέρια, τους κάνει να χαμογελάσουν και πάλι, καθώς η κοινή τους προσπάθεια να πετύχουν κάτι, τους δίνει ένα λόγο να ελπίζουν και να ζουν.
Έχοντας ως βάση μια βαριά ψυχολογική ατμόσφαιρα, η ταινία καταφέρνει να περάσει σταδιακά από το σκοτάδι στο φως, χτίζοντας με υπέροχο τρόπο έναν οδηγό πάνω στην αισιοδοξία. Η σεναριακή προσαρμογή του David O. Russell, αλλά κι ο τρόπος με τον οποίο έχει σκηνοθετήσει την ταινία του, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς ακόμα κι όταν οι καταστάσεις μοιάζουν να είναι απαγορευτικές, ο Russell καταφέρνει να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα, κάνοντας τον θεατή να έχει ένα συνεχές αίσθημα ευφορίας.
Λόγος φυσικά για τις εξαίρετες ερμηνείες των ηθοποιών δεν χρειάζεται καν να γίνει. Η Jennifer Lawrence, παρά το νεαρό της ηλικίας της, αποδεικνύει γι' ακόμη μια φορά πόσο ικανή ηθοποιός είναι, ο Bradley Cooper κατορθώνει να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων ενός δύσκολου ρόλου, ενώ οι ερμηνείες των δευτεραγωνιστών είναι εξίσου απολαυστικές, με τον Robert De Niro να ξεχωρίζει, ίσως λίγο περισσότερο.
Όντας μια καλογυρισμένη και προσεγμένη, σε όλους τους τομείς της, δραματική κωμωδία, προτείνεται σε όλους για μια ευχάριστη έξοδο, που δεν αποκλείεται να σας επηρεάσει θετικά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεστε την τραγικότητα μερικών γεγονότων στην ζωή σας.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο κωμικό δράμα, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Matthew Quick, σε σενάριο και σκηνοθεσία του David O. Russell, διάρκειας 122 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Bradley Cooper, Jennifer Lawrence, Robert De Niro, Jacki Weaver, Chris Tucker, Julia Stiles, Paul Herman και Brea Bee.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

29 Ιανουαρίου 2013

(2012) No

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: No


Η υπόθεση
Το 1988 διεξάγεται στην Χιλή ένα δημοψήφισμα που, στην περίπτωση που οι πολίτες της χώρας ψηφίσουν υπέρ, θα νομιμοποιήσει το δικτατορικό καθεστώς του Augusto Pinochet. Τα μέλη της αντιπολίτευσης, στην προσπάθειά τους να παροτρύνουν τον λαό να ψηφίσει κατά, θα οργανώσουν μια διαφημιστική καμπάνια, με επικεφαλή τον νεαρό κι ανοιχτόμυαλο René Saavedra (Gael García Bernal), ο οποίος θα προτείνει μια πιο ανάλαφρη κι ευχάριστη εκστρατεία. Στον λιγοστό χρόνο που διαθέτει η πλευρά του "Όχι", θα καταφέρει ν' ανατρέψει την πολιτική κατάσταση της χώρας;

Η κριτική
Ένας νεαρός μαρκετίστας, ο René Saavedra, μαζί με πολλούς συμπολίτες του, ονειρεύεται μια χώρα ελεύθερη, χωρίς λογοκρισία, όπου τα όνειρα του καθενός θα μπορούσαν να υλοποιηθούν κι οι πολίτες της θα σέβονταν ο ένας τον άλλο. Η διαφορετική ματιά όμως, με την οποία αντιλαμβάνεται τα πράγματα είναι κι αυτή που θα τον οδηγήσει να προτείνει στην πλευρά του "Όχι" μια καμπάνια ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη για την εποχή, με την οποία είτε θα ανατραπεί το δικτατορικό καθεστώς του Pinochet, είτε οι ίδιοι θα ηττηθούν κατά κράτος.
Με σύμβολο το ουράνιο τόξο και με την προβολή χαμογελαστών προσώπων, ο νεαρός Saavedra, αφήνει πίσω το βάρβαρο παρελθόν των νεκρών κι εξαφανισμένων ανθρώπων κι επικεντρώνεται σ' ένα εξιδανικευμένο και δυτικοποιημένο μέλλον, προβάλλοντας στους πολίτες της Χιλής το αμερικάνικο όνειρο, ένα πρότυπο ζωής που είναι αδύνατον να υπάρξει σ' ένα οποιοδήποτε πολίτευμα καταπίεσης. Αξίζει όμως εδώ να κάνουμε μια αναδρομή στα ιστορικά γεγονότα, που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα τους λόγους που, εν έτει 1988, η καμπάνια του "Όχι" είχε ελπίδες να πείσει μόνο αν λειτουργούσε ως "διαφήμιση".
Το 1973, ενώ η χώρα βρισκόταν σε οικονομικό αδιέξοδο, ο Augusto Pinochet κατέλαβε την κυριαρχία της Χιλής με πραξικόπημα. Όπως είναι φυσικό βέβαια, κατά την διάρκεια των αναταραχών, αλλά και των χρόνων όπου κυβέρνησε την χώρα, χιλιάδες Χιλιανοί θανατώθηκαν κι εξαφανίστηκαν. Το ζήτημα όμως είναι ότι, 15 χρόνια μετά, τα γεγονότα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν, για ένα μεγάλο μέρος του λαού, κι οι πολίτες έχουν συμβιβαστεί και προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Δεδομένου ότι κι ο Pinochet με την σειρά του, έχει βγάλει τα στρατιωτικά και λειτουργεί πλέον ως πολιτικός περισσότερο, είναι λογικό εικόνες κι αναμνήσεις των αιματηρών γεγονότων ν' αδυνατούν να πείσουν, μετά από τόσα χρόνια, αυτό το μερίδιο του λαού. Για πολλούς, ό,τι έγινε, έγινε κι η ελευθερία της βούλησης συνδέεται άμεσα με την οικονομική ύφεση που οδήγησε σε πραξικόπημα.
Φυσικά στην συγκεκριμένη ταινία, αναπτύσσεται η πτώση του Pinochet, όμως η θεματική της αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο, καθώς η Χιλή αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα των εκατοντάδων χωρών που έζησαν την βία ενός δικτατορικού καθεστώτος. Επίσης, η ανελευθερία που επέφερε σε διάφορους τομείς η δικτατορία, δεν διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από την ανελευθερία που φέρνει, εκ νέου, η σύγχρονη οικονομική ύφεση, κάτι που κάνει το θέμα της εκτός από καθολικό κι επίκαιρο.
Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα διάφορα ντοκουμέντα, αλλά κι η εξέλιξη της ιστορίας, θυμίζει κατά πολύ home-made-video της εποχής. Το "No", γυρισμένο με κάμερα στο χέρι, δημιουργεί μια αίσθηση ντοκιμαντέρ και με την πιστή αναπαράσταση της εποχής, αποπειράται να υπενθυμίσει ή να μεταφέρει σε παλαιούς και νέους θεατές το κλίμα της περιόδου. Με την συνοδεία άκρως ρεαλιστικών ερμηνειών και τη δημιουργία μιας αισιόδοξης κι ευχάριστης ατμόσφαιρας, η ταινία αποτελεί μια ιδανική πρόταση για το σινεφίλ, πολιτικοποιημένο και μη, κοινό.

Βαθμολογία: 3/5

Τα σχετικά
Χιλιανό δράμα του 2012, βασισμένο σε θεατρικό του Antonio Skármeta, σε σενάριο του Pedro Peirano και σκηνοθεσία του Pablo Larraín, διάρκειας 118 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Gael García Bernal, Antonia Zegers, Pascal Montero, και Alfredo Castro.

Οι σύνδεσμοι